Ανάμεσα στις ερωτήσεις παρατίθενται αποσπάσματα από τα βιβλία του «Τάλγκο» (1981), «Έλεγχος ταυτότητας» (1985) και «Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα» (1997), τα οποία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Εξάντας.
_______________
«Οι γλώσσες είναι ερωμένες πολύ απαιτητικές και ζηλιάρες. Ζηλεύουν ακόμη και το παρελθόν. […] Εξελίχθηκαν βέβαια οι σχέσεις μου με τη γαλλική γλώσσα. Δε μου κάνει πια σκηνές όταν απουσιάζω για μεγάλα διαστήματα στην Ελλάδα. Δε με υποβάλλει σε ανάκριση όταν επιστρέφω. Η γλώσσα με συνήθισε όπως τη συνήθισα κι εγώ». («Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα»)
_______________
Η γλώσσα είναι διαρκώς παρούσα στο έργο σας, της απευθύνεστε, της δίνετε σάρκα...
Παραδόξως, θα σου πω ότι οι γλώσσες δε με ενδιαφέρουν. Τις χρησιμοποιώ ως θέματα ή πρόσωπα ενός μυθιστορήματος. Οι γλώσσες και η γλωσσολογία με ενδιαφέρουν μονάχα σε συνάρτηση με το μυθιστόρημα. Βέβαια, όταν ασχολούμαι με μια γλώσσα κάνω πολύ σοβαρή και συστηματική έρευνα. Για το τελευταίο μου βιβλίο, την «Πρώτη λέξη», μίλησα με πενήντα γλωσσολόγους από διάφορες χώρες. Πρόκειται για μια τεράστια δουλειά. Ίσως το ενδιαφέρον μου αυτό να οφείλεται στο γεγονός πως βρίσκομαι σ' έναν διάλογο με δυο γλώσσες και τα βιβλία μου είναι τα αποτελέσματα αυτού του διαλόγου. Το γεγονός ότι στο βιβλίο μου «Οι ξένες λέξεις» ενδιαφέρομαι για μια γλώσσα της Αφρικής, οφείλεται στο άνοιγμα που μου εξασφαλίζει η διγλωσσία. Ίσως τελικά κουράστηκα να κινούμαι ανάμεσα σε δύο γλώσσες...
Γι' αυτό στον τηλεφωνητή σας το μήνυμα είναι ηχογραφημένο σε τρεις γλώσσες;
Ναι, στα ελληνικά, τα γαλλικά και τα Σάνγκο, γλώσσα της Κεντρικής Αφρικής. Όπως λέμε τάνγκο αλλά με σίγμα.
_______________
«Ξεκλειδώνοντας την πόρτα της πολυκατοικίας, αισθάνθηκα έναν πόνο στα γόνατα σα να με βάραινε ο ίδιος μου ο εαυτός και σκέφτηκα ότι μάλλον ήμουν ο ερωτευμένος». («Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα»)
_______________
Αυτό είναι ο έρωτας; Βάρος;
Ρωτήσανε κάποιον προσωκρατικό φιλόσοφο -του οποίου το όνομα μου διαφεύγει- πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να ερωτευθεί κανείς. Αυτός λοιπόν απάντησε: «Όταν θέλει να είναι πολύ δυστυχισμένος». Κοίτα, ο έρωτας, ο μεγάλος έρωτας, που τέλος πάντων όλοι τον ξέρουμε ή υποθέτω ότι τον ξέρουμε, είναι ένα άγχος. Διότι αυτό το τόσο καταπληκτικό πράγμα δημιουργεί παράλληλα και τον φόβο ότι θα τελειώσει. Ο έρωτας έχει μια θρησκευτική διάσταση. Αναζητά κάτι το απόλυτο, το θεϊκό. Αναζητά αυτό που δεν είναι μέσα στη ζωή, μέσα στα πράγματα. Δύσκολα βρίσκει τη θέση του στην πραγματικότητα. Βεβαίως, δημιουργεί κι έναν ενθουσιασμό, ένα κέφι. Είναι μια μεταμορφωτική εμπειρία. Ξαφνικά αισθάνεσαι ανάλαφρος και πανευτυχής.
Πόσο διαρκεί αυτό;
Τίποτα δε διαρκεί, έτσι κι αλλιώς. Γιατί να διαρκεί ο έρωτας; Αυτό είναι και το ενδιαφέρον του πράγματος. Δεν θα ήταν τόσο εξαιρετικός αν είχε διάρκεια!
_______________
«Η απελπισία μου θα ήταν αβάσταχτη αν πίστευα ότι η ζωή τελειώνει με το θάνατο, ότι οι άνθρωποι εξαφανίζονται οριστικά. Είμαι πεπεισμένος ότι οι νεκροί έχουν υπόσταση, αλλά τι είδους ακριβώς;». («Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα»)
[...]
«Μικρή νόμιζα ότι οι νεκροί μας παρακολουθούν από ψηλά στον ουρανό. Ότι τα αστέρια είναι τα αναμμένα τους τσιγάρα. Κι όταν έβλεπα να πέφτει κάποιο αστεράκι έλεγα: «Κάποιος νεκρός πέταξε το τσιγάρο του και πάει να κοιμηθεί». («Τάλγκο»)
_______________
Είναι κι η γραφή μια προσπάθεια να επικρατήσετε έναντι του θανάτου;
Πολλά βιβλία μου έχουν ως αφετηρία έναν θάνατο. Πιστεύω ότι η λογοτεχνία έχει άμεση σχέση με τον θάνατο. Δεν είμαι βέβαιος για το αν θα γράφαμε, σε περίπτωση που δεν πεθαίναμε ή που δε νύχτωνε ποτέ. Πιστεύω ότι η λογοτεχνία έχει άμεση σχέση με τη νύχτα, με το σκοτάδι. Τη νύχτα χρειαζόμαστε τη λογοτεχνία. Η λογοτεχνία είναι ένα είδος εξορκισμού του θανάτου, του σκοταδιού. Δε νομίζω πως οι ευτυχισμένοι άνθρωποι γράφουν μυθιστορήματα. Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι στέλνουν καρτ-ποστάλ.
_______________
«Η θέση της σημαίας είναι στο μπαλκόνι. Δεν έχω όμως μπαλκόνι. Μένω σε ένα υπόγειο στο Κολωνάκι. Ακόμη κι αν είχα σημαία, δεν θα μπορούσα να την αναρτήσω. Τα υπόγεια δεν έχουν τη δυνατότητα να γιορτάζουν την επιστροφή των εθνοσωτήρων, ούτε τις εθνικές επετείους. Είναι χώροι εκτός τόπου και χρόνου. […] Τα υπόγεια δεν έχουν ταυτότητα». («Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα»)
_______________
Τα τελευταία χρόνια η ζωή μετακόμισε στα υπόγεια και γεμίσαμε εθνοσωτήρες, δε νομίζετε;
Θίγεις ένα μεγάλο θέμα. Αυτό της άθλιας πολιτικής ηγεσίας των τελευταίων ετών, από την οποία δεν ξέρω πως θα ξεφύγουμε. Ίσως ψηφίζοντας...Απορώ με το ξάφνιασμα των πολιτικών όταν οι νέοι, που τους έχουν στερήσει το μέλλον, βάζουν φωτιά σε μια τράπεζα. Διότι έχουν καταστρέψει το μέλλον της νεολαίας...Αυτά τα παιδιά από τη μέρα που γεννήθηκαν χρωστάνε, χωρίς να ξέρουν σε ποιον και γιατί...Γιατί απορούν λοιπόν αυτοί που έχουν κάνει ένα τεράστιο έγκλημα εις βάρος του λαού; Είναι καταπληκτικός ο κυνισμός της πολιτικής ηγεσίας! Βάζει την αστυνομία να κυνηγάει τους νέους, αυτούς τους νέους που έχει επιβαρύνει τόσο...Επίσης, υπάρχει και το ζήτημα της Εκκλησίας...Η Εκκλησία είναι μια τεράστια, επικερδέστατη επιχείρηση και οι εκκλησίες τα διάφορα υποκαταστήματά της. Απορώ πώς οι νέοι δεν έχουν θίξει ακόμη αυτό το θέμα... Αναρωτιέμαι πότε επιτέλους θα ανανεωθεί το πολιτικό προσωπικό. Πότε όλοι αυτοί οι κύριοι που έμαθαν να τρώνε, θα μάθουν να αυτοσυγκρατούνται; Δεν ξέρω πως θα διορθωθούν όλα αυτά, δεν είμαι αρμόδιος. Έκανα όμως μια σκέψη...Η μόνη οικονομική διέξοδος για μας είναι να γίνουμε καταφύγιο όλων των συνταξιούχων της Ευρώπης. Να αποφασίσουμε ότι η Ελλάδα θα γίνει ένα γηροκομείο, στο οποίο θα έρχονται άνθρωποι από όλη την Ευρώπη για να τελειώσουν τη ζωή τους. Να περάσουν τα τελευταία χρόνια τους σε μια χώρα με ήλιο. Η μόνη επένδυση που μπορεί να γίνει είναι το να φτιάξουμε καινούρια νεκροταφεία. Μπορούμε να φτιάξουμε πολύ μεγάλα νεκροταφεία στη Μύκονο, την Κρήτη, τη Σαντορίνη...
Όλοι μιλούν για τη «σωτηρία της χώρας». Εσείς ποιο νόημα δίνετε στη «σωτηρία»;
Η λέξη σωτηρία έχει θεολογικό περιεχόμενο, δε νομίζεις; Δε γίνονται θαύματα! Τι περιμένουμε; Η μόνη επανάσταση που μπορεί να κάνει ο καθένας είναι σε σχέση με τη δουλειά του. Να την κάνει όσο καλύτερα μπορεί. Αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ. Μονάχα έτσι θ' αλλάξει κάτι στην κοινωνία. Η χώρα πάσχει από ανθρώπους που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, ξεκινώντας από τους πολιτικούς.
Κι αυτοί που δεν έχουν πια δουλειά για να την κάνουν καλά;
Γίνεται να είναι κανείς επιτυχημένος άνεργος; Δε γίνεται...Τι να πει κανείς; Η ανεργία είναι το μεγάλο πρόβλημα. Μας λείπει μια οικονομική πολιτική ανάπτυξης. Δανειζόμαστε για να πληρώνουμε νέα δάνεια. Τελικά, τα λεφτά μπαινοβγαίνουν στις τράπεζες κι ο κόσμος δεν τα βλέπει ποτέ. Μακάρι να υπήρχε μια πολιτική ηγεσία με όραμα. Ξέρεις, όταν πηγαίνω στο γαλλικό σούπερ μάρκετ δε βρίσκω ούτε ένα ελληνικό προϊόν. Μιλάμε για ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ που έχει προϊόντα από άπειρες χώρες. Κάποτε είχε κάτι ελληνικά γιαούρτια αλλά εξαφανίστηκαν κι αυτά. Η Ελλάδα σήμερα είναι μια μελαγχολία. Ελπίζω να βγει κάτι από αυτήν την απελπισία.
_______________
«…αντικρίζει τον καθρέφτη, εκεί μέσα βλέπει την πλάτη του μπάρμαν και τα πρόσωπα των πελατών…δεν ξέρει ποιος είναι ο ίδιος, δεν ξέρει ποιο από τούτα τα πρόσωπα είναι δικό του, είναι βέβαιος πως κάτι τέτοιο δεν του χει ξανατύχει ποτέ στο παρελθόν, να ξεχάσει μέχρι και την ίδια του την φάτσα. -Μπορεί και να μην είμαι εδώ». «(Έλεγχος ταυτότητας»)
_______________
Το να χάνεις τη δουλειά σου, το σπίτι σου ή το να βλέπεις τη ζωή σου να αλλάζει μέρα με τη μέρα, δεν δημιουργεί και μια διάλυση της ταυτότητάς σου;
Η ταυτότητα είναι ένα πράγμα που εξελίσσεται. Δεν βλέπω την ταυτότητα όπως τη βλέπει η αστυνομία, με κάποια στοιχεία οριστικά δοσμένα. Για μένα η ταυτότητα αλλάζει συνέχεια. Προφανώς αυτήν την στιγμή στην ταυτότητα των Ελλήνων έχει προστεθεί κι ένα δράμα. Βεβαίως, αυτό που συμβαίνει σήμερα αλλάζει την ταυτότητά μας. Αλλάζει τον τρόπο που μιλάμε, την σκέψη μας, τις μεταξύ μας σχέσεις. Η ταυτότητα των ανθρώπων αμέσως μετά τον πόλεμο ήταν περίπου έτσι. Η πείνα επηρεάζει την ταυτότητα. Η ανεργία επηρεάζει την ταυτότητα. Το να κάθεσαι όλη μέρα και να μην ξέρεις τι θα γίνει...Αυτό αντικρούει την αντίληψη ότι η ταυτότητα είναι κάτι πάγιο. Πέρα από αυτό, υπάρχει κι ένας κίνδυνος για τη γλώσσα, ο οποίος δεν είναι καινούριος. Πρόκειται για μια τελείως περιττή εισροή ξένων λέξεων. Έχουμε μια περιφρόνηση του πιο πολύτιμου ελληνικού στοιχείου, της γλώσσας. Η γλώσσα είναι το μόνο που συγκροτεί την ιστορία μας και μας συνδέει με τα προηγούμενα κεφάλαια.
_______________
«Σκέφτομαι τώρα αυτό που μου είπε εκείνο τον καιρό ένας παλιός δημοσιογράφος της Ελευθερίας: Τίποτε δε διαρκεί στην Ελλάδα, ούτε οι δημοκρατίες, ούτε οι δικτατορίες, ούτε οι βασιλείες. Όλα φθείρονται γρήγορα, οι θεσμοί, τα πρόσωπα, τα πράγματα. Όλα τα τρώει ο ήλιος και τ’ αλάτι». («Τάλγκο»)
_______________
Όλα τα τρώει ο ήλιος και τ’ αλάτι;
Αυτό μου το είχε πει ένας καλός δημοσιογράφος, ο Μιχάλης Στυλιανού. Συνδέεται με την απερισκεψία που επιδείξαμε τις προηγούμενες δεκαετίες, με τα χρήματα που έρχονταν απ' έξω...Στην Ελλάδα πάντοτε τα χρήματα έρχονταν απ' έξω. Εμείς απλώς μάθαμε να τα ξοδεύουμε. Είμαστε επηρεασμένοι από το γεγονός ότι είμαστε πολύ «παλιά» χώρα και δυστυχώς, οι πολύ «παλιές» χώρες δεν έχουν πολύ μέλλον. Ίσως το γεγονός ότι φερθήκαμε τόσο απερίσκεπτα να εκφράζει την σκέψη ότι σύντομα τελειώνουμε, όπου να 'ναι τελειώνει το παραμύθι...Μας έχει επηρεάσει αρνητικά η μεγάλη ιστορία που προηγείται του σήμερα.
_______________
«Δεν είμαι τεμπέλης. Όπως όλοι οι μετανάστες αναγκάστηκα να δουλέψω σκληρά για να κάνω αποδεκτή την παρουσία μου στη Γαλλία». («Ο μπαμπάς και άλλα διηγήματα»)
_______________
Έχετε υπάρξει κι εσείς «ξένος» σε μια χώρα και συχνά τοποθείστε υπέρ των μεταναστών…
Θα έπρεπε να χαιρόμαστε που έρχονται ξένοι στην Ελλάδα. Φυσικά, δεν είμαστε έτοιμοι να τους δεχθούμε ενώ σε μερικές γειτονιές της Αθήνας τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Τα γνωρίζω όλα αυτά. Όμως, το θεωρώ εξαιρετικά πολύτιμο για μια χώρα να έρχεται ένας ξένος. Αυτός φέρνει μαζί του περισσότερα απ' όσα θα πάρει. Κουβαλάει μια κουλτούρα, μια γλώσσα, μια σκέψη. Είναι σημαντικό για μια χώρα -που ο πληθυσμός της γερνά διαρκώς- να υποδέχεται νέους ανθρώπους. Διότι αυτοί οι άνθρωποι είναι, ως επί το πλείστον, νέοι. Θα έπρεπε να χαιρόμαστε και να τους διευκολύνουμε στο να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία, να μην εργάζονται σε καθεστώς μαύρης εργασίας. Αυτές όμως είναι πολιτικές αποφάσεις. Από την άλλη, στην Ελλάδα έχουμε μια άκρα Δεξιά, η οποία είναι φασιστική και καταγγέλει τους ξένους, λες κι είναι αυτοί το πρόβλημα. Οι ξένοι μάλλον αποτελούν λύση και όχι πρόβλημα.
σχόλια