Οι σποραδικές εμφανίσεις τους γίνονται sold-out σε χρόνο μηδέν. Και ενώ πρόκειται για ελληνικό σχήμα, μοιάζει να έχει έρθει από το Διάστημα.
Τι ακριβώς είναι οι Dirty Granny Tales; Μια καλλιτεχνική κολεκτίβα; Ένα μουσικό, θεοσκότεινο υπερθέαμα; Είναι goth; Είναι θεατρική ομάδα; Μοιάζει πολύ δύσκολο να χωρέσουν σε μια-δυο λέξεις όλα εκείνα τα στοιχεία που τους απαρτίζουν.
Ο Σταύρος Μητρόπουλος προέρχεται, πάντως, από τον χώρο του ατμοσφαιρικού death metal. Με τους Horrified κυκλοφόρησε μια σειρά από δίσκους (από τις αρχές των '90s μέχρι το 2002) που αποτελούν σήμερα σημείο δημιουργικής αναφοράς για την ελληνική σκηνή.
Οι Dirty Granny Tales, όμως, δεν έχουν ηλεκτρικά όργανα αλλά ακουστικά έγχορδα και κρουστά που πότε «ξύνουν» και πότε χαϊδεύουν το αυτί με μελωδικές γραμμές και συνθέσεις μακάβρια γοητευτικές. Η δε εικονογραφία τους μοιάζει με ανθολόγιο κάθε σκοτεινής στιγμής στην Ιστορία της Τέχνης.
Συνάντησα τον Σταύρο Μητρόπουλο, τον «εγκέφαλο» του σχήματος που ετοιμάζεται για μια σειρά νέων εμφανίσεων και άνετα θα μπορούσε να συντροφεύει σε μια «φαντασιακή» τουρνέ τους Residents και τους Tiger Lilies, μπας και βγάλουμε κάποια άκρη.
Eίμαι λάτρης του παραμυθιού και της σκοτεινής ατμόσφαιρας. Θυμάμαι το σοκ που έπαθα όταν άκουσα πρώτη φορά το σάουντρακ του «Χριστουγεννιάτικου Εφιάλτη». Για μένα ο Ντάνι Έλφμαν είναι ένα δώρο στην ανθρωπότητα! Ε, αυτά σίγουρα λειτούργησαν υποσυνείδητα μέσα μου, κάπως έτσι πήγα προς τα κει. Ήθελα να φτιάξω κάτι που ήθελα να δω.
— Δυσκολεύομαι να περιγράψω τι ακριβώς κάνουν οι Dirty Granny Tales. Είναι πιο εύκολο για σένα;
Όχι! Και ξέρεις, αυτό αρχικά μού ακουγόταν ως προτέρημα. Στην πορεία κατάλαβα πως έχει κι ένα μεγάλο ελάττωμα. Επειδή δεν ακολουθούμε ένα προϋπάρχον είδος μουσικής, είναι πολύ δύσκολο να βάλουμε μια ταμπέλα κι έτσι δεν ξέρουμε ακριβώς πώς να το διαφημίσουμε.
Είναι ένα θέαμα που συμπεριλαμβάνει animation, χορό, κουκλοθέατρο και ζωντανή μουσική. Και αυτή η μουσική δεν είναι πολύ συγκεκριμένη – μονάχα η ατμόσφαιρά της είναι σταθερά σκοτεινή.
— Πώς ξεκίνησε όλο αυτό; Τι είχες στο μυαλό σου;
Όταν ξεκίνησα, έγραφα τη μουσική για μένα. Στην αρχή ήταν κάτι σαν πείραμα όλο αυτό. Δεν θα έλεγα πως πήρα συνειδητά την απόφαση να αφήσω τη metal σκηνή και να κάνω κάτι άλλο. Μπορώ να σου πω πως από τους Horrified κράτησα ατόφιο το στοιχείο της ειρωνείας και της θεατρικότητας. Μου φάνηκε ως μια λογική συνέχεια. Yπάρχουν, βέβαια, πολλές μελωδίες που έχω πάρει από παλιότερα τραγούδια μου.
Όμως, για να επανέλθω σε αυτό που με ρώτησες, όταν άρχισα να παίζω αυτά τα καινούργια τραγούδια σε φίλους και γνωστούς, το feedback που είχα ήταν πολύ δυνατό. Αυτό μου έδωσε ένα κίνητρο να το πάω παραπέρα και στη συνέχεια βρεθήκαμε κι άλλοι μουσικοί στο σχήμα. Επειδή, όμως, αυτό που προέκυπτε είχε θεατρικό χαρακτήρα, το εμπλουτίσαμε.
— Αφετηρίες, όμως, σίγουρα υπήρχαν.
Εγώ, γενικά, είμαι λάτρης του παραμυθιού και της σκοτεινής ατμόσφαιρας. Θυμάμαι το σοκ που έπαθα όταν άκουσα πρώτη φορά το σάουντρακ του «Χριστουγεννιάτικου Εφιάλτη». Για μένα ο Ντάνι Έλφμαν είναι ένα δώρο στην ανθρωπότητα! Ε, αυτά σίγουρα λειτούργησαν υποσυνείδητα μέσα μου, κάπως έτσι πήγα προς τα κει. Ήθελα να φτιάξω κάτι που ήθελα να δω.
Τώρα, οι επιρροές είναι ένα άλλο ζήτημα. Το έχω πει και στο παρελθόν, επηρεάζομαι από το σφύριγµα του ανέµου μέχρι τον θόρυβο ενός απορριμματοφόρου. Τώρα, βέβαια, με το Διαδίκτυο, ένας άνθρωπος που έχει όρεξη μπορεί να δει πάρα πολλά. Κι ένας καλλιτέχνης επίσης.
— Η φετινή παράσταση ονομάζεται «Rejection - Volume 2».
Ναι, παρουσιάσαμε μια πρώιμη, διαφορετική εκδοχή της το 2011, που είναι επηρεασμένη από την αληθινή ιστορία του γνωστού serial killer Εντ Γκέιν και έχει εμπνεύσει πολλούς συγγράφεις και, κυρίως, σκηνοθέτες, από τον Χίτσκοκ στο «Ψυχώ» και τον Τομπ Χούπερ στον «Σχιζοφρενή δολοφόνο με το πριόνι» ως τον Τζόναθαν Ντεμι της «Σιωπής των αμνών». Δεν μας ενδιέφεραν, όμως, τα εγκλήματά του, αλλά η στενή σχέση που είχε με τη μανά του.
— Παράξενο για ένα σχήμα που γοητεύεται από το μακάβριο να αφήνει στην άκρη τη δολοφονική ιδιότητα του ήρωά του.
Αν το κάναμε, θα ήταν σαν να υπακούγαμε σε κάποιο κλισέ, έτσι δεν είναι; Κοίτα, δεν πιστεύω πως υπάρχει όριο στη δημιουργία, αλλά, από την άλλη, θεωρώ πως ο καλλιτέχνης που ενδιαφέρεται μόνο να προκαλέσει δεν είναι καλλιτέχνης. Αν το έργο σου το χρειάζεται, εκεί το δέχομαι.
Αλλά εδώ έχουμε την ιστορία ενός παιδιού το οποίο μεγάλωσε με μια υπερπροστατευτική μητέρα, που το είχε κλειδωμένο στη σοφίτα. Ένα παιδί που δεν έχει καμία επαφή με τον έξω κόσμο, παρακολουθούσε τα άλλα παιδιά από το παράθυρο και μεγάλωσε χωρίς καμιά κοινωνική συναναστροφή.
Μεγάλος, πια, δραπετεύει και διψά να πλησιάσει τα άλλα παιδιά, αυτό είναι το απωθημένο του. Φυσικά, είναι πλέον ένα φρικιό που προκαλεί αποστροφή. Μέχρι που, πλησιάζοντας ένα κοριτσάκι, καταλήγει, με τον άγαρμπο τρόπο του, να το σκοτώσει. Τότε το χωριό τον στέλνει στο εκτελεστικό απόσπασμα και μετά βλέπουμε πώς του συμπεριφέρονται στον κόσμο των νεκρών.
Η μεγάλη διαφορά εδώ είναι πως ενώ στην πρώτη παράσταση οι μουσικοί δεν είχαν κάποιο θεατρικό ρόλο, τώρα είναι μεγαλύτερος από πότε. Εδώ συμπληρώνονται πολλά κομμάτια της πλοκής, που έλειπαν από την προηγούμενη παράσταση.
— Από μόνη της η μουσική σας είναι εντυπωσιακά στημένη, εσείς όμως «ανεβάζετε» στη σκηνή όλα τα θεάματα μαζί.
Να τα μετρήσουμε; Έχουμε ζωντανή μουσική που από μόνη της είναι αρκετά περίπλοκη, χορογραφίες εξαιρετικά απαιτητικές, γιατί η ένταση της μουσικής πρέπει να υποστηριχτεί από τη χορογραφία, έχουμε έντονο το στοιχείο του animation, το οποίο, φυσικά, έχει πολύ κόπο και γι' αυτό συνήθως δεν το βλέπουμε τόσο δουλευμένο, και, φυσικά, υπάρχει και το κουκλοθέατρο – από μόνα τους είναι τέσσερις ξεχωριστές παραστάσεις.
Είμαι animator ο ίδιος κι αυτό σίγουρα βοηθάει στο να κρατώ το όλο concept μέσα σε ένα ενιαίο πρίσμα. Η Εριφύλη Δαφέρμου έχει αναλάβει τις χορογραφίες, το κουκλοθέατρο στήνεται από τους ανθρώπους του Merlin Puppet Theatre. Οπότε, ναι, συμβαίνουν πολλά. Έτσι, όμως, χτίζεται ένα σύμπαν.
— Την ίδια στιγμή, κάθε παράσταση είναι ολοένα και «μεγαλύτερη» και πιο πλούσια από την προηγούμενη. Μοιάζετε να επεκτείνετε διαρκώς τα ήδη αμβλυμένα όριά σας.
Παρακολουθώ πολλά πράγματα, αλλά εδώ υπάρχει και μια μεγάλη παγίδα: το να επηρεάζεσαι και να εξελίσσεσαι βοηθάει, αλλά το ζήτημα είναι να μπορείς να επικοινωνήσεις μέσα από το μέσο που επέλεξες να εκφραστείς, είτε είναι χορός, είτε υποκριτική, είτε ένα μουσικό όργανο.
Σε οποιαδήποτε χώρα κι αν βρίσκεσαι, αυτό έχεις, αυτό χρησιμοποιείς. Αλλιώς, αν θρέφεσαι από τους άλλους, καταντάς μίμος. Πρέπει οι επιρροές να λειτουργούν υποσυνείδητα, αν θες να έχεις ταυτότητα.
— Μια που ανέφερες τη χώρα, ξέρω πως για χρόνια η μπάντα είχε μετακομίσει στη Γερμανία, συγκεκριμένα στο Βερολίνο. Τώρα, απ' ό,τι καταλαβαίνω, έχετε επιστρέψει.
Ναι, αλήθεια είναι. Κοίτα, επειδή οι Dirty Granny Tales είναι ένα πρότζεκτ που θεωρώ πως θα έπρεπε ‒και πρέπει‒ να ακουστεί εκτός Ελλάδας, πήραμε την απόφαση να πάμε σε μια χώρα όπου θεωρούσαμε πως τα πράγματα που αφορούν την τέχνη διαδίδονται πιο εύκολα.
Προσωπικά, αυτό που θεωρώ σημαντικό για ένα πρότζεκτ είναι πως όταν φεύγεις και δεν ακολουθούν όλα τα μέλη της ομάδας ‒γιατί αυτό μας συνέβη– πρέπει να είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις πολλές δυσκολίες. Πήγα να το χτίσω από το μηδέν πάλι. Όπως στην Ελλάδα, έτσι και στη Γερμανία έπρεπε να πείσω τους ανθρώπους με τους οποίους ήθελα να συνεργαστώ για την ποιότητά του.
Η αλήθεια είναι πως καταφέραμε να κάνουμε πράγματα (σ.σ. η μπάντα είχε μια αξιοσημείωτη πορεία σε διεθνή φεστιβάλ), αλλά εμένα ο τρόπος ζωής στο Βερολίνο δεν με καλύπτει.
— Πολλοί καλλιτέχνες θεωρούν το Βερολίνο τη Γη της Επαγγελίας. Δεν ήταν, τελικά, έτσι για σένα;
Να σου πω την αλήθεια, εγώ στο Βερολίνο συνειδητοποίησα πόσο μου έλειπε το φως, πόσο μου έλειπαν οι γεύσεις των φαγητών αλλά και οι γεύσεις των ανθρώπων. Στη Γερμανία είσαι στο κέντρο της Ευρώπης, μπορείς να ταξιδέψεις προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, αυτό σίγουρα βοηθάει. Και σίγουρα συναντήσαμε πολλούς ανθρώπους, μεταδώσαμε αυτό που κάνουμε σε ένα άλλο κοινό.
Ανακάλυψα, όμως, πως προτιμώ την Ελλάδα. Μου αρέσει. Δεν ξέρω πώς ακούγεται αυτό, αλλά μου αρέσει, με όλα τα στραβά της. Και, όσο να 'ναι, η ψυχολογία παίζει ρόλο. Έτσι, λοιπόν, πήρα την απόφαση να γυρίσω.
— Εδώ, όμως, έχεις ένα κοινό που, όσο να 'ναι, δεν είναι εξίσου «εκπαιδευμένο», αν θες, σε θεάματα που ξεφεύγουν από την εθνικώς εννοούμενη καλλιτεχνική νόρμα.
Ναι, το ξέρω πως εδώ τα πράγματα, καλλιτεχνικά μιλώντας, κινούνται σε διαφορετικές ταχύτητες ‒είναι και η κρίση που το κάνει ακόμα πιο δύσκολο‒, αλλά γιατί θα έπρεπε αυτό να δρα ανασταλτικά μέσα σου αν είσαι καλλιτέχνης; Δεν θα έπρεπε να έχει καμία σημασία το αν η κατάσταση στη χώρα σου είναι σκληρή.
Εφόσον είσαι καλλιτέχνης, με αυτές τις συνθήκες θα συγκρουστείς και θα πράξεις ανάλογα, είτε στο Βερολίνο είτε οπουδήποτε αλλού. Γιατί, για μένα, τελικά και εδώ και εκεί ήταν το ίδιο δύσκολο, γιατί είχα να προωθήσω κάτι που έχει δική του ταυτότητα. Προτίμησα, λοιπόν, να δώσω τις μάχες μου εδώ, κι όπου βγει.
Info
Dirty Granny Tales: «Rejection V.2»
Στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιώς 206, Ταύρος, 210 3418579
22-23/2, 1-2/3
Ώρα έναρξης: 21:00
Εισιτήριο: €15
Προπώληση: €12
Διάρκεια: 80 λεπτά
Σκηνοθεσία / Μουσική / Σενάριο / Animation: Σταύρος Μητρόπουλος
Χορογραφίες: Εριφύλη Δαφέρμου
Kούκλες: Merlin Puppet Theater
Φώτα: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Στίχοι: Hλίας Παυλόπουλος
Τεχνική επιμέλεια: Θάνος Μητρόπουλος, Γιώργος Πετράτος
Χορός, puppets: Eριφύλη Δαφέρμου, Σταύρος Ψυλάκης, Μαρίνα Τσαπέκου
σχόλια