ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕ Ο ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ Αμερικανός μυθιστοριογράφος Τζον Μπαρθ τον περασμένο Απρίλιο, η νεκρολογία που δημοσίευσαν οι New York Times ήταν υπογεγραμμένη από δύο συντάκτες, τον Ντουάιτ Γκάρνερ, επιφανή κριτικό της λογοτεχνίας, και τον Μάικλ Τ. Κάουφμαν, ο οποίος, όπως διευκρινίζεται σε μια υποσημείωση, είχε πεθάνει το 2010 – με άλλα λόγια, 14 χρόνια πριν από τον ίδιο τον Μπαρθ.
Ο Κάουφμαν είχε γράψει αυτό που είναι γνωστό στη δημοσιογραφική ορολογία των Times ως «προληπτική νεκρολογία». Η αποστολή του Γκάρνερ ήταν να ολοκληρώσει αυτό που είχε ετοιμάσει ο Κάουφμαν. Το καλύτερο προφίλ όμως που γράφτηκε ποτέ για έναν συγγραφέα νεκρολογιών είναι ίσως ένα κείμενο με τίτλο Mr. Bad News («Ο κύριος Άσχημα Νέα»), που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Esquire το 1966 από τον διάσημο αρθρογράφο και συγγραφέα και εκ των πρωτοπόρων της Νέας Δημοσιογραφίας, Γκέι Ταλέζε.
Στο κομμάτι του ο Ταλέζε αναφέρει ότι το «νεκροτομείο» των New York Times –όπως αποκαλεί το τμήμα των νεκρολογιών– περιέχει στο αρχείο του περίπου 2.000 προληπτικές ή προκαταβολικές νεκρολογίες, όλες δεόντως γραμμένες και ενημερωμένες, περιμένοντας απλώς να φύγει από τη ζωή ο περί ου ο λόγος, ώστε να προστεθούν οι συνθήκες του θανάτου του.
Ο «κύριος Άσχημα Νέα» ήταν ο Άλντεν Γουίτμαν, συγγραφέας τουλάχιστον μισής χιλιάδας νεκρολογιών για μερικούς από τους πιο διάσημους ανθρώπους της εποχής του. Ο Γουίτμαν πέθανε ξαφνικά το 1990 σε ηλικία 76 ετών στο ξενοδοχείο Paris στο Μόντε Κάρλο, όπου είχε πάει με τη σύζυγό του, Τζόαν, για να γιορτάσουν τα 70ά γενέθλια ενός συναδέλφου των Times, κριτικού γαστρονομίας.
Εξηγώντας στους αναγνώστες των Times τι ακριβώς περιλαμβάνει η δουλειά του, ο ΜακΦάντεν, 87 ετών σήμερα, επισημαίνει ότι σε όλη του τη ζωή έχει γράψει συνολικά 750 προληπτικές νεκρολογίες. Και, φυσικά, η παράδοση δεν σταματά με τη δική του αποχώρηση.
Tο μεγαλύτερο προσόν και η πιο σημαντική κληρονομιά του Γουίτμαν ήταν ότι ανήγαγε το ταπεινό ως τότε είδος των νεκρολογιών στην κατηγορία της τέχνης. Το πιο εντυπωσιακό στην τολμηρή τεχνική που ανέπτυξε ο Γουίτμαν ήταν η πρακτική να παίρνει συνέντευξη από το «υποκείμενο» της νεκρολογίας ενώ ήταν εν ζωή: ζητούσε συνέντευξη μέσω επιστολής και, παραδόξως, κάποιοι από τους «μελλοθάνατους» συμφωνούσαν. Η ιδέα, όπως εξηγούσε ο Γουίτμαν στις εισαγωγές των δύο συλλογών με τις νεκρολογίες του που έχουν κυκλοφορήσει, ήταν να φτάσει στα βάθη της προσωπικότητας του χαρακτήρα, κάτι που είναι εφικτό μόνο σε μια συζήτηση.
Μεταξύ πολλών άλλων, ο Γουίτμαν έγραψε τις νεκρολογίες των Τ.Σ. Έλιοτ, Λε Κορμπιζιέ, Άλμπερτ Σβάιτσερ, Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, Άλις Μπ. Τόκλας, Ντόροθι Πάρκερ, Έλεν Κέλερ, Τζον Στάινμπεκ, Μπόρις Καρλόφ, Χο Τσι Μινχ, Μπέρτραντ Ράσελ, Τσαρλς Λίντμπεργκ, Πάμπλο Πικάσο. Σύμφωνα με τον ίδιον, η αναλογία όσων δέχονταν να παραχωρήσουν συνέντευξη για τη νεκρολογία τους ήταν ένας στους δέκα.
Στη λίστα αυτή περιλαμβάνεται και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Σ. Τρούμαν, ο οποίος αρχικά αρνήθηκε αλλά τελικά ενέδωσε. Με άλλους, όπως ο Λίντμπεργκ, ο Γουίτμαν δημιούργησε μέσω της συνέντευξης, μια σταθερή φιλία.
Όσο για τη νεκρολογία του ίδιου του Γουίτμαν, αυτή την έγραψε ο συνάδελφός του Σίντνεϊ Ζάιον, ο οποίος πέθανε το 2009. Η δική του νεκρολογία γράφτηκε από έναν άλλο σπεσιαλίστα, τον Ρόμπερτ ΜακΦάντεν, κάτοχο του Pulitzer, μεταξύ άλλων βραβείων. Ε
Εξηγώντας στους αναγνώστες των Times τι ακριβώς περιλαμβάνει η δουλειά του, ο ΜακΦάντεν, 87 ετών σήμερα, επισημαίνει ότι σε όλη του τη ζωή έχει γράψει συνολικά 750 προληπτικές νεκρολογίες. Και, φυσικά, η παράδοση δεν σταματά με τη δική του αποχώρηση. Το «νεκροτομείο» των New York Times, όπως το χαρακτήρισε ο Ταλέζε σ’ εκείνο το αριστουργηματικό κομμάτι του πριν από εξήντα σχεδόν χρόνια, δεν σταμάτησε ποτέ να μεγαλώνει και να ανανεώνεται.
Χωρίς αμφιβολία, εκεί βρίσκεται η προληπτική νεκρολογία και του ίδιου του 92χρονου συγγραφέα, όπως και εκείνες –όσο ανατριχιαστικό κι αν είναι να το σκέφτεται κανείς– του Ντον Ντε Λίλο ή του Τόμας Πίντσον (αμφότεροι 87 ετών), όπως βρισκόταν μέχρι πρόσφατα εκείνη του Πολ Όστερ. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο είναι ποιος θα γράψει (ή έχει γράψει) την προληπτική νεκρολογία του Ταλέζε ή αν έχει ζητήσει να του πάρει συνέντευξη.
Με στοιχεία από El Pais