ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΑΠΑΡΙΘΜΗΣΩ όλα τα φεμινιστικά βιβλία που έχω διαβάσει, μάλλον έμαθα τον φεμινισμό από τον τρόπο που η μάνα μου αγαπούσε τη μάνα της, την αδελφή της και την κόρη της: λαϊκά επιθετικά και καλιαρντά. «Μωρή Ερωφίλη», αυτό ήταν το επίσημο καλωσόρισμα στη θηλυκότητα και η σφραγίδα αποδοχής τους. Από τότε έχω βρεθεί σε πορείες συνελεύσεις και κουβέντες με τον φεμινισμό στην ατζέντα. Έχω ακούσει φεμινιστικό ραπ, έχω δει φεμινιστικό θέατρο, έχω διαβάσει φεμινιστικά βιβλία, έστω και εν αγνοία μου, έχω πιει βότκες σε φεμινιστικά πάρτι, έχω συμμετάσχει ως ομιλήτρια σε φεμινιστικά φεστιβάλ.
Έχω περάσει ατελείωτες ώρες κουβεντιάζοντας προβληματικές συμπεριφορές τρανσμισογυνισμού σε παρέες, επαγγελματικούς χώρους, πολιτικές ομαδες, σεξεργασία και στα γκομενικά. Όλες διαφορετικές εκδοχές ή και επιτελέσεις φεμινισμού και τρανσφεμινισμού.
Δεν δηλώνω ποτέ φεμινίστρια, δεν συμμετέχω ποτέ σε συζητήσεις για την αναπαραγωγή, δεν με ενδιέφερε ποτέ. Όπως δεν με ενδιαφέρουν το σύμφωνο συμβίωσης, ο γάμος και η τεκνοθεσία. Προφανώς και πιστεύω πως όλα αυτά θα έπρεπε να είναι επιλογές ζωής, όχι θεσμικά δικαιώματα και έμφυλα παράσημα.
Eγώ και άλλες γυναίκες μοιραζόμαστε το ίδιο άγχος για την ώρα, την ίδια ενόχληση για το στρίμωγμα, την ίδια υποτίμηση της ύπαρξης και της εργατοώρας, όπου καταλήγει η καθεμία να την επενδύσει. Και αυτό το μοίρασμα είναι ταξικό και έμφυλο, και είναι θηλυκό.
Όμως κάθε πρωί που τρέχω να προφτάσω το 11, το 3 ή το 054 στην Πατησίων, εγώ και άλλες γυναίκες μοιραζόμαστε το ίδιο άγχος για την ώρα, την ίδια ενόχληση για το στρίμωγμα, την ίδια υποτίμηση της ύπαρξης και της εργατοώρας, όπου καταλήγει η καθεμία να την επενδύσει. Και αυτό το μοίρασμα είναι ταξικό και έμφυλο, και είναι θηλυκό.
Δεν βγάζω ποτέ τα γυαλιά ηλίου μου και όμως, σε ανύποπτες στιγμές οι ματιές μας συναντιούνται, γιατί τα σώματά μας εκπέμπουν τα ίδια κύματα στρες. Από αυτό αναγνωρίζουμε η μία την άλλη, από το πόσο δύσκολα ή άνετα θα καταφέρουμε να κατέβουμε τις σκάλες στη «Βικτώρια». Φοιτήτριες, μητέρες που σπρώχνουν καρότσια με μωρά στις αφιλόξενες στάσεις, εργάτες και εργάτριες που κοντοστέκονται μπροστά στις μπάρες εισόδου του μετρό, γιατί μπορεί το 1,20 να είναι ένα ακόμα έξοδο.
Στην οθόνη της αποβάθρας γράφει ότι ο επόμενος συρμός περνάει σε 12 λεπτά. Στρίβω τσιγάρο απελπισμένη και στέλνω μήνυμα στην ομαδική της δουλειάς «Θα αργήσω λίγο».
Ο σεκιουριτάς με ρωτάει αν πάλι άργησα και τι δουλειά κάνω και γιατί δεν βγάζω μηνιαία κάρτα γιατί πια με βλέπει χρόνια να ανεβοκατεβαίνω τις σκάλες, βρίζοντας ή τραγουδώντας.
Οι τουρίστες ξεχνάνε για λίγο τις βαλίτσες τους και τη στάση που είναι ο προορισμός τους και μας κοιτάζουν με απορία, όσο εμείς τρέχουμε μετρώντας μεροκάματα, χρέη, όνειρα, ταξίδια, έρωτες και φεμινισμούς κάτω από τον αθηναϊκό ήλιο.
Από τα 25χρονα ετεροφυλόφιλα αγόρια του Tinder, που δηλώνουν τον «Φεμινισμό» στα ενδιαφέροντά τους μέχρι τις δευτεροκυματικές φεμινίστριες που μας μεγάλωσαν ως εκπαιδευτικοί συγγενείς και φιλενάδες, και από τις τρανς και gay καρικατούρες της τηλεόρασης των ’90s μέχρι τα παιδιά που κάνουν εράνους φυλομετάβασης στο TikTok, ποιος είναι ο φεμινισμός και γιατί δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να συναντηθούμε όλες, όλοι και όλα μέσα σε αυτόν;
Το φεμινιστικό αδιέξοδο μοιάζει με το ΛΟΑΤΚΙ+ αδιέξοδο των «κοινών» διεκδικήσεων. Ένα αφήγημα «περηφάνιας» που συνήθως ένας gay άντρας, από μια παρέα gay αντρών που διαθέτουν τα ίδια προνόμια –cis ομοκανονικοί επιχειρηματίες, αγαπημένοι των ΜΜΕ, προσκείμενοι στη δεξιά–. αναλαμβάνει να εκπροσωπήσει μια κοινότητα στην οποία είναι ο πιο ορατός, ο πιο προνομιούχος και ο λιγότερο πολιτικοποιημένος. Διαφημίζει τα ίσα δικαιώματα, όπως μπορεί να διαφημίζει τσίχλες με γεύση δυόσμου.
Αναρωτιέμαι αν οι δευτεροκυματικες φεμινίστριες σήμερα κάνουν κάτι ανάλογο στο όνομα της υπεράσπισης της γυναικείας ταυτότητας και της «κατοχύρωσης» του όρου «γυναίκα» κόντρα σε ένα queer non binary άφυλο ρεύμα που έρχεται από τα κάτω, αμφισβητώντας και παραμερίζοντας, για λίγο ή πολύ, την έμφυλη αυτοκυριαρχία μπροστά στην επιβίωση· αμφισβητώντας την ίδια τη «μήτρα» που το γέννησε.
Επιστρέφοντας στο σπίτι μετά το οκτάωρο, ξανά στα ίδια βαγόνια, στις ίδιες γαλέρες του ΟΑΣ, όλες εμείς, με τα μάτια μισόκλειστα και τα κινητά στα χέρια, τσεκάρουμε πότε θα περάσει το ακριβοθώρητο 035. Ανάμεσα στα δρομολόγια σκάνε dm από φιλαράκια και γκομενάκια, κανένα δεν ρωτά αν είμαι φεμινίστρια ή αν έχω μήτρα, αλλά όλα θέλουν κάτι από τη ζωή μου, τον χρόνο μου και το σώμα μου. Δεν έχω φεμινιστικό εγχειρίδιο αλλά έμαθα να τζινάβω τη ζωή, γεννήθηκα ένα «τίποτα» και θα πεθάνω γυναίκα. Όχι γιατί με ανέθρεψε ο παραδοσιακός φεμινισμός, αλλά γιατί τον άντεξα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.