TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Ο "Caesar" έχει όνομα

Ο "Caesar" έχει όνομα


"Είμαι ο ανθυπολοχαγός Farid al-Mazhan, ο [πρώην] επικεφαλής του τμήματος ιατροδικαστικών στοιχείων της στρατιωτικής αστυνομίας στη Δαμασκό, γνωστός ως "Caesar". Ο Farid al-Mazhan, ο άνθρωπος πίσω από χιλιάδες φωτογραφίες βασανισμένων σωμάτων σε συριακά κέντρα κράτησης, με το ψευδώνυμο "Caesar", αποκάλυψε για πρώτη φορά την ταυτότητά του την Πέμπτη σε συνέντευξή του στο κανάλι Al Jazeera του Κατάρ δύο μήνες μετά την ανατροπή του ηγέτη της Συρίας."

L' Orient le Jour - 07.02.2025

 

Ο "Caesar" έχει όνομα Facebook Twitter
Still από τη συνέντευξη που έδωσε ο Farid al-Mazhan, γνωστός ως "Caesar", στο κανάλι Al Jazeera του Κατάρ.

 

"Βασάνιζαν για να σκοτώσουν": μέσα στη μηχανή θανάτου της Συρίας

Ο Caesar, ο Σύρος στρατιωτικός φωτογράφος που έβγαλε λαθραία συγκλονιστικά στοιχεία βασανιστηρίων από τα μπουντρούμια του Άσαντ, διηγείται για πρώτη φορά την ιστορία του.


Garance le Caisne
The Guardian - 01.10. 2015

Η Γαλλίδα δημοσιογράφος Garance le Caisne ήταν η πρώτη που κατάφερε να έρθει σε επαφή με τον Caesar και να μιλήσει μαζί του με αφορμή τη δημοσιοποίηση 53.000 εικόνων βασανιστηρίων και εκτελέσων από τον ίδιον.


Επί δύο χρόνια, μεταξύ 2011 και 2013, ο πρώην στρατιωτικός φωτογράφος της Συρίας, γνωστός μόνο ως Caesar, χρησιμοποιούσε έναν υπολογιστή της αστυνομίας στη Δαμασκό για να αντιγράψει χιλιάδες φωτογραφίες κρατουμένων που βασανίζονταν μέχρι θανάτου στις φυλακές του Μπασάρ αλ Άσαντ. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν δημοσιεύσει πολλές ιστορίες για τον άνθρωπο που κατάφερε να βγάλει παράνομα από τη χώρα συνταρακτικές αποδείξεις εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας -με μεγάλο κίνδυνο για τον ίδιο και την οικογένειά του- αλλά δεν είχε δώσει ποτέ συνέντευξη.

Μήνα με το μήνα, επί δύο χρόνια, αυτός ο άνδρας, ο οποίος παρέμεινε ανώνυμος, έβγαζε φωτογραφίες βασανισμένων, λιμοκτονούντων και καμένων σωμάτων. Οι εντολές του ήταν να φωτογραφίζει τα πτώματα προκειμένου να καταγράφει τους θανάτους των κρατουμένων. Στη συνέχεια, έκανε κρυφά αντίγραφα και τις μετέφερε σε στικάκια, ώστε να μπορεί να τις βγάλει λαθραία από το γραφείο του, κρυμμένες στα παπούτσια του ή στη ζώνη του, και να τις περάσει σε έναν φίλο του που θα μπορούσε να τις βγάλει από τη χώρα.

Οι τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους διακηρύσσουν τις φρικαλεότητές τους στα κοινωνικά δίκτυα - το συριακό κράτος κρύβει τα κακουργήματά του στα σιωπηλά μπουντρούμια του. Πριν από τον Caesar, κανένας insider δεν είχε παράσχει στοιχεία για την ύπαρξη της συριακής μηχανής θανάτου. Και αυτές οι φωτογραφίες και τα έγγραφα ήταν καταδικαστικά.

Έπρεπε να βρω τον Caesar. Οι θεαματικές προόδους του Isis και ο αυξανόμενος αριθμός τρομοκρατικών επιθέσεων από τους οπαδούς του, έπνιγαν τις αποκαλύψεις για τις φρικαλεότητες του συριακού καθεστώτος. Η σύγκρουση είχε ήδη αφήσει πίσω της περισσότερους από 220.000 νεκρούς. Οι μισοί άμαχοι είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, άλλοι είχαν βομβαρδιστεί, οι πόλεις και τα χωριά τους είχαν πολιορκηθεί από τον στρατό του Άσαντ. Οι εικόνες του Caesar θα μπορούσαν να επαναφέρουν τις ανομίες της Δαμασκού στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Έπρεπε να βρεθεί. Δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο τον αναζητούσαν ήδη. Ήξερα ότι θα ήταν δύσκολο - και ήταν. Δύο φορές παραλίγο να τα παρατήσω. Αλλά συνέχισα, γιατί ήταν επιτακτική ανάγκη να μιλήσει αυτός ο άνθρωπος. Η μαρτυρία του ήταν απαραίτητη αν θέλαμε να καταλάβουμε τη φρίκη στην καρδιά του καθεστώτος. [...]


Ο "Caesar" έχει όνομα Facebook Twitter
Η Rehab al-Allawi, κάτοικος της Δαμασκού με καταγωγή από το Deir al-Zor, σπούδαζε μηχανικός στο Πανεπιστήμιο της Δαμασκού πριν από την εξέγερση στη Συρία. Η δική της φωτογραφία ήταν η μόνη δημοσιοποιημένη φωτογραφία γυναίκας, μεταξύ των φωτογραφιών του Caesar που αφορούσαν νεκρούς κρατούμενους. (Syrian Emergency Task Force) © Caesar Η Rehab ήταν περίπου 25 ετών όταν η Ταξιαρχία Επιδρομών, μια ειδική μονάδα επιδρομών της στρατιωτικής αστυνομίας, τη συνέλαβε στις 17 Ιανουαρίου 2013. Η μονάδα ήρθε στο σπίτι της οικογένειας στη Δαμασκό γύρω στις 10 μ.μ. Σύμφωνα με τον αδελφό της Rehab, Hamza, ένας αξιωματικός είπε στη μητέρα της Rehab ότι το θέμα θα έκλεινε μέσα σε λίγες ώρες. Η Rehab εργαζόταν σε μία από τις τοπικές επιτροπές συντονισμού της Δαμασκού - χαλαρά δίκτυα ακτιβιστών - και βοηθούσε τους εσωτερικά εκτοπισμένους που είχαν φύγει από τη Χομς, δήλωσε ο αδελφός της Hamza στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μετά τη σύλληψή της, η οικογένεια αναζήτησε πληροφορίες μέσω προσωπικών επαφών εντός της συριακής κυβέρνησης. Πλήρωσαν πάνω από 18.000 δολάρια ΗΠΑ σε διάφορους αξιωματούχους του συριακού στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας για να αποκτήσουν πληροφορίες σχετικά με την Rehab και να προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν την απελευθέρωσή της, αλλά δεν έλαβαν καμία πληροφορία. (Syrian Emergency Task Force) © Caesar

Operation Caesar: At the Heart of the Syrian Death Machine

'Ενα απόσπασμα από το βιβλίο της Γαλλίδας δημοσιογράφου Garance le Caisne που εκδόθηκε το 2018:

"Είμαι ο Caesar. Δούλευα για το συριακό καθεστώς. Ήμουν φωτογράφος της στρατιωτικής αστυνομίας στη Δαμασκό. Θα περιγράψω τη δουλειά μου πριν από την Επανάσταση και κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων ετών της Επανάστασης. Αλλά δεν μπορώ να συμπεριλάβω τα πάντα, γιατί φοβάμαι ότι το καθεστώς μπορεί να με αναγνωρίσει από τις λεπτομέρειες που αποκαλύπτω. Δραπέτευσα στην Ευρώπη. Φοβάμαι ότι θα με βρουν και θα με εξοντώσουν ή θα υποβάλουν την οικογένειά μου σε αντίποινα.

"Πριν από την Επανάσταση, η δουλειά μου ήταν να φωτογραφίζω σκηνές εγκλημάτων και ατυχημάτων στις οποίες εμπλέκεται ο στρατός. Μπορεί να ήταν αυτοκτονίες, πνιγμοί, τροχαία ατυχήματα, πυρκαγιές σε σπίτια. Στη στρατιωτική ιεραρχία η δουλειά μας αγνοούνταν σε μεγάλο βαθμό· δεν υπολογιζόμασταν πραγματικά.

"Μια μέρα, ένας συνάδελφος μου είπε ότι επρόκειτο να φωτογραφίσουμε κάποια πτώματα πολιτών. Μόλις είχε πάει να φωτογραφίσει πτώματα διαδηλωτών στην επαρχία Ντεράα: Ήταν τις πρώτες εβδομάδες της Επανάστασης, τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2011. Με δάκρυα στα μάτια, μου είπε: "Οι στρατιώτες βεβήλωσαν τα πτώματα. Τα ποδοπατούσαν με τις μπότες τους και φώναζαν "πουτάνας γιοι!"".

"Ο συνάδελφός μου δεν ήθελε να επιστρέψει, φοβόταν. Όταν ήρθε η σειρά μου να πάω, τα είδα με τα μάτια μου. Οι αξιωματικοί τους χαρακτήριζαν "τρομοκράτες". Αλλά δεν ήταν, ήταν απλώς διαδηλωτές. Τα πτώματα φυλάσσονταν στο νεκροτομείο του στρατιωτικού νοσοκομείου Tishreen, ένα νοσοκομείο κοντά στο αρχηγείο της στρατιωτικής αστυνομίας.

"Στην αρχή, κάθε σώμα είχε και ένα όνομα. Μετά από λίγο, ίσως μερικές εβδομάδες ή ένα μήνα, τα πτώματα δεν είχαν πια ονόματα. Μόνο αριθμούς.

"Όταν έφταναν στο νοσοκομείο, τα πτώματα είχαν δύο αριθμούς πάνω τους. Αυτοί ήταν γραμμένοι σε κολλητική ταινία ή σημειωμένοι με μαρκαδόρο στο δέρμα τους, στο μέτωπο ή στο στήθος τους. Η ταινία δεν ήταν καλής ποιότητας και συχνά ξεκολλούσε. Ο πρώτος ήταν ο αριθμός του ίδιου του κρατουμένου, ο δεύτερος αναφερόταν στον τομέα των υπηρεσιών πληροφοριών όπου είχε φυλακιστεί. Ο ιατροδικαστής ερχόταν νωρίς το πρωί και τους έδινε έναν τρίτο αριθμό, που αφορούσε την ιατρική του έκθεση. Αυτός ο αριθμός ήταν ο πιο σημαντικός για τα αρχεία μας. Ο ιατροδικαστής έγραφε τον ιατρικό αριθμό σε ένα κομμάτι χαρτόνι. Αυτός ή ένας πράκτορας των υπηρεσιών ασφαλείας το κρατούσε δίπλα στο πτώμα καθώς το φωτογραφίζαμε. Είναι τα χέρια τους που βλέπετε στις φωτογραφίες που έβγαλα λαθραία.

"Οι ιατροδικαστές ήταν οι προϊστάμενοί μας. Δεν μας επιτρεπόταν να μιλήσουμε, πόσο μάλλον να κάνουμε ερωτήσεις. Όταν κάποιος από αυτούς μας έδινε μια εντολή, έπρεπε να υπακούσουμε. Έλεγαν: "Φωτογραφήστε αυτά τα πτώματα, τα νούμερα 1 έως 30, για παράδειγμα, και μετά μπορείτε να φύγετε".

"Τα πτώματα ήταν ομαδοποιημένα ανάλογα με τους τομείς. Για παράδειγμα, υπήρχε ένα μέρος για τον τομέα 215 της στρατιωτικής αντικατασκοπείας, ένα άλλο για την αντικατασκοπεία της Πολεμικής Αεροπορίας. Αυτό διευκόλυνε τη λήψη των φωτογραφιών και την ταξινόμησή τους αργότερα.

"Δεν είχα ξαναδεί πριν κάτι παρόμοιο. Πριν από την Επανάσταση, το καθεστώς βασάνιζε ανθρώπους για να αποσπάσει πληροφορίες. Τώρα απλά βασάνιζαν τους ανθρώπους μέχρι θανάτου. Είδα τα καψίματα από κεριά. Μια φορά είδα ένα στρογγυλό σημάδι που είχε γίνει από ένα ηλεκτρικό σκεύος -το είδος που χρησιμοποιείς για να ζεστάνεις τσάι- το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί για να κάψει το πρόσωπο και τα μαλλιά κάποιου. Κάποιοι άνθρωποι είχαν βαθιές πληγές από μαχαίρι, βγαλμένα μάτια, σπασμένα δόντια, σημάδια από μαστίγωμα με καλώδια αυτοκινήτων. Υπήρχαν μώλωπες γεμάτες πύον, σαν να μην είχαν περιποιηθεί για πολύ καιρό και να είχαν μολυνθεί. Μερικές φορές, τα σώματα ήταν καλυμμένα με αίμα, και το αίμα ήταν ακόμα φρέσκο. Αυτό σήμαινε ότι είχαν πεθάνει πρόσφατα.

"Έπρεπε να κάνω διαλείμματα για να μην αρχίσω να κλαίω. Πήγαινα και έπλενα το πρόσωπό μου. Στο σπίτι δεν ήμουν καλύτερα. Είχα αλλάξει. Συνήθως είμαι αρκετά ήρεμος, αλλά με τους γονείς μου, τα αδέλφια μου και τις αδελφές μου ξεσπούσα. Ήμουν απλά τρομοκρατημένος. 'Οσα είχα δει κατά τη διάρκεια της ημέρας περνούσαν μπροστά από τα μάτια μου. Μπορούσα να φανταστώ τα αδέλφια μου ανάμεσα σε αυτά τα πτώματα. Αυτό με αρρώσταινε".

Ένα βράδυ της άνοιξης του 2011, ο Caesar πήγε να δει τον Sami. Ήταν πολύ ταραγμένος. Στο σαλόνι του Sami ψιθύρισε:

"Πρέπει να σου μιλήσω για κάποια περίεργα πράγματα που συμβαίνουν στη δουλειά. Έχω δει πτώματα που έχουν βασανιστεί. Δεν πέθαναν από φυσικά αίτια. Και είναι όλο και περισσότερα κάθε μέρα". Με δάκρυα στα μάτια, ο Caesar ρώτησε ικετευτικά: "Τι πρέπει να κάνω;"

Οι οικογένειες του Caesar και του Sami γνωρίζονταν για περισσότερα από 20 χρόνια. Αλλά στη Συρία των Assad Senior και Junior υπήρχαν ορισμένα πράγματα για τα οποία δεν μιλούσες, πράγματα που δεν τολμούσες να επικρίνεις ούτε καν ψιθυριστά μπροστά στους φίλους και την οικογένειά σου. Η λατρεία του προέδρου, η καταστολή κάθε πολιτικής αντιπολίτευσης, η πλήρης απουσία ελευθερίας, οι μυστικές υπηρεσίες, που παρακολουθούν κάθε λεπτομέρεια της ζωής των πολιτών, που ελέγχουν κάθε γωνιά της πόλης. Μια λέξη εκτός τόπου και χρόνου μπορεί να σε οδηγήσει στη φυλακή.

Ο Sami ήταν μηχανικός κατασκευών στη Δαμασκό. Ήξερε ότι ο Caesar είχε τοποθετηθεί σε ένα γραφείο της στρατιωτικής αστυνομίας, όπου φωτογραφίζουν τα τροχαία ατυχήματα και τους θανάτους στρατιωτών. Ο Sami πάντα έδειχνε ένα χαλαρό ενδιαφέρον. Μέχρι που τον κέντρισαν αυτές οι τελευταίες εκμυστηρεύσεις.

Εκείνη τη χρονιά, το 2011, μετά την Τυνησία, την Αίγυπτο και τη Λιβύη, οι Σύριοι άρχισαν να απαιτούν τη δική τους αραβική άνοιξη. Δύο πρώιμες διαδηλώσεις τον Φεβρουάριο και στις αρχές Μαρτίου σήμαναν συναγερμό στη Δαμασκό. Ένα κάλεσμα για συμμετοχή στις διαδηλώσεις κυκλοφόρησε στο Facebook στις 15 Μαρτίου και τρεις ημέρες αργότερα στη Ντεράα, στον αγροτικό και "φυλετικό" νότο, τον οποίο οι μητροπολιτικές ελίτ περιφρονούσαν, χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν μπροστά στο μεγάλο τζαμί. Λίγες μέρες νωρίτερα τα παιδιά της πόλης είχαν τολμήσει να γράψουν στους τοίχους του σχολείου τους: "Ο λαός θέλει την πτώση του καθεστώτος". Συνελήφθησαν, βασανίστηκαν, ήταν εντελώς αγνώριστα όταν επέστρεψαν στους γονείς τους, τόση ήταν η περιφρόνηση που έδειχναν οι υπηρεσίες ασφαλείας για έναν λαό που τον θεωρούσαν υποταγμένο, αδαή και συντετριμμένο μετά από 45 χρόνια αυθαίρετης άσκησης της εξουσίας.

Αλλά κάτι συνέβη. Με μια δύναμη που δεν υποπτεύονταν ότι την είχαν, οι Σύριοι διαδήλωσαν ειρηνικά ενάντια στις συλλήψεις και απαίτησαν μεταρρυθμίσεις. Η Ντεράα, συνήθως προπύργιο του κυβερνώντος κόμματος Μπάαθ, αποφάσισε ότι είχε βαρεθεί να περιθωριοποιείται από τη Δαμασκό και να την απομυζεί μια ολιγαρχία που σφετεριζόταν τους λιγοστούς οικονομικούς πόρους που υπήρχαν στην περιοχή. Η διαδήλωση της 18ης Μαρτίου κατεστάλη μέσα σε μια ώρα και τρεις νέοι άνθρωποι σκοτώθηκαν.

Αμέσως, άλλες ειρηνικές διαμαρτυρίες ξεπήδησαν σε όλη την περιοχή και την υπόλοιπη χώρα. Με τα συνθήματα να ηχούν δυνατά στα αυτιά τους, οι στρατιώτες έγιναν ακόμα πιο επιθετικοί. Οι περισσότεροι από τους διαδηλωτές διαλύθηκαν, αλλά κάποιοι συνέχισαν. Τις ημέρες που ακολούθησαν, οι πόρτες των τζαμιών έγιναν μάρτυρες μιας γρήγορης διαδοχής κηδειών μαρτύρων που είχαν εκτελεστεί, τα πτώματα μεταφέρονταν τυλιγμένα σε μια σημαία, μερικές φορές καλυμμένα με λουλούδια, με όλο και μεγαλύτερα πλήθη επαναστατών να φωνάζουν "Wahed, wahed!". ("Ένας, ο λαός είναι ένας!")

Οι Σύριοι άρχισαν να μιλούν δημόσια, ξεπερνώντας το φόβο τους. Πολλοί θα πέσουν. Κατά χιλιάδες, οι αντίπαλοι του καθεστώτος κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο βίντεο από ειρηνικές συγκεντρώσεις. Οι λογαριασμοί στο YouTube και το Facebook κατακλύστηκαν από εκατοντάδες πλάνα που έδειχναν θύματα να ψυχορραγούν στο πεζοδρόμιο, πατεράδες να κλαίνε πάνω από τους αιμόφυρτους γιους τους, μητέρες να θρηνούν. Λευκά σάβανα να απλώνονται στο έδαφος.

Τα βίντεο ήταν για εκείνους που ζούσαν στην άλλη άκρη της χώρας. Για να σπάσει η λογοκρισία. Για να αποτίσουν φόρο τιμής σε αυτούς που σφαγιάστηκαν στην καταστολή.

Τρεις δεκαετίες νωρίτερα, στην πόλη Χάμα, 15.000 έως 25.000 κάτοικοι είχαν σκοτωθεί: πυροβολήθηκαν μπροστά από έναν τοίχο, συνθλίφθηκαν από τα τανκς, πετάχτηκαν από τα παράθυρα, σκοτώθηκαν κατά την άφιξή τους στο νοσοκομείο. Πυροβολήθηκαν με πολυβόλα χωρίς να υπάρχουν μάρτυρες. Διαλυμένες ζωές, πολλοί χωρίς τάφο, χωρίς φόρο τιμής ή μνήμης. Εξαφανισμένοι. Τον Φεβρουάριο του 1982 το καθεστώς θέλησε να καταστείλει μια εξέγερση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε αυτή την πόλη στο κέντρο της χώρας. Τα επίλεκτα στρατεύματα του Ριφάτ αλ Άσαντ, αδελφού του Χαφέζ αλ Άσαντ, του τότε προέδρου, ηγήθηκαν της μάχης. Αρκετές εβδομάδες συλλογικής τιμωρίας κατέστρεψαν το ένα τρίτο της πόλης. Ούτε φωτογραφίες, ούτε ταινίες. Σιωπηλοί μάρτυρες, παραλυμένες οικογένειες. Αλλά σε όλη τη χώρα ο ήχος των οβίδων είχε σπείρει τον τρόμο.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα στο λαβύρινθο της παλιάς πόλης της Χάμα ή γύρω από τα νέα ξενοδοχεία που χτίστηκαν πάνω σε μαζικούς τάφους, οι κάτοικοι απέφευγαν να μιλήσουν για τα γεγονότα αυτά. Οι αναμνήσεις τους ήταν σιωπηλές, αλλά ήταν άθικτες. Τον Οκτώβριο του 2014 στις Βρυξέλλες, στο τέλος ενός συνεδρίου για το Χαλέπι, μια Σύρια που είχε μεγαλώσει στη Χάμα δάκρυσε καθώς διηγιόταν πώς είχε επιστρέψει, μικρό κορίτσι, ένα μήνα μετά τις σφαγές, για να βρει μια πόλη-φάντασμα και την οικογένειά της αποδεκατισμένη. Δεν μπορούσε να μιλήσει γι' αυτό για χρόνια. 'Ωσπου τώρα, οι εικόνες των δρόμων και των τζαμιών της Χάμα πριν από την καταστροφή, ξαναζωντάνεψαν την παιδική της αγωνία.

Την εποχή των γεγονότων στη Χάμα, ο Sami πήγαινε ακόμη σχολείο. "Οι τρομοκράτες θα έρθουν και θα μας δολοφονήσουν στο σχολείο", του είπαν οι ενήλικες, αναφερόμενοι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τα βράδια οι δάσκαλοι διοργάνωναν αγρυπνίες για την προστασία των κατοίκων της γειτονιάς. Ο Sami είδε τους συμμαθητές του να εξαφανίζονται, ο ένας μετά τον άλλο. Γιατί; Πώς; Καλύτερα να μην κάνεις πολλές ερωτήσεις. Συνελήφθησαν από τις μυστικές υπηρεσίες, κάποιοι επέστρεψαν. Άλλοι δεν επέστρεψαν, όπως ο φίλος του, ένας καλός, μελετηρός μαθητής, για τον οποίο περιμένει ακόμα νέα -33 χρόνια αργότερα.

Ένα πρωί, μετά από ένα τραγούδι προς τιμήν του προέδρου, Χαφέζ αλ Άσαντ, ο διευθυντής μπήκε στην αυλή του σχολείου, περικυκλωμένος από μπράβους των δυνάμεων ασφαλείας. Ο Sami και οι συμμαθητές του, που είχαν παραταχθεί και ήταν έτοιμοι να μπουν στο μάθημα της ισλαμικής εκπαίδευσης, πάγωσαν. Ο δάσκαλός τους ήταν ένας ηλικιωμένος άνδρας, τον οποίο οι μαθητές αγαπούσαν και σέβονταν. Οι ένοπλοι μπράβοι άρχισαν να τον προσβάλλουν, απείλησαν να βιάσουν τη γυναίκα του: "Θα μάθετε να πληρώνετε το τίμημα για την εναντίωση στους ανωτέρους σας", γαύγισαν. Και μετά τον πήραν μακριά.

"Η σύλληψή του ήταν μια τρομακτική στιγμή, περισσότερο τρομακτική παρά οδυνηρή", θυμάται ο Sami. "Τον έβλεπα σαν ένα είδος πατέρα. Συνειδητοποίησα ότι δεν ζούσαμε σε μια χώρα αλλά σε μια απέραντη φυλακή. Δεν ένιωθα πια ασφαλής, δεν μπορούσα πλέον να συγκεντρωθώ στις σπουδές μου. Μίλησα γι' αυτό στη μητέρα μου. Για να με προστατεύσει, μου ζήτησε να το ξεχάσω και να μη μιλήσω ποτέ για αυτό που είχε μόλις συμβεί".

Είκοσι εννέα χρόνια αργότερα, κοιτάζοντας τις πρώτες φωτογραφίες που είχε αντιγράψει ο Caesar, ο Sami ξαναζούσε εκείνους τους φόβους της νιότης του. "Συνειδητοποίησα ότι υπήρχαν άνθρωποι που πέθαιναν σιωπηλά στις φυλακές. Βρίσκονταν στις σκοτεινές τρύπες του καθεστώτος". Υπήρχαν βασανιστήρια πριν από την Επανάσταση. Οι άνθρωποι που έβγαιναν από τη φυλακή, μερικές φορές μετά από 20 χρόνια αυθαίρετης κράτησης, διηγούνταν ανάλογες ιστορίες. Το καθεστώς χαιρόταν να διαδίδονται αυτές οι αφηγήσεις για να χρησιμεύουν ως παραδείγματα, ώστε να μπορούν να σπέρνουν τον τρόμο σε κάθε σπίτι, σε κάθε μυαλό.

Αλλά οι φωτογραφίες του Caesar έδειχναν βασανιστήρια και θανάτους που κατέγραφε και ταξινομούσε το καθεστώς. Αυτή τη φορά ήταν το ίδιο το κράτος που διηγόταν την ιστορία του τρόμου που προκαλούσε. Τραβηγμένες στα μπουντρούμια των στρατιωτικών νοσοκομείων, οι εικόνες αυτές είναι αδιάψευστες αποδείξεις της βαρβαρότητας της εξουσίας. Σε αντίθεση με τις ερασιτεχνικές ταινίες, γεμάτες συναίσθημα, που γύρισαν οι ακτιβιστές για την ελευθερία στους δρόμους των πόλεων, αυτά τα επίσημα ντοκουμέντα παγώνουν το αίμα.

Ο Caesar ήθελε να εγκαταλείψει τη δουλειά του και να αυτομολήσει. Ο Sami τον έπεισε να συνεχίσει, καθώς μόνο αυτός ήταν σε θέση να συγκεντρώσει στοιχεία μέσα από το σύστημα. Υποσχέθηκε να τον στηρίξει και να του συμπαρασταθεί, ό,τι κι αν συνέβαινε. Αυτοί οι δύο άνδρες, τόσο διαφορετικοί σε πολλά σημεία, θα γίνονταν αχώριστοι. Επί δύο χρόνια, με μεγάλο προσωπικό κίνδυνο, ο νεαρός φωτογράφος αντέγραψε χιλιάδες φωτογραφίες κρατουμένων, τις οποίες μπορεί πλέον να δει κανείς στο διαδίκτυο, ενώ κάποιες από αυτές προβάλλονται σε μια αίθουσα του Μουσείου Ολοκαυτώματος στην Ουάσιγκτον. Ο Sami τον υποστήριζε σε καθημερινή βάση καθ' όλη τη διάρκεια αυτών των δύο ετών. Τον υποστηρίζει ακόμα, κάπου στη Βόρεια Ευρώπη, όπου οι δύο άνδρες ζουν τώρα κρυμμένοι. Περιμένοντας τη δικαστική διαδικασία να πάρει τον δρόμο της, δεν μπορούν να αποκαλύψουν την πραγματική τους ταυτότητα όσο το καθεστώς Άσαντ παραμένει στη θέση του.


Δείτε ακόμα στο Αλμανάκ:
"Για την Σάμα":  η συριακή κόλαση κινηματογραφημένη από μέσα από μία κάτοικο του Χαλεπίου

Αλμανάκ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ