Συγκρατήστε το όνομα: Ρομπέν Καμπιλό. Είναι ο σκηνοθέτης του δραματικού χρονικού του AIDS, 120 Battements par Minute, λίγα χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, στα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του 80. Δεν είναι άγνωστος. Το ντεμπούτο του, με το Eastern Boys έθετε τα προβλήματα μιας άνισης gay σχέσης στις σωστές κοινωνικές παραμέτρους. Έγραψε επίσης το σενάριο του Ανάμεσα στους Τοίχους, τον Χρυσό Φοίνικα του Λοραν Καντέ, και ο απόηχος της έντονης ανταλλαγής επιχειρημάτων σε εκείνη την ταινία φάινεται και στο 120 Χτύποι το Λεπτό, τη ρυθμική ραχοκοκκαλιά της club μουσικής εκείνης της περιόδου. Πολύ πιο δυναμική και άμεση από θεματικά παρεμφερείς, κυρίως αμερικανικές ταινίες, η γαλλική εκδοχή της αντιμετώπισης και διαχείρισης της ασθένειας από τον Καμπιλό εστιάζει στο παρισινό παράρτημα της Act Up και σε μια ομάδα ακτιβιστών οροθετικών (εκτός από έναν, τον Νατάν), που παλεύουν καθημερινά για πληροφόρηση αναλαμβάνοντας δράση ενάντια στην συγκάληψη της κυβέρνησης Μιτεράν, την άγνοια και την καχυποψία των πολιτών. Ωστόσο, η πολιτκή διάσταση της ταινίας μπλέκει εξαίσια με το προσωπικό στοιχείο, τον έρωτα, το φόβο και το σέξ που ξεδιπλώνονται οργανικά και ειλικρινώς, συγκινώντας χωρίς τραβηγμένες κορώνες και μελοδραματικές ευκολίες. Η έλλειψη συγκατάβασης είναι δραματουργικά εντυπωσιακή, και απολύτως δικαιολογημένη, αφού ο Καμπιλό υπήρξε πρόεδρος της Act Up μέχρι το 1990 και γνωρίζει πολύ καλά τι γινόταν. Και μάλιστα, δε μένει μόνο στις διαδικασίες, τις αντιρρήσεις για τον αυθεντικό, επιθετικό ριζοσπαστισμό μιας μερίδας της οργάνωσης κόντρα στην πιο οργανωμένη δράση της αντίπαλης όχθης, αλλά σκύβει στα σώματα και τις ψυχές, στην καρδιά των θυμάτων, χωρίς να θυματοποιεί κανέναν. Μαζί με το Loveless του Σβιάγκιντσεφ, το 120 Χτύποι το Λεπτό ξεχωρίζει στο πρώτο πενθήμερο του επετειακού Φεστιβάλ, και δεν βλέπω το λόγο να φύγει χωρίς μεγάλο βραβείο από τις Κάννες, με ένα θέμα τόσο δυνατό- και Πρόεδρο της επιτροπής τον Πέδρο Αλμοδόβαρ.
Μαζί με το Loveless του Σβιάγκιντσεφ, το 120 Χτύποι το Λεπτό ξεχωρίζει στο πρώτο πενθήμερο του επετειακού Φεστιβάλ, και δεν βλέπω το λόγο να φύγει χωρίς μεγάλο βραβείο από τις Κάννες, με ένα θέμα τόσο δυνατό- και Πρόεδρο της επιτροπής τον Πέδρο Αλμοδόβαρ.
Το Square του Ρούμπεν Όστλουντ ακολουθεί την προπέρσινη επιτυχία του, Ανωτέρα Βία, και κατακεραυνώνει, όχι μόνο το "Σουηδισμό" της ορθής ψυχρότητας, αλλά και της πολύπλευρης εκμετάλλευσης, σε μια χώρα με βαθιά θέματα και μια επίφαση πολιτισμένης ανωτερότητας. Ο αρνητικός ήρωας είναι επιμελητής στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης και μια κλοπή τον οδηγεί σε μια πικρότατη συνειδητοποίηση της αμετροέπειάς του, όταν ζητάει με έξυπνο, και άκομψο τρόπο, το κινητό και το πορτοφόλι του πίσω, τοποθετώντας φυλλάδια καμουφλαρισμένης απειλής στις πόρτες μιας εργατικής πολυκατοικίας στα προάστεια, εκεί όπου ο locator τον ειδοποιεί πως βρίσκεται η συσκευή του. Το σύστημα του καταρρέει σαν χάρτινη ψευδαίσθηση, όλα του πάνε στραβά, και ο πραγματικός κόσμος, με την ανέχειακαι τα κρουστά προβλήματα, καραδοκεί στις παρυφές της κάλπικης καλλιτεχνικής παρέμβασης, αφού το Τετράγωνο που διαφημίζει ως έργο αιχμής στο μουσείο του δεν είναι παρά μιά προσβλητική, εικονική προσομοίωση της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο Όστλουντ συγκρούεται μετωπικά με τους αριστερούς του χαβιαριού, που λένε και οι Γάλλοι, και τους "δίνει" κανονικά, ειδικά με μια σκληρή σκηνή ανθολογίας, όπου ένας καλλιτέχνης που προσποιείται τον γορίλα ξεφτιλίζει τους συνδαιτημόνες που πιστεύουν πως θα δουν μια ακόμη παράσταση προχωρημένου στοχασμού από ασφαλή απόσταση- και ταυτόχρονα, φέρνει εμάς, τους θεατές, σε παρόμοια αμηχανία, χωρίς να μας εξηγήσει πού κολλάει όλο αυτό το μαρτύριο. Συνολικά ωστόσο, δεν φροντίζει να μαζέψει το μακρύ υλικό και τις καλές ιδέες του, που απλώνονται σε 2μιση ώρες και χάνουν συχνά την ισορροπία τους στο ήδη γνωστό, τεντωμένο σκοινί της αφαιρετικής διανόησης.
σχόλια