«Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη» Facebook Twitter
«Οι άνθρωποι που ζούνε με ορίζοντα και όχι στις κλειστές πόλεις βλέπουν με άλλο τρόπο τη ζωή και τον θάνατο». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

«Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη»

0

Όταν τηλεφώνησα στην Ιωάννα Καρυστιάνη για να της ζητήσω να συναντηθούμε για να μιλήσουμε για το νέο της βιβλίο, με τίτλο Κορνιζωμένοι, το πρώτο πράγμα που με ρώτησε είναι αν έχω ολοκληρώσει την ανάγνωσή του. Της είπα ότι μόλις το είχα ξεκινήσει και η αντίδρασή της ήταν «α, καλά, περίμενε μέχρι να το ολοκληρώσεις και αν εξακολουθείς να θέλεις να κάνουμε τη συνέντευξη, ξαναμιλάμε. Πάντως, δεν θα απορήσω αν την ακυρώσεις».

Όταν ολοκλήρωσα το βιβλίο, ήθελα να τη συναντήσω ακόμα πιο πολύ. Οι Κορνιζωμένοι είναι το καλύτερο βιβλίο που διάβασα μέσα στη χρονιά, μια συγκλονιστική ιστορία που δυστυχώς δεν γίνεται να τη σχολιάσεις χωρίς να κάνεις spoiler, σκληρή, ανυπόφορη, με πρωταγωνιστή έναν κορνιζά στην ελληνική επαρχία (στην επινοημένη κωμόπολη Κρανιά, κάπου στη Θεσσαλία), που τον έχει εγκαταλείψει η γυναίκα του για να ξαναφτιάξει τη ζωή της με έναν γιατρό από τη Θεσσαλονίκη, αφήνοντάς του ανοιχτές πληγές.

Ο Στέλιος Σπούγιας έχει έναν εικοσάχρονο γιο, τον Χρόνη, ένα χαρισματικό παιδί που είναι το καμάρι του, αλλά την αναμφίβολη αγάπη του για αυτόν υπομονεύουν ανασφάλειες, περιστατικά που εκλαμβάνει ως προσβολές, ταπεινώσεις που λειτουργούν αθροιστικά και φθόνος για την ευτυχισμένη ζωή της πρώην γυναίκας του. Με κίνητρα που υπονοούνται αλλά δεν επαληθεύονται και αδικαιολόγητη αφορμή, διαπράττει ένα ειδεχθές έγκλημα που αποκαλύπτεται στο πρώτο τρίτο του βιβλίου, και μετά ξεκινάει ένα βασανιστικό rollercoaster συναισθημάτων και υπαινιγμών που το παρακολουθείς άφωνος μέχρι το τέλος, το οποίο αφήνει πίσω του μόνο συντρίμμια.  

«Στα βιβλία μου δεν υπάρχουν συναρπαστικές, επιδραστικές προσωπικότητες που μας αφήνουν άφωνους και τις ακολουθούμε πιστά, αλλά τα χαμηλά σκαλοπάτια».

Η Ιωάννα Καρυστιάνη αφηγείται ιστορίες με έναν τρόπο καταπληκτικό, μπορείς να την ακούς για ώρες να μιλάει για περιστατικά που της έχουν εκμυστηρευτεί άνθρωποι που θα μπορούσαν να είναι ήρωες από βιβλία της –αλλά δεν θα τα γράψει ποτέ γιατί είναι πολύ προσωπικά–, να σχολιάζει κάτι που είδε ή διάβασε, να μιλάει για την οικογένειά της.   

«Η θεία μου η Σαπφώ, Μικρασιάτισσα, μικρότερη αδελφή της μητέρας μου, είχε οσιακό τέλος», μας λέει. «Παντρεύτηκε 35 χρονών τον Δήμο, χήρο με τρία παιδιά, με τον οποίο έκανε κι άλλα δύο, κι είχαν μια καταπληκτική σχέση· είχαν πολλή αγάπη ο ένας για τον άλλο. Όταν πέθανε ο θείος Δήμος, η θεία Σαπφώ ήταν 87 χρονών. Άσπρισε μόνη της όλο το σπίτι, κατέβασε τις κουρτίνες και τις έπλυνε, έπλυνε τα τσούλια, τις κουρελούδες, τα χαλιά, και στο μνημόσυνο του θείου κάλεσε όλη τη γειτονιά, –πρόσφυγες οι περισσότεροι, Αλβανοί, Γεωργιανοί– μαζί με τους συγγενείς κι έκανε ένα τρικούβερτο τραπέζι στη μνήμη του λες και είχε λεφτά, με ψαρικά και αρνιά.

Αφού τελειώσαν όλα, λέει στη Γεωργία και στον Μανόλη, στα παιδιά της, “να με αφήσετε να πλύνω εγώ τα πιάτα και να περιμένετε, γιατί μετά θέλω να σας πω κάτι”. Αυτό που τους είπε ήταν ότι “χωρίς τον Δήμο η ζωή μου δεν έχει νόημα, σταματάω να τρώω, σταματάω να πίνω τα φάρμακά μου”, και αυτό που είπε το έκανε· πέθανε σε οχτώ μέρες. 

«Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη» Facebook Twitter
«Το θαυμάσιο της αντιφατικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης είναι ότι ο καθένας είναι ικανός για τα πάντα και δεν υπάρχουν συμπεριφορές και πράξεις εκτός των ορίων της συλλογικής μας εμπειρίας. Δεν υπάρχουν εξωγήινοι και ουρανοκατέβατοι, όλα εντάσσονται στη συλλογική κοινωνική εμπειρία». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Είχα ακούσει κάποτε στην Άνδρο την έκφραση “ευτυχισμένος θάνατος”. Αναφερόταν στον ξαφνικό θάνατο μεγάλων ανθρώπων που είχαν την τύχη να ζήσουν όπως αυτοί θέλανε και να μη φύγουν “με την ξεφτίλα και την ταπείνωση που σε υποβάλλει η φθορά”, που έλεγε και ο Μάνος Χατζιδάκις, “ενός σώματος που διαλύεται δύο-τρία χρόνια στα νοσοκομεία”. Θυμάμαι ότι το ’89 που είχαμε πάρει το σπίτι στην Άνδρο, το πάτωμα στον κάτω όροφο ήταν φαγωμένο από το σαράκι και πήγαινα στο νησί για να φροντίσω να μπουν πλακάκια. Είχαμε βάλει τα πιο φτηνά που βρήκαμε, και ήμουν χαπακωμένη αγρίως με πολύ βαριά ψυχοφάρμακα. Μου έλεγε ο Παντελής “πώς θα πας, δεν φοβάσαι μόνη σου εκεί;”, αλλά δεν φοβόμουν. Έλεγα ψέματα, “θα πάω στον Μπομπόλη τον δικηγόρο”, “θα πάω στον άλλο γείτονα”, αλλά πουθενά δεν πήγαινα, με έπαιρναν οι άνθρωποι να πάω να φάω και έλεγα “περιμένω επαγγελματικό τηλεφώνημα από τη Γερμανία, απ’ την Αμερική”, μούσια.

Λοιπόν, κάποια φορά που είμαι εκεί μόνη μου, βλέπω να μαζεύουν τις καρέκλες από το καφενείο της μακαρίτισσας της Άννας και του Παναγιώτη του Περτέση, που ήταν στην είσοδο του χωριού. Ρωτάω “τι γίνεται;”. “Πέθανε”, μου λένε, “ο άντρας της Θεώνης, α, να χαθεί, εμείς αυτή περιμέναμε να πεθάνει, που έχει πεντακόσιες αρρώστιες, όχι αυτός ο άνθρωπος”. Την αγαπούσαν τη Θεώνη, αλλά έτσι μιλάγανε. Έψαξα να βρω λουλούδια σε όλη τη Χώρα, δεν βρήκα πουθενά, ωστόσο πήγα να συλλυπηθώ. Και συνέβη το εξής καταπληκτικό: μπαίνω στην αυλή, είναι έξω διάφοροι χωριανοί, και η χήρα κάθεται σε ένα θεοσκότεινο δωμάτιο, σε ένα τραπέζι σκεπασμένο με μουσαμά, και έχει δίπλα της ένα ρολό κουζίνας σε περίπτωση που της έρθουν δάκρυα. Το στενό δωμάτιο έχει ένα ντιβάνι όπου είναι ο πεθαμένος, 80 φεύγα, και στα πόδια του έχουν μια τηλεόραση ανοιχτή, χωρίς ήχο, ενώ στον τοίχο σύρριζα με αυτόν είναι μια τεράστια πλαστικοποιημένη αφίσα που δείχνει ελβετικά βουνά, τις Άλπεις.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Ιωάννα Καρυστιάνη, Κορνιζωμένοι, εκδόσεις Καστανιώτη

Κάθομαι σε μια καρέκλα και δεν μιλάω, ήμουν και χάλια έτσι κι αλλιώς. Απ' έξω φωνάζουν “Θεώνη, έχουμε μπαρμπούνια και γόπες για το μεσημέρι”, κι ακούγεται η χήρα “φύλαξε, μωρέ, τα μπαρμπούνια να τα φάμε μόνοι μας, τις γόπες, τις γόπες φτιάξε για το τραπέζι του μακαρίτη”. Και ξαφνικά μου λέει “για να σου πω”, ήμουν η μόνη μέσα στο δωμάτιο, “για σκύψε και πες μου, σε εκείνο το ξύλινο σπιτάκι, τι είναι αυτά τα μικρά πράγματα; Εννέα χρόνια την έχω, παιδί μου, στον τοίχο την αφίσα και δεν αξιώθηκα ποτέ να δω τι είναι”. Περίπου αγκαλιάζω τον πεθαμένο, σκύβω και κοιτάζω και της λέω “είναι εννέα κότες”. “Αααα, εννέα κότες!”, λέει αυτή, “δόξα σοι ο Θεός, μου λύθηκε η απορία”. 

Οι άνθρωποι που ζούνε με ορίζοντα και όχι στις κλειστές πόλεις βλέπουν με άλλο τρόπο τη ζωή και τον θάνατο. Ήταν πολύ αγαπημένο ζευγάρι αυτοί οι δύο, βέβαια. Ξέρεις, οι γονείς μου έζησαν 74 χρόνια μαζί, πέθανε ο πατέρας μου στις 16 Φεβρουαρίου του 2010, 99 στα 100, και στις 26 Ιουλίου πέθανε η μητέρα μου, 101 στα 102. Την πραγματική ηλικία της την είχε πει μόνο στον Παντελή, σε όλους τους υπόλοιπους έλεγε ότι ήταν δυο χρόνια μικρότερη». 

— Πέθαναν σε μεγάλη ηλικία και οι δύο γονείς σας. Έχει σημασία η ηλικία, κυρία Καρυστιάνη, όταν μιλάμε για την απώλεια δικού μας ανθρώπου;
Δεν συνηθίζεις μια απώλεια, αλλά και γιατί να τη συνηθίσεις; Όταν πεθάνει ένας άνθρωπος που έχει σημαδέψει τη ζωή μας, η υπόθεση δεν πάει ποτέ στο αρχείο, δεν ξεχνιέται. Σε επηρεάζει, θυμάσαι, σκέφτεσαι, αναθεωρείς κάποια πράγματα, μπορείς να συγχωρήσεις ή να σιχαθείς εκ των υστέρων, αλλά η σχέση παραμένει ενεργή με κάποιον τρόπο. Ειδικά όταν η σχέση ήταν έντονη. 

— Θα ήθελα να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας για τους Κορνιζωμένους από το τέλος του βιβλίου, που το βρίσκω εκνευριστικό, γιατί δεν υπάρχει κάθαρση.
Καμιά φορά η κάθαρση δεν είναι όπως την έχουμε οι περισσότεροι στο μυαλό μας από αυτά που έχουμε μάθει από τις σπουδές μας και το σχολείο. Είναι η συνειδητοποίηση του άλγους, της συντριβής, της ανεπάρκειας, της ανικανότητας, και η συγκάλυψη, επίσης, πολλές φορές. Για να πω την αλήθεια, σε αυτή την περίπτωση δεν ήθελα ένα φινάλε καθησυχαστικό και παρηγορητικό που να δίνει εξηγήσεις, που να μας κάνει να πούμε «αχ, επιτέλους, ηρεμήσαμε». Στα περισσότερα βιβλία μου δεν υπάρχει στην τελευταία σελίδα η λύση της πλοκής, αν και οι Κορνιζωμένοι είναι ένα διαφορετικό βιβλίο. 

— Οι αμφιβολίες και τα ερωτήματα που σου μένουν κάνουν ακόμα πιο έντονο το στόρι, είναι ένα πολύ σκληρό βιβλίο, παρότι στην αρχή έχει ένα ιδιαίτερο χιούμορ που σε κάνει να γελάς δυνατά.
Δεν αντέχω χωρίς πινελιές έντονης φαιδρότητας. Επειδή σε όλα τα βιβλία μου έχω δύσκολες καταστάσεις, για να αντέξω εγώ η ίδια να προχωρήσω παρακάτω θέλω φράσεις και πινελιές χιούμορ, ακόμα και υπονομευτικές πλήρως των χαρακτήρων ή του συναισθήματος της στιγμής. Η βαθιά μου επιθυμία θα ήταν να γράψω κωμωδία, εδώ που τα λέμε, αλλά είμαι άχρηστη σε αυτή την επιθυμία.

— Πείτε μου λίγα πράγματα για τον Σπούγια, έναν πληγωμένο ήρωα για τον οποίο δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα. Δεν μαθαίνουμε για τη ζωή του, εκτός από το ότι ως παιδί είχε υποστεί κακοποίηση από τον παππού του, που τον είχε ταπεινώσει με έναν φρικτό τρόπο.
Καταρχάς δεν θα έκανα τίποτα που να έχει σχέση με σεξουαλική κακοποίηση που τόσο πολύ υπάρχει στα μέσα· υπάρχουν άλλα βιβλία, ταινίες, δημοσιογραφική έρευνα που την καλύπτουν πλήρως. Το 2009 που είχα την ιδέα και είχα φτιάξει τη σκαλέτα για τους Κορνιζωμένους δεν με ενδιέφερε, παρότι θα ήταν πιο λογικά τα στάδια και τα κλειδιά της πλοκής. Είπα «ε, και; Έχουν γίνει 500 τέτοια βιβλία».

— Ίσως να μην ήταν τόσο δυνατό το βιβλίο αν είχε άλλου είδους δολοφονία.
«Το φρικωδέστερον των εγκλημάτων», που έλεγε κι αυτός ο παλιός εισαγγελέας. Αυτό το σκατοπασαλειμμένο μυστικό που χαρακτήρισε τη ζωή του Σπούγια είναι μια μορφή άγριας καταστολής και άγριας βίας από την πλευρά του παππού του. Γιατί η βία δεν είναι πάντα μια μαχαιριά, δεν είναι πάντα μώλωπες σε όλο το σώμα, να σου ’χει σπάσει κάποιος το πόδι ή κάτι άλλο, να σου ’χει ανοίξει το κεφάλι και να τρέχουν δυο κιλά αίματα· βία πολλές φορές εξίσου –αν όχι και χειρότερα– επιδραστική πάνω στο άτομο είναι αυτή που δεν μπορείς να την εξομολογηθείς και δεν μπορείς να τη δείξεις, που δεν αφήνει ορατά σημάδια.

Αυτό που σκεφτόμουν και ζύγιζα μέσα μου και αναρωτιόμουν μόλις ολοκλήρωσα το βιβλίο ήταν εάν υπάρχει αυτό που φαίνεται στα βιβλία μου ότι έψαχνα σε όλη μου τη ζωή: λεπτομέρειες, έστω, καλοσύνης. Έχω πάνω από 50 δορυφορικούς χαρακτήρες στο βιβλίο, τους φίλους του μπαμπά, των παιδιών, γείτονες, πελάτες, που όλοι έχουν ένα ιδιαίτερο ταυτοτικό στοιχείο και οι περισσότεροι είναι άνθρωποι που δεν μπορείς να τους επισυνάψεις άσχημες πλευρές, είναι καθημερινοί άνθρωποι. 

— Δεν είναι μια κακή κοινωνία η Κρανιά.
Είναι μια κοινωνία σύγχρονη, μια μικρή πόλη. Ο Σπούγιας εκφράζει αυτό που ένιωθα κι εγώ, ότι πλέον, εδώ και χρόνια, η βία σφραγίζει τα πράγματα. Στο παρελθόν του υπάρχουν στιγμές ταπείνωσης, και μάλιστα πολλαπλές. Όταν αποτυχαίνει η σχέση του με την πρώην σύζυγό του, δέχεται αυτές τις κατραπακιές και δεν μπορεί να ελέγξει τον εαυτό του, να αντιδράσει με έναν τρόπο λογικό και πιο αποδεκτό. Υπάρχει γύρω μας πολλή και ξέφρενη βία, που ασκείται με πολλή άνεση και χωρίς ελαφρυντικά, μερικές φορές και με έπαρση, και δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν τη βλέπουμε, ανοίγεις τον υπολογιστή και βλέπεις μπάζα της κακόμοιρης της Γάζας...

— Πιστεύετε ότι είναι πιο βίαιη η κοινωνία σήμερα από ό,τι ήταν πριν από 30 ή 40 χρόνια; 
Παίζει ρόλο το γεγονός ότι παρακολουθούμε τα πάντα σήμερα και βλέπουμε πράγματα που τότε δεν τα μαθαίναμε ποτέ. Τότε, ας πούμε, στην πρώτη σελίδα μιας εφημερίδας υπήρχε μια μικρή ασπρόμαυρη φωτογραφία –«ο καταχραστής του Δημοσίου»– ή υπήρχε ένα φονικό, τώρα πιστεύω ότι φαίνονται περισσότερα αλλά είναι και περισσότερα, γιατί δεν έχουν από πού να κρατηθούν οι άνθρωποι.

«Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη» Facebook Twitter
«Εναποθέτω ελπίδες στα νέα παιδιά επειδή τα έχουμε γαμήσει με λάθη οι προηγούμενες γενιές. Αν απαλλαγούν από την «εμπειρία» και τη «σοφία» μας, θα κάνουν έναν καλύτερο κόσμο. Είμαι 72 ετών και για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Οι δρόμοι μακράς ενατένισης έχουν όλοι ναρκοθετηθεί απ’ τις αγορές, από συμφέροντα, δηλαδή αυτό που διαφημίζεται ως κανονικότητα δεν είναι μια ευνομούμενη πολιτεία με δίκαιους νόμους, την οποία οι πολίτες σέβονται και σέβεται κι εκείνη τους πολίτες, είναι κάτι άλλο, είναι να πνίγονται δεκάδες και εκατοντάδες άνθρωποι στη θάλασσα, να παρακολουθούμε να πολλαπλασιάζονται τα εργατικά ατυχήματα, να μαθαίνουμε τα δισεκατομμύρια που εισπράττουν τα καρτέλ στα σούπερ μάρκετ, στην ενέργεια και στις τράπεζες. Είμαστε σχεδόν ανίσχυροι και με πιάνει μια στενοχώρια, γιατί είναι λες και η πολιτική και η Δικαιοσύνη να φοβούνται πια να επωμισθούν το αληθινό βάρος του ρόλου τους, ή να υποτάσσονται κατά κάποιον τρόπο.   

— Μήπως είμαστε προορισμένοι ως όντα να κατασπαράσσουμε ο ένας τον άλλο; Μήπως είναι στην ανθρώπινη φύση ο πόλεμος και η βία;
Δεν ξεκίνησαν ποτέ πόλεμοι επειδή οι άνθρωποι είχαν καιρό να δολοφονήσουν. Υπάρχει πάντα το κίνητρο και το κίνητρο είναι τα συμφέροντα. Πάντα από αυτά υποκινούνταν. Σήμερα η δόξα είναι τα δισεκατομμύρια· ο Έλον Μασκ, αυτή η τρομακτική προσωπικότητα, επισκιάζει οτιδήποτε άλλο έχει σχέση με τη ζωή των απλών ανθρώπων. Όλοι αυτόν παρακολουθούν. Το θαυμάσιο της αντιφατικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης είναι ότι ο καθένας είναι ικανός για τα πάντα και δεν υπάρχουν συμπεριφορές και πράξεις εκτός των ορίων της συλλογικής μας εμπειρίας. Δεν υπάρχουν εξωγήινοι και ουρανοκατέβατοι, όλα εντάσσονται στη συλλογική κοινωνική εμπειρία.

Όσο για τον Σπούγια, είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει ζήσει σε κανονικό οικογενειακό πλαίσιο. Δεν το εξυμνώ και δεν το αγιοποιώ το οικογενειακό πλαίσιο, γιατί υπάρχουν οικογένειες που μπορεί να είναι και σφηκοφωλιές –πάντοτε παίζονται, ακόμα και στις άγιες οικογένειες, παιχνίδια εξουσίας, η συμμετρία δεν εξασφαλίζεται πάντοτε–, αλλά υπάρχουν σελίδες πολλές μέσα σε αυτό όπου έχει δοκιμάσει το κάθε μέλος την αλληλοϋποστήριξη, τη θαλπωρή κ.λπ. Ο Σπούγιας δεν είχε τίποτα απ’ όλα αυτά και όταν σκοτώνει το παιδί του γίνεται αφανιστής της οικογενειακής ρίζας, δεν υπάρχει πια άλλος. Έβαλα πολύ νωρίς στο βιβλίο τον φόνο, αλλά ο υποψιασμένος αναγνώστης καταλαβαίνει πριν από το τέλος του πρώτου κεφαλαίου τι έχει συμβεί.

Θέλω να σου πω ότι είμαι πιο πολύ αναγνώστρια παρά πεζογράφος –σιγά τα λάχανα, έχω γράψει κάτι λίγα βιβλία– και όχι μόνο σέβομαι τον αναγνώστη και τον λατρεύω, αλλά ζητάω και τη συμμετοχή του στο βιβλίο. Δεν θέλω να του το κάνω νιανιά. Όπως δοκιμάζομαι εγώ, δοκιμάζω τις αντοχές μου και κάνω πίσω εκεί που καταλαβαίνω ότι δεν μπορώ να είμαι ειλικρινής, ότι δεν έχω δύναμη, έτσι θέλω και ο αναγνώστης να μην το ξεπετάξει για να αποφορτιστεί από την καθημερινότητα. Γιατί πολλές φορές τα μυθιστορήματα ειδικά παίζουν αυτόν τον ρόλο, σε αποφορτίζουν, κι αυτό είναι καλό, ευλογία, αλλά δεν μπορεί να είναι μόνο αυτό η λογοτεχνία. Υπάρχουν απαιτήσεις. 

— Παρότι υπάρχουν ενδείξεις από πολύ νωρίς στο βιβλίο για τα κίνητρα μιας τέτοιας πράξης, πρέπει να σας πω ότι αυτό που με σόκαρε περισσότερο στον Σπούγια ήταν ότι το έγκλημά του ήταν προσχεδιασμένο, είχε σκεφτεί ακόμα και πώς να κρύψει τα ίχνη.
Δεν ήταν εν βρασμώ ψυχής, ούτε ή ώρα η κακιά, και το λέει κάποια στιγμή ότι «κάποιες φορές σαν να τον ενδιέφερε περισσότερο όχι το γιατί αλλά το πώς». Δηλαδή είχε ανακαλύψει την ηδονή της σκηνοθεσίας του φρικωδέστερου εγκλήματος, κατά κάποιον τρόπο. Δεν πίστευε ότι θα το κάνει, ήταν ένα παιχνίδι διερεύνησης των ορίων της ύπαρξής του κι ενώ είχε ένα κανονικό επάγγελμα, σε μια κανονική πόλη, κ.λπ., το τι υπάρχει στην ψυχή του καθενός και πίσω απ' τις κλειστές πόρτες είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό.

Στον καθημερινό λόγο όταν λέμε «συμβαίνουν πίσω από κλειστές πόρτες» εννοούμε ανόσια πράγματα και περιπετειώδεις καταστάσεις. Μπορεί να υπάρχουν θησαυροί που δεν τους παίρνουμε χαμπάρι, αλλά το μυαλό και η ψυχή του καθενός, το βλέμμα του, η πιο έγκυρη υπογραφή της ύπαρξης, πάντοτε μπορεί να μας εκπλήξουν. Δηλαδή όλα μπορείς να τα περιμένεις. Ο Σπούγιας είναι ένας άνθρωπος που στην καθημερινότητά του δεν είναι κάθαρμα. Πρόσεχα από την αρχή να μην τον περιγράψω ως κακό, γιατί δεν είναι μονοδιάστατοι οι άνθρωποι.  

— Περισσότερο τον λες ψυχικά διαταραγμένο.
Αυτό το έχουμε δει πολλές φορές και στη λογοτεχνία και στη ζωή. Εδώ είναι μια δοκιμασία για τον αναγνώστη περισσότερο, ο οποίος σε κάποιες σελίδες ταυτίζεται, τον συμπονάει για την ορφάνια του, τον συμπονάει για το σκατοπασαλειμμένο σωβρακάκι του –αυτό το έχω ζήσει με κάποιο παιδί στο δημοτικό και μου 'χει μείνει αλησμόνητη η εμπειρία, από έναν άκαρδο δάσκαλο, ένα κάθαρμα –, συν το γεγονός ότι είναι ευσυνείδητος στη δουλειά του, έσωσε ένα παραδοσιακό κορνιζοποιείο, το «Τέλειον», το οποίο ήταν σημείο αναφοράς γι’ αυτήν τη μικρή πόλη. Όταν συνειδητοποιείς περί τίνος πρόκειται, έχω την εντύπωση ότι συνταράσσεσαι και συγκλονίζεσαι, δοκιμάζεσαι ως αναγνώστης, γίνεσαι κουρέλι. Δεν δοκιμάζεται μόνο ο συγγραφέας γράφοντάς το, υπερβαίνοντας τα όρια.

Γιατί οι πιο πολλοί συγγραφείς αυτό κάνουμε, οι καλλιτέχνες γενικότερα, είμαστε σε μια καθωσπρέπει, συμβατική ζωή και προσπαθούμε γράφοντας, ή με την τέχνη μας, να υπερβούμε τα όρια, να πάμε εκεί που δεν είναι συμβατικά τα πράγματα. Μέσα σ’ αυτά τα όρια βλέπουμε ότι γίνονται πολλές ταινίες όπου οι πιο ελκυστικοί ήρωες είναι οι κακοί. Αυτός όμως δεν έχει κάτι ελκυστικό επάνω του, δεν είναι μια προσωπικότητα που αισθάνεσαι ότι έχει φωτοστέφανο, αίγλη, ένας κανονικός άνθρωπος του κιλού είναι, που μάζεψε, μάζεψε, και δεν άφησε τίποτα να πέσει κάτω. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίζει, ορισμένα πράγματα πρέπει να τα αφήνουμε κάτω – κι έχουμε κάνει κι εμείς του κόσμου τα κρίματα. Υπάρχει η φράση μιας Αγγλίδας ποιήτριας που λέει «ο χρόνος πληγώνει όλες τις θεραπείες»… Λέμε «ο πανδαμάτωρ χρόνος θεραπεύει τα πάντα», αλλά ισχύει και το τελείως αντίστροφο στη ζωή.  

«Είμαι με τους ταπεινούς, στη χαμηλή κλίμακα, και πιστεύω ότι τα ταπεινά πράγματα είναι πολύ πιο σπουδαία από ό,τι νομίζουμε. Από ό,τι μας επιτρέπουν. Ξεμάθαμε να ζυγίζουμε...» 

— Υπάρχει ένα ξεβόλεμα των νοικοκυραίων στο βιβλίο.
Ήθελα να νιώσω εκτεθειμένη εγώ η ίδια. Δεν ήθελα να ακολουθήσω την ασφάλεια, την πεπατημένη. Λίγο-πολύ, με τα λίγα βιβλία που έχω γράψει, έχω καταλάβει ότι μπορώ να διεκπεραιώσω μια ιστορία, να βάλω και κάτι πιπεράτο, να βάλω και στις παρυφές λίγο πολιτικό σχόλιο, να βάλω και λίγο παρελθόν και λίγη διακύμανση του χρόνου, «μια πίτσα με απ’ όλα», που έλεγε κι ο Τσαρούχης. Εδώ ήθελα να δοκιμάσω να κάνω κάτι και δεν ήμουν σίγουρη ότι μπορώ, γι’ αυτό είχα τελειώσει το βιβλίο και δεν το πήγαινα στον εκδότη. Δεν ξέρω γιατί, με είχε επηρεάσει πάρα πολύ η ιστορία με την Παλαιστίνη, έλεγα ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε, ότι όλα είναι κανονικά.

— Στο βιβλίο, ωστόσο, δεν υπάρχει αναφορά στην πολιτική κατάσταση, παρότι είναι 2016, μια εποχή που η Ελλάδα βράζει πολιτικά, επί ΣΥΡΙΖΑ. 
Υπάρχουν αναφορές, αλλά είναι μικρές. Η νεολαιίστικη παρέα, ο καημένος ο Γιαννούλης που επιθυμεί ένα παγκόσμιο σκίρτημα και παίρνει το λεωφορείο και πάει όπου γίνονται διαδηλώσεις, η Κλέα, αυτό το πλασματάκι που τα σούρνει χύμα και τσουβαλάτα, είναι τα νιάτα τα οποία έχουν το πάθος, την επιθυμία και την αντοχή, αλλά έχουν και την ανυποκρισία. Και δυστυχώς είναι λάθος να έχουν υπομονή με εμάς τους μεγαλύτερους που είμαστε καμένα χαρτιά. Δεν τους στρώσαμε ένα καλό παρόν και ένα καλό μέλλον, απ’ ό,τι φαίνεται. Πολιτικά σχόλια υπάρχουν στο βιβλίο τόσο όσο, δεν θέλω να μαρκάρομαι και ως πολιτική συγγραφέας, να πω την αλήθεια.

Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, λέει η Σιωπηλή μέσα στο βιβλίο, η Αναστασούλα η Πελεκάνου, «δεν είναι σωστό να δέχεται κανείς την καταπίεση της συμμετοχής σε μια συζήτηση», αλλά αυτοί τα είπαν όλα και μόνοι τους, ο ένας εναντίον του άλλου. Δεν επιθυμώ να εμπλουτίσω το ρεπερτόριο με αυτές τις σαχλές ατάκες που ακούστηκαν ένθεν κακείθεν. Να πω και ότι η στεναχώρια μου είναι πέραν αυτού, γιατί από παλιά, αν πάρει κανείς την αριστερά σ’ όλο της το φάσμα, από το κομμουνιστικό κόμμα μέχρι όλα τα υπόλοιπα κινήματα και οργανώσεις, βλέπει ότι όταν υπάρξει μια ήττα από τον ταξικό αντίπαλο ή από την ανεπάρκεια εξυπηρέτησης λαϊκών συμφερόντων, ο πιο εύκολος αντίπαλος να τα βάλεις και να τον χρεώσεις είναι ο πρώην σύντροφος. Αυτός είναι ο πιο βατός αντίπαλος, οπότε εκεί πέφτει το ξεφώνημα.

Τι γίνεται όμως; Εστιάζουμε όλοι σ’ αυτό, που είναι η μικρή εικόνα, και δεν βλέπουμε το πανοραμικό πλάνο της μεγάλης εικόνας και το πού πάει ο κόσμος σήμερα. Δηλαδή, η πολιτική, η οποία έχει συγκεντρώσει τόση εμπειρία, έχει πια τόσα μέσα, έχει τόση γνώση, έχει τόσους ειδικούς με 15 μεταπτυχιακά από τα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου, έχει καταφέρει να γίνει αξιοθρήνητη. Θα περίμενε κανείς ότι τον 21ο αιώνα θα ήταν καλύτερα τα πράγματα, μετά τον αιματηρό, μιλιταριστικό 20ό αιώνα στην Ευρώπη του Διαφωτισμού, με τα τόσα εκατομμύρια νεκρούς, αλλά έχει παλινορθωθεί η μισαλλοδοξία για θρησκευτικούς και πολιτικούς λόγους, ο αντικομμουνισμός, ο νόμος του Χαμουραμπί, που δικαιολογεί τα αντίποινα.

Στο βιβλίο μου Κοστούμι στο χώμα ήθελα να πω με όλη μου την ψυχή ότι τα αντίποινα δεν είναι λύτρωση σε καμία περίπτωση, διαιωνίζουν τον φόβο, το πένθος, την καταδίκη μιας κοινωνίας, σημαδεύουν, αφανίζουν. Βλέπω ότι νομιμοποιούνται τα αντίποινα και δοξάζονται κιόλας, μετά την επιδρομή της Χαμάς. Στα βιβλία μου δεν υπάρχουν συναρπαστικές, επιδραστικές προσωπικότητες που μένουμε άφωνοι και τις ακολουθούμε πιστά, αλλά τα χαμηλά σκαλοπάτια, γιατί για μένα εκεί είναι όλη η ομορφιά και όλη η εμπειρία της ζωής: ο κόσμος ο ταπεινός, που αποφασίζει να μην είναι και ταπεινωμένος. Έχω μεγαλώσει μέσα σε τέτοιον κόσμο, οι περισσότεροι φίλοι μας, και του Παντελή και οι δικοί μου, είναι τέτοιοι άνθρωποι, και οι εκπλήξεις είναι απεριόριστες. Δεν είναι ένας κόσμος μονότονος και άνευ σημασίας.

Είναι κρίμα, γιατί στη σημερινή εποχή φοβάμαι ότι η έννομη τάξη –η οποία θυμίζει τον αγρότη που αλλάζει τα πασαλάκια και μεγαλώνει το οικόπεδό του– φτιάχνεται και εφαρμόζεται κατά πώς συμφέρει την εκάστοτε εξουσία· αλλά και με την κατήχηση κάποιων μέσων ενημέρωσης, οι πολίτες μαθαίνουν να μην έχουν καμία εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Μαθαίνουμε πώς να μειώνουμε τις προσδοκίες μας, πώς να αμφισβητούμε και τα καλά που έχουμε ως εμπειρίες, μαθαίνουμε πώς να μισαναπνέουμε και πώς να μην ονειρευόμαστε.

— Γι’ αυτό και ο Τραμπ ξαναβγήκε στην Αμερική.
Και ο Μασκ θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος. Είπε κάτι εκπληκτικό προχθές, ότι είναι πλέον ξεπερασμένα τα F-16, F-35, F-55 κ.λπ., όλα τα μαχητικά αεροπλάνα είναι για πέταμα, με drone θα γίνονται οι επιθέσεις σε αυτήν τη φάση. Πάνω που αγοράσαμε τα Rafale... Ξέρεις, είμαστε όλη μέρα συνδεδεμένοι στο ίντερνετ και δίνουμε πρόσβαση στη ζωή μας. Ειδικά οι νέοι άνθρωποι, που έχουν μια αθωότητα, μια τόλμη, μια περιέργεια να δοκιμάσουν πράγματα στη ζωή τους, στον έρωτα, ουσιαστικά είναι φακελωμένοι, όλοι είμαστε φακελωμένοι και οι φακελωμένοι πολίτες είναι σφραγίδα φασισμού. Είναι φοβερό, με πιάνει τρόμος όταν το σκέφτομαι... Η τεχνολογία είναι ικανή για άθλους και για αθλιότητες.

Μιλούσα προχθές με τον Παυλάκη, αυτόν που ανακάλυψε πριν από είκοσι χρόνια τα mRNA εμβόλια, και του λέω «θα σας παραδεχτώ με την τεχνητή νοημοσύνη, Γιώργο, αν στραφεί το βάρος σε πράγματα τα οποία θα βοηθήσουν πραγματικά την ανθρωπότητα. Ο τομέας σου είναι η υγεία, η έρευνα, τα εμβόλια, υπάρχει όμως και κάτι άλλο, πώς οι επιστήμονες, οι οποίοι πολλές φορές συνειδητά και λίγες φορές ασυνείδητα ενσωματώνονται σε αυτές τις στρατηγικές, θα ψάξουν να βρουν έναν τρόπο να σταματήσει πια αυτή η απίστευτη ψαλίδα που υπάρχει ανάμεσα στον αμύθητο πλούτο και στην αδυσώπητη φτώχεια». Έχω εμπειρία από τα δημόσια νοσοκομεία, στο νοσοκομείο που πήγαινα για τις θεραπείες στον πρώτο μου καρκίνο την ίδια φροντίδα που είχα κι εγώ είχαν και οι Ρομά και οι Αλβανοί που δεν είχαν ασφάλιση· τώρα έχουν κοπεί αυτά.

«Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη» Facebook Twitter
«Καμιά φορά η κάθαρση δεν είναι όπως την έχουμε οι περισσότεροι στο μυαλό μας από αυτά που έχουμε μάθει από τις σπουδές μας και το σχολείο. Είναι η συνειδητοποίηση του άλγους, της συντριβής, της ανεπάρκειας, της ανικανότητας, και η συγκάλυψη, επίσης, πολλές φορές». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο που είναι πολύ σοβαρό: αυτή η ιστορία με τα απογευματινά ιατρεία θεωρώ ότι είναι ήττα του πολιτισμού, δεν μπορεί ένας άνθρωπος που πρέπει να χειρουργηθεί να περιμένει έναν χρόνο αν δεν έχει λεφτά, όταν έχει πληρώσει το ασφαλιστικό του ταμείο και ένα σωρό εισφορές. Διώχνουν δουλειές απ’ τα δημόσια για να πάνε στα ιδιωτικά. Ο Παντελής κι εγώ ζούμε χάρη στα δημόσια νοσοκομεία και δεν έχουμε παράπονο. Ίσως σκεφτείς ότι είμαστε γνωστοί και μας φρόντισαν με το παραπάνω, δεν ισχύει όμως. Είδα σε αρκετά δημόσια νοσοκομεία και την κακή πλευρά, το φακελάκι, αλλά οι γιατροί και οι νοσηλευτές γενικά τρέχουν σαν τον Βέγγο, είναι υπεράνθρωπη η δουλειά που κάνουν.

Ένα άλλο θέμα που θα έπρεπε να απασχολήσει είναι ότι δεν είναι 500.000 οι νέοι –πτυχιούχοι ως επί το πλείστον– που έφυγαν στην πρώτη φάση της κρίσης, μέχρι και τον ΣΥΡΙΖΑ, έφυγαν και 300.000, απ’ ό,τι λέει ο Παυλάκης, τα τελευταία 4-5 χρόνια. Δηλαδή ξεμένουμε από απαραίτητες ειδικότητες και στη δημόσια υγεία και στις επιχειρήσεις και σε άλλους τομείς, στην οικονομία κ.λπ., γιατί η πατρίδα γίνεται αφιλόξενη...

— Πείτε μου για τον Χρόνη, είναι ένα παιδί καλό, όμορφο, με όνειρα…
Που του αρέσει να σφίγγει στην αγκαλιά του τη θάλασσα.  

— Η κοπέλα του, η Κλέα, είναι το πιο μεγάλο θύμα στην ιστορία, γιατί διαλύεται και η δικιά της ζωή, δεν τον ξεπερνάει ποτέ τον Χρόνη.
Το λέει και ο ίδιος ο δολοφόνος, «ουσιαστικά σκότωσα δύο παιδιά». Έχει πλήρη συνείδηση των κατορθωμάτων του, δεν τα κρύβει απ’ τον εαυτό του. Αυτά τα δυο παιδιά είναι μια αντίστιξη στην πράξη του Σπόγια στο μυθιστόρημα, την οποία δεν τη χρησιμοποίησα για να εξισορροπήσω την πλοκή, την είχα ανάγκη για να αρπαχτώ από κάπου, γιατί στη ζωή θέλω παντού να ψάχνω έστω λεπτομέρειες καλοσύνης που πλέον δεν είναι ορατές. Εναποθέτω ελπίδες στα νέα παιδιά επειδή τα έχουμε γαμήσει με λάθη οι προηγούμενες γενιές. Αν απαλλαγούν από την «εμπειρία» και τη «σοφία» μας, θα κάνουν έναν καλύτερο κόσμο. Είμαι 72 ετών και για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη.

— Δεν έχει ίχνος κακού η Κλέα ως χαρακτήρας, ούτε ένα ψήγμα…
Είναι σαν να ζητάω συγγνώμη από τα νέα παιδιά, γιατί, αν μπορούσα, θα παρακαλούσα την Κλέα να με σφίξει λίγο στην αγκαλιά της και να μου δώσει ένα φιλάκι. Κάθε χρόνο τον Νοέμβριο βγάζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μια έκθεση για τη χρονιά, και πριν από την πανδημία έλεγε ότι τρίτη αιτία θανάτου των νέων κάτω των 25 ετών είναι οι αυτοκτονίες, γιατί σήμερα, στην παγκόσμια ιστορία που έχει τόσα μέσα, τόσες δυνατότητες, τόσες τεχνολογίες, που ταξιδεύουν πιο εύκολα οι άνθρωποι και υπάρχουν άνθρωποι που έχουν γυρίσει όλον τον κόσμο, ό,τι καλό και να τους υποσχεθείς για ένα ωραιότερο μέλλον είναι άμεσα διαψεύσιμο. Κάποτε τελείωναν οι πόλεμοι και οι άνθρωποι είχαν την ελπίδα ότι σιγά-σιγά θα ξαναφτιάξουν τη ζωή τους, ότι θα ’ρθουν καλύτερες μέρες, θα σταθούν στα πόδια τους· τώρα ξέρεις ότι είσαι παγιδευμένος. Η μόνη ελπίδα είναι να αποδειχτεί η απληστία η αχίλλειος πτέρνα όλης αυτής της κατάστασης...

— Για ποιο μέλλον να μιλήσεις στα νέα παιδιά, όταν μετά από σαράντα χρόνια ακούγεται ξανά η απειλή πυρηνικού πολέμου; Διάβαζα ότι η γερμανική κυβέρνηση έχει μοιράσει φυλλάδια στα οποία συμβουλεύει τους πολίτες να κάνουν προμήθειες και να φτιάξουν καταφύγια για την περίπτωση πολεμικής σύρραξης.
Ναι, και θα βγάλουν λεφτά οι εργολάβοι, γιατί ο πύραυλος που πέταξαν πρόσφατα οι Ρώσοι, η «αγριοφουντουκιά», που δεν ανιχνεύεται, μπορεί να περάσει κάτω από το έδαφος, να τρυπήσει το τσιμέντο και να φτάσει σε μεγάλο βάθος. Εδώ έρχονται και δένουν όλα αυτά που παρατηρούμε τελευταία: η εξαφάνιση της προσωπικής ζωής, η υπονόμευση της δυνατότητας να έχεις έλεγχο του εαυτού σου –ανήκεις σε άλλους, δεν υπάρχει ατομικότητα–, επίσης η εκμετάλλευση των μικρών παιδιών, η εκδικητική πορνογραφία, η ανέχεια, οι πόλεμοι, μαζεύονται πάρα πολλά… Εύχομαι οι νέοι να ’χουνε κουράγιο και κάποια στιγμή να πάρουν ανάποδες μαζικά. Δυστυχώς η πολιτική και η Δικαιοσύνη αρνούνται να επωμισθούν το πραγματικό βάρος του ρόλου τους, έχουν αφεθεί στις αγορές, οι οποίες ναρκοθετούν τις καταστάσεις με μια τυφλότητα, χωρίς να αναλογίζονται τις συνέπειες.

Καμιά φορά αναρωτιέμαι, υπάρχει στρατηγική ή το πράγμα μόνο του οδηγείται να στοχεύσει τις ανθρώπινες σχέσεις; Λόγω της εξάρτησης από το κινητό και την οθόνη, διαπιστώθηκε νέκρωση εγκεφαλικών λειτουργιών, γιατί είσαι απολύτως εξαρτημένος. Παλιά έκλεινες ραντεβού να πας να βρεις έναν φίλο σου και θυμόσουν πώς θα πας μέχρι εκεί: θα πάρεις τον τάδε δρόμο, θα στρίψεις στην τάδε πλατεία, μετά θα δεις ένα διώροφο ροζ κτίριο που είναι ένας φούρνος, μετά είναι μια πλατεία που έχει τρία μεγάλα πλατάνια, θα πας αριστερά και θα βρεις τον δρόμο που είναι ο φίλος σου. Τώρα πρέπει να βάλεις το GPS για να πας στα εκατό μέτρα, δεν χρειάζεται να θυμάσαι, αλλά δεν χρειάζεται και να παρατηρείς, να προσέχεις. Κι αφού υπάρχει νέκρωση εγκεφαλικών λειτουργιών, θα υπάρξει και νέκρωση σωματικών λειτουργιών κατά τα φαινόμενα... Όλα μαύρα τα είπα;

— Υπάρχει κάτι που σας δίνει ελπίδα;
Η Κλέα, οι νέοι καλλιτέχνες, οι νέοι άνθρωποι, που δεν τους αφήνουμε χώρο. Η δικιά μου ηλικία καταλαμβάνει πάρα πολύ χώρο, με τρομερό εγωισμό, σαν να δίνουμε πολύ μεγάλη σημασία στο παρελθόν μας, και σμικρύνουμε το εμβαδόν, το πεδίο για να μπορέσουν να λειτουργήσουν οι νεότεροι άνθρωποι. Τα τελευταία χρόνια γίνονται πολλές κινητοποιήσεις παγκοσμίως, και στη Λατινική Αμερική και στην Ευρώπη και παντού, όλες όμως οι κινητοποιήσεις είναι για καλύτερη διαχείριση του καπιταλισμού. Δεν έχει βγει απόφαση για άλλο ταξίδι, κρατάμε αναμμένες τις μηχανές για την τιμή των όπλων· όλοι ζητάνε καλύτερες συντάξεις, καλύτερες σπουδές μέσα στο πλαίσιο, στην πεπατημένη.

Δεν υπάρχει αμφισβήτηση, γιατί υπήρξαν πάρα πολλές αποτυχίες που δεν αναλύθηκαν επαρκώς και δεν ζυγίστηκαν, ώστε να βρεθεί κάτι που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες και στις σύγχρονες αντιλήψεις, να είναι ελκυστικό και ταυτόχρονα να κάνει καλό στους ανθρώπους. Για μένα η πιο λαϊκίστικη πολιτική είναι η αντιλαϊκή πολιτική. Όλοι μου οι ήρωες κάνουν ταπεινά επαγγέλματα, ο Σπούγιας είναι κορνιζοποιός. Παρότι είναι μια εποχή που πολλοί θέλουν να βρεθούν στα κέντρα των αποφάσεων, στις μεγαλουπόλεις και στις μητροπόλεις, ο Χρόνης και η Κλέα θέλουν να γίνουν δάσκαλοι στην άγονη γραμμή και να μάθουν τα παιδιά να αγαπάνε τα λουλούδια και να ξεχωρίζουν τα φυτά. Σου είπα, είμαι με τους ταπεινούς, στη χαμηλή κλίμακα, και πιστεύω ότι τα ταπεινά πράγματα είναι πολύ πιο σπουδαία από ό,τι νομίζουμε. Από ό,τι μας επιτρέπουν. Ξεμάθαμε να ζυγίζουμε...   

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Καρυστιάνη

Βιβλίο / «Ψιλά γράμματα» της Ιωάνας Καρυστιάνη: Αναζητώντας τον χαμένο πολιτικό χρόνο

Η Ιωάννα Καρυστιάνη δημιουργεί δύο ήρωες -και ταυτόχρονα αντιήρωες- για να δείξει την αντιφατικότητα της ανθρώπινης ζωής. Δυνατή πλοκή που διανύει έναν μακρύ χρόνο από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα και μια μεγάλη γεωγραφία από την Αθήνα, στο Αγρίνιο, στην Κρήτη. Ένα ντόμινο καταρρεύσεων που δίνεται με ειρωνεία και χιούμορ.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Η διαμάχη ανάμεσα στην Τζόαν Ντίντιον και την Ιβ Μπάμπιτζ συνεχίζεται και μετά θάνατον σε μια «διπλή» βιογραφία

Βιβλίο / Τζόαν Ντίντιον vs. Iβ Μπάμπιτζ: Μια διαμάχη που συνεχίζεται και μετά θάνατον

Η Ντίντιον και η Μπάμπιτζ πέθαναν με διαφορά έξι ημερών τον Δεκέμβριο του 2021: «Θέλω να πιστεύω ότι η Τζόαν Ντίντιον έζησε μια επιπλέον εβδομάδα από κακία», είχε γράψει τότε μια δημοσιογράφος σε ένα tweet που έγινε viral.
THE LIFO TEAM