ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΣΑΝ ΙΔΕΑ ΓΙΑ τηλεοπτικό ριάλιτι. Βρείτε μερικά εκκεντρικά άτομα και βάλτε τα να ζήσουν μαζί σ’ ένα απομακρυσμένο τροπικό νησί. Στη συνέχεια, προχωρήστε ένα βήμα παραπέρα και δώστε σ’ αυτούς τους ανθρώπους όπλα. Το σλόγκαν θα μπορούσε να είναι το εξής: Μέχρι πού θα φτάνατε για να κρατήσετε τον παράδεισό σας;
Η Φλορεάνα είναι ένα νησί στο αρχιπέλαγος των Γκαλαπάγκος, στα ανοικτά των ακτών του Ισημερινού. Σήμερα υπάρχει μια μικρή κοινότητα κατοίκων εκεί, αλλά τη δεκαετία του 1920 ήταν εντελώς ακατοίκητο με εξαίρεση τους πειρατές που κατασκήνωναν περιστασιακά εκεί, και τους ψαράδες που πηγαινοέρχονταν.
Κάποιοι Νορβηγοί έφτασαν στο σημείο να χτίσουν ένα σπίτι στο νησί αλλά έφυγαν γρήγορα, αφήνοντας πίσω όλα τους τα βιβλία τους και ένα ράφι με καραμπίνες και καμάκια. Κανείς όμως δεν ήθελε να μείνει μόνιμα.
Έτσι, όταν έφτασαν εκεί ο Φρίντριχ Ρίτερ και η Ντόρι Κέρβιν το 1929, είχαν όλο το νησί δικό τους. Ο Ρίτερ ήταν ένας Γερμανός γιατρός, οπαδός της ζωής στη φύση, η Κέρβιν ήταν η πολύ νεότερη ερωμένη του. Αμέσως έχτισαν έναν μικρό καταυλισμό οι δυο τους, τον οποίο ονόμασαν «Φρίντο», από τη σύμπτυξη των μικρών τους ονομάτων.
Οι κάτοικοι του νησιού είχαν φτάσει στη Φλορεάνα μέσω ενός παράξενου συνδυασμού αποικιοκρατικής τόλμης, ιδεαλισμού και αυταπάτης, αλλά σύντομα συνειδητοποίησαν ότι τα διαφορετικά τους οράματα για τη ζωή σε αυτόν τον μικρό βράχο του Ειρηνικού δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν.
Ο Ρίτερ ήταν πραγματιστής, αποφασιστικός, αλλά και λίγο ακραίος. Στο νέο βιβλίο Eden Undone [«Η πτώση της Εδέμ»], ένα χρονικό εκείνου του περίεργου «αποικισμού» της Φλορεάνα στον μεσοπόλεμο, η συγγραφέας Άμποτ Κάλερ μας δίνει μια αίσθηση της ιδιοσυγκρασίας του:
Απολύτως αποφασισμένος να παραμείνει στη Φλορεάνα για το υπόλοιπο της ζωής του και γνωρίζοντας τα δυσεπίλυτα οδοντιατρικά προβλήματα που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει, ο Φρίντριχ έλαβε ένα σημαντικό προληπτικό μέτρο: έβγαλε όλα τα δόντια του και τα αντικατέστησε με μια σειρά από ατσάλινες οδοντοστοιχίες.
Αμέσως σχεδόν μετά την άφιξή τους, το ζεύγος αντιμετώπισε έναν απρόβλεπτο κίνδυνο: τα niguas, τους βαμπιρικούς ψύλλους της άμμου που σκάβουν κάτω από το δέρμα για να γεννήσουν αυγά. Σύντομα βρέθηκαν στα πόδια της Ντόρι. «Χρησιμοποιώντας τα ιατρικά του εργαλεία», γράφει στο βιβλίο του η Κάλερ, «ο Φρίντριχ έκανε μια αυτοσχέδια επέμβαση, τρυπώντας το δέρμα της για να αφαιρέσει τριάντα δύο από τα έντομα. Σε όλη της τη ζωή, η Ντόρι δεν είχε νιώσει ποτέ τόσο βασανιστικό πόνο».
Σ’ αυτό το σημείο, κάποιοι άλλοι ίσως είχαν ήδη εγκαταλείψει. Αλλά το ζευγάρι είχε ζήσει τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και την αστάθεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, συνεπώς η ιδέα της φυγής από αυτό το χάος πρέπει να είχε κάποια γοητεία. Ο Ρίτερ και η Κέρβιν άρχισαν να δημιουργούν την ουτοπία τους στο Φρίντο, χτίζοντας μια καλύβα με τσίγκινη στέγη και φυτεύοντας σπόρους.
Προς μεγάλη τους ενόχλησή όμως, δεν είχαν για πολύ καιρό το νησί δικό τους. Το 1932 έφτασε μια άλλη οικογένεια από την πατρίδα: Ο Χάιντς Βίτμερ και η Μάργκρετ Βάλντμπρολ μαζί με τον έφηβο γιο του Χάιντς, τον Χάρι. Ο Ρίτερ και η Κέρβον δεν κατείχαν κανέναν τίτλο ιδιοκτησίας του νησιού, ούτε κάποιο αποκλειστικό δικαίωμα στη γη του, η άφιξη αυτή όμως έφερε μια μεγάλη αναστάτωση στον μικρό τους κόσμο.
Ο πληθυσμός του νησιού ήταν πλέον πέντε άτομα, και παρόλο που δεν δέθηκαν μεταξύ τους, οι δύο οικογένειες κατάφεραν να συνυπάρξουν, έστω και δύσκολα. Τότε, σε μια αλλαγή της πλοκής που συμβαίνει σε τηλεοπτικές εκπομπές όταν πέφτουν τα νούμερα τηλεθέασης, εμφανίστηκε ένας νέος, συναρπαστικός χαρακτήρας: μια «βαρόνη», η οποία συνοδευόταν από δύο άνδρες, συνθέτοντας ένα τεταμένο ménage à trois.
Ανεξάρτητα από το αν είχε πράγματι τίτλο ευγενείας, η Αντόνια Βάγκνερ φον Βέρμπορν Μποσκέτ σίγουρα πίστευε ότι η Φλορεάνα της ανήκε δικαιωματικά. Ενώ αφηγούνταν διαρκώς λαμπερές ιστορίες από τη ζωή της στο Παρίσι, το σχέδιό της ήταν να δημιουργήσει ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο νησί για να προσελκύσει τους πλούσιους και διάσημους. Κυκλοφορούσε στο νησί με μεταξωτό πενιουάρ και κρατούσε ένα περίστροφο με μαργαριταρένια λαβή. Συγχρόνως έσπερνε τη διχόνοια ανάμεσα στη μικρή ομάδα λέγοντας ψέματα, κλέβοντας και αποπλανώντας (ενδεχομένως) τον Φρίντριχ και τον Χάιντς.
Για «ερημίτες» πάντως, οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού φαίνεται να είχαν πολλούς επισκέπτες καθώς η επιλογή τους είχε προσελκύσει τη διεθνή περιέργεια. Οι παρέες των γιοτ που ταξίδευαν στον Ειρηνικό περνούσαν πλέον από τη Φλορεάνα για να συναντήσουν τον «Αδάμ και την Εύα» (ο Ρίτερ και η Κέρβιν περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου γυμνοί και ζητούσαν από τους επισκέπτες να τους ειδοποιούν ώστε να φροντίζουν να είναι ντυμένοι). Ο Ρίτερ ξεκίνησε αλληλογραφία με κάποιους τακτικούς επισκέπτες ζητώντας τους προμήθειες κι εκείνοι του έφερναν ό,τι ζητούσε, από βερνίκι πατώματος και φάρμακα μέχρι οδοντόκρεμα αλλά και μια καραμπίνα.
Οι κάτοικοι του νησιού γύριζαν «σπιτικές» ταινίες, και το 1934 στήθηκε από τους επισκέπτες και μια θεατρική παράσταση με τίτλο «Η αυτοκράτειρα της Φλορεάνα», στο οποίο η βαρόνη διώχνει ένα ζευγάρι νεόνυμφων από το νησί «της».
Όσο κι αν ο Ρίτερ ήθελε να «δραπετεύσει» από τη σύγχρονη κοινωνία, ήταν ευτυχής να επιδεικνύει στους επισκέπτες τη νησιωτική του ζωή. Είχε μάλιστα δημοσιεύσει μια σειρά άρθρων στο περιοδικό Atlantic το 1931 περιγράφοντας τη ζωή στη Φλορεάνα.
«Ήθελα να φύγω από τα πεπατημένα ανθρώπινα μονοπάτια», έγραφε, «να αφήσω στην άκρη όλα τα άχρηστα παρελκόμενα του πολιτισμού αναζητώντας μια μοναξιά όπου θα μπορούσα επιτέλους να ζήσω εξ ολοκλήρου και ολοκληρωτικά σε περισυλλογή και κοινωνία με τη φύση». Δεν αναφερόταν στην εξάρτησή του από τις προμήθειες που έφερνε από τον «πολιτισμό» ή το γεγονός ότι η ενατένιση της φύσης περιλάμβανε τον τακτικό ξυλοδαρμό της Κέρβιν.
Παράδεισος δεν ήταν πάντως. Η Μάργκρετ αναγκάστηκε να γεννήσει σε μια σπηλιά ενώ στο στρατόπεδο της βαρόνης σημειώνονταν κρούσματα βίας και ζηλοτυπίας, και ένας από τους εραστές της προσβλήθηκε από φυματίωση. Υπήρχαν διαμάχες σχετικά με την κατανομή των προμηθειών και την πρόσβαση στο νερό.
Οι κάτοικοι του νησιού είχαν φτάσει στη Φλορεάνα μέσω ενός παράξενου συνδυασμού αποικιοκρατικής τόλμης, ιδεαλισμού και αυταπάτης, αλλά σύντομα συνειδητοποίησαν ότι τα διαφορετικά τους οράματα για τη ζωή σε αυτόν τον μικρό βράχο του Ειρηνικού δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν. Έκαναν έκκληση για υποστήριξη από εξωτερικές πηγές (στέλνοντας επιστολές σε φίλους και γνωστούς) καθώς και από τις τοπικές αρχές του Ισημερινού. Τον Μάρτιο του 1934 οι εντάσεις έφτασαν σε σημείο βρασμού. Κάποιος ισχυρίστηκε αργότερα ότι άκουσε έναν πυροβολισμό και μια κραυγή.
Το τι ακριβώς συνέβη στη συνέχεια παραμένει μυστήριο, αλλά το μόνο βέβαιο είναι ότι στο νησί σημειώθηκε μείωση του πληθυσμού. Η βαρόνη και ένας από τους εραστές της εξαφανίστηκαν χωρίς κανένα ίχνος. Τον Νοέμβριο του 1934 δύο πτώματα βρέθηκαν στην παραλία ενός άλλου νησιού του αρχιπελάγους.
Η τραγωδία της Φλορεάνα έγινε τότε διεθνής είδηση, αλλά γρήγορα ξεχάστηκε – τα καμώματα κάποιων εκκεντρικών Γερμανών στον Ειρηνικό ωχριούσαν μπροστά σε όσα συνέβαιναν στη ναζιστική Γερμανία.
Σήμερα οι τουρίστες μπορούν να επισκεφθούν το νησί και να ακούσουν για το τι συνέβη εκεί στη δεκαετία του 1930. Υπάρχει μάλιστα κι ένα ξενοδοχείο, το οποίο διευθύνεται από τους απογόνους του Χάιντς και της Μάργκρετ Βίτμερ. Όπως και στα ριάλιτι, μερικές φορές οι νικητές είναι εκείνοι που δεν περιμένεις.
Με στοιχεία από The Wall Street Journal