«Χαμένοι στη μετάφραση», είκοσι χρόνια μετά

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Η αίσθηση που θέλει να μεταδώσει το «Χαμένοι στη Μετάφραση» είναι εκείνη της μοναξιάς, του μη ανήκειν, αλλά και της λαχτάρας για την καταπολέμησή τους, της επιγενόμενης ανάγκης να (επι)κοινωνηθούν αυτά τα συναισθήματα.
0

Σαν σήμερα πριν από είκοσι χρόνια έκανε την πρεμιέρα τoυ στο φεστιβάλ του Telluride το «Χαμένοι στη μετάφραση» της Σοφία Κόπολα. Η ταινία έκανε τον γύρο των φεστιβάλ, αποσπώντας θετικές κριτικές, προβλήθηκε και στο διαγωνιστικό πρόγραμμα των Νυχτών Πρεμιέρας, και μάλιστα απέσπασε  την πρώτη Χρυσή Αθηνά στην ιστορία του αθηναϊκού φεστιβάλ – εκείνη τη χρονιά καθιερώθηκε το βραβείο.

Λίγοι περίμεναν ότι η ταινία θα έφτανε μέχρι τα Όσκαρ, φεύγοντας με εκείνο του Πρωτότυπου Σεναρίου, και μάλλον κανείς δεν φανταζόταν ότι θα χτυπούσε την ευαίσθητη χορδή τόσων σινεφίλ και ότι η αγάπη των τελευταίων γι’ αυτή θα θέριευε μέσα στα χρόνια, ούτε ότι θα έφτανε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του κινηματογραφικού κανόνα του 21ου αιώνα.

Η Σοφία Κόπολα είχε ήδη κερδίσει τον πρώτο γύρο απέναντι στους δύσπιστους, για τους οποίους ήταν μέχρι τότε το «κορίτσι του μπαμπά», ένα «nepo baby», όπως θα λέγαμε σήμερα, και η «πηγή της καταστροφής» του «Νονού 3». Αυτή η πρώτη νίκη της ήρθε χάρη στις «Αυτόχειρες Παρθένους», την κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Τζέφρι Ευγενίδη. Στο πρωτογενές υλικό υπάρχει μια δριμεία κριτική του αμερικανικού συντηρητισμού, οι φορείς του οποίου καταπνίγουν την πρωτοβουλία και την ιδιαιτερότητα, και όταν αναπόφευκτα συμβαίνει η τραγωδία, την αποδίδουν σε εξωγενή «πειρασμό», σε «ατυχές περιστατικό», στην «ατομική ευθύνη».

Για τη «δύσκολη» δεύτερη ταινία της λοιπόν –τη λέμε δύσκολη επειδή o εκάστοτε σκηνοθέτης καλείται να αποδείξει ότι δεν στάθηκε τυχερός την πρώτη φορά– η σχεδόν τριαντάχρονη τότε δημιουργός άντλησε έμπνευση από προσωπικά της βιώματα. Τον καιρό μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα τι «θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση».

Η Κόπολα ιχνηλατεί την ευθεία γραμμή που ενώνει τις πέντε αδελφές Λίσμπον, αφουγκράζεται τη μελαγχολία τους, αναθέτοντας στους Air να κεντήσουν αρμοστά γλυκόπικρες indie συνθέσεις, και αναδεικνύει μέσω των κάδρων και του τόνου αυτό που δυσκολεύονται να κατανοήσουν οι ενήλικες, πια, αρσενικοί αφηγητές. Αν θες να ανακαλύψεις τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του ντεμπούτου και της δεύτερης ταινίας της, θα τον εντοπίσεις ακριβώς σε αυτή την αδυναμία των τελευταίων να «μεταφράσουν» τις αδερφές Λίσμπον.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Την εποχή μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα τι «θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση».

Για τη «δύσκολη» δεύτερη ταινία της λοιπόν –τη λέμε δύσκολη επειδή o εκάστοτε σκηνοθέτης καλείται να αποδείξει ότι δεν στάθηκε τυχερός την πρώτη φορά– η σχεδόν τριαντάχρονη τότε δημιουργός άντλησε έμπνευση από προσωπικά της βιώματα. Την εποχή μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα «τι θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση». Ο ένας κεντρικός χαρακτήρας του σεναρίου είναι μια γυναίκα που διανύει την τρίτη δεκαετία της ζωής της και, σωστά μαντέψατε, ακόμα δεν ξέρει τι θα γίνει όταν μεγαλώσει.

Έχει ακολουθήσει τον φωτογράφο σύζυγό της στο Τόκιο για μια πολυήμερη φωτογράφισή του και περνά την περισσότερη μέρα μόνη της. Ο δεύτερος χαρακτήρας είναι ένας μεσήλικας χολιγουντιανός σταρ, παντρεμένος, σε κρίση ηλικίας, που βρίσκεται εκεί για να βγάλει πολλά και γρήγορα λεφτά διαφημίζοντας το γιαπωνέζικο ουίσκι Suntory – fun fact: μια τέτοια διαφήμιση είχε κάνει και ο πατέρας της με τον Κουροσάβα στα '80s.

Για τον ρόλο του δεύτερου η Κόπολα επέλεξε τον Μπιλ Μάρεϊ, τον οποίο πολιορκούσε ασφυκτικά για έναν χρόνο, καθώς δεν μπορούσε να φανταστεί άλλον στη θέση του. Ο θρύλος, μάλιστα, θέλει τον Μπιλ Μάρεϊ να συμφωνεί προφορικά όταν τελικά συναντήθηκαν από κοντά, αλλά να μην έχει υπογράψει συμβόλαιο, με αποτέλεσμα η παραγωγή να έχει μεταφερθεί στο Τόκιο, τα γυρίσματα να είναι έτοιμα να ξεκινήσουν και η Κόπολα να περιμένει ανήσυχη μέχρι τελευταία στιγμή, φοβούμενη ότι ο Αμερικανός σταρ τελικά δεν θα εμφανιστεί. Στον ρόλο της πρώτης, που ως ένα σημείο αποτελεί και avatar της ίδιας, επέλεξε την ανερχόμενη τότε Σκάρλετ Γιόχανσον. Και έπεσε διάνα, δεν μπορείς να φανταστείς άλλους ηθοποιούς στη θέση των δυο τους.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Κατά το πρώτο ημίωρο η Κόπολα μας συστήνει την κατάσταση των χαρακτήρων και την αδυναμία τους να ενσωματωθούν σε μια ξένη πόλη, να συγχρονιστούν με τους ρυθμούς της, να κατανοήσουν την κουλτούρα της.

Ο ακόμα άγουρος μαγνητισμός της Σκάρλετ και τα ενστικτώδη ερμηνευτικά τικ δείχνουν έναν άνθρωπο μη κατασταλαγμένο, αποπροσανατολισμένο, αλλά πρόθυμο να αρπάξει τη ζωή από τα κέρατα με την πρώτη ευκαιρία – μόνο που δεν ξέρει πότε και πώς. Το πολυκαιρισμένο πρόσωπο και το κουρασμένο, πλην με σπινθηροβόλες εξάρσεις βλέμμα του Μπιλ Μάρεϊ δεν αναπαριστούν απλά αλλά μεταφέρουν σχεδόν βιωματικά την κρίση ηλικίας, μα και τη θέληση για έξοδο από αυτή, χώρια που οι αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες αναβαθμίζουν τα κωμικά επεισόδια, χωρίς τα οποία θα ήταν αδύνατη η μετάδοση της αίσθησης της χαρμολύπης – ή, τουλάχιστον, του πρώτου συνθετικού της.

Δεν χρησιμοποιήσαμε τυχαία τη λέξη «αίσθηση». Βλέπεις, υπάρχουν κλασικές αφηγηματικές ταινίες, με σφιχτοδεμένη πλοκή, που θέλουν να αφηγηθούν μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, υπάρχουν δράματα χαρακτήρα, υπάρχουν ταινίες δοκιμιακού τύπου, που επιβεβαιώνουν τη θεωρία της επονομαζόμενης κάμερας-στιλό και, έπειτα, υπάρχουν και ταινίες που επιχειρούν να μεταδώσουν κινηματογραφικά μια αίσθηση, ταινίες που απευθύνονται πρωτίστως στο θυμικό.

Το «Χαμένοι στη μετάφραση» ανήκει σε αυτές τις τελευταίες και η αίσθηση που θέλει να μεταδώσει είναι εκείνη της μοναξιάς, του μη ανήκειν αλλά και της λαχτάρας για την καταπολέμησή τους, της επιγενόμενης ανάγκης να (επι)κοινωνηθούν αυτά τα συναισθήματα. Το διαχρονικά viral αρχικό πλάνο με το ροζ see-through εσώρουχο της Γιόχανσον δεν αποτελεί απλώς ένα φετιχιστικό κάδρο, μας πληροφορεί με το καλημέρα ότι η επιθυμία της ηρωίδας να αποκαλυφθεί, να φανερωθεί το εσωτερικό της, έχει γίνει επιτακτική.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Το διαχρονικά viral αρχικό πλάνο με το ροζ see-through εσώρουχο της Γιόχανσον δεν αποτελεί απλώς ένα φετιχιστικό κάδρο. Η λειτουργία του είναι να μας πληροφορήσει με το καλημέρα ότι η επιθυμία της ηρωίδας να αποκαλυφθεί, να φανερωθεί το εσωτερικό της, έχει γίνει επιτακτική.

Κατά το πρώτο ημίωρο η Κόπολα μας συστήνει την κατάσταση των χαρακτήρων και την αδυναμία τους να ενσωματωθούν σε μια ξένη πόλη, να συγχρονιστούν με τους ρυθμούς της, να κατανοήσουν την κουλτούρα της. Οι neon φωτισμοί του Τόκιο μοιάζουν γοητευτικοί, πλην αφιλόξενοι. Το κεφάλι του Μπιλ Μάρεϊ ξεχωρίζει λόγω ύψους μέσα στο ασανσέρ, το μέρος όπου οι δυο χαρακτήρες θα βρεθούν για πρώτη φορά στο ίδιο πλάνο, αν και η γνωριμία τους θα έρθει αργότερα, στο 31ο λεπτό. Αυτό που θα αναπτυχθεί μεταξύ τους στη συνέχεια δεν είναι ακριβώς μια ερωτική σχέση, αν και ο ερωτισμός υφέρπει και από ένα σημείο κι έπειτα γίνεται έκδηλος.

Θα δεις την ταινία να μνημονεύεται από μερικούς ως μια σημαντική προσθήκη στα «καταραμένα ρομάντζα» του σινεμά, μα στην πραγματικότητα αυτή η σύντομη συνάντηση ανάμεσα στη Σάρλοτ και στον Μπομπ Χάρις δεν αποτελεί μια μικρή ερωτική ιστορία που, όπως συμβαίνει συνήθως, έπεσε θύμα κακού timing. Η γνωριμία τους έρχεται ακριβώς στο σωστό timing, καθώς αυτό που αναζητούν αμφότεροι είναι η επικοινωνία, θέλουν να «μεταφράσουν» τον άλλο και να «μεταφραστούν» οι ίδιοι.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Το κεφάλι του Μπιλ Μάρεϊ ξεχωρίζει λόγω ύψους μέσα στο ασανσέρ, το μέρος όπου οι δυο χαρακτήρες θα βρεθούν για πρώτη φορά στο ίδιο πλάνο, αν και η γνωριμία τους θα έρθει αργότερα, στο 31ο λεπτό.

Και, φυσικά, επικοινωνία δεν είναι μόνο η γλώσσα. Επικοινωνία μπορεί να είναι μια εμφατική σιωπή στο ασανσέρ. Ένα βλέμμα όλο νόημα την ώρα που επιχειρείς να τα φέρεις βόλτα με το «More than this» των Roxy Music στο karaoke – δύσκολο εγχείρημα. Θα μπορούσε να έχει επιλεγεί οποιοδήποτε άλλο τραγούδι για τη σκηνή, μα έπρεπε να είναι αυτό, ένας ύμνος στην ακαταμάχητη σαγήνη της στιγμής – «more than this, you know there’s nothing, more than this, tell me one thing», λέει το δίστιχο. Επικοινωνία μπορεί να είναι μια αλά nouvelle vague απόδραση με τα χέρια πιασμένα, μέσα από arcade θαλάμους και φλιπεράκια και τα συριστικά μπλιμπλίκια τους και κατεύθυνση μια νυχτερινή αστική θάλασσα από αυτοκίνητα και φθορίζοντες φωτισμούς.

Μπορεί να είναι μια από κοινού παρακολούθηση της φελινικής «Ντόλτσε Βίτα» στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου, έστω και με γιαπωνέζικους υπότιτλους – λίγα πράγματα είναι πιο ρομαντικά από το να μοιράζεσαι μια ταινία με κάποιον. Μπορεί, τέλος, να είναι και ένα φευγαλέο, αμήχανο φιλί που αμφιταλαντεύτηκε μεταξύ μάγουλου και στόματος, μεταξύ κενού και αποβάθρας. Και, φυσικά, μια αγκαλιά κι ένας ψίθυρος στο πλήθος.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Πολύ μελάνι χύθηκε γι' αυτό το περιβόητο στιγμιότυπο λίγο πριν από το τέλος, όπου δεν ακούγεται τι ψιθυρίζει στο αυτί της Γιόχανσον ο Μπιλ Μάρεϊ.

Πολύ μελάνι χύθηκε γι' αυτό το περιβόητο στιγμιότυπο λίγο πριν από το τέλος, όπου δεν ακούγεται τι ψιθυρίζει στο αυτί της Γιόχανσον ο Μπιλ Μάρεϊ. Αν διαβάσεις την ιστορία πίσω από αυτή την ιδέα, θα ανακαλύψεις ότι προέκυψε μεταγενέστερα, στο δωμάτιο του μοντάζ. Κάποιοι προσπάθησαν (και τα κατάφεραν) να απομονώσουν και να βελτιώσουν τον ήχο και να αποκαλύψουν το μυστικό, κάποιοι το θεώρησαν εξαρχής μια εξυπνάδα, ένα ανούσιο αίνιγμα με στόχο να προκαλέσει συζητήσεις και να εξασφαλίσει τη συνέχεια της ταινίας μετά το πέρας της προβολής.

Θα μας επιτρέψετε να πάρουμε τις αποστάσεις μας και από τους μεν και από τους δε. Στα μάτια μας, ό,τι κι αν ειπώθηκε μεταξύ των δύο ηρώων, δεν προορίζεται για τα αδιάκριτα αυτιά μας. Ίσως επειδή κάποια πράγματα (πρέπει να) λέγονται μόνο σε εκείνον που μπόρεσε να τα ξεκλειδώσει, αλλιώς καλύτερα να ειπωθούν στην τρύπα ενός πέτρινου μνημείου και να αφεθούν να χορταριάσουν, όπως στο «In the mood for love» του Γουόνγκ Καρ Βάι. Το μυστικό ανήκει στη Σάρλοτ και στον Μπομπ και το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς είναι να το αφήσουμε αμετάφραστο, να τους χαρίσουμε αυτήν τη στιγμή ιδιωτικότητας και οικειότητας – διαφορετικά θα σήμαινε ότι όλη αυτή την ώρα δεν τους είχαμε «μεταφράσει» σωστά.

Δεν έχουμε ιδέα τι απέγιναν οι δυο ήρωες μετά το τέλος της ταινίας, αν ξαναβρέθηκαν ποτέ, αν είναι μαζί, αν είναι χώρια, δεν ξέρουμε τι δουλειά κάνει η Σάρλοτ ή αν το χαλί στο γραφείο του Μπομπ έχει χρώμα βουργουνδί. Ξέρουμε μόνο ότι συναντήθηκαν την κατάλληλη ώρα, στη σωστή στιγμή, στο σωστό μέρος, ώστε να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο να βρουν τον δρόμο τους και να μη νιώθουν πια «χαμένοι» – έστω και πρόσκαιρα. Και ξέρουμε ότι το Τόκιο, που στις πρώτες σκηνές φάνταζε ανοίκειο, στο τέλος της ταινίας έχει γίνει πια ζεστό, το νιώθουμε δικό μας, περίπου σαν σπίτι μας, ακριβώς επειδή μοιραστήκαμε μια σειρά από ανθρώπινες εμπειρίες στους δρόμους του μαζί με τους δυο ήρωες.

Και κάποιοι θελήσαμε (και εξακολουθούμε να θέλουμε) να ταξιδέψουμε σ’ αυτό χάρη στην ταινία. Η οποία, όσο μεγαλώνουμε και την επισκεπτόμαστε ξανά, μας αγγίζει βαθύτερα, είτε γιατί πλήθυναν οι περιπτώσεις που ταξιδέψαμε μόνοι στο μεταξύ είτε γιατί έχουν πολλαπλασιαστεί οι φορές που χαθήκαμε κι εμείς στη μετάφραση, σωρεύτηκαν αντίστοιχες περίοδοι. Και, ευτυχώς, η Σάρλοτ και ο Μπομπ ήταν (και θα είναι)  πάντα εκεί για να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε όλους τους περαστικούς αγίους μας, εκείνους που πέρασαν για λίγο από τη ζωή μας και ίσως να μην ήρθαν τη στιγμή και με τη μορφή που θέλαμε και αναζητούσαμε δραματικά, αλλά με εκείνη που, στο τέλος της μέρας, χρειαστήκαμε περισσότερο.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Δεν έχουμε ιδέα τι απέγιναν οι δυο ήρωες μετά το τέλος της ταινίας, αν ξαναβρέθηκαν ποτέ, αν είναι μαζί, αν είναι χώρια, δεν ξέρουμε τι δουλειά κάνει η Σάρλοτ ή αν το χαλί στο γραφείο του Μπομπ έχει χρώμα βουργουνδί.

Κι όσο για τη σκηνοθέτιδα, κατά κάποιον τρόπο κατάφερε με αυτή την ταινία να δικαιώσει στον πραγματικό κόσμο το όνειρο του κινηματογραφικού πατέρα της Μάικλ Κορλεόνε – και, φυσικά, του βιολογικού της πατέρα. Για να παραφράσουμε τη γνωστή ατάκα από τον «Νονό 3», μετά το «Χαμένοι στη μετάφραση», όταν ακούνε Κόπολα, δεν σκέφτονται μόνο το όνομα Φράνσις Φορντ. Και αυτό το κέρδισε με το σπαθί της, μεταφράζοντας τις σκέψεις της, τις ανησυχίες της και τις εμπειρίες της σε αγνό, ανθρώπινο, προσωπικό σινεμά. Δικό της και δικό μας.

Lost in Translation Trailer

Η ταινία «Χαμένοι στη μετάφραση» προβάλλεται σε ειδική προβολή την Τετάρτη 30 Αυγούστου στις 20:15 στον κινηματογράφο Άνεσις, σε συνεργασία με την κοσμαγάπητη σινεφιλική σελίδα «ο Χρήστος δεν μένει πια εδώ».

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Όσα ξεχώρισαν κοινό και επιτροπές

Οθόνες / 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Όσα ξεχώρισαν κοινό και επιτροπές

Η Fischer, επίσημος χορηγός των Βραβείων Κοινού εδώ και μια δεκαετία, στήριξε για μία ακόμη χρονιά τον θεσμό, απονέμοντας πέντε βραβεία στις ταινίες που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους των θεατών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Dune: Prophecy»: Το κυνήγι του επόμενου «Game of Thrones» συνεχίζεται

Οθόνες / «Dune: Prophecy»: Το κυνήγι του επόμενου Game of Thrones συνεχίζεται

Η σειρά του HBO, που παίρνει τη σκυτάλη από το πραγματικά αξιόλογο «Penguin», προσπαθεί να επικαλεστεί τη συνταγή του μεγάλου hit του καναλιού και ξεστρατίζει από το ατμοσφαιρικό σύμπαν του Ντενί Βιλνέβ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι θρυλικοί boomers του 65ου φεστιβάλ θεσσαλονίκης

Pulp Fiction / Οι θρυλικοί boomers του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Ρέιφ Φάινς, Ζιλιέτ Μπινός, Ματ Ντίλον: Oι διάσημοι, σχεδόν συνομήλικοι ηθοποιοί που τιμήθηκαν με Χρυσό Αλέξανδρο και έδειξαν με τις διαφορετικές επιλογές τους ισάριθμα σίκουελ στην καριέρας τους.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Μονομάχος II»: Αν και λιγότερο brutal από τον Ράσελ Κρόου, ο Πολ Μέσκαλ υπόσχεται αίμα στην αρένα

Οθόνες / «Μονομάχος II»: Αν και λιγότερο brutal από τον Ράσελ Κρόου, ο Πολ Μέσκαλ υπόσχεται αίμα στην αρένα

Ένα έπος δράσης και χαρακτήρων που κυλά θεαματικά, ουσιαστικά, υπερβολικά, συγκινητικά, χορταστικά και εμφατικά, όπως όλοι οι υποψήφιοι θεατές αναμένουν εδώ και πολύ καιρό.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η πιο διάσημη υπόθεση «απαγωγής από εξωγήινους» αναβιώνει στο Netflix εν μέσω μηνύσεων

Οθόνες / Η απαγωγή του αιώνα αναβιώνει στο Netflix εν μέσω μηνύσεων

Παρότι συμμετείχε στο σενάριο του ντοκιμαντέρ «The Manhattan Alien Abduction», η Λίντα Ναπολιτάνο που ισχυρίζεται ότι απήχθη από εξωγήινους στο κέντρο του Μανχάταν προ 35ετίας μηνύει την πλατφόρμα για αθέτηση της συμφωνίας τους.
THE LIFO TEAM
Ο Άγγελος Φραντζής θέλησε να κάνει μια αστεία ταινία 

Οθόνες / Άγγελος Φραντζής: «Mόνο αν πας στην πηγή των τραυμάτων, μπορείς να απελευθερωθείς»

Μια κουβέντα με τον ακατάτακτο σκηνοθέτη λίγο πριν από την επίσημη πρεμιέρα της νέας του ταινίας «Ο Νόμος του Μέρφυ», μιας σουρεαλιστικής υπαρξιακής κωμωδίας που δεν μοιάζει με καμία από τις προηγούμενες δουλειές του.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Γιατί διχάζει τόσο το «The Substance»;

The Review / Γιατί διχάζει τόσο το «The Substance»;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και η δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Ιωσηφίνα Γριβέα συζητούν για την πιο αμφιλεγόμενη ταινία της χρονιάς, που έχει προκαλέσει έντονες διαμάχες στα social media, για τη φεμινιστική της διάσταση και για τις γυναικείες φωνές στο σινεμά, που επιτέλους ακούγονται πιο ηχηρά από ποτέ.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ματ Ντίλον: Outsider για πάντα

Οθόνες / Ματ Ντίλον: Outsider για πάντα

Ξεκίνησε ως εφηβικό είδωλο στα ’80s, πρωταγωνίστησε σε δύο εμβληματικές ταινίες του Κόπολα και έχτισε την καριέρα του επιλέγοντας ταινίες με γνώμονα τα ενδιαφέροντά του. Στα 60 του έχει συνδεθεί με μερικές από τις πιο αγαπημένες καλτ ταινίες διεθνώς, δηλώνει ζωγράφος και διατηρεί σημαντική συλλογή τέχνης. Έρχεται στη Θεσσαλονίκη για να παραλάβει έναν τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο. 
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Τζέιμς Φράνκο και Σεθ Ρόγκεν: Το πικρό τέλος ενός μεγάλου bromance

Οθόνες / Τζέιμς Φράνκο και Σεθ Ρόγκεν: Το πικρό τέλος ενός μεγάλου bromance

Οι κατηγορίες εναντίον του Φράνκο για σεξουαλική κακοποίηση έβαλαν στον γύψο όχι μόνο την καριέρα του στο Χόλιγουντ αλλά και τη στενή φιλία του με τον επί εικοσαετίας κολλητό και συνεργάτη του.
THE LIFO TEAM