ΕΧΟΥΜΕ ΕΝΑ ΙΣΧΥΡΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ που κατοχυρώνει την ισότητα των φύλων. Η πολιτεία έχει θεσπίσει θετικές διακρίσεις υπέρ των γυναικών, κοινωνικές και πολιτικές. Η Ελλάδα μετέχει στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και έχει θεσπίσει σειρά θετικών διακρίσεων που ενισχύουν τη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική και σε θέσεις ευθύνης της αγοράς εργασίας.
Ο νόμος ορίζει ότι η γυναικεία συμμετοχή στις εθνικές και ευρωπαϊκές εκλογές είναι τουλάχιστον 40% και στα διοικητικά συμβούλια μεγάλων επιχειρήσεων τουλάχιστον 33%.
Την ίδια στιγμή ενθαρρύνεται η γυναικεία απασχόληση. Προστατεύεται η μητρότητα, αναγνωρίζονται ίσα δικαιώματα και ίση ευθύνη σε άνδρες και γυναίκες ως προς την ανατροφή των παιδιών, εφαρμόζονται πολιτικές για την εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής.
Φυσικά πάντα θα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης! Είναι όμως αλήθεια ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα υπέρ της γυναικείας χειραφέτησης, όπως είναι αλήθεια ότι δεν σταματούν οι πολιτικές ενδυνάμωσης των γυναικών.
Τι θέλουν λοιπόν οι γυναίκες; Θέλουν η θεσμική ισότητα να μετουσιωθεί σε πραγματική ισότητα. Θέλουν ισότητα στην πράξη. Θέλουν το φύλο τους να μην τις περιορίζει και να μην τις αυτοπεριορίζει. Ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι!
Παρ' όλα αυτά, η γυναικεία απασχόληση στην Ελλάδα υστερεί σε σχέση με την Ευρώπη. Υστερεί και ποσοτικά και ποιοτικά. Οι Ελληνίδες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους, είναι πιο πιθανό να εργάζονται χωρίς πλήρες ωράριο και λιγότερο πιθανό να εξελιχθούν επαγγελματικά. Μόνο το 50% των γυναικών εργάζεται στη χώρα μας, όταν το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στην Ευρώπη είναι 70%.
Τα ποσοστά απασχόλησης μειώνονται σημαντικά όταν αφορούν θέσεις ευθύνης και ακόμη περισσότερο όταν αφορούν διοικητικές θέσεις στην αγορά εργασίας. Στον δημόσιο τομέα, για παράδειγμα, έχουμε ένα υψηλό ποσοστό γυναικών, πάνω από 50%, σε θέσεις ευθύνης, όσο όμως προχωρούμε πιο ψηλά στην ιεραρχία η μείωση γίνεται εκκωφαντική. Μια ματιά στη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων σε τράπεζες και ΔΕΚΟ πείθει για του λόγου το αληθές.
Στον ιδιωτικό τομέα, και σύμφωνα με στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ, σε επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 3.000 εργαζόμενους, ενώ το 56% του ανθρώπινου δυναμικού τους είναι γυναίκες, το ποσοστό των γυναικών σε θέσεις ευθύνης μειώνεται στο 38%.
Οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται και στη Βουλή. Παρά την ποσόστωση του 40%, το ποσοστό των εκλεγμένων γυναικών είναι κάτω από 19% και η γυναικεία παρουσία στο υπουργικό συμβούλιο φτάνει στο 25%.
Είναι προφανές ότι όλα αυτά δεν οφείλονται σε νομοθετική ανεπάρκεια και ότι το θεσμικό πλαίσιο, αν και απαραίτητο, δεν εγγυάται άνευ ετέρου την ισότητα των φύλων στην πράξη.
Φαίνεται ότι οι γυναίκες δυσκολεύονται ή δεν επιλέγουν να μπουν στην αγορά εργασίας και ότι, αν μπουν, κατά την εργασιακή/επαγγελματική τους εξέλιξη έρχονται κάποια στιγμή αντιμέτωπες με τη «γυάλινη οροφή» των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων, που περιορίζει τις φιλοδοξίες τους και τις αποθαρρύνει από το να θέτουν υψηλούς στόχους.
Σήμερα, το 2024, είναι πιο εύκολο να ψηφισθεί ένας ριζοσπαστικός νόμος υπέρ της ισότητας των φύλων, παρά μια γυναίκα να καταφέρει να φτάσει στην κορυφή της ιεραρχίας, να γίνει ηγέτιδα μιας επιχείρησης.
Τι θέλουν λοιπόν οι γυναίκες; Θέλουν η θεσμική ισότητα να μετουσιωθεί σε πραγματική ισότητα. Θέλουν ισότητα στην πράξη. Θέλουν το φύλο τους να μην τις περιορίζει και να μην τις αυτοπεριορίζει.
Ακούγεται απλό, αλλά δεν είναι!
Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Εργοδότες, εργαζόμενοι και πολιτεία να αναδείξουμε την ισότητα των φύλων σε εθνικό στόχο, για δίκαιη οικονομική ανάπτυξη, κοινωνική ειρήνη και πρόοδο.
Σε τελική ανάλυση, η ισότητα των φύλων δεν είναι γυναικεία υπόθεση. Είναι υπόθεση όλων μας. Καθετί που προωθεί την ισότητα αποτελεί αξιακή και κοινωνική επένδυση για το κοινό μας μέλλον.
*Η Δόμνα Μιχαηλίδου είναι υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.