ΛΙΓΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ τόσο τρόμο και τόση αγωνία όσο ένα εξαφανισμένο παιδί και η παρακολούθηση αυτής της μίνι σειράς (έξι 50λεπτων επεισοδίων) που εκτυλίσσεται στην «άγρια» και εγκαταλελειμμένη στη μοίρα της Νέα Υόρκη του 1985, μια δεκαετία πριν από την ισοπεδωτική «σκούπα» του δήμαρχου Τζουλιάνι, μπορεί να καταστεί αγχωτική και δυσάρεστη, ειδικά αν είσαι γονιός.
Το Eric μπορεί να ακροβατεί επικίνδυνα ανάμεσα στο αστυνομικό θρίλερ και στο κοινωνικό / οικογενειακό δράμα, οι κεντρικοί χαρακτήρες του να συνθλίβονται μεταξύ παραληρηματικής φαντασίας και απόλυτου κακού και η πραγματικότητα να κυριεύεται από τις παραισθήσεις, η σειρά όμως διαθέτει σημαντική δυναμική και εκμεταλλεύεται ιδανικά το ιστορικό της πλαίσιο: την κρίση των αστέγων, την επιδημία του AIDS, την εξάπλωση του γκραφίτι, το –όχι και τόσο βελούδινο– underground, την αστυνομική διαφθορά, την αυγή του gentrification, την αδυναμία των αρχών να προστατέψουν στοιχειωδώς τα πιο αδύναμα μέλη μιας μητρόπολης που τρώει τα παιδιά της.
Η ψυχή της σειράς ανήκει στην Κάσι (Γκέιμπι Χόφμαν), η οποία είναι αυτή που στην πραγματικότητα βιώνει τη μεγαλύτερη συναισθηματική αστάθεια, ανήμπορη είτε να παραδοθεί στο πένθος είτε να διατηρήσει ζωντανές τις ελπίδες, δέσμια της απόγνωσης σ’ ένα βασανιστικό καθαρτήριο.
Η Νέα Υόρκη του Eric είναι η πόλη των τρελών και στο κέντρο της ο Βίνσεντ (ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς σ’ έναν ρόλο που μοιάζει να τον «έχει» χωρίς πολύ μεγάλη προσπάθεια), ένας ιδιοφυής μαριονετίστας σε μια παιδική τηλεοπτική εκπομπή που θυμίζει αντίστοιχα ιστορικά προγράμματα της αμερικανικής παραγωγής όπως το Sesame Street ή το Μάπετ Σόου, αμφότερα δημιουργίες του αείμνηστου Τζιμ Χένσον.
Ο Βίνσεντ έχει πολλά θέματα, ψυχολογικά και συναισθηματικά κυρίως, καθώς και ιστορικό ψυχικής αστάθειας, που προέρχονται σε σημαντικό βαθμό από την ταραχώδη σχέση με τους πλούσιους γονείς του (ο πατέρας του είναι μεγαλοπαράγοντας της κατασκευαστικής «ανάπλασης» της πόλης), και όλες τους τις ανασφάλειες, αλλά και τις αλκοολικές του κρίσεις, τις λούζονται οι συνάδελφοί του αλλά κυρίως η άμεση οικογένειά του, η γυναίκα του Κάσι (Κασσάνδρα) και ο 9χρονος γιος του Έντγκαρ (ίσως αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κάμπερμπατς ήταν ακριβώς εννέα χρονών το 1985).
Όταν μια μέρα ο μικρός εξαφανίζεται στον δρόμο για το σχολείο, ο Βίνσεντ, μέσα στην απόλυτη θολούρα του, παθιάζεται με την έμμονη ιδέα ότι αν καταφέρει να βγάλει στον αέρα ένα μπλε τριχωτό τέρας με το όνομα «Έρικ» που είχε εμπνευστεί και σχεδιάσει ο Έντγκαρ, τότε το παιδί θα δει το δημιούργημά του στην τηλεόραση και θα γυρίσει σπίτι.
Ο δεύτερος κεντρικός χαρακτήρας της πολυδιάστατης αφήγησης είναι ο Μάικλ Λεντρόιτ, ένας μαύρος (και γκέι) αστυνομικός της υπηρεσίας αγνοούμενων (τον υποδύεται με καταπιεσμένη ένταση και εμφιαλωμένη οργή ο Μακίνλεϊ Μπέλτσερ), ο οποίος αναλαμβάνει την υπόθεση του Έντγκαρ, για να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα σύστημα διαπλοκής και διαφθοράς που φτάνει πολύ «ψηλά».
Η ψυχή της σειράς όμως ανήκει στην Κάσι (Γκέιμπι Χόφμαν), η οποία είναι αυτή που στην πραγματικότητα βιώνει τη μεγαλύτερη συναισθηματική αστάθεια, ανήμπορη είτε να παραδοθεί στο πένθος είτε να διατηρήσει ζωντανές τις ελπίδες, δέσμια της απόγνωσης σ’ ένα βασανιστικό καθαρτήριο. Όταν κάποια στιγμή ζητάει από έναν συνάδελφο του συζύγου της να της εξηγήσει την εμμονή τους με τις μαριονέτες, εκείνος της απαντά: «Μπορούν να πουν τα πράγματα που εμείς δεν μπορούμε».
Eric | Official Trailer | Netflix