Δεν θα ακούσεις τους φίλους σου: Θα σπάσεις τα μούτρα σου!
Ερωτικές συμβουλές από τον ουρολόγο μου.
Πέμπτη 13 Ιουνίου, 23:01, Αθήνα
Δεν θέλει πολλή σημειολογία η παραπάνω φωτογραφία, μόλις τη δεις, ξέρεις.
Το αγόρι δεξιά, πρόσφατα ερωτοχτυπημένο, θέλει να τα διαλύσει όλα, να κάνει double text, να στείλει σε πρώην, να πηδήξει από το παράθυρο για κάποια αγάπη, γενικά ο τύπος δεν είναι καλά, οπότε η φίλη δίπλα ανέλαβε δράση: καλύτερα αλυσοδεμένος να μην μπορεί να κάνει τίποτα.
Σε μια ανάλογη συνθήκη, από ένα ανήλιαγο υπόγειο στο κέντρο σάς γράφω κι εγώ. Βρίσκομαι πάλι εδώ, εκεί που έλεγα ότι δεν θα γράψω ξανά τέτοιο κείμενο στο blog, το μαύρο πρόβατο της παρέας μου, ο ηλιθιότερος μεταξύ των ηλιθίων.
Το πρωί της ίδιας ημέρας, 11:31, Αθήνα
Ο κύριος ουρολόγος με το γραφείο στο Κολωνάκι και τα €100 επίσκεψη –δεν την ξέρει τη LiFO– θα μου πει στο τηλέφωνο, αφού του έχω μόλις στείλει στο iMessage μια εντελώς ντροπιαστική και αντικαλλιτεχνική nude: «Είμαστε οι καλύτεροι γιατροί του εαυτού μας, εμπιστέψου αυτό που νιώθεις».
Ωραία τα λες, σκέφτομαι, μάστορα. Και στέλνω μήνυμα σε ένα παλιό μου απωθημένο, ξανά και ξανά: «Μου έλειψες, γύρνα πίσω να ανέβουμε στον λόφο του Στρέφη και να κυνηγάμε κουνούπια». Και περπατάω έπειτα στο κέντρο με ένα ανανεωμένο αίσθημα ελέγχου. Όλα έχουν μπει σε μια σειρά στο μυαλό μου, πρώτος εσύ ξέρεις, σκέφτομαι, τα πράγματα και τι σημαίνουν.
18:24
Οι φίλοι μου αφρίζουν με τα νέα, η συνομιλία μαζί τους πεδίο μάχης.
Μπουκάλια με κρασί αδειάζουν και τα κουφάρια τους στολίζουν το χολ όσο συμβουλές και άλλες προσπάθειες συνετισμού μου ανεβαίνουν μαζί με τον καπνό απ' τα τσιγάρα προς τα πάνω και κάνουν πάρτι στο ταβάνι, σε ένα άνετο διαμέρισμα στην Μπλε, όπου μένουν καλά παιδιά.
Τα καλά παιδιά φίλοι με αντιμετωπίζουν λιγάκι σαν εκείνο το δαιμονισμένο κοριτσάκι στα θρίλερ. Μου ρίχνουν αγιασμό και κάθονται σε κύκλο στο πάτωμα για να μου βάλουν μυαλό. Προσπαθούν ένας ένας, σαν παιδιά που λένε το ποιηματάκι τους, να μου πουν τι πρέπει να κάνω. Και κυρίως τι δεν πρέπει: γιατί το heartbreak έχει στρατηγική.
Αστεία πράγματα.
20:39
Έως τώρα διάλεγα σε ποιον θα πω τι, και για τα ερωτικά επέλεγα τους πιο κυνικούς, στα δράματά μου πρώτη ακρόαση είχαν οι σκληρόπετσοι κι αυτοί που με αγαπούσαν πιο πολύ από όλους. Κι εκείνοι ήταν πάντα αδιάβροχα σκληροί: «Ξέχασέ το. Μην απαντάς. Μην αντιδράσεις καν. Δεν θυμάσαι τι είπε και τι έκανε...» Με μνήμες ατσάλινες μου θύμιζαν και, έλεος, θυμούνται τα πάντα.
Θεωρούμε γενικότερα πως στα ερωτικά μας οι καλύτεροι άνθρωποι για να ακούσουμε είναι οι φίλοι μας. Καταναλώνουμε ατελείωτες ώρες σε μεταμεσονύκτια τηλεφωνήματα με τον έναν ή τον άλλον κολλητό, ζητώντας τη γνώμη τους, σχεδόν παρακαλώντας τους να υπαγορεύσουν τις πράξεις και τα μηνύματά μας.
Βασικά ζητάμε ένα πράγμα, το ένα δειλό ναυάγιο στο άλλο: άλλοθι για να είμαστε σκληροί.
Λέμε «πες, πες μου εσύ τι να κάνω», που με αυτόν τον άνθρωπο δεν έχεις μοιραστεί το ίδιο σεντόνι, και δεν ξέρεις ότι έχει ένα μικρό τατουάζ πειρατή πίσω από το αυτί και ότι τρώει γιαουρτάκια Junior με το δάχτυλο μπροστά στο ψυγείο. Και δικαιολογούμαστε. Και δαγκώνουμε. Και γρυλίζουμε. Αλλά η Σίλβια Πλαθ γράφει πως το μυαλό μας είναι το μόνο πράγμα στον κόσμο δίχως φυσικά όρια. Και το γράπωμά μας σε αυτή την εκδικητική ψευδαίσθηση αξιοπρέπειας, σε αυτό το μικρόψυχο υπεράνω, δεν θα είναι παρά κάτι το φευγαλέο. Δάνειο που δεν θα αντέξει πολύ.
Το χέρι γλιστράει. Αλλά όχι αρκετά, κι εκεί ακριβώς έρχεται ο γιατρός.
21:59
Εξπέρ της δειλίας, του σχεδόν, του πάντα πιο λίγο, ενώ θα θέλουμε, ενώ θα αψηφήσουμε όλους τους αυστηρούς μας φίλους, δεν θα πούμε «μου έλειψες», θα πούμε «με έναν περίεργο τρόπο σε σκέφτηκα», δεν θα πούμε «θέλω να σε δω», αλλά «τι κάνεις, πώς είσαι;».
Θα μας προστατέψουμε, αφήνοντας περήφανους τους συγχωριανούς μας στο χαρούμενο μικρό χωριό του κυνισμού όπου ζούμε. Χωριό γεμάτο από παιδιά καλοθρεμμένα και συναισθηματικά πλαδαρά, διεκδικητικά μόνο στο τερέν της γκρίνιας και πουθενά αλλού.
Όμως ο καλός κύριος ουρολόγος θα μου λύσει τα χέρια, λέγοντας: «Είσαι μικρός και το δέρμα σου είναι ελαστικό, αναπλάθεται». Έτσι ακριβώς είναι τα πράγματα, σκέφτομαι και στέλνω και κάνω γενικά από τότε ό,τι θέλω κι ό,τι νιώθω. Η νέα λογική μου λέει, ως έχει: «Γάμησέ με σήμερα ξανά και αύριο θα είμαι μια χαρά, και θα τα κάνω όλα από την αρχή, όσες φορές χρειαστεί».
Κι αυτή ακριβώς πρέπει να ήταν η σκέψη που τους τρόμαξε μάλλον όλους. Και κάπως έτσι κατέληξα εδώ. Δεν γίνεται, σου λέει, μπέμπα, κάθε τρεις και λίγο να μαζεύουμε το ίδιο ερείπιο, έχει κι άλλα προβλήματα ο κόσμος και περιέργως δεν είναι όλα δικά σου.
Αλυσοδέστε τους φίλους σας...
22:47
Δεμένος όμως πισθάγκωνα, θα παραμείνω απτόητος, και παρακαλώ κι όποιον διαβάσει αυτό το κείμενο να κάνει το ίδιο.
Γιατί αυτό που θες μπροστά σε τέτοιες εμμονές δεν είναι κυνικές συμβουλές, αλλά ένα χέρι να κρατήσεις, αυτό που χρειάζεσαι είναι βασικά ένας συνένοχος στην τρέλα: τη Ν., που στο πρώτο έτος θα έρθει μαζί μου φορώντας μαύρη καμπαρτίνα και σκούρα γυαλιά ηλίου να βγάλουμε φωτογραφίες έξω από το σπίτι ενός crush. Την Γ. που θα μου πει:
— Θα κάνεις ό,τι θες κι εγώ θα είμαι εδώ. Σπάσε τα μούτρα σου ελεύθερα. Μόνο κάλεσε κι εμένα να σπάσω πλάκα. Φέρε με μαζί σου να γελάσουμε λιγάκι με τη φάση του. Φέρε με να στον απομυθοποιήσω... Γιατί μονάχα αν νιώθεις ελεύθερος να χτυπήσεις στον πάτο της απόλυτης γελοιότητας μπορείς να πας αλλού.
Αυτά... Καλά είμαι τώρα, μπορείτε να με αφήσετε να φύγω!