ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΦΥΣΙΚΕΣ καταστροφές φέρνουν συχνά μαζί τους και μεγάλες ανατροπές. Καταρχάς σε ατομικό επίπεδο, άνθρωποι βιώνουν απώλειες, έκθεση σε κινδύνους και απειλές μεγάλης έντασης, καταστάσεις βαθιάς αδυναμίας και ανημπόριας που φέρνουν τα πάνω-κάτω σε έναν προϋπάρχοντα τρόπο και επίπεδο ζωής. Επιπλέον, παρότι σε τέτοιες συνθήκες φυσικών ολέθρων πλήττονται οι κοινωνίες μαζικά και ως έναν βαθμό οριζόντια, οι συνέπειες των καταστροφών πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν για τα πιο ευπαθή κοινωνικά στρώματα και εκείνα που βρίσκονται χαμηλότερα στην κοινωνική πυραμίδα.
Οι κοινωνικές ανισότητες, όταν συμβαίνουν φυσικές καταστροφές, μεγαλώνουν όχι μόνο γιατί οι πιο ευάλωτοι ζουν σε περιοχές που πλήττονται περισσότερο, αλλά και γιατί στην πορεία δυσκολεύονται να διεκδικήσουν πόρους προκειμένου έγκαιρα να ανακάμψουν. Η εστίαση στους ευάλωτους πληθυσμούς, όταν συμβαίνουν φυσικές καταστροφές και αμέσως μετά το πέρας τους, είναι μια διάσταση που επισημαίνεται από τους ειδικούς. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται επίσης στην ανάγκη διοχέτευσης περισσότερων πόρων προς τους πλέον ευάλωτους προκειμένου να ανακάμψουν, αλλά και προκειμένου αυτό να συμβεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να μην παρατείνεται και να μη βαθαίνει η κατάσταση της επιπρόσθετης κοινωνικο-οικονομικής τρωτότητας των ευάλωτων πληθυσμών.
Οι κοινωνίες συχνά μπορεί να μοιάζουν εξισωμένες όσον αφορά την πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες, αλλά στην πραγματικότητα πολλές ανισότητες είναι κρυμμένες κάτω από το χαλί.
Εκτός από υπαρκτές, όταν συμβαίνουν φυσικές καταστροφές οι κοινωνικο-οικονομικές διαφορές γίνονται και περισσότερο ορατές. Οι κοινωνίες συχνά μπορεί να μοιάζουν εξισωμένες όσον αφορά την πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες, αλλά στην πραγματικότητα πολλές ανισότητες είναι κρυμμένες κάτω από το χαλί. Έτσι, ενώ σε συνθήκες ομαλότητας δεν είναι ορατό ποιοι πληθυσμοί επενδύουν στις υπάρχουσες ειδικές διασφαλίσεις (ιδιωτικά προγράμματα υγείας, ακινήτων, αυτοκινήτων κ.λπ.) που περιλαμβάνουν την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτων συνθηκών (π.χ. ασφάλιση για φυσικά φαινόμενα ή και για φυσικές καταστροφές), όταν προκύπτουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και φυσικών καταστροφών οι μέχρι τότε «αόρατες» διαφορές έρχονται στο προσκήνιο.
Τα παγκόσμια παραδείγματα, από τις ΗΠΑ και αλλού, φυσικών καταστροφών καταδεικνύουν ότι εκείνοι οι πληθυσμοί που είχαν τους οικονομικούς προπάντων πόρους αλλά και την πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία προκειμένου να εξασφαλίσουν έγκαιρα τέτοιου είδους πρόνοιες μπόρεσαν να ορθοποδήσουν πολύ γρηγορότερα σε σύγκριση με όσους δεν διέθεταν τα αντίστοιχα μέσα. Επιπλέον, οι πιο ευάλωτοι αλλά και οι πλέον κοινωνικά αποκομμένοι, που βρέθηκαν στο περιθώριο ή και εκτός των δικτύων κοινωνικής πρόνοιας, ταλαιπωρήθηκαν και βίωσαν επιπλέον κινδύνους και ελλείψεις για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα.
Αν κάτι αποδεικνύεται κομβικής σημασίας σε τέτοιες συνθήκες φυσικών καταστροφών, εκτός από την κρατική πρόνοια, την ταχύτητα, την αποτελεσματικότητα και το εύρος της, που είναι κρίσιμα και αναντικατάστατα μεγέθη, είναι τα δίκτυα της κοινωνικής αλληλεγγύης τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνικό/ευρωπαϊκό επίπεδο. Το «καλό νέο» μέσα σε όλη αυτήν τη συγκυρία είναι ότι οι καταστάσεις «παρατεταμένης κρίσης» (permacrisis), τις οποίες βιώνουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και μετά, καθιστούν τους πολίτες εν γένει πιο ανοικτούς και διαθέσιμους να κινητοποιήσουν δίκτυα διεθνικής αλληλεγγύης είτε ως πάροχοι είτε ως αποδέκτες τέτοιων υπηρεσιών.
Παρότι αυτό είναι ένα εύρημα που μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος της κρίσης που βιώνεται κάθε φορά, με τις μη οικονομικές κρίσεις (πανδημία) να κινητοποιούν μεγαλύτερα αποθέματα κοινωνικής αλληλεγγύης σε σύγκριση με τις υπόλοιπες κρίσεις (χρέους, μεταναστευτικό) που σημειώθηκαν την τελευταία 15ετία (βλ. σχ. A. Katsanidou, A.-K. Reinl, C. Eder 2021), είναι ενθαρρυντικό ότι διαπιστώνεται η ύπαρξη μιας τέτοιας διαθεσιμότητας επίδειξης στάσεων αλληλεγγύης σε επίπεδο πολιτών στο εσωτερικό χωρών-μελών της Ε.Ε.
Από την άλλη, βέβαια, το γεγονός ότι ζούμε σε έναν νέο κόσμο στον οποίο συνδεόμαστε μεταξύ μας ψηφιακά αλλάζει τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής αλληλεγγύης: για άλλους μπορεί να γίνεται ευκολότερο να κινητοποιήσουν τέτοιου είδους δίκτυα αλληλεγγύης εφόσον διαθέτουν ισχυρότερες δικτυώσεις και ένα ευδιάκριτο αποτύπωμα στον ψηφιακό κόσμο, ενώ για όσους παραμένουν αθέατοι ή ασήμαντοι ψηφιακά μια τέτοια κινητοποίηση φαντάζει δύσκολη, ίσως περιστασιακά επιτεύξιμη και συχνά ανέφικτη.
Οι φυσικές καταστροφές δημιουργούν νέες ευαλωτότητες· υπάρχει συμπίεση προς τα κάτω όσον αφορά τον βαθμό ικανοποίησης αναγκών των πλέον κοινωνικά αδύναμων. Η κοινωνική αλληλεγγύη και η εθελοντική προσφορά είναι μεγάλα στηρίγματα, παρότι ο εθισμός στις σκληρές εικόνες από τις συνέπειες των φυσικών καταστροφών παραμονεύει και χρειάζεται όχι μόνο ατομική προσπάθεια αλλά και συλλογική, όπως και σοβαρότητα και αξιοπιστία της πολιτείας για να αποφύγουμε τον κυνισμό και να κλείσουμε τον δρόμο σε όσους καραδοκούν προσβλέποντας στην κατάρρευση του «συστήματος» προκειμένου να λειτουργήσουν ως καταλύτες για την επιτάχυνση της καταστροφής.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.