Από τον Γιώργο Οικονόμου
Τα αυτόνομα άτομα είναι αδιανόητα χωρίς αυτόνομη κοινωνία, και αντιστρόφως η αυτόνομη κοινωνία είναι αδύνατη χωρίς αυτόνομα άτομα. Αυτόνομο γενικώς είναι το άτομο που θέτει το ίδιο τους κανόνες της ζωής του.
Αν θα ήθελε κάποιος να συμπυκνώσει με λίγες λέξεις την προσφορά του φιλοσόφου Κορνήλιου Καστοριάδη (1922-1997) στον χώρο της σκέψης θα επέμενε κυρίως σε δύο από τις πιο σημαντικές στιγμές του: πρώτον, τη φιλοσοφική επινόηση του «ριζικού φαντασιακού» και δεύτερον την έννοια της «αυτονομίας». Και οι δύο έννοιες, που εμφανίζονται από νωρίς στο έργο του, αναπτύσσονται στο σπουδαίο φιλοσοφικό του έργο Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας (1975) και συνεχίζουν να τον απασχολούν και στα μετέπειτα κείμενά του.
Το ριζικό φαντασιακό έχει δύο μορφές την ατομική («ριζική φαντασία») και τη συλλογική («κοινωνικό φαντασιακό») και είναι η απερίσταλτη δυνατότητα της ψυχής να φαντάζεται και να δημιουργεί νέα είδη, νέα οντολογικά είδη, νέους θεσμούς, αξίες, σημασίες κλπ. Το φαντασιακό δεν είναι το αποκαλούμενο φανταστικό με την τρέχουσα έννοια ούτε είναι αποτέλεσμα του «πραγματικού» ή του «ορθολογικού». Αντιθέτως, το «πραγματικό» και το «ορθολογικό» είναι δημιουργήματα του φαντασιακού. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη δημιουργία δεν προσδιορίζεται από ορθολογικές διαδικασίες, δεν προ-καθορίζεται από τον λόγο και από το ήδη υπάρχον. αν και στηρίζεται σε αυτούς τους καθορισμούς εν τούτοις τους υπερβαίνει και αποτελεί ένα νέο είδος, μία νέα μορφή.
Ετσι η ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα αντικειμενικών ορθολογικών νόμων, αλλά δημιουργία εκ του μηδενός (ex nihilo). Η έκφραση αυτή δεν σημαίνει ότι δεν στηρίζεται σε κάποιο υπάρχον υλικό και πνευματικό υπόστρωμα, αλλά ότι είναι δημιουργία εντελώς νέου είδους μακράν πάσης μιμήσεως, μακράν οιουδήποτε αρχετύπου ή μοντέλου. Κατά συνέπεια η κοινωνία είναι δημιουργία του ανώνυμου συλλογικού φαντασιακού, του κοινωνικού φαντασιακού, αυτοθεσμίζεται δηλαδή φαντασιακώς – εξ'ου και ο τίτλος του βασικού βιβλίου του Κορνήλιου Καστοριάδη. Η αντίληψη αυτή περί κοινωνίας και ιστορίας συγκαλύφθηκε από την κληρονομημένη σκέψη, στην οποία ο Καστοριάδης ασκεί κριτική.
Η άλλη σημαντική προσφορά του είναι η ανάδειξη της έννοιας της αυτονομίας, η οποία έχει και αυτή δύο μορφές, την ατομική και τη συλλογική, οι οποίες είναι αλληλένδετες. Τα αυτόνομα άτομα είναι αδιανόητα χωρίς αυτόνομη κοινωνία, και αντιστρόφως η αυτόνομη κοινωνία είναι αδύνατη χωρίς αυτόνομα άτομα. Αυτόνομο γενικώς είναι το άτομο που θέτει το ίδιο τους κανόνες της ζωής του. Μια διάσταση της αυτονομίας του ατόμου εν σχέσει προς την κοινωνία είναι η δυνατότητα συμμετοχής του στη διαμόρφωση του νόμου και στη λήψη των αποφάσεων. Όσον αφορά τη συλλογική αυτονομία ο Κ. Καστοριάδης παρατηρεί ότι οι περισσότερες κοινωνίες είναι ετερόνομες, διότι αποδίδουν την δημιουργία των θεσμών και των σημασιών τους σε μια εξωκοινωνική πηγή (θεό, φύση, λόγο) ενώ η αυτόνομη αποδέχεται ρητώς την αυτοθέσμισή της. Η διαφορά αυτή έχει ως συνέπεια ότι η μεν ετερόνομη κοινωνία υποδουλώνεται στους θεσμούς της, τους θεωρεί ιερούς και απαραβίαστους ενώ η αυτόνομη κοινωνία, έχοντας γνώση της αυτοθέσμισής της δύναται να τους αμφισβητεί και να τους αλλάζει. Στην αυτόνομη κοινωνία όλα τα βασικά ερωτήματα είναι ανοικτά και συζητούνται ελεύθερα από όλους τους πολίτες εντός του δημοσίου χώρου.
Η ρήξη με την θεσμισμένη ετερονομία έχει γίνει δύο φορές στην ανθρώπινη ιστορία, σύμφωνα με τον Καστοριάδη. Η πρώτη στις αρχαίες ελληνικές πόλεις με την αμφισβήτηση των κατεστημένων θεσμών και των παραδεδομένων αντιλήψεων, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία από τη μια, της πολιτικής και της δημοκρατίας και από την άλλη, της φιλοσοφίας. Η ισότητα, η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η συμμετοχή, η κριτική, η συλλογική άσκηση της εξουσίας τίθενται ως έννοιες και αιτήματα για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, ως συλλογικά αιτήματα αλλά και έμπρακτες ενσαρκώσεις σε θεσμούς και νόμους. Για πρώτη φορά τα κατώτερα στρώματα είναι κυρίαρχα και ισότιμα μαζί με τους παραδοσιακούς κατόχους της εξουσίας, ευγενείς, πλουσίους, δυνατούς, ιερατείο. Η αυτονομία είναι δηλαδή αλληλένδετη με ένα καθεστώς άμεσης δημοκρατίας.
Η δεύτερη φορά που συντελείται η ρήξη με την παραδοσιακή θέσμιση είναι στη Δυτική Ευρώπη, με το τέλος του Μεσαίωνα. Με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και τις επαναστάσεις του 18ου αιώνα, αναδύεται πάλι ένα συλλογικό κίνημα αμφισβήτησης και κριτικής των κληρονομημένων θεσμών και αντιλήψεων, που έχει ως αποτέλεσμα την επανεμφάνιση της φιλοσοφίας και του προτάγματος της αυτονομίας: τα αιτήματα της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης δημιουργούν μια άλλη δυναμική και μιαν άλλη θέσμιση. Αμεση απόληξη είναι η κατάρρευση του φεουδαρχικού απολυταρχισμού και της θρησκευτικής εκκλησιαστικής κυριαρχίας, η βαθμιαία απόκτηση δικαιωμάτων ανήκουστων και αδιανόητων μέχρι τότε, η κατάργηση της δουλείας, η διαφορετική αντιμετώπιση της γυναίκας και η μετέπειτα διεκδίκηση της απελευθέρωσής της και της ισοτιμίας της, ο χωρισμός εκκλησίας και κράτους, η δημιουργία τέλος των κοινοβουλευτικών καθεστώτων στηριγμένων στην αντιπροσώπευση και την καθολική ψηφοφορία.
Οι δύο αυτές εμφανίσεις του προτάγματος της αυτονομίας σημαίνουν ότι τίποτε δεν αποκλείει την επανεμφάνισή του μια τρίτη φορά και στις δικές μας ετερόνομες ολιγαρχικές κοινωνίες. Αυτό είναι εφικτό από τη στιγμή που η ιστορία, όπως ειπώθηκε πριν, δεν είναι καθορισμένη άπαξ δια παντός, αλλά ανοικτή δημιουργία. Όλα εξαρτώνται από τη θέληση, τη δράση και το φαντασιακό των ανθρώπων.
* O Γιώργος Ν. Οικονόμου σπούδασε Μαθηματικά, Μουσική και Φιλοσοφία. Συμμετείχε ενεργώς στο αντιδικτατορικό κίνημα. Παρακολούθησε στο Παρίσι τα μεταπτυχιακά σεμινάρια του Κορνήλιου Καστοριάδη με τον οποίο άρχισε τη διδακτορική του διατριβή. Έχει Master φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Σχετικοί τίτλοι του για τον Καστοριάδη: "Αφιέρωμα στον Κορνήλιο Καστοριάδη, στοχαστή της αυτονομίας" (2010) και "Μελέτες για τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Η Γένεση της δημοκρατίας και η σημερινή κρίση" (Ευρασία, 2011).
σχόλια