Attic à Paris, στο Φεστιβάλ Αθηνών

Attic à Paris, στο Φεστιβάλ Αθηνών Facebook Twitter
Γιώργης Χριστοδούλου
0

Η συνάντηση με τον Γιώργη Χριστοδούλου έγινε στη γειτονιά που ζει, στα Εξάρχεια, στον απόηχο του βίντεο για το «Πρωί με ξυπνάς με φιλιά», του κομματιού από τον πρόσφατο δίσκο του «Καντάδα» που σκηνοθέτησε ο Δαρείος Χαλίλι. Μου λέει για τις αντιδράσεις που είχε από κάποιους που βρήκαν προσβλητικό τον έρωτα των δύο αγοριών. «Μου έλεγαν ‘δεν ντρέπεσαι; τέτοιο βιντεοκλίπ για ένα ιερό τραγούδι που είχε πει η Βέμπο και αν η Βέμπο ζούσε τι θα έλεγε;’. Αν η Βέμπο ζούσε μπορεί και να γούσταρε. Την φαντάζονται συντηρητική αλλά δεν ήταν καθόλου, ζούσε στη Στουρνάρη και άνοιγε το σπίτι της και έβαζε μέσα κόσμο από το Πολυτεχνείο. Της χτύπαγαν την πόρτα οι αστυνομικοί και έλεγε ‘αν τους πάρετε θα έρθω κι εγώ στο τμήμα’. Οι καλλιτέχνες εκείνης της εποχής ήταν πολύ ανοιχτόμυαλοι και προοδευτικοί, ειδικά ο Αττίκ που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του. Μαζί με τη μουσική του έφερε στην Ελλάδα τον αέρα του Παρισιού της belle époque, κι άλλαξε τον τρόπο διασκέδασης στην αθηναϊκή νύχτα. Πολλοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν, αλλά αυτό που έκανε στην Μάντρα ήταν μοναδικό, ήταν ελιτίστικο, κουλτουριάρικο και πολύ τολμηρό, φαντάσου ότι είχε άνθρωπο που έκανε μιμήσεις της Ζοζεφίν Μπέικερ και της Zarah Leander τη δεκαετία του ’20 –στις φωτογραφίες της εποχής δίπλα στα παιδιά θαύματα βλέπεις τον Ζαζά που έκανε drug show- είχε κολλητούς ποιητές και καλλιτέχνες που ήταν ανοιχτά γκέι. Είχε και μια ιδιαιτερότητα γιατί έπαιζε μόνο δικά του τραγούδια, είχε το σόου με τα 8στιχα που ήταν interactive με το κοινό, τον διαγωνισμό ταλέντων, τα παιδιά-θαύματα, κι έκανε δύο παραστάσεις στο μικρό αυτόν χώρο και δεν δεχόταν να πάει σε πιο μεγάλο γιατί προτιμούσε να μείνει κόσμος απ’ έξω για να γίνεται ντόρος».

Ο Αττίκ είναι ένας σπουδαίος δημιουργός που έχει γράψει τη δικιά του ιστορία στο ευρωπαϊκό τραγούδι. Παρόλο που είναι γνωστός ως συνθέτης μεγάλων επιτυχιών με ελληνικό στίχο από τη δεκαετία του 20 μέχρι και το θάνατό του το 1944, είχε μια τεράστια καριέρα στο Παρίσι ως συνθέτης κομματιών κυρίως για καμπαρέ και Βοντβίλ με πικάντικους γαλλικούς -ή και ισπανικούς- στίχους, τάνγκο, βαλς, ακόμα και μελοποιημένη ποίηση. Η καριέρα του στο Παρίσι είναι σχεδόν άγνωστη και για πολλά χρόνια ξεχασμένη, -ραδιόφωνο και δίσκοι δεν υπήρχαν ακόμη, έτσι δεν υπάρχει ηχογραφημένο κανένα από αυτά τα τραγούδια. Ο Γιώργης Χριστοδούλου ψάχνοντας το έργο του Αττίκ στο Παρίσι ανακάλυψε ότι είχαν διασωθεί κάποιες από τις παρτιτούρες, έτσι ξεκίνησε έναν αγώνα αναζήτησης αυτών των κομματιών που κράτησε περισσότερο από δύο χρόνια. Αυτά που βρήκε σε βιβλιοθήκες, αρχεία και συλλέκτες ήταν εντυπωσιακά και το υλικό πολύ πλούσιο. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα του δίσκου με το ανένδοτο υλικό του Αττίκ που θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην μουσική παράσταση Attic a Paris στον Κήπο Δ της Πειραιώς 260 στις 19 Ιουνίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.   

Eίχα την πολύ καλή τύχη να πέσω σε συλλέκτες που δέχονταν να μοιραστούν το υλικό τους, -δεν το κάνουν αυτό συνήθως, κρατάνε αυτό που έχουν μόνο για τους ίδιους- και με βοήθησαν πάρα πολύ. Έτσι κατάφερα από τις 300 παρτιτούρες να μαζέψω λίγο παραπάνω από 200 που περιέχουν πολλά πράγματα και διαφορετικά.

«Αν ακούσεις τα τραγούδια των καμπαρέ είναι πολύ έξαλα» λέει, «σε κάποιο οι στίχοι αναφέρουν ‘υπάρχει μια φράση που τη λέει όλος ο κόσμος, είναι η αφελής φράση που ακούγεται παντού, στο Παρίσι, το Πεκίνο και το Τιμπουκτού, κι είναι η φράση ‘σε αγαπώ’ και ο νέγρος κάτω από την φοινικιά μέσα στην έρημο λέει στην καλή του νέγρα ‘σε αγαπώ και γουστάρω τα μεγάλα σου βυζιά’ και ο Γερμανός λέει στην γκόμενά του ‘γουστάρω τις μεγάλες σου καμπύλες και τις βυζάρες σου’. Υπάρχει κι άλλο ένα που έχω βάλει στο πρόγραμμα: ‘τι κλαις χαζούλα, τι κι αν είσαι κερατούκλα, τι κι αν σου τα έχω φορέσει, αν σε όλες τις άλλες έχω δώσει τα υπόλοιπα, σε σένα έχω δώσει την καρδιά μου’. (σημ. Pure Beyonce).

Τα τραγούδια του Αττίκ ήταν από τα πρώτα που έμαθα να λέω. Η γιαγιά μου ήταν δικηγόρος, αλλά ήταν σχεδόν μουσικός, είχε αυτή τη λόξα, έπαιζε πιάνο και είχε έναν πολύ περίεργο τρόπο να με μυεί στη μουσική. Δικό της τρόπο. Έφτιαχνε κασέτες με παραμύθια κλασικά που ενώ διηγιόταν και τα έγραφε στο κασετόφωνο, σταματούσε και τραγουδούσε βάζοντας δικούς της στίχους πάνω σε κλασικές μελωδίες. Έτσι μάθαινα και το παραμύθι και τη μουσική. Έτσι μεγάλωσα. Ένα από τα τραγούδια αυτά ήταν το ‘Αν βγουν αλήθεια’ του Αττίκ: Αν βγουν αλήθεια όσα νομίζεις παραμύθια αν δυστυχήσεις, την πόρτα μου έλα να χτυπήσεις… Τραγουδούσε την ‘Ξανθούλα’ του Σολωμού και του Μάντζαρου, το ‘Κι όμως, κι όμως κάτι μέσα μ' έχει μείνει που ούτε ο χρόνος ούτ' η λησμονιά δε σβήνει’ του Αττίκ, ερωτικά τραγούδια που έλεγα κι εγώ, χωρίς να έχω συναίσθηση του τι λέω. Μετά άρχισα να ακούω Χατζιδάκι. Έξι χρονών βρήκα την κασέτα του Μεγάλου Ερωτικού και μου λέει ‘Δεν ξέρεις τον Μεγάλο Ερωτικό!;’ και ντράπηκα και κάθισα μόνος μου και τον άκουσα. Τίποτα δεν καταλάβαινα, με τραβολόγαγε και στο Ηρώδειο όπου βαριόμουν πάρα πολύ τότε, αλλά μετά κατάλαβα πόσο καλό μου έκανε όλο αυτό. Έχω δει Κάραγιαν και Νουρέγιεφ που τους θυμάμαι σαν όνειρο. Μέναμε απέναντι, στην οδό Ερεχθείου, και ακουγόντουσαν οι ορχήστρες στο μπαλκόνι».

Τον ρωτάω τι θα περιέχει το Attic a Paris. «Είναι ένας ιδιαίτερος Αττίκ αυτός που θα παρουσιάσω, δεν θα έρθουν να ακούσουν τα σουξέ. Όταν έκανα τον τελευταίο μου δίσκο Καντάδα διάβασα πάρα πολύ, κάθε φορά για να μπω στο κλίμα των κομματιών κάνω έρευνα. Έψαχνα τι παραπάνω μπορούσα να μάθω για την εποχή, και για ποιο λόγο αυτοί οι άνθρωποι έγραφαν τραγούδια που άντεχαν τόσο πολύ, τι ιδιαίτερο είχαν. Στο μυαλό μας τους έχουμε ότι γεννήθηκαν με ψαρά μαλλιά, με γυαλιά, ότι κάθονταν μπροστά σε ένα πιάνο κι έγραφαν παρτιτούρες. Τέλος πάντων, πήρα διάφορα βιβλία και διάβαζα και έβλεπα διάφορα ντοκιμαντέρ και όσοι αναφέρονταν στον Αττίκ στην πρώτη του περίοδο έλεγαν ότι έχει 105 καταγεγραμμένα ελληνικά τραγούδια αλλά είχε και περίπου 300 κομμάτια τα οποία ήταν χαμένα. Στο βιβλίο της η Δανάη Στρατηγοπούλου λέει κάπου ότι το 1908 τον βρήκε σε μια ανάγκη ένας γαλλικός εκδοτικός οίκος, του έκανε ένα συμβόλαιο δεσμευτικό και εξέδιδε τις παρτιτούρες. Τότε δεν υπήρχε ραδιόφωνο και δεν ηχογραφούνταν τα κομμάτια. Αυτά τα τραγούδια γίνονταν γνωστά μέσα από τα καμπαρέ, τα Βοντβίλ και τέτοια. Για αυτό και έβγαιναν οι παρτιτούρες σε διάφορες εκδόσεις, για φωνή, χωρίς φωνή, μόνο φωνή. Σε ένα ταξίδι στο Παρίσι πριν από δυο χρόνια σκέφτηκα να αρχίσω να ψάχνω αυτές τις παρτιτούρες, επειδή ήξερα ότι οι Γάλλοι κρατάνε αρχείο με οτιδήποτε κυκλοφορεί στην αγορά. Και βρήκα την πρώτη. Μετά πήγα σε βιβλιοθήκες, άρχισα να ψάχνω σε αρχεία και από εκεί με έστειλαν σε συλλέκτες. Είχα την πολύ καλή τύχη να πέσω σε συλλέκτες που δέχονταν να μοιραστούν το υλικό τους, -δεν το κάνουν αυτό συνήθως, κρατάνε αυτό που έχουν μόνο για τους ίδιους- και με βοήθησαν πάρα πολύ. Έτσι κατάφερα από τις 300 παρτιτούρες να μαζέψω λίγο παραπάνω από 200 που περιέχουν πολλά πράγματα και διαφορετικά. Είναι τραγούδια του καμπαρέ που πολλά μοιάζουν μεταξύ τους, είναι πολλά που έχουν στίχους της εποχής, αλλά σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι υλικό πολύ ενδιαφέρον που στέκει και σήμερα. Με αυτό έχω ασχοληθεί. Έχει καταπληκτικά έργα για πιάνο, μικρά, που είναι κλασική μουσική. Έτσι ξεκινάει η παράσταση, με ένα ορχηστρικό. Κάναμε πριν από μερικές μέρες μια ηχογράφηση για το Τρίτο πρόγραμμα και οι ηχολήπτες που το άκουσαν έπαθαν πλάκα. Μετά από αυτά ο Αττίκ σταμάτησε να γράφει έργα για πιάνο. Να κάτι ενδιαφέρον σε αυτό το υλικό: οι στίχοι για πρώτη φορά δεν είναι δικοί του, είναι γαλλικοί ή κάποιοι ισπανικοί, και μετά υπάρχει μελοποιημένη ποίηση, είναι έργα για πιάνο, για οπερέτα. Είναι διαφορετικά από αυτά που έκανε στην Ελλάδα, αλλά έχει και πολλά τραγούδια –όχι τόσο παρλάτες που είναι τα μετέπειτα- και το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι θα πρέπει να έμαθε να γράφει τους στίχους για τα ελληνικά του τραγούδια από αυτά που δεν ήταν δικά του. Υπάρχει ισπανικό τραγούδι που είναι τάνγκο-μπολέρο αλλά οι στίχοι είναι ίδιοι με το «Από μέσα πεθαμένος» που χρησιμοποίησε ο Λάνθιμος στον Αστακό. Φαίνεται ότι από εκεί το εμπνεύστηκε, γιατί είναι σαν μια απόδοση αυτών των στίχων στα ελληνικά. Έβαλε απλά άλλη μουσική.

Έκανε πολύ μεγάλη καριέρα ο Αττίκ στο Παρίσι. Μπορεί να έπαιζε στα καμπαρέ, αλλά ψάχνοντας βρήκα ότι τον τραγούδησαν οι πιο μεγάλοι σταρ της εποχής. Υπάρχουν κάποια κομμάτια λίγο μεταγενέστερα, όταν ξεκίνησαν οι δίσκοι. Αλλά από τα πρώτα-πρώτα κομμάτια δεν υπάρχει τίποτα. Η Δανάη είχε αναφέρει στο βιβλίο της όλα τα θέατρα που είχε παίξει. Ήταν τότε που μόλις ανακαλυφθεί η αφίσα και το Παρίσι ήταν γεμάτο αφίσες του παντού. Όπου και να έπαιζε έκανε μεγάλο σουξέ και όλα τα θέατρα που εμφανιζόταν ήταν πολύ γνωστά.

Ο Αττίκ ήταν Αιγυπτιώτης από βαθύπλουτη οικογένεια, κι όταν πέθανε ο πατέρας του η μάνα του πήρε την οικογένεια και ήρθαν στην Αθήνα. Ήταν τόσο πλούσιοι και η μητέρα του είχε τόσο τρελές συνήθειες, που μια φορά που ήθελε να πάει στο Παρίσι να δει μια όπερα με τα δυο της παιδιά, επειδή δεν υπήρχαν εισιτήρια, νοίκιασε ολόκληρο τρένο, πήγαν στο Παρίσι, είδαν την όπερα και γύρισαν! Αργότερα, το 1907, πήγε με τον αδερφό του στο Παρίσι να σπουδάσουν νομικά, αλλά τα παράτησαν και γράφτηκαν στο κονσερβατόριο. Η μάνα τους όταν της το είπαν ότι θα γίνουν μουσικοί τους είπε ‘ό, τι θέλετε’, αλλά μέχρι το 1911 της είχαν τελειώσει τα χρήματα γιατί τα σπαταλούσε αφειδώς. Κι ας είχαν σχεδόν τη μισή Αθήνα δική τους. Έτσι έπρεπε να αρχίσει να δουλεύει και άρχισε να γράφει μουσική στα καμπαρέ. Το 1909 παντρεύτηκε μια Γαλλίδα, τη Μαρί – Ελέν, που ήταν ο μεγάλος του έρωτας. Έκαναν ένα παιδί αλλά το έχασαν όταν ήταν μωρό, και σε έξι μήνες πέθανε και αυτή από τη στενοχώρια της κι έμεινε μόνος. Λένε ότι τη βέρα από το γάμο τους δεν την έβγαλε ποτέ, τις βέρες από τους δύο επόμενους γάμους τις φόρεσε από πάνω. Την εποχή αυτή ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος και έφυγε από το Παρίσι, πήγε στη Ρωσία και μετά στην Κωνσταντινούπολη κι έκανε μεγάλη καριέρα παντού και το 1929 έρχεται πια μόνιμα στην Ελλάδα. Μέχρι τότε πήγε σε όλη την Ευρώπη.

Το ενδιαφέρον για τα έργα που ανακάλυψα είναι το χρονικό πλαίσιο και όλη εποχή που τα έγραψε. Αν δεις στο Παρίσι της εποχής, ο Μαρσέλ Προυστ έγραψε το Αναζητώντας Χρόνο, ζουν εκεί και δημιουργούν ο Γκογκέν, ο Πικάσο, ο Κοκτώ, η Σάρα Μπερνάρ, ο Στραβίνσκι με την Ιεροτελεστία της άνοιξης. Αν το καλοσκεφτείς, αυτή την τελευταία επταετία της μπελ επόκ πριν ξεκινήσει ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος είναι η καλύτερη εποχή. Αυτό όλο το έφερε στην Αθήνα. Ήταν ο πρώτος τραγουδοποιός και όλοι φαίνεται να έχουν βασιστεί στον τρόπο που έφτιαχνε τα κομμάτια του. Ήταν κι ο πρώτος που έβαλε πιο ποιητικό λόγο στα τραγούδια, μέχρι τότε ήταν μόνο ‘σ’ αγαπώ-μ’ αγαπάς’, ήταν ο πρώτος που έγραφε ιστορίες. Το Οργανάκι και το Μιας Δραχμής τα γιασεμιά έχουν γίνει ταινίες ολόκληρες.

Πέθανε το 1944. Αυτοκτόνησε. Κυκλοφορούσε με το ποδήλατο στην Αθήνα και λένε ότι σκούντηξε κατά λάθος έναν Γερμανό και εκείνος τον πλάκωσε στο ξύλο, τον χτύπησε άσχημα και μετά πήγε σπίτι του και απογοητευμένος πήρε Βερονάλ –έπαιρνε μια σταγόνα συνήθως για να κοιμηθεί, αλλά τότε πήρε όλο το φιαλίδιο. Σε ένα ντοκιμαντέρ η ανιψιά του αναφέρει ότι συνέβη και κάτι ακόμα που τον καταρράκωσε: Δυο μέρες πριν είχε πάει κάποιος συνεργάτης του και τον είχε παρακαλέσει να σώσει τα παιδιά του που είχε πιάσει η Γκεστάπο. Ο Αττίκ πήγε και βρήκε έναν Αυστριακό που ήταν φαν του και πήγαινε στη Μάντρα, αλλά αυτός δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, τα παιδιά τα είχαν πάρει για εκτέλεση. Τσακισμένος πήγε μέχρι το σπίτι του συνεργάτη του για να του πει ότι δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα και εκείνη την ώρα που μιλάγανε πέρασε ένα φορτηγό και πέταξε τα ρούχα των παιδιών. Τα είχαν εκτελέσει. Δεν μπόρεσε να αντέξει ότι δεν κατάφερε να βοηθήσει. Ήταν όλα μαζί, ήταν κι η πείνα, ήταν ένα ράκος. Στην ταινία που είχε κάνει λίγο πριν το τέλος του, τα Χειροκροτήματα του Τζαβέλα φαίνεται πολύ ταλαιπωρημένος. Ήταν σαν σκιά του εαυτού του. Το φιλμ γυρίστηκε το 1944, κατά τη διάρκεια της Κατοχής και μάλιστα μόνο νύχτα και σε εσωτερικούς χώρους. Ο Αττίκ εκείνη την εποχή  δούλευε ως κομπέρ πια στην Αίγλη, παρουσίαζε το πρόγραμμα. Το αναφέρει η Νινή Ζαχά ότι είχε γίνει ράκος γιατί του φώναζε ο κόσμος ‘μπες μέσα γέρο’. Είχε πάθει κατάθλιψη. Έκανε και φοβερούς καυγάδες με την τελευταία του γυναίκα, τη Ρωσίδα καλλιτέχνιδα Σούρα, γιατί αυτός ήθελε να υιοθετήσει ένα κοριτσάκι κι εκείνη δεν τον άφηνε».

Ο Αττίκ είχε τραγικό τέλος (στην ταινία που έχει παρόμοιο στόρι με τα Φώτα της ράμπας του Τσάρλι Τσάπλιν, τα οποία γυρίστηκαν αρκετά χρόνια αργότερα) πεθαίνει πάνω στην σκηνή, βλέποντας τον μεγάλο του έρωτα να τον έχει παρατήσει για έναν νεότερο μουσικό. Το περιστατικό έχει μεγάλη δόση πραγματικότητας, γιατί κάπως έτσι έγραψε το τραγικό Ζητάτε να σας πω, μια από τις μεγάλες επιτυχίες του: Για τη δεύτερη σύζυγό του, την ηθοποιό Μαρίκα Φιλιππίδου, την οποία λάτρευε, είχε γράψει ένα επίσης ερωτικό τραγούδι, το Είδα Μάτια. Μετά τον χωρισμό τους η Μαρίκα παντρεύτηκε τον πατέρα της Μελίνας Μερκούρη, Σταμάτη Μερκούρη, ο Αττίκ όμως την αγαπάει ακόμα. Ένα βράδυ η Μαρίκα με τον νέο της σύζυγο επισκέπτονται τη Μάντρα και κάθονται στις πρώτες σειρές. Ο κόσμος που την αναγνωρίζει αρχίζει να φωνάζει ρυθμικά ‘είδα μάτια, είδα μάτια’ ζητώντας του να πει το τραγούδι που της έχει γράψει. Ο Αττίκ ενοχλημένος φεύγει από την σκηνή, πάει στα καμαρίνια και σε δέκα λεπτά εμφανίζεται και παίζει ένα νέο τραγούδι που σκάρωσε επί τόπου, το "Ζητάτε να σας πω": Ζητάτε να σας πω τον πρώτο μου σκοπό τα περασμένα μου γινάτια ζητάτε είδα μάτια με σκίζετε κομμάτια…

Οι αστικοί μύθοι είναι γοητευτικοί και ο Γιώργης έχει πολλά να διηγηθεί από τη ζωή του Αττίκ. Στις 19 του μήνα θα ‘μιλήσει’ για τον σπουδαίο δημιουργό με τη μουσική του. «Μερικά τραγούδια έχουν μελωδίες σύγχρονες, σαν να τις έχει γράψει ένας πολύ ταλαντούχος συνθέτης τώρα» λέει. «Χωρίς να τα πειράξω, παίζοντας αυτό που είναι στην παρτιτούρα μόνο. Με τον Χάρη Σταυρακάκη που θα με συνοδέψει στο πιάνο  παίξαμε μία-μία τις παρτιτούρες για να βρούμε τι μας αρέσει. Και τις 200. Τη βραδιά στο Φεστιβάλ Αθηνών θα παίξουμε 13 από αυτά τα κομμάτια και 4 ελληνικά που γράφτηκαν αργότερα στο Παρίσι, στα ταξίδια του».

Και θα είναι σίγουρα μια πολύ όμορφη βραδιά.

Attic a Paris, Πειραιώς 260, Κήπος Δ, 19 Ιουνίου 2016, 21:00

 


0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κοντσέρτο του Αρανχουέθ: Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από αυτό το κοντσέρτο;

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από το Κοντσέρτο του Αρανχουέθ;

Σχεδόν έναν αιώνα μετά τη δημιουργία του το «Κοντσέρτο του Αρανχουέθ» του Χοακίν Ροντρίγκο παραμένει η μουσική στην οποία όλοι με κάποιο τρόπο παραδινόμαστε. Η Ματούλα Κουστένη αποκρυπτογραφεί τη μελαγχολία, τη σπαρακτική μελωδία, τη δύναμη της κιθάρας και τη μοναδική του ενέργεια.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

The Review / Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος Γιάννης Τσιούλης aka Cartoon Dandy συζητούν για την πορεία και τα τελευταία βήματα στη μουσική και κινηματογραφική βιομηχανία μιας από τις μεγαλύτερες ποπ σταρ της τελευταίας 15ετίας και για το πόσο relevant είναι σήμερα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
10 χρόνια μετά, ακόμη μας στοιχειώνει το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι»

Μουσική / Το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι» του ΛΕΞ ακόμη μας στοιχειώνει

Πέρασαν 10 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου προσωπικού δίσκου του «Τ.Κ.Π.», που δεν ήταν απλώς ένα σημείο τομής για την εγχώρια ραπ σκηνή. Ήταν κάτι που σε άρπαζε και σε προσγείωνε με το ζόρι στην καθημερινότητα.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ
Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

Μουσική / Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

«Είναι σίγουρα πιο χαλαρά στην Κυψέλη, πιο γειτονιά σε σχέση με την Ερμού»: Η νεαρή μουσικός φέρνει αναζωογονητική αύρα στα ελληνικά ροκ και ποπ δεδομένα με το ντεμπούτο άλμπουμ της και τις εμφανίσεις της στους δρόμους της Αθήνας.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού ‘666’, του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Μουσική / «Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού «666», του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Οι εξωφρενικές ιδέες του Νταλί, τα λάγνα φωνητικά της Ειρήνης Παπά και οι διαμάχες του Βαγγέλη Παπαθανασίου με τη δισκογραφική εταιρεία ήταν μόνο μερικά από τα επεισόδια της δημιουργίας ενός μνημειώδους άλμπουμ που επανακυκλοφορεί αυτές τις μέρες σε deluxe έκδοση.
THE LIFO TEAM
«Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Μουσική / «Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Aφήνοντας πίσω της την προηγούμενη ζωή της ως νοσοκόμα, μετά από παρότρυνση των ασθενών της να κυνηγήσει τα όνειρά της, η παραγωγός και καλλιτέχνιδα Kelly Lee Owens μιλά για την τελευταία της δουλειά, τις σημαντικές συνεργασίες της και τη μουσική που διαμορφώνει συνειδήσεις και επηρεάζει συναισθήματα.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Η σπουδαία επανεκκίνηση της Καμεράτα ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών

Μουσική / Η συγκινητική επανεκκίνηση της Καμεράτας

Τέσσερα χρόνια, δύο νομοθετικές παρεμβάσεις, τρεις υπουργικές αποφάσεις και μία εκκαθάριση χρειάστηκαν ώστε να μπορέσει η Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής να κάνει restart και να επανέλθει ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Μουσική / Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Η υποψηφιότητα ενός ξεχασμένου και μάλλον αδιάφορου κομματιού του Τζον Λένον για το βραβείο του δίσκου της χρονιάς φαίνεται να συμπυκνώνει όλη την σύγχυση και την έλλειψη σοβαρότητας που διακρίνει τον κουρασμένο μηχανισμό κύρους των Grammy.
THE LIFO TEAM
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Μουσική / Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Ο Στίλπων Νέστωρ μαζί με εκλεκτούς καλεσμένους παρουσιάζουν αυτή την Πέμπτη στην Αθήνα τη νέα του δουλειά που έχει τίτλο «The Second Cloud Commission» και αποτελεί το απόγειο μιας δημιουργικής πορείας στο σύγχρονο ροκ που διανύει τέσσερις δεκαετίες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ