Το μείζον θέμα στο επετειακό Φεστιβάλ Καννών είναι αν το εκλεκτικό, σνομπ προπύργιο του καλλιτεχνικού κινηματογράφου υποκύπτει, έστω και αργά, στις σειρήνες των τηλεοπτικών shows ή αν απλώς κάνει μια εξαίρεση, τσαλαβουτώντας στο σύγχρονο ρεύμα. Για πρώτη φορά θα φιλοξενηθούν, ως ειδικά events, τα δύο πρώτα επεισόδια από τον νέο, αγρίως αναμενόμενο τρίτο κύκλο του «Twin Peaks» του Ντέιβιντ Λιντς, 26 χρόνια μετά το μεγάλο splash στις μικρές οθόνες, καθώς και η επιστροφή της Τζέιν Κάμπιον στο «Top of the lake». Ο εκλέκτορας Τιερί Φρεμό, λεκτικά ευέλικτος, επικοινωνιακός και σταράτος, όπως το συνηθίζει, δήλωσε πως το σινεμά παραμένει το επίκεντρο, «μια μοναδική Τέχνη στην οποία θα δώσουμε έμφαση», αλλά κρατά τα μάτια ανοιχτά στον κόσμο που το περιβάλλει. «Περίεργος», λοιπόν, ο Φρεμό για την εποχή που τρέχει με ταχύτητες οπτικής ίνας, πρόθυμος να γιορτάσει τα 70 χρόνια του θεσμού, ατενίζοντας, με τον τρόπο και τους όρους του βέβαια, το μέλλον, αντί να γιορτάζει το παρελθόν, αλλά δείχνει και τα δόντια του όταν προκαλείται.
Στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα περιλαμβάνονται δύο ταινίες παραγωγής του Netflix, το «The Meyerowitz Stories» του Νόα Μπάουμπακ και το «Okja» του Νοτιοκορεάτη Μπονγκ Τζουν Χο. Κι ενώ η επιλογή τους έγινε καθαρά με κριτήριο τους σκηνοθέτες που τα υπογράφουν (αυτό ίσχυε ανέκαθεν στο Φεστιβάλ), η εξαιρετικά περιορισμένη τους διανομή στις αίθουσες αντίκειται στις αρχές του ίδιου του θεσμού, ο οποίος απευθύνεται κυρίως εκεί. Ένας νόμος που ισχύει στη Γαλλία και θέλει τις ταινίες να περιμένουν αρκετούς μήνες για να προβληθούν στην τηλεόραση μετά τη διανομή τους στα σινεμά βρίσκει παγερά αδιάφορο το αφεντικό του Netflix, τον Τεντ Σαράντος, ο οποίος φέρεται να είπε πρόσφατα πως δεν έχει καμία πρόθεση να σώσει αυτά τα παλιά παριζιάνικα σινεμά. Ο Φρεμό υπεραμύνθηκε της παράδοσης, ανταπαντώντας πως ακριβώς αυτόν το δεσμό καλλιεργούν το Φεστιβάλ και ο ίδιος, ο οποίος έσωσε τρεις απειλούμενες παλιές αίθουσες στην ιδιαίτερη πατρίδα του (όπως και των αδελφών Λιμιέρ), τη Λιόν, και χειροκροτεί τις προσπάθειες του Κουέντιν Ταραντίνο με μια αντίστοιχη περίπτωση στο Beverly Hills και του Νάνι Μορέτι στη Ρώμη. Για φέτος και μόνο, ταινίες που δεν έχουν εξασφαλίσει διανομή στη Γαλλία συμπεριλαμβάνονται στο επίσημο πρόγραμμα, αλλά από το 2018 αποκλείονται, συνεπώς το Netflix θα πρέπει να ψάξει μια εναλλακτική πλατφόρμα κυκλοφορίας για να παρακάμψει τον κανονισμό ή απλώς να καταφύγει σε άλλα φεστιβάλ, προσπερνώντας τις σκληρές, αυστηρά σινεφίλ Κάννες. Ή, πάλι, να ακολουθήσει το παράδειγμα του ανταγωνιστικού Amazon και να υιοθετήσει μια πιο χαλαρή πολιτική για τον χρόνο που μεσολαβεί ανάμεσα στις αίθουσες και την τηλεόραση, υπέρ του theatrical release.
Ο Φρεμό, εκπροσωπώντας έναν φορέα αντίστασης στο εκλαϊκευμένο θέαμα, καλείται να αποδεχτεί μια τάση ετών, χωρίς να προδώσει τα όποια ιδανικά του. Προσπαθεί να συμπλεύσει με την τάση, διατηρώντας τα καλοστεκούμενα επιχειρήματά του, μέσω ανθρώπων που γνωρίζει και εμπιστεύεται, για να μην πει κανείς πως παραδόθηκε αίφνης και αμαχητί.
Ταραντίνο, Μορέτι, Λιντς και Κάμπιον, διόλου τυχαία, είναι παλιοί νικητές του Χρυσού Φοίνικα εδώ στις Κάννες και η άτυπη ομερτά των auteurs καθαγιάζει ακόμη και την τηλεοπτική τους λοξοδρόμηση στα μάτια του Φρεμό, ο οποίος είπε χαρακτηριστικά πως δεν υπήρξε ποτέ μεγάλος fan του «Twin Peaks» και του θορύβου γύρω από αυτό, αλλά δείχνει τη γενναιοδωρία του προσφέροντας το βήμα σε δημιουργούς με τους οποίους έχει αποκτήσει στενή σχέση με τα χρόνια. Η προσωπική μου γνώμη είναι πως ο Φρεμό, εκπροσωπώντας έναν φορέα αντίστασης στο εκλαϊκευμένο θέαμα, καλείται να αποδεχτεί μια τάση ετών, χωρίς να προδώσει τα όποια ιδανικά του. Προσπαθεί να συμπλεύσει με την τάση, διατηρώντας τα καλοστεκούμενα επιχειρήματά του, μέσω ανθρώπων που γνωρίζει και εμπιστεύεται, για να μην πει κανείς πως παραδόθηκε αίφνης και αμαχητί. Το «Top of the Lake: Cina Girl» και το «Twin Peaks» απέχουν από το ρίσκο, λόγω υπογραφής και εγνωσμένης αξίας. Αν ο Φρεμό επέλεγε αγνώστους, τότε θα μιλούσαμε για ανορθόδοξη προσέγγιση. Αλλά οι αλλαγές στις Κάννες γίνονται αργά και, όπως διαπίστωσα και από τη συνάντηση που είχα μαζί του στην Αθήνα, ο Φρεμό φαίνεται ανοιχτός σε προκλήσεις, αλλά δεν διατίθεται να κόψει τον λώρο με έναν κύκλο δημιουργών κι ένα συγκεκριμένο κύκλο εργασιών, αφήνοντας δειλά ανοιχτό το παράθυρο για τους νέους να παρεισφρήσουν. Αν το πείραμα πάει καλά, αν δηλαδή το κοινό τσιμπήσει, οι διαπιστευμένοι δημοσιογράφοι παρακολουθήσουν τις προβολές και αντιδράσουν θετικά, θα προχωρήσει, με την προϋπόθεση πως οι Αμερικανοί θα βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους και θα σεβαστούν την πάγια δέσμευση των Καννών στις αίθουσες, κυρίως τις γαλλικές. Και το ενδεχόμενο της σύμπραξης γαλλικών κεφαλαίων με ξένο προϊόν στον τομέα της τηλεόρασης δεν θα πρέπει να αποκλειστεί…
Το μεγαλύτερο όνομα που θα δώσει το «παρών» στο Φεστιβάλ είναι ο δις βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθεσίας Αλεχάντρο Γκονζάλεζ Ινιάριτου. Ωστόσο, ο Μεξικανός, μαζί με τον συμπατριώτη του, τον μάγο διευθυντή φωτογραφίας Εμάνιουελ Λουμπέτσκι, δεν έρχονται στις Κάννες για να παρουσιάσουν ταινία, αλλά ένα ιδιαίτερο video installation με τίτλο Carne y Arena και θέμα τους πρόσφυγες, και το οποίο οι δημοσιογράφοι θα δουν με υποβολή συμμετοχής και αντίστοιχη πρόσκληση σε ειδική αίθουσα – ακόμα μια καινοτομία που παραπέμπει σε διευρυμένη παραδοχή μια νέας, ψηφιακής εποχής στις Κάννες. Όχι πως δεν φιγουράρουν πασίγνωστοι σκηνοθέτες στο επίσημο διαγωνιστικό: από τον Μίκαελ Χάνεκε, που πάει για ρεκόρ με τρίτο Χρυσό Φοίνικα, τους δύο Ρώσους, τον Σεργκέι Λόζνιτσα και τον Αντρέι Σβιάγκιντσεφ, τον Τοντ Χέινς και τον Μισέλ Χαζαναβίσιους για την ταινία με θέμα τον Γκοντάρ, τους αδελφούς Σάφντι με το Good Time, που είναι το wild card του Φεστιβάλ και η γνήσια εκπροσώπηση του αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου, μέχρι τους σχετικά νεότερους, τον Γιώργο Λάνθιμο, τον Ούγγρο Κορνέλ Μουτρουκσό, τον Ρούμπεν Όστλουντ της Ανωτέρας Βίας και τρεις (ουφ, ευτυχώς, δεν θα έχουμε γκρίνια) γυναίκες, τη Σοφία Κόπολα με το remake του Beguiled, τη Λιν Ράμσεϊ και τη Ναόμι Καβάζε.
Στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα εντύπωση προκαλεί η «υποβάθμιση» των Λοράν Καντέ και Μίτσελ Φράνκο, όπως είχε συμβεί πρόπερσι με τον Απιτσατπόνγκ Βερεσεθάκουλ, ενώ ιστορικά ονόματα, όπως ο Ρόμαν Πολάνσκι, η Ανιές Βαρντά και ο Κλοντ Λανζμάν δείχνουν ταινίες τους σε ειδικές προβολές, εκεί που χωράνε, στην ίδια κατηγορία, ο εκλιπών Αμπάς Κιαροστάμι με το 24 Frames και η Κρίστεν Στιούαρτ με το Come Swim – γενέθλια έχει το Φεστιβάλ, ότι θέλει κάνει…
Οι δημοσιογράφοι που κυνηγάνε τις συνεντεύξεις με σταρ είναι αυτοί που παραπονιούνται, καθώς η πιο διάσημη όλων, η Νικόλ Κίντμαν, που φέτος έτυχε να παίζει σε 4 (!) ταινίες του Φεστιβάλ, μάλλον δεν θα δώσει παραπάνω χρόνο εκτός από τις ήδη πολλές συνεντεύξεις Τύπου στις οποίες αναγκαστικά θα παραστεί. Εκτός από την προσθήκη των σίριαλ, η σχέση αγάπης-μίσους του Φεστιβάλ με το βαρύ Χόλιγουντ ήταν ένα από τα θέματα που έθιξε ο Φρεμό, έντεχνα αποφεύγοντας να υποπέσει στη διάκριση ανάμεσα στο εμπορικό και στο καλλιτεχνικό, αποκαλύπτοντας πως ήθελε τον Τζορτζ Κλούνι με το Suburbicon του, αλλά έμαθε στην απονομή των Σεζάρ πως δεν θα ήταν έγκαιρα έτοιμο, πως το ίδιο ισχύει με τον Αλεξάντερ Πέιν, πως το Alien Covenant του Ρίντλεϊ Σκοτ έβγαινε την ίδια εβδομάδα στις αίθουσες και δεν θα ήθελε να συμπέσει (κάτι όμως που έχει γίνει αρκετές φορές στο παρελθόν, όπως, για παράδειγμα, με τον Κώδικα Ντα Βίντσι), ενώ ξερά παραδέχτηκε πως τους Πειρατές της Καραϊβικής δεν τους ήθελε καθόλου!