Το 2008 είχε κυκλοφορήσει από την ANKH το CD του σχήματος Trioism, δηλαδή του πιανίστα Σπύρου Μάνεση, του κοντραμπασίστα Πέτρου Κλαμπάνη και τριών εναλλάξ ντράμερ, του Luca Marini, του Andreas Pichler και του Gustavo Grajales Nantayapa. Μέσα στο CD αυτό περιέχονταν δύο συνθέσεις του Μάνεση και πέντε διασκευασμένες συνθέσεις των Λένας Πλάτωνος, Victor Young, Roy Henderson, Alexander Scriabin, George Gershwin. Μεγάλη έκπληξη το ό,τι το κομμάτι της Πλάτωνος που έγινε jazz instrumental και μόνο για πιάνο ήταν η ''Γαλάζια κιθάρα'', μία αμιγώς κιθαριστική σύνθεση από το ''Σαμποτάζ'' της σε στίχους Μαριανίνας Κριεζή. Έκτοτε άρχισε να με ενδιαφέρει η περίπτωση του Μάνεση, ενός προικισμένου και διακεκριμένου - όπως θα δούμε - Έλληνα μουσικού.
Πέρασαν λίγα χρόνια και η Πλάτωνος απασχόλησε δημιουργικά τον νέο συνάδελφο της. Όπως αποδείχτηκε, η ''Γαλάζια κιθάρα'' του Trioism ήταν μέρος της πτυχιακής εργασίας του Μάνεση στο Κονσερβατόριο του Άμστερνταμ και, πιο συγκεκριμένα, η απόπειρα του να αναζητήσει γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των πλατωνικών συνθέσεων και της ιδιότητας του ως jazz πιανίστας. Μάλιστα, ολόκληρη η εργασία του είχε παρουσιαστεί στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης τον Μάιο του 2012, παρουσία της Λένας Πλάτωνος και με τη φωνητική συμμετοχή της Σαβίνας Γιαννάτου.
Η Πλάτωνος αυτοπροσώπως παραδέχτηκε πως σε ορισμένα κομμάτια, όπως στη ''Ρόζα - Ροζαλία'' που ξέρουν να τραγουδούν έως και οι...πέτρες, η δουλειά του Μάνεση άγγιξε την αναδημιουργία! Ένα τραγούδι που ο Μάνος Χατζιδάκις χαρακτήρισε ''αριστούργημα'' μια φορά κι ένα καιρό, στα χέρια του Μάνεση μετατράπηκε σε ένα μινιμαλιστικό ντελίριο χαράς.
Πριν από λίγους μήνες ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις στο Studio-2 στο Άμστερνταμ και στο Spectrum Studio του Βαγγέλη Κατσούλη στην Αθήνα και από την πάντα καλόγουστη ANKH του Θάνου Φουργιώτη κυκλοφόρησαν τα, κατά Σπύρο Μάνεση, ''9 πορτραίτα της Λένας Πλάτωνος'': Τρία κομμάτια από τον κύκλο ''Καρυωτάκης'', άλλα τρία από το ''Σαμποτάζ'' (η ''Γαλάζια κιθάρα'' σε μια πιο σύντομη βερσιόν απ' αυτή του άλμπουμ Trioism), ένα από τις ''Μάσκες Ηλίου'', η ''Καντέντσα της Άνοιξης'' από το ''Σπάσιμο των πάγων'' κι ακόμη ένα, η ''Ρόζα - Ροζαλία'' από το έργο ''Εδώ Λιλιπούπολη''. Δεδομένου του αρχικού context που ήταν μάλλον πολύ διαφορετικό, η προσέγγιση του Μάνεση θα μπορούσε κάλλιστα να πέσει στο κενό.
Κομματάκι δύσκολο, βέβαια, να έπεφτε στο κενό οποιοδήποτε πείραγμα στα κομμάτια των πιο δημιουργικών χρόνων της ρηξικέλευθης Πλάτωνος. Ήταν και είναι τόσο πλούσια σε αρμονίες, λυρισμό και μελαγχολία τα κομμάτια της, ώστε δε θα κινδύνευαν ποτέ να υποστούν ''κακοποίηση''. Το πολύ - πολύ να εξέθεταν τον διασκευαστή τους και μόνον αυτόν. Ευτύχημα λοιπόν που ο Μάνεσης δεν δούλεψε ως απλός διασκευαστής, αλλά ως ένας ιδιοφυής μουσικός και συνθέτης, απόλυτα εμπνευσμένος από την Πλάτωνος.
Η Πλάτωνος αυτοπροσώπως παραδέχτηκε πως σε ορισμένα κομμάτια, όπως στη ''Ρόζα - Ροζαλία'' που ξέρουν να τραγουδούν έως και οι...πέτρες, η δουλειά του Μάνεση άγγιξε την αναδημιουργία! Ένα τραγούδι που ο Μάνος Χατζιδάκις χαρακτήρισε ''αριστούργημα'' μια φορά κι ένα καιρό, στα χέρια του Μάνεση μετατράπηκε σε ένα μινιμαλιστικό ντελίριο χαράς. Και μόνο που το μίνιμαλ με το ντελίριο είναι φαινομενικά ασύμβατες συνθήκες, ο Μάνεσης τα κατάφερε και με το παραπάνω.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο του έργου είναι και η ανάδειξη της ελληνικότητας που παρέμενε κάπως καμουφλαρισμένη στη δισκογραφία της Πλάτωνος. Η ''Πεδιάς και το νεκροταφείον'', λόγου χάριν, το καρυωτακικό ψυχεδελικό ζεϊμπέκικο από τον κύκλο ''Καρυωτάκης - 13 τραγούδια'' εδώ μας φανερώνει την εθνική του ταυτότητα στο ακέραιο. Ό,τι αυτό ακριβώς προκύπτει μέσα από το ιδίωμα της jazz είναι ακόμη ένα ατού του Μάνεση, ενδεικτικό του σεβασμού του σε μουσικές τόσο ετερόκλητες μεταξύ τους, όσο και οι πολιτισμοί που τις γέννησαν.
Τέλος, ο Μάνεσης πέτυχε και κάτι άλλο εξαιρετικά δύσκολο στους κόλπους των μουσικών της jazz: Να περιορίσει τον αυτοσχεδιαστικό του οίστρο, υπηρετώντας τον πυρήνα των συνθέσεων, μη φοβούμενος όμως και να ''απλώσει'' τη βασική μελωδία τους, αναδεικνύοντας έτσι όλα τα χαρακτηριστικά της συνθέτριας Πλάτωνος: Τον λυρισμό, τη θλίψη και τη χαρά, τις χρωματικές αρμονίες της, το ελληνικό της ''πρόσωπο'', ακόμη και τη μεταφυσική της αύρα - η τελευταία είναι που, κατά υποκειμενική εκτίμηση, πέραν της ιδιαιτερότητας του έργου της, ανανεώνει μονίμως το κοινό και τους φαν της.
Ευχαριστούμε τον Σπύρο Μάνεση, λοιπόν, που μ' αυτά τα ''9 πορτραίτα'' μάς αποκάλυψε την άγνωστη jazz Λένα Πλάτωνος και δίχως δεύτερη σκέψη χαρακτηρίζω το CD του ως μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες δισκογραφικές εκδόσεις της χρονιάς που διανύουμε.
σχόλια