ΑNAMEΣΑ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΙΓΙΣΜΟ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΕΩΝ της χρονιάς που αισίως λήγει μεθαύριο, δημοσιεύτηκε προχθές στους New York Times και μια σούμα με τους «αξιοσημείωτους θανάτους του 2022», μια ανθολογία των φετινών RIP, μια πινακοθήκη της απώλειας και του πένθους με ασπρόμαυρες φωτογραφίες των επιφανών εκλιπόντων της χρονιάς, τραβηγμένες συχνά στην ακμή της διασημότητας τους, πολλές δεκαετίες πριν από την οριστική αποχώρηση.
Κάτω από την κάθε φωτογραφία υπάρχει το όνομα του/της εκλιπόντος που λειτουργεί και ως link για το πλήρες κείμενο της νεκρολογίας σε παλιότερο άρθρο. Και κάτω από το όνομα μόνο μια φράση, ένα δημοσιογραφικό ξόδι που συνοψίζει και συμπυκνώνει την σημασία και τον λόγο ύπαρξης της συγκεκριμένης προσωπικότητας στον μάταιο τούτο κόσμο αλλά και σ’ αυτή την επιτύμβια λίστα που ξεκινά από το τέλος της χρονιάς και μήνα με το μήνα φτάνει ως τις αρχές του περασμένου Γενάρη, μια αιωνιότητα πιο πίσω με όρους της σύγχρονης επικαιρότητας.
Ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης έφυγε φέτος μόλις από κοντά μας, ήταν όμως κοινό μυστικό (ή ανέκδοτο) οι έτοιμες νεκρολογίες που υπήρχαν στα «ψυγεία» των εφημερίδων και των άλλων μέσων από την αυγή του 21ου αιώνα ήδη.
Ο πρώτος στη σειρά είναι ο αγαπητός Terry Hall, 63 («Πρόσωπο της αναβίωσης του ska στη Βρετανία», σύμφωνα με την φράση που τον συνοδεύει) και τελευταίος ο Dan Reeves, 77, «προπονητής [αμερ. ποδοσφαίρου] που έφτασε (και έχασε) σε τέσσερα Super Bowls». Ήρωας δηλαδή αλλά και αιώνιος loser συγχρόνως. Αυτή η εμβόλιμη μικρή παρένθεση («και έχασε») είναι όλα τα λεφτά, ένα σχόλιο για τις τραγικές ειρωνείες της ύπαρξης, ένας διακριτικός τρολισμός εκ μέρους του ‘νεκρολόγου’.
Ακόμα πιο ατυχής εμφανίζεται ο Patrick Demarchelier, 78, ο οποίος συνοδεύεται απλώς από τον στεγνό προσδιορισμό «φωτογράφος μόδας», αντί για τον ίδιο όμως εικονίζεται το ‘εμβληματικό’ πορτρέτο της Πριγκίπισσας Νταϊάνα που είχε τραβήξει κάποτε (!). Η Sophie Freud, 97 ήταν «επικρίτρια του ευαγγελίου του παππού της», ο Pharoah Sanders, 81 «μια δύναμη της φύσης με σαξόφωνο», ο Mikhail S. Gorbachev, 91 «ρεφορμιστής Σοβιετικός ηγέτης» και η Monica Vitti, 90 «αισθησιακή και εγκεφαλική σταρ αριστουργημάτων του Ιταλικού σινεμά».
Μέσα σ’ αυτή την εκλεκτική λέσχη και δύο «διεθνείς» δικοί μας, η Irene Papas, 96 «ηθοποιός στον ‘Ζορμπά’, στο ‘Ζ’ και σε Ελληνικές τραγωδίες» (είχα λησμονήσει εντελώς ότι έπαιζε στο «Ζ», την χήρα του Υβ Μοντάν / Γρηγόρη Λαμπράκη) και ο Vangelis, 79 «συνθέτης γνωστότερος από το ‘Chariots of Fire’». Ξεπέτα. Τεχνικά, υπάρχει και τρίτος Έλληνας (στην καταγωγή), ο Καναδός Elias Theodorou, 34, πρωταθλητής πολεμικών τεχνών αλλά, σύμφωνα με τη σύνοψη της νεκρολογίας του, πιο σημαντικός ως «πρωτοπόρος της φαρμακευτικής μαριχουάνας στα σπορ».
Το πιο φοβερό με τις νεκρολογίες είναι ότι κάποιες φορές μπορεί να είναι γραμμένες… από νεκρούς, και μάλιστα προ πολλού νεκρούς. Σα να έχουν υπαγορευθεί από το υπερπέραν. Αυτό έχει συμβεί σε κάποιες περιπτώσεις που λόγω ηλικίας ή κατάστασης ή προδιάθεσης, μια επιφανής προσωπικότητα παρότι ακόμα εν ζωή, αντιμετωπίζεται περίπου ως ζωντανή – νεκρή ή σα να βρίσκεται ήδη στο καθαρτήριο ή σα να είναι διαρκώς λίγο πριν το μοιραίο. Ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης έφυγε φέτος μόλις από κοντά μας, ήταν όμως κοινό μυστικό (ή ανέκδοτο) οι έτοιμες νεκρολογίες που υπήρχαν στα «ψυγεία» των εφημερίδων και των άλλων μέσων από την αυγή του 21ου αιώνα ήδη. Χωρίς να θέλω να φανώ μακάβριος, είναι στατιστικά πολύ πιθανό κάποιος από τους συντάκτες των πιο παλιών επικήδειων για τον Μίκη να μην πρόλαβε ο ίδιος τον θάνατο του συνθέτη.
Σύμφωνα με ένα παλιό δημοσίευμα της εφημερίδας, κάτι τέτοιο είχε συμβεί στους NY Times αρκετές φορές, με χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις επωνύμων όπως η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που επέπλεε για χρόνια μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ή ο Μπομπ Χόουπ που πρόλαβε να τα εκατοστίσει. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, υπήρχε ήδη από το 1959 στην εφημερίδα έτοιμη η νεκρολογία του Κάστρο (τόσο βέβαιοι ήταν ότι θα τον φάνε από μέρα σε μέρα), ο οποίος όμως ως γνωστόν «έθαψε» τελικά λεγεώνες από πρόωρους ενταφιαστές του στον μακρύ – σαν τους ατέλειωτους λόγους που εκφωνούσε – βίο του.
Παρότι οι New York Times θεωρούνται κάτι σαν «πρύτανης» στη σχολή της νεκρολογίας, κατά το παρελθόν είχαν συχνά παραβλέψει να γράψουν έστω και μια αράδα για τον θάνατο προσώπων πολύ σημαντικών στην ιστορία του πολιτισμού και της κουλτούρας, είτε από αμέλεια είτε απλώς επειδή δεν επρόκειτο για επιφανείς λευκούς άνδρες. Και δεν είναι αυτό ένα δείγμα σύγχρονου ‘woke’ αναθεωρητισμού, τέτοια ήταν η άνιση πραγματικότητα ενός κόσμου και μιας αντίληψης που κάποιοι στην εποχή μας θέλουν να μας κάνουν με το ζόρι να επιστρέψουμε.
Σε μια κίνηση επιδιόρθωσης τόσων (κραυγαλέων συχνά) παραβλέψεων, ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια στην εφημερίδα ένα πρότζεκτ με τίτλο Overlooked No More με την εκ των υστέρων δημοσίευση «φρέσκων» νεκρολογιών για όσους και κυρίως για όσες είχαν σκανδαλωδώς αγνοηθεί στην εποχή τους, όπως φερ΄ ειπείν η Diane Arbus (1923-1971), «μια φωτογράφος που τα πορτραίτα της συγκίνησαν ή απώθησαν γενιές θεατών», ή, η επίσης αυτόχειρ Sylvia Plath (1932-1963) – «μεταπολεμική ποιήτρια που δεν φοβήθηκε να αντιμετωπίσει την ίδια της την απόγνωση» – η οποία «κέρδισε» τη νεκρολογία της στην εφημερίδα με πάνω από μισό αιώνα καθυστέρηση.
Σ’ εκείνη την πρώτη φουρνιά των εκ των υστέρων νεκρολογιών που γράφτηκαν το 2018 προς αποκατάσταση της μνήμης των «παραμελημένων», περιλαμβανόταν και μια δικιά μας, τρόπος του λέγειν, η περίφημη Madhubala (1933–1969), η Μαντουβάλα που εξύμνησε ο Καζαντζίδης – «μια θρυλική σταρ του Bollywood που η τραγική ζωή της καθρέφτισε εκείνη της Marilyn Monroe», σύμφωνα με την αργοπορημένη αλλά επαρκώς γλαφυρή νεκρολογία των New York Times.