Ο,ΤΙ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΜΕ –που δεν φαίνεται να έχει και καμιά σημασία άλλωστε– ο Τραμπ έχει καταφέρει κάτι εκπληκτικό. Μπορεί να ξεφουρνίζει οποιαδήποτε τρικυμιώδη και μισαλλόδοξη ασυναρτησία τριγυρίζει στο διαταραγμένο μυαλό του, και όχι μόνο να μην τρέχει τίποτα, αλλά συχνά κάτι τέτοιο να ενισχύει την πολιτική του θέση.
Σ’ ένα τέτοιο παραλήρημα (από τα πλέον ήπια πάντως για τα δικά του μεγαλοπρεπή στάνταρντ) μπλέχτηκε προχθές και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο την ώρα που ο πρώην (και ίσως ο επόμενος) Πρόεδρος των ΗΠΑ απευθυνόταν στο κοινό του στο Fiserv Forum, έδρα της ομάδας των Μιλγουόκι Μπακς, με την οποία αγωνίζεται εδώ και μια δεκαετία ο Έλληνας σούπερ σταρ του μπάσκετ.
Για την ακρίβεια είπε με την ελλειπτική ασυνταξία που διακρίνει τον λόγο του: «Η ομάδα σας είναι πολύ καλή. Θα έλεγα ο Έλληνας είναι εξαιρετικός παίκτης. Και πείτε μου, ποιος έχει πιο πολύ Έλληνα μέσα του, ο Έλληνας ή εγώ; Νομίζω έχουμε περίπου το ίδιο. Είναι μεγάλος παίκτης, ίσως ο καλύτερος παίκτης στο NBA αυτή τη στιγμή. Υποτίθεται ότι είναι και πολύ καλό παιδί επίσης».
Στο παρελθόν, ο Τραμπ είχε αναφερθεί ξανά στον Αντετοκούνμπο ως «ο Έλληνας», χωρίς να αναφέρει το επίθετό του. Πάλι καλά, καθώς θα περίμενε κανείς απλά να το προφέρει λάθος για κωμικό εφέ.
Ήταν μια τυπικά άγαρμπη επίκληση στο τοπικό φίλαθλο ένστικτο, πασπαλισμένο με μια δόση καφενειακού ρατσισμού, αντίστοιχου με εκείνου στον οποίον επιδίδονται χαλαρά άπειροι Έλληνες, αρκετοί εκ των οποίων βρήκαν την ευκαιρία χθες να εκδηλωθούν με σχόλια τους στο διαδίκτυο υπέρ του Τραμπ και κατά του (αχάριστου) «Νιγηριανού». Στο παρελθόν, ο Τραμπ είχε αναφερθεί ξανά στον Αντετοκούνμπο ως «ο Έλληνας», χωρίς να αναφέρει το επίθετό του. Πάλι καλά, καθώς θα περίμενε κανείς απλά να το προφέρει λάθος για κωμικό εφέ, όπως είχε κάνει πριν από μερικά χρόνια ο Άδωνις Γεωργιάδης.
Από την άλλη πλευρά, η αποστασιοποιημένη απόκριση του Γιάννη («Στο τέλος της ημέρας δεν παρακολουθώ τόσο πολύ την πολιτική και από το λίγο που βλέπω, προσπαθώ να κρατώ τις απόψεις μου για μένα και την οικογένειά μου. Είμαι εδώ για να παίζω μπάσκετ και να απαντώ σε μπασκετικές ερωτήσεις. Εύχομαι καλή τύχη και στους δύο υποψήφιους») φάνηκε να ενοχλεί διάφορους συμπατριώτες μας, που με τα σχόλια τους εκδήλωσαν την απογοήτευση αλλά και την δυσαρέσκειά τους για την «απολιτίκ» στάση του.
Κάποιοι έφτασαν ακόμα και να «τον κάνουν cancel». Όφειλε (σε ποιον;) δηλαδή ο Γιάννης να αντιπαρατεθεί δημοσίως με τον Τραμπ και μάλιστα από το Μιλγουόκι του Γουισκόνσιν, μιας από τις πιο καθοριστικές πολιτείες για την έκβαση της προεδρικής μάχης, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές.
Υπήρξαν κι εκείνοι που θυμήθηκαν την ατάκα που είχε πει κάποτε «μεταξύ σοβαρού και αστείου» (όπως θα δικαιολογούταν αργότερα) ο Μάικλ Τζόρνταν το 1990, όταν ερωτηθείς γιατί δεν είχε στηρίξει δημοσίως τον υποψήφιο των Δημοκρατικών στις εκλογές για τη Γερουσία στην πολιτεία καταγωγής του, τη Βόρεια Καρολίνα, είχε δηλώσει, με περισσή δόση κυνισμού είναι η αλήθεια, ότι «και οι Ρεπουμπλικάνοι αγοράζουν αθλητικά παπούτσια».
Μακάρι να ήταν υπεράνθρωπος ο Γιάννης και παράλληλα με την άκρως απαιτητική καριέρα του στο παρκέ να μας έκανε όλα τα χατίρια και να επιδιδόταν και στον πολιτικό ακτιβισμό που ταιριάζει στην ατζέντα μας. Δεν είναι αυτός ο τύπος του όμως, τι να κάνουμε τώρα…
Και για να αντιληφθεί κανείς πόσο σπάνιο είναι να παίρνουν θέση οι διάσημοι επαγγελματίες αθλητές σε τόσο κρίσιμες πολιτικές αναμετρήσεις, δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στα ονόματα που αποτελούν τους «Αθλητές για την Χάρις» (Athletes for Harris), που είναι ελάχιστα σε σχέση με τους υποστηρικτές και τις υποστηρίκτριες της Κάμαλα Χάρις σε χώρους όπως η ψυχαγωγία ή οι τέχνες. Ανάμεσα στα ονόματα αυτά βρίσκεται πάντως ο προπονητής των Μιλγούοκι Μπακς, Ντοκ Ρίβερς, ενώ από εν ενεργεία παίκτες ο μόνος που φιγουράρει στη λίστα είναι ο 39χρονος και στα όρια της αποστρατείας Κρις Πολ.