Ο 22χρονος Νίκος πότε την «πέφτει» στον πατέρα του γιατί η γενιά του τελευταίου οδήγησε στην κρίση, πότε –με την ίδια σφοδρότητα− ζητά να μάθει τι θα του κληροδοτήσουν οι δικοί του για να προχωρήσει τα φιλόδοξα σχέδιά του. Η 25χρονη Μαρία ακροβατεί και αυτή ανάμεσα στον τρόπο ζωής που έμαθε τα τελευταία 10 χρόνια και στη σκληρή πραγματικότητα της ένταξής της σε μια αγορά εργασίας απαιτητική, που δεν συγχωρεί τους πειραματισμούς.
Ο γιος που ανταγωνίζεται τον πατέρα, η κόρη που ενηλικιώνεται σε μια κοινωνία που είχε συνηθίσει τα παιδιά της σε «βελούδινες» συνθήκες. Δύο βιβλία, το δοκίμιο ενός φημισμένου Ιταλού ψυχαναλυτή και η νουβέλα μιας Ελληνίδας ψυχοθεραπεύτριας, προσφέρουν εργαλεία σε όσους αναζητούν ιδέες και συμπεριφορές για να δώσουν κάτι παραπάνω στα παιδιά τους σε μια εποχή που βλέπουν ότι θα τους αφήσουν μικρότερη κληρονομιά απ' ό,τι σχεδίαζαν και φτωχότερες ευκαιρίες απ' όσο υπολόγιζαν.
Το «Σύμπλεγμα του Τηλέμαχου» του Μ. Ρεκαλκάτι και η «Ρου» της Μαριαλένας Σπυροπούλου είναι καλή συντροφιά, το καθένα ξεχωριστά και για διαφορετικούς λόγους.
Ο Ρεκαλκάτι αναφέρεται στην υποχώρηση της οικογένειας σε σχέση με τη διαπαιδαγώγηση των νεότερων και τονίζει τις βλαβερές συνέπειες της τάσης των πατεράδων να νεάζουν και να «απαλλοτριώνουν» χώρο που θα έπρεπε να παραχωρούν.
Ο Μάσιμο Ρεκαλκάτι είναι μάλλον ο πιο γνωστός Ιταλός ψυχαναλυτής και επιτυχημένος συγγραφέας. Στο συγκλονιστικό δοκίμιό του «Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου» μιλά για τον γιο και τη σχέση του με τον πατέρα. Διερευνά τους τέσσερις τύπους γιων, τον γιο-Τηλέμαχο, τον γιο-Οιδίποδα, τον αντι-Οιδίποδα, τον γιο-Νάρκισσο. Ο Οιδίποδας θέλει να βγάλει από τη μέση τον πατέρα του, ο αντι-Οιδίποδας υπακούει παθητικά, ο γιος-Νάρκισσος στρέφει τα πάντα γύρω από τον εαυτό του. Το βιβλίο καταπιάνεται με τον γιο που μοιάζει στον Τηλέμαχο, αυτόν που βλέπει την κληρονομιά ως ανάκτηση. Εκείνο τον γιο που μπορεί να επαναφέρει μια συμβολική συμφωνία μεταξύ των γενεών.
«Ο Τηλέμαχος είναι ο γιος που δεν περιορίζεται στο να περιμένει την επιστροφή του πατέρα» σημειώνει ο ίδιος ο Ρεκαλκάτι. Πρόκειται για τον γιο που τολμάει να ξανοιχτεί στο ταξίδι, να προχωρήσει την αναζήτηση. «Έτσι ανοίγει η "Οδύσσεια": με το ταξίδι του γιου που κατευθύνεται στην Πύλο και στη Σπάρτη για να βρει τον πατέρα του. Είναι το πολιτικό καθήκον των νέων γενεών. Να ξανοιχθούν στη θάλασσα, να μην περιμένουν την επιστροφή του πατέρα, να μην παραμείνουν παθητικοί κοιτώντας τη θάλασσα».
Κεντρικό στοιχείο του Ρεκαλκάτι είναι και η επιθυμία, που είναι διαφορετική από τη θέληση της απόλαυσης και αποτελεί συστατικό της κληρονομιάς. «Πώς η αλυσίδα των γενεών μπορεί να μεταβιβάσει τη ζωτική δύναμη της επιθυμίας;»
«Τι σημαίνει να είσαι σωστός κληρονόμος;» είναι το θέμα του 4ου κεφαλαίου του βιβλίου. «Αυτό που κληρονόμησες από τους πατέρες πρέπει πραγματικά να το ανακτήσεις, αν θες να το κάνεις πραγματικά δικό σου» είναι μια φράση του Γκαίτε που χρησιμοποίησε εμφατικά ο Φρόιντ, ο οποίος ασχολήθηκε με το θέμα της κληρονομιάς στο έργο-παρακαταθήκη του «Επιτομή της ψυχανάλυσης».
Επισημάνσεις που έχουν ιδιαίτερη αξία σε μια εποχή κατά την οποία ο πλούτος, όπως έγραψε στο βιβλίο-σταθμός ο Τομά Πικετί, δημιουργείται όχι τόσο από την παραγωγή αλλά μέσα από την κληρονομιά και τις χρηματιστηριακές πράξεις. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ρεκαλκάτι ξεκίνησε έφηβος από την άκρα αριστερά της Ιταλίας του '70 και στη συνέχεια μελέτησε βαθιά τον Λακάν και ένιωσε ως ήρωές του τον Ιησού και τον Τηλέμαχο.
Ο Ρεκαλκάτι αναφέρεται στην υποχώρηση της οικογένειας σε σχέση με τη διαπαιδαγώγηση των νεότερων και τονίζει τις βλαβερές συνέπειες της τάσης των πατεράδων να νεάζουν και να «απαλλοτριώνουν» χώρο που θα έπρεπε να παραχωρούν. «Όχι ότι οι μεγάλοι δεν προβληματίζονται για το μέλλον των παιδιών τους, αλλά αυτός ο προβληματισμός δεν συνάδει με τη φροντίδα που δείχνουν... Οι πατέρες είναι αυτοί που σκοτώνουν τα παιδιά τους (στην εποχή μας), που δεν παραχωρούν τη θέση τους, που δεν ξέρουν να αποσύρονται, που δεν ξέρουν να εξουσιοδοτούν, να δίνουν ευκαιρίες, να μεριμνούν για το μέλλον. Οι πατέρες δεν θέλουν να πάψουν να είναι παιδιά, δεν θέλουν να χάσουν τίποτα».
Είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό πόσοι γιοι, κάτω από το βάρος της κρίσης, μπορούν να γίνουν Τηλέμαχοι. Είναι ευκολότερο να επιλέξουν τον πιο βολικό ρόλο του γιου που τα ρίχνει όλα στον πατέρα ή του γιου που αρκείται σε έναν παθητικό ρόλο ή του Νάρκισσου, που θέλει όλα να κινούνται γύρω από αυτόν. Το βιβλίο του Ρεκαλκάτι σε πρώτη ανάγνωση είναι ωραία μουσική στ' αυτιά κάθε πατέρα, αλλά μια πιο προσεκτική μελέτη αναδεικνύει την ευθύνη του στη διαπαιδαγώγηση, στον τρόπο μεταβίβαση της (πραγματικής και συμβολικής) κληρονομιάς, της κουλτούρας όσον αφορά τον ρόλο της εργασίας.
Για να ενηλικιωθούν (και) τα κορίτσια πρέπει να σκοτώσουν τους γονείς τους
Η Ρούλα (Ρου), στα 15 της, μετά από μια άγρια κόντρα με τον πατέρα της, φεύγει από την Ίο και έρχεται στην Αθήνα. Πιάνει δουλειά σε ένα κομμωτήριο και ζει την εμπειρία της ενηλικίωσης μέσα από ταραχώδεις σχέσεις: με την εργοδότριά της (κομμώτρια), που ζει μια φάση παρακμής κι έναν φίλο/μπάρμαν που τον συναντά στα μπαρ όπου χορεύει και ξεδίνει. Μια ξεχωριστή εμπειρία είναι οι συναντήσεις με την 67χρονη ψυχαναλύτρια Βέρα που ζει κάτω από το αβάσταχτο βάρος της απώλειας του γιου της σε τροχαίο.
Αυτές είναι λίγες εικόνες από τη νουβέλα «Ρου», το πρώτο βιβλίο της ψυχοθεραπεύτριας και παιδαγωγού Μαριαλένας Σπυροπούλου. Ένα βιβλίο που αξίζει για τις λογοτεχνικές του αρετές, αλλά και μια ανατομία της ενηλικίωσης. Όχι μόνο της νεαρής Ρου αλλά και αρκετών άλλων προσώπων της ιστορίας, μέχρι και της ψυχαναλύτριας Βέρας που βιώνει μια πορεία λύτρωσης από το άχθος και το άγος της απώλειας του γιου της.
Στην παρουσίαση του βιβλίου μίλησε και ο ψυχαναλυτής Ματθαίος Γιωσαφάτ, που στάθηκε στην οριογραμμή της ενηλικίωσης. Αυτή που είναι το ζητούμενο σε κάθε κρίση που περνάει το άτομο. «Ανά 10ετία περνάμε μια κρίση που μπορεί να οδηγήσει σε διαδικασία ενηλικίωσης» σχολίασε ο Μ. Γιωσαφάτ. «Η ενηλικίωση που περνάει η ηρωίδα του βιβλίου, αυτή της εφηβείας, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μετά από αυτήν που περνάμε στο πρώτο έτος της ζωής μας».
«Η εφηβεία είναι η πρώτη κρίσιμη περίοδος της ζωής κατά την οποία αρχίζει να δουλεύει το μυαλό. Για πρώτη φορά έρχεται η αίσθηση του θανάτου, κάτι για το οποίο δεν μιλάνε ποτέ οι έφηβοι στους γονείς τους. Νιώθουν πλέον ότι αυτά που ονειρεύονται και επιθυμούν μπορεί να ανακοπούν βίαια από μια αρρώστια ή το μοιραίο».
Είναι ελάχιστα τα βιβλία που αφορούν την ενηλικίωση των κοριτσιών, που έχουν λιγότερες σεξουαλικές ανησυχίες και εστιάζουν κυρίως στην αυτοεκτίμηση. Τα κορίτσια θυμώνουν σχεδόν πάντοτε με τη μητέρα τους, κάτι που φαίνεται χαρακτηριστικά και στη "Ρου".
«Για να ωριμάσουν οι έφηβοι πρέπει να "σκοτώσουν" τους γονείς τους, όπως είπε ένας Άγγλος ψυχαναλυτής» σημείωσε ο Μ. Γιωσαφάτ. «Γι' αυτό στρέφονται σε φίλους που μπορούν να τους στηρίξουν, ενώ παραμερίζουν τους γονείς τους. Ξαναχτίζουν τους δεσμούς με τους γονείς όταν φτάσουν στην ηλικία των 40-45 ετών».
«Έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για την εφηβεία των αγοριών που αντιμετωπίζουν τον φόβο του πώς να γίνουν άνδρες. Είναι ελάχιστα τα βιβλία που αφορούν την ενηλικίωση των κοριτσιών, που έχουν λιγότερες σεξουαλικές ανησυχίες και εστιάζουν κυρίως στην αυτοεκτίμηση. Τα κορίτσια θυμώνουν σχεδόν πάντοτε με τη μητέρα τους, κάτι που φαίνεται χαρακτηριστικά και στη "Ρου". Το βιβλίο αντιμετωπίζει την ηρωίδα του με ρεαλισμό, αλλά και με ρομαντισμό».
«Η επόμενη μεγάλη κρίση έρχεται στην ηλικία των 40-50 ετών, οπότε συμβαίνουν και τα περισσότερα διαζύγια. Οι άνθρωποι αναζητούν μια δεύτερη ευκαιρία στη συντροφικότητα, υποφέρουν όταν δεν αγαπούν. Γι' αυτό γράφονται τόσα τραγούδια για την αγάπη, γυρίζονται τόσες ταινίες: μέσα από την τέχνη αναζητούμε αυτό που δεν έχουμε».
Η «Ρου» δεν είναι ένα γυναικείο βιβλίο, ούτε θα στερήσει κάτι απ' όσους θέλουν να απολαύσουν μια συναρπαστική νουβέλα χωρίς να μπουν σε βαθείς προβληματισμούς. Παρακολουθεί με δυναμικό τρόπο την πορεία, τις σχέσεις, τις μεταλλαγές της πρωταγωνίστριας, που ακολουθεί τις φάσεις εξέλιξης του αρχετυπικού ήρωα των μύθων: εξορμά να αντιμετωπίσει τις δοκιμασίες, μάχεται με τις φιγούρες που εκπροσωπούν το δυστοπικό, καταφέρνει μικρές και μεγάλες νίκες, στο τέλος έρχεται η συμφιλίωση και η επιστροφή στο σημείο από το οποίο ξεκίνησε.