1.ΕΚΔΟΤΩΝ ΕΓΚΩΜΙΟ: Επιμένουν στις προσηλώσεις τους κι έτσι μας κερνάνε, μας φιλεύουν, μας δωρίζουν. Πώς αλλιώς, αν όχι ως κέρασμα, ως potlatch (για όσους ξέρουν από άλλες οικονομίες), ως δώρο, μπορώ να δεξιωθώ τα όσα κάνουν, ιδίως τον τελευταίο καιρό, στους κήπους της ελληνικής πεζογραφίας και ποιήσεως ο Γκιώνης και η Πόλις, τα όσα κομίζει εμμόνως ο Πετσόπουλος με την Άγρα, τα κεντήματα που μας καλούν να απολαύσουμε η Γκανά και το Μελάνι; Κάποιοι εκδότες είναι μείζονες καλλιτέχνες, ενίοτε αργοί, ωραία μηχανάκια σε slow motion, αλλά πάντα μεθοδικοί, αν και ολοένα και περισσότερο τείνουν προς μια μούρλα θελκτική (αν και όχι πάντα θετική) σαν κι αυτή των ποιητών, ενώ, δυστυχώς κατ’ εμέ, φαίνεται να τη χάνουν, αυτήν τη μούρλα τη λυτρωτική οι περισσότεροι διάκονοι της ποίησης. Τέλος πάντων. Και, ας είναι!
2. ΚΑΛΛΙΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ: Μετά τα λίαν ενδιαφέροντα, και βραβευμένα άλλωστε, πεζογραφήματα που στεγάστηκαν (!) στον Ήχο του ακάλυπτου (2009), η Κάλλια Παπαδάκη (1978), και πάλι από τις εκδόσεις Πόλις, προσφέρει ποίηση. Ευπρόσδεκτη χειρονομία, μια ανθοδέσμη λέξεις/στίχοι/μελωδίες/αρώματα/ρυθμοί, με φόρμα λιτή, γραφή ελλειπτική. Η Παπαδάκη έχει εξορίσει τα κεφαλαία από την πολιτεία της ποιητικής της, μένει με τα μικρά τα γραμματάκια που συνθέτουν μικρές φράσεις, σύντομα σχόλια στην επικράτεια μιας πρώιμης πλήξης, μιας μειλίχιας μελαγχολίας. Έχουμε τους δύο σύγχρονους πόλους του δημιουργικού μπουμ (Βερολίνο, Ιστανμπούλ), αλλά και Φρίσκο και New York, κι ένα βραχνιασμένο ροκ που δεν θέλει να μένει μονάχα στα παρελθόντα κρίματα και στους δανεικούς καημούς αλλά να βρει τη μουσική του σήμερα, του νυν, του τώρα. Σκλήθρες, ψηφίδες, πετραδάκια για μια σακάτισσα μυθολογία της εποχής μας. «το καλοκαίρι που όλα κατέρρευσαν / έπεσε πρώτα η lehman brothers / καθόμασταν στον κήπο / αγίας ειρήνης κι αιόλου / έσκουζε το τσιμέντο / από τη ζέστη / έμπαινε ιούλης / κι εμείς είχαμε όνειρα / να κάνουμε ακόμα / αγκομαχούσε η οικονομία της / αμερικής / κι ήταν τα γέλια μας χαιρέκακα / φτηνά ψώνια στη νέα υόρκη / σου ’κλεισα το μάτι συνωμοτικά / έρωτας μες στο απομεσήμερο / μεσημεριανά κοκτέιλ / μ’ άγγιξες - το ’θελες, δεν το ’θελες; / κι ήταν η αφή σου πρόστυχη / σαν το γέλιο μας / άγγελος κακών μαντάτων / κι έπειτα κάπου εκεί σκοτείνιασες / έβαλες σημάδι / κι έσπρωξες το πρώτο φύλλο / τσούλησε το ντόμινο και / σιγά σιγά μας πήρε η κατρακύλα». (καλοκαίρι του 2006, σ. 31)
3. ΑΡΙΣΤΗ ΠΡΟΥΣΣΙΩΤΗ: Από τον Κρητιώτη στην Προυσσιώτη μπορούν ν’ αναφωνήσουν έμπλεοι ενθουσιασμού οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ των Ελλήνων θιασωτών της Δυνητικής Λογοτεχνίας. Το Θρόισμα των Εκδοχών (εκδ. Μελάνι) παίζει με τα παιγνίδια μιας παιγνιώδους λογοτεχνικής αθλοπαιδιάς: ό,τι κι αν πεις, μπορεί κι αλλιώς να ειπωθεί, μπορεί ό,τι υπονοήσεις να μεταφερθεί σε άλλο πλαίσιο, μπορούμε με μια μετατόπιση ενός σημείου στίξεως, με την αντικατάσταση ενός φωνήεντος ή ενός συμφώνου με ένα άλλο, με ένα-δυο άδολα τεχνάσματα να γίνουμε δόλιοι, αλλά πάντα με αθώο τρόπο, έτσι για το παιγνίδι, για το φίλαθλο πνεύμα της λογοπαιξίας, που όμως μπορεί κιόλας να σοβαρολογεί. Η Αρίστη Προυσσιώτη (πίσω από τούτο τον πέπλο κάποιοι δεν θα δυσκολευτούν ν’ αναγνωρίσουν ίσως μια δεινή δαμάστρια των δομών, μια μεταφράστρια της χθαμαλής ύλης σε πολύτιμο πνεύμα) έρχεται να μας δωρίσει ιστορίες μαζί με το άλλο τους. Ο ΧΧ (Χάμπερτ Χάμπερτ) που είναι το άλλο του ΚΚ (Κλαιρ Κίλτυ), θυμάστε; Διπλές ιστορίες, διπλά παιχνίδια, διπλοί κατάσκοποι (οι συγγραφείς). Δεξιωνόμαστε έναν περίκομψο τόμο με περίκομψες ιστορίες περίκομψα διπλές. Αριστερή σελίδα, δεξιά σελίδα. Διαβάζεις την αριστερή κι έχεις μιαν ιστορία. Αν ξαναδιαβάσεις, συνεχίζοντας όμως και στη δεξιά σελίδα, έχεις μιαν άλλη εκδοχή, πολύ διαφορετική, έως και αντίθετη, της πρώτης ιστορίας. Δόλος του Λόγου, μέσω τεχνασμάτων. Και, πού και πού, «το σμήνος των λέξεων ήταν απλά τυχερό» (σ. 84). Άριστα στη Αρίστη! Εύγε στο Μελάνι!
σχόλια