Μέσα σε μια αίθουσα κατάμεστη από περίεργους, που πήγαν να δουν ποιά είναι η μάνα που αλυσόδεσε το παιδί της, έγινε χθες στο Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο η δίκη της Μαρίας Γ. Πάλλη, που καταδικάστηκε σε επτά μήνες φυλακή για παράνομη κατακράτηση και σωματικές βλάβες σε βάρος του 11χρονου γιου της Θανασάκη.
Η ίδια ποινή επιβλήθηκε και στο μεγαλύτερο γιο της Γεράσιμο, 20 ετών, που σύμφωνα με την κατηγορία, βοήθησε να αλυσοδέσουν το μικρό αγόρι για να καθήσει ήσυχο. Αν και η δίκη άρχισε αργά το απόγευμα, ο κόσμος είχε συγκεντρωθεί στο Αρσάκειο από το πρωί. 'Ολες αυτές τις ώρες, ο μικρός Θανάσης ψύχραιμος γύριζε μέσα στον κόσμο -πολλοί απ' αυτούς ήταν γείτονες της οικογένειας Πάλλη- και με έξυπνες απαντήσεις αποστόμωνε όποιον τον παρατηρούσε για την, ομολογουμένως, περίεργη... υπερκινητικότητά του. Σε μια άκρη, η μάνα κλαίγοντας και με σκυμμένο κεφάλι, περίμενε την ώρα που θα δικαζόταν.
***
Ο Θανασάκης σαν τον... Ντένη τον τρομερό, βρήκε κάτι μεγάλες ξύλινες τάβλες και έκανε προπόνηση στο καράτε με τις χαρακτηριστικές ιαπωνέζικες κραυγές. Κάποια στιγμή πλησίασε τους δημοσιογράφους και τους είπε θαρραλέα, φουσκώνοντας το ρωμαλέο σώμα του:
- Θα σας κάνω μήνυση αν δεν αποδώσετε σωστά πρακτικά της δίκης.
Με άνεση προχώρησε στην έδρα όταν άκουσε το ονομά του και τονίζοντας καθαρά τις λέξεις του άρχισε να καταθέτει:
- Είμαι 11 ετών. Κατ' αρχήν θέλω να σας πω ότι ο αδελφός μου είναι αθώος. Δε φταίει τίποτα. Η μητέρα μου με αλυσόδεσε στα πόδια με την αλυσίδα που χρησιμοποιεί ο αδελφός μου για να δένει το μηχανάκι του. Αν ήθελα μπορούσα να την βγάλω γιατί δεν ήταν πολύ σφιχτά δεμένη. Προτίμησα όμως να πάω στο τμήμα.
Σε ερώτηση του προέδρου πως θα έβγαζε την αλυσίδα, ο Θανασάκης απάντησε:
- Πφ, εύκολο πράγμα. Λίγο σαπούνι για να γλιστράει και θα ήμουν ελεύθερος. Δεν το έκανα όμως για να εκδικηθώ την μητέρα μου και τον αδελφό μου που δεν μου αγόραζαν ποδήλατο όπως μου είχαν υποσχεθεί.
Συνεχίζοντας την καταθεσή του, ο Θανασάκης είπε ότι αφορμή για το δέσιμο ήταν ο... ίδιος επειδή όταν έλειπε η μητέρα του και ο αδελφός του αυτός έφερνε στο σπίτι του "την αλητεία της γειτονιάς για να παίξουν και έκαναν ζημιές στο σπίτι".
Ο εισαγγελεύς κ. Κανελλόπουλος τον ρώτησε τι παιχνίδια παίζει. Και ο Θανασάκης:
- Εγώ, μόλις ξυπνάω αρχίζω να φωνάζω, να δέρνω τα απαιδιά, ανεβαίνω στη συκιά και πετάω σύκα στον κόσμο και κάνω πολλές φασαρίες. 'Ομως η μητέρα μου με έχει μη "στάξω και... βράξω".
Η κυρία Μαρία Ιωάννου, που μένει δίπλα από το σπίτι της οικογένειας Πάλλη, κατέθεσε:
- Τον παρατήρησε για τις αταξίες του η νοικοκυρά, 70 ετών γυναίκα και αυτός της είπε ότι θα της ριχτεί να την βιάσει και δεν θα την σώνει ολόκληρη η γειτονιά.
Στην απολογία του, ο μεγάλος αδελφός Γεράσιμος είπε ότι ο μικρός είναι ατίθασος:
- Δεν τον κάνουμε ούτε με το ξύλο καλά. 'Εμεινε τρεις χρονιές στην ίδια τάξη γιατί γύριζε με ποδήλατα που νοίκιαζε με λεφτά που έπαιρνε κρυφά από το πορτοφόλι της μητέρας. Πάντως δεν έχω σχέση με το αλυσόδεμα εγώ γιατί την ώρα αυτή ήμουν στην εργασία μου.
Τα ίδια είπε και η Μαρία Πάλλη και πρόσθεσε:
- Από το πρωί στις έξι εργάζομαι στο ξενοδοχείο "Ρουαγιάλ Ολύμπικ" καθαρίστρια για το παιδί αυτό. Ο άντρας μου με εγκατέλειψε και το μεγαλώνω χωρίς να παίρνω διατροφή για τα παιδιά μου. Είμαι άρρωστη και έκανα εγχείρηση πολύποδα. 'Εκανε όμως μετάσταση και δεν πάω στο νοσοκομείο μόνο για το παιδί αυτό. Είναι ατίθασο και ανεπιθύμητο σε τρία σχολεία. Δεν ήξερα τι να κάνω. Είμαι αγράμματη και στην αγανακτησή μου το έδεσα.
Ο εισαγγελεύς κ. Κανελλόπουλος είπε ότι δεν έπρεπε η μάνα να μετατρέψει το παιδί της σε κρατούμενο των φυλακών του Αλκατράζ, και πρόσθεσε:
- Το παιδί έφευγε από το κλουβί του διαμερίσματος να πάει στο κλουβί του σχολείου. Φυσιολογική ήταν η αντιδρασή του. Μεγάλοι φιλόσοφοι και παιδαγωγοί θεμελίωσαν την διαπαιδαγώγηση στην ελευθερία του παιδιού και όχι στην καταπίεσή του. Το παιδί δεν είναι μικρογραφία του μεγάλου αλλά έχει δική του προσωπικότητα και αυτό το αναγνωρίζει και το άρθρο 5 του Συντάγματος. Η πράξη αυτή της μάνας ατιμάζει και στιγματίζει τον πολιτισμό μας και αποτελεί πρόκληση για την εποχή μας.
Ζήτησε όμως την απαλλαγή του μεγάλου αδελφού "λόγω αμφιβιλιών". Την ώρα που οι δικαστές συσκέπτονταν στην αίθουσα διασκέψεων, ο μικρός μετανιωμένος κτύπησε την πόρτα, μπήκε μέσα και τους παρακάλεσε "να μη φυλακίσουν τη μάνα". Μετά βγήκε έξω και ξέσπασε σε κλάματα φωνάζοντας: "θα γίνω καλό παιδί".
Οι καταδικασθέντες άσκησαν έφεση και αφέθηκαν ελεύθεροι.
Γιώργος Γκιώνης, Απογευματινή, 17.08.1977.