Περί τα μέσα του 2013 ξεκίνησε να υλοποιείται μια φιλόδοξη παραγωγή του Δημήτρη Καρρά [Pazl], του δισκοπωλείου Music Corner και της B-otherSide Records, που αφορούσε στην παραγωγή μιας σειράς δίσκων βινυλίου 45 στροφών, με τραγούδια λαϊκά, μπαλάντες και άλλα τινά, τα οποία θα απέδιδαν γνωστοί ερμηνευτές και ερμηνεύτριες του καιρού μας. Η σειρά, που θα ξεχώριζε και οπτικά λόγω των πολύ ωραίων εξωφύλλων του Κώστα Παντούλα, ολοκληρώθηκε δύο χρόνια αργότερα, με το έβδομο δισκάκι να τυπώνεται πριν λίγο καιρό. Ευκαιρία να ξανακούσουμε ένα-ένα τα 45άρια, «βλέποντας» τη σειρά στην ολότητά της…
Η σειρά επτά δίσκων 45 στροφών του Δημήτρη Καρρά με τον τίτλο «Γεροντοπείσματα» πήρε δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί (καλοκαίρι '13 – καλοκαίρι '15). Περιλαμβάνει συνολικά 18 τραγούδια, άλλα έντεχνα, άλλα προς το ροκ, άλλα λαϊκά, άλλα μπαλάντες, συχνά βασισμένα σε στίχο κοινωνικό και «κλεισμένα» στα ωραία ασπρόμαυρα (κι ένα έγχρωμο) εξώφυλλα του Κώστα Παντούλα. Τα τραγούδια αποδίδονται από γνωστους ερμηνευτές και ερμηνεύτριες του καιρού μας.
1.
«Όλοι για τα μπετά δουλεύουμε/ …Μισαλλοδοξία» (2013). Είναι τα δύο τραγούδια-ξεκίνημα των «Γεροντοπεισμάτων» με τον Δημήτρη Καρρά να επιχειρεί προς την κατεύθυνση του εντέχνου, φέρνοντας κοντά τούς Σωκράτη Μάλαμα και Βασίλη Καρρά. Δεν θα βάλω θαυμαστικό, καθότι οι δυο τους (ο Μάλαμας και ο Καρράς εννοώ) θα μπορούσε να είχαν συνεργαστεί και νωρίτερα, καθότι ο Καρράς (όπως μαθεύτηκε) υπήρξε ο μόνος καλλιτέχνης που κάλεσε στο τηλέφωνο τον Μάλαμα, για να του ζητήσει τη γνώμη του για την απόδοση της «Πριγκηπέσας» – κάτι, βεβαίως, που εξετίμησε δεόντως ο τελευταίος.
Μάλαμας και Καρράς λοιπόν, σε μουσική και στίχους Δημήτρη Καρρά, τραγουδούν την λαϊκή μπαλάντα «Όλοι για τα μπετά δουλεύουμε» (σε ενορχήστρωση Νίκου Γύρα), ένα απλό, κατανοητό, θυμοσοφικό, λαϊκό τραγούδι, που θα μπορούσε να ακουστεί (και ακούστηκε) περισσότερο. Ok o Μάλαμας, αλλά ο Καρράς ήταν εκείνος που έδειξε για ακόμη μια φορά πως το… σακάκι του δεν τον χωρούσε και πως θα ήθελε κι άλλα πράγματα να πει.
Το flip-side είναι ένα εντελώς διαφορετικό track. Ηχητικά κοντά στο folk και το folk-rock, διαθέτει στίχους πολιτικοκοινωνικούς, μαζί με μιαν αίσθηση «Δημοσθένους λέξις» του σήμερα (όχι μόνο λόγω της συγκεκριμένης κιθαριστικής συνοδείας, αλλά και του ευρύτερου πλάνου) και με μια… μαλαμική ερμηνεία από τον ίδιο τον Δημήτρη Καρρά). Ενδιαφέρον τραγούδι, που δεν του άξιζε να πέσει στη σκιά των «μπετών»
2.
Το δεύτερο 45άρι της σειράς κυκλοφόρησε προς το τέλος του 2013 περιλαμβάνοντας τα κομμάτια «Άκου το τραγούδι/ Οι τρελοί», γραμμένα από τους Δημήτρη Καρρά και Νίκο Γύρα αντιστοίχως. Το πρώτο ήταν μια ερωτική μπαλάντα, που απέδιδαν οι Φώτης Ανδρικόπουλος και Βασίλης Παπακωνσταντίνου σε ενορχήστρωση Βαγγέλη Καραπέτρου (ο ίδιος χειριζόταν κιθάρα, μπάσο, μαντολίνο, κρουστά, ενώ είχε κάνει και τον προγραμματισμό). Ωραίες οι φωνές (και τα χορωδιακά φωνητικά), με τον Παπακωνσταντίνου σε μια τυπική, επαγγελματική ερμηνεία.
Το flip-side «Οι τρελοί», ήταν νεολαϊκό, όπως αποκαλούνται αυτού του τύπου τα άσματα – αν και το στυλ παραπέμπει στην «Εκδίκηση της Γυφτιάς» και τα «Δήθεν». Εξάλλου, ο όρος «νεολαϊκό» αποκτά νόημα από την εμφάνιση της «Γυφτιάς» (το 1978) και εντεύθεν. Για να μη νομιστεί ότι βλέπω αρνητικά το κομμάτι τού Γύρα, σπεύδω να πω πως «Οι τρελοί» είναι ένα ωραίο τραγούδι, με στίχους και μουσικές που είχαν τη δύναμη να αγκιστρωθούν στα χείλη του κόσμου, βοηθούμενο και από έναν πολύ καλό τραγουδιστή, όπως ήταν και είναι ο Παναγιώτης Λάλεζας.
3.
Την άνοιξη του ’14 κυκλοφόρησε το τρίτο μέρος από τα «Γεροντοπείσματα». Το δισκάκι ανοίγει με το τραγούδι «Στο ρετιρέ», που το ακούμε από την «αντρίκια» φωνή της Φωτεινής Βελεσιώτου. Το τραγούδι είναι πολύ καλό, σ’ ένα κάπως… κραουνακικό στυλ (όχι στο γλεντζέδικο, μα στο πιο «εσωτερικό»), που υπηρετείται όπως πρέπει μέσα σ’ ένα minimal ενορχηστρωτικό σκηνικό – φωνή και πιάνο (Κώστας Στεργίου), και κάπου-κάπου ορισμένα γεμίσματα από κρητική λύρα (Γιώργος Κοντογιάννης). Αργόσυρτο και βαρύ κομμάτι, το «Ρετιρέ» ευτυχεί από πάσης πλευράς. Μουσική (με στέρεα και σαφή μελωδία), στίχοι (κάπως σπαραξικάρδιοι, μα ουσιαστικοί συνάμα), και ερμηνεία, βεβαίως, δωρική, από ’κείνες που επιβάλλονται αμέσως δια του ηχοχρώματός τους.
Άλλο πράγμα η δεύτερη πλευρά. Το τραγούδι δεν είναι απλώς διαφορετικό ως άκουσμα (εδώ, ο προγραμματισμός, η εκτέλεση και η ενορχήστρωση ανήκουν άπαντα στον Δημήτρη Καρρά), είναι διαφορετικό γενικά και από κάθε πλευρά – και πάντως ενδιαφέρον. Το «Μάτια καθαρά» μοιάζει με λαϊκή ή και με ροκ μπαλάντα, χωρίς να είναι, σε κάθε περίπτωση, κάτι από τα δύο. Κινούμενο στο κλασικό σχήμα κουπλέ-ρεφρέν-κουπλέ-ρεφρέν ερμηνεύεται σαν διάλογος ανάμεσα στον Δημήτρη Καρρά (κουπλέ) και την Λόλα Γιαννοπούλου (ρεφρέν). Ο Καρράς έχει ωραία φωνή, αλλά η Γιαννοπούλου καθώς περνά από το φωνητικό ηχόχρωμα της Αρβανιτάκη δεν του δίνει την ταυτότητα που θα του έπρεπε.
4.
Λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές του περσινού καλοκαιριού τυπώνεται και το τέταρτο δισκάκι που φέρνει κάτω από την ίδια στέγη δύο διαφορετικούς ερμηνευτές –εννοώ πως εκκινούν από εντελώς διαφορετικές αφετηρίες– τον Γιάννη Κότσιρα και τον Νικήτα Κλιντ.
Το τραγούδι με τον Κότσιρα έχει τίτλο «Ντροπή» και είναι σε μουσική και στίχους του Δημήτρη Καρρά. Πρόκειται για μια ακουστική, κατά κάποιαν έννοια, μπαλάντα (ενορχηστρωμένη για κλασική κιθάρα, λαούτο και μπάσο, είτε με δοξάρι είτε με ebow, από τον Νίκο Γύρα), την οποία ο Κότσιρας αποδίδει με σθένος. Εννοώ πως το τραγούδι είναι «βαρύ», και από μουσικής και από στιχουργικής πλευράς (θα το χαρακτήριζα για άλλη μια φορά ως… μαλαμικής αντίληψης), απαιτώντας κατ’ ουσίαν τη στιβαρή και καθαρή ερμηνεία. Ο Κότσιρας, που έχει πει τέτοιου τύπου τραγούδια και στο παρελθόν, έπραξε το αυτονόητο.
Το «Εγωισμοί» (σε μουσική και στίχους πάντα του Δημήτρη Καρρά) δεν διαφέρει και τόσο από το προηγούμενο κομμάτι – αν και μου αρέσει περισσότερο. Η αφηγηματική ερμηνευτική του εξέλιξη (Νικήτας Κλιντ) είναι σαφής ανακαλώντας στη μνήμη μου (στα κουπλέ τουλάχιστον) την πιο προσωπική τραγουδοποιία του Παύλου Παυλίδη, ενώ (το κομμάτι) υποβοηθείται τόσο από την μελωδική γραμμή, όσο, βεβαίως, και από την πιανιστική (βασικά) συνοδεία (ακούγεται επίσης λίγο ακουστική κιθάρα, όπως και κρουστά). Ένα ωραίο τραγούδι.
5.
Περί τον Οκτώβρη του ’14 προστέθηκε και το πέμπτο δισκάκι, που περιείχε δύο ερωτικά τραγούδια σε μουσικές και στίχους Δημήτρη Καρρά, τα οποία αποδίδονταν από τον τραγουδοποιό και την Αρετή Κετιμέ (η πρώτη πλευρά «Έλα στην θέση μου») και από τον Λάμπη Ξυλούρη (η δεύτερη «Τα κάτεργα»).
Το πρώτο τραγούδι ξεκινά κάπως σαν μπαλάντα, μ’ ένα… όσο πατάει η γάτα ραπάρισμα από τον Καρρά, πριν «απαντήσει» η Κετιμέ στο ρεφρέν, ανεβάζοντας τα… εντεχνολαϊκά vibes. Απλό και κατανοητό κομμάτι, με προσεγμένη ενορχήστρωση (κλασική & ακουστική κιθάρα, κοντραμπάσο, βιολί, σαντούρι, κρουστά).
Το δεύτερο track είναι γραμμένο στο κρητικό ιδίωμα – και ίσως γι’ αυτό επιλέχθηκε ως ερμηνευτής ο Λάμπης Ξυλούρης. Η «πέτρινη» φωνή τού τραγουδιστή μοιάζει ιδανική, και σε συνδυασμό με τη μελωδική γραμμή και βεβαίως με την ενορχήστρωση (λύρα ο Μάνος Πυροβολάκης, λαούτο ο Νίκος Γύρας) συντείνει σ’ ένα ωραίο αποτέλεσμα. Τριακόσια αντίτυπα συνολικά και με προτεινόμενη τιμή αγοράς από 10 ευρώ και κάτω…
6.
Το προτελευταίο single κυκλοφορεί στο τέλος του 2014, έχοντας μια διαφορά από τα προηγούμενα καθώς περιείχε τέσσερα τραγούδια, γυρίζοντας στις 33 στροφές και όχι στις 45. (Το πρώτο τέτοιο φορμά που τυπώθηκε ποτέ στην Ελλάδα ήταν το ανάλογο των Morka πίσω στο 1972). Η πρώτη πλευρά κινείται περισσότερο σε νεολαϊκούς δρόμους, ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει μπαλάντες (με ακορντεόν, πιάνο, βιολί, κιθάρες κ.λπ.).
Το «Βαριά φωνή» (μουσική, στίχοι από τον Δημήτρη Καρρά) είναι τραγουδισμένο από τον Μπάμπη Στόκα. Η ενορχήστρωση διατηρεί… εντεχνο-παραδοσιακά στοιχεία φέρνοντας στη μνήμη συνθέσεις του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Ακόμη και ο Στόκας τραγουδά, εδώ, με φωνή που δεν αναγνωρίζεται αμέσως. Ακόμη και οι στίχοι, έχω την αίσθηση πως κρατούν κάτι από την «άπλα» της επαρχιακής Ελλάδας.
Τo «Στου κέντρου τον τεκέ» είναι ενορχηστρωμένο για κιθάρα, μπαγλαμά, μπουζούκι, κρουστά και φλάουτο. Οι Bandallusia έχουν γυναικεία φωνή μπροστά (Ηλιάνα Πασπάλα), που αποδίδει με την πρέπουσα αποφασιστικότητα στίχους σαν και τούτους: «(…) μόνο εμένα ετοιμάζουν για θυσία/ πάλι σε μένανε θα κάτσουν τη στραβή/ και χρόνια έχω μια βάσιμη υποψία/ πως είμαι ελεύθερη μέσα σε φυλακή(…)».
Η Πένυ Ραμαντάνη είναι η τραγουδίστρια των Όναρ και μαζί με τον Θεολόγο Κάππο τραγουδούν το «Γέλια πλαστικά». Κλασικό διαλογικό τραγούδι, με άψογη μελωδική ανάπτυξη και επίσης ενορχήστρωση (βιολί, σαξόφωνο…). Ο Κάππος δεν είναι πολύ πειστικός στην ερμηνεία του, αλλά εντάξει… Το τραγούδι, πάντως, είναι πολύ καλό – και μάλλον το ωραιότερο από τα τέσσερα τού EP. Στο τελευταίο «Θεαθήναι» τραγουδούν η Λόλα Γιαννοπούλου και βασικά ο Νίκος (Ατόφιος) Χριστοφίδης. Λιτή ενορχήστρωση (κιθάρα, μπάσο, κρουστά, βιολί), η οποία επενδύει το ελαφρό ραπάρισμα του Χριστοφίδη, καθώς και μια φράση μελωδική που τραγουδά (σαν σχόλιο ή σαν επωδό) η Γιαννοπούλου. Ενδιαφέρον ως «άποψη».
7.
Μετά από έξι 45άρια –με τα χαρακτηριστικά ασπρόμαυρα εξώφυλλα του Κώστα Παντούλα– φθάνουμε στο έγχρωμο, έβδομο και τελευταίο (και ξανά 33 στροφών).
Ολοκληρώνεται δηλαδή τα «Γεροντοπείσματα» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, υπό την έννοια πως, εδώ, υπάρχει ένα από τα ωραιότερα τραγούδια της σειράς, το “Showbiz” με ερμηνεία από τους Πάνο Κατσιμίχα, Word of Mouth & Νικήτα Κλιντ, στίχους από τους Δημήτρη Καρρά, Νικήτα Κλιντ & Πάνο Κατσιμίχα και μουσική από τον Δημήτρη Καρρά. Τι λέει αυτό το τραγούδι και με ποιους τα βάζει, είναι σαφές… κι αν δεν είναι ορίστε δυο στιχάκια για να γίνει… «στο σπίτι σας έχει γιορτή, στο δρόμο η ανεργία/ εδώ ο κόσμος χάνεται κι εσείς τσιμπούκια κάνετε, στην εξουσία». Η εκτρωματική εικόνα της ελληνικής showbiz, σ’ ένα κομμάτι που λέει όσα πρέπει να πει με λόγια απλά και καθαρά, και που αξίζει ν’ ακουστεί περισσότερο. Πρόκειται για το A2, γιατί το δισκάκι ανοίγει με το Α1 «Λήθαργος», που τραγουδά βαθιά ο Σταμάτης Γονίδης (στίχοι και μουσική από τον Δημήτρη Καρρά). Κλασικό… τουρκομπαρόκ (υπάρχουν βιολιά και άλλα τινά), που κινείται πολύ κοντά στην mentalité του τραγουδιστή και με μήνυμα για τη ζωή στα… σίδερα (αληθινά ή λιγότερο). «Σκοτάδι δρόμος και χαμός/ ο εγωισμός τώρα πεθαίνει/ ψάχνω να βρω τ’ αληθινό/ και στη ψυχή μου αυτό που μένει»…
Άλλα δύο τραγούδια καταγράφονται στη δεύτερη πλευρά. Το Β1 έχει τίτλο «Μετριότητα», τραγουδούν ο Δημήτρης Καρράς και οι Βαρέα Ανθυγιεινά πάνω σε μουσική των Βασίλη & Δημήτρη Ευφροσυνίδη και στίχους του Σεραφείμ Σίγμα. Το τραγούδι είναι σκωπτικό (με κάτι από Χειμερινούς Κολυμβητές) με την… αρχοντορεμπέτικη ενορχήστρωσή του να προσθέτει δονήσεις (και όχι ν’ αφαιρεί). Το Β2 αποκαλείται «Μαύρα ίχνη» αποδίδουν οι Λόλα Γιαννοπούλου και Μανώλης Μητσιάς, με τους στίχους και τη μουσική ν’ ανήκουν στον Δημήτρης Καρρά. Πολύ ωραίο τραγούδι, με δυνατούς στίχους, και με τους δύο ερμηνευτές να αποδίδουν χαμηλά με στόχευση στο λόγο και το νόημά του.
σχόλια