«ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΑΡΟΝ ΜΠΟΥΣΝΕΛ. Είμαι εν ενεργεία μέλος της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ και δεν θα είμαι πλέον συνένοχος σε γενοκτονία. Πρόκειται να επιδοθώ σε μια ακραία πράξη διαμαρτυρίας – αλλά σε σύγκριση με αυτό που βιώνουν οι άνθρωποι στην Παλαιστίνη, δεν είναι καθόλου ακραίο…». Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του ένστολου νεαρού Αμερικανού πριν αυτοπυρποληθεί προχθές έξω από την πρεσβεία του Ισραήλ στην Ουάσιγκτον (τα μεγάλα διεθνή μέσα μόλις και μετά βίας δημοσίευσαν το συμβάν). Ή μάλλον τα προτελευταία. «Λευτεριά στην Παλαιστίνη», ακούγεται να αναφωνεί καθώς περιλούζεται με πετρέλαιο, ανάβει φωτιά και τυλίγεται στις φλόγες.
Παρακολουθώντας το σύντομο πλην συνταρακτικό χρονικό της τελετουργικής του αυτοκτονίας στο βίντεο που κυκλοφορεί παντού στο ίντερνετ, πιο πολύ μου έχει χαραχτεί στο μυαλό ο αστυνομικός που μάταια προσπαθεί να τον σώσει με τον πυροσβεστήρα, ενώ πλάι του στέκεται ένας πράκτορας ασφαλείας της πρεσβείας, ο οποίος εξακολουθεί να σημαδεύει με το όπλο του τη φλεγόμενη μάζα. «Δεν χρειάζομαι όπλα», ακούγεται να ουρλιάζει ο αστυνομικός, «χρειάζομαι πυροσβεστήρες!».
Τι τον οδήγησε λοιπόν στο «απονενοημένο» διάβημα αν όχι κάποιου τύπου ψυχικής ασθένειας; Ένα σύνδρομο οσιομάρτυρα; Μια κρίση υπερευαισθησίας; Μια βαθιά υπαρξιακή απελπισία; Μια αίσθηση ιερού καθήκοντος;
Ο 24χρονος Μπούσνελ υπηρετούσε στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις εδώ και τέσσερα χρόνια σχεδόν. Το προφίλ του στο LinkedIn δείχνει ότι αποφοίτησε από τη βασική εκπαίδευση «πρώτος στην τάξη» και σύμφωνα με τις πρώτες μαρτυρίες φίλων και γνωστών το προφίλ του – «κοινωνικός, προσηνής, ευδιάθετος, θετικός, κλπ» – δεν είχε σχέση με αυτό ενός μονήρη, εμμονικού ψυχάκια που συνδέουμε ίσως με τέτοιες «ακραίες» πράξεις.
Τι τον οδήγησε λοιπόν στο «απονενοημένο» διάβημα αν όχι κάποιου τύπου ψυχικής ασθένειας; Ένα σύνδρομο οσιομάρτυρα; Μια κρίση υπερευαισθησίας; Μια βαθιά υπαρξιακή απελπισία; Μια αίσθηση ιερού καθήκοντος; Ή απλά αποφάσισε ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να ευαισθητοποιήσει το κοινό για το αίσχος που συντελείται στη Γάζα;
Κι αν ήταν «τρελός», το ίδιο δεν ισχύει και για τόσες άλλες περιπτώσεις στην πρόσφατη ιστορία που επέλεξαν αυτή την έσχατη μορφή ακτιβισμού και αυτοθυσίας; Για τον 21χρονο Γιαν Πάλαχ που κάηκε τον Γενάρη του 1969 στο κέντρο της Πράγας διαμαρτυρόμενος για την σοβιετική εισβολή στη χώρα του. Ή για τον 22χρονο Έλληνα φοιτητή Κώστα Γεωργάκη, που αυτοπυρπολήθηκε ενάμιση χρόνο αργότερα στη Γένοβα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη δικτατορία στην Ελλάδα. Ή για τον συμπατριώτη του Μπούσνελ, τον 23χρονο φοιτητή Τζορτζ Γουίν τζούνιορ που το 1970 αυτοπυρπολήθηκε στο Σαν Ντιέγκο, σε μια δραματική εκδήλωση διαμαρτυρίας για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Όλοι τους τόσο νέοι…
Πόσο όμως ευαισθητοποιούν πραγματικά το κοινό τέτοιες θυσίες ανθρώπων που είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους; Ήδη εμφανίζονται απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η πράξη του Μπούσνελ αναπόφευκτα θα συνδεθεί στη συνείδηση του κοινού με την ψυχοπαθολογία των άκρων και συνεπώς δεν βοηθάει «πολιτικά» στον αγώνα των Παλαιστινίων.
Το γεγονός είναι ότι την ώρα που ο Άαρον Μπούσνελ γινόταν στάχτες, ο αριθμός των νεκρών στη Γάζα ξεπερνούσε τις τριάντα χιλιάδες αμάχους, εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί παιδιά. Δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιοι έχουν εκτοπιστεί ενώ ο μισός πληθυσμός βρίσκεται στα πρόθυρα της πείνας, καθώς το Ισραήλ συνεχίζει να στερεί από την πολιορκημένη Λωρίδα της Γάζας τρόφιμα, νερό και φάρμακα, καταδικάζοντας έτσι χιλιάδες ανθρώπους σε αργό και βασανιστικό θάνατο.