Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ο ηθοποιός Βενσάν Λεντόν, βραβευμένος στο Φεστιβάλ Καννών και πρωταγωνιστής στο κοινωνικό δράμα του Στεφάν Μπριζέ, «Σε πόλεμο», όπου υποδύεται έναν παθιασμένο συνδικαλιστή, αισθάνθηκε επιτακτική την ανάγκη να μιλήσει για το απολεσθέν ιδεώδες της σύγχρονης κοινωνίας και να υπεραμυνθεί του δικαιώματος των καλλιτεχνών, ανεξάρτητα από το status και την επιφάνειά τους, να καταθέτουν το πολιτικό τους σχόλιο από το πόστο τους, σε πείσμα των στενόμυαλων haters.
— Μιλούσαμε πριν από λίγο με τον σκηνοθέτη σας στην ταινία, τον Στεφάν Μπριζέ, για την αναγκαιότητα αλλά και τη σπανιότητα των πολιτικών ταινιών. Δεν βρισκόμαστε στα '60s και στα '70s, δεν είναι στη μόδα, υπάρχουν μερικές εξαιρέσεις, αλλά οι περισσότεροι παραγωγοί δείχνουν απρόθυμοι να υποστηρίξουν κάτι που, όπως πιστεύουν, θα είναι αντιεμπορικό.
Καταρχάς, το «Σε πόλεμο» δεν είναι ακριβό φιλμ. Προσωπικά, είμαι και παραγωγός, δηλαδή παραχώρησα την αμοιβή μου για ποσοστά, αν υπάρξει κέρδος.
Κυρίως, έχουμε οικονομική υποστήριξη από το κράτος. Μπορεί να παραπονιόμαστε εμείς οι Γάλλοι για τα πάντα, αλλά οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως ακόμη και από την τηλεόραση παίρνουμε χρήματα για να γυρίσουμε ταινίες.
Για τις επιλογές μου δεν ζητώ τη γνώμη κανενός. Κάνω πάντα αυτό που υπαγορεύουν η συνείδηση και το γούστο μου. Άλλοτε κάνω λάθος, άλλοτε πέφτω μέσα. Δεν επιθυμώ τη ζωή των άλλων, έχω τη δική μου.
Αν έχω δίκιο, είμαι παραπάνω υπερήφανος, γιατί δεν ζήτησα να δανειστώ μια ξένη ζωή. Κι αν έχω άδικο, κοιμάμαι ήσυχος, γιατί τουλάχιστον δεν επηρεάστηκα από κανέναν και δεν έχω να επιρρίψω ευθύνη ή, το χειρότερο, να τη μεταθέσω.
Για τις επιλογές μου δεν ζητώ τη γνώμη κανενός. Κάνω πάντα αυτό που υπαγορεύουν η συνείδηση και το γούστο μου. Άλλοτε κάνω λάθος, άλλοτε πέφτω μέσα. Δεν επιθυμώ τη ζωή των άλλων, έχω τη δική μου. Αν έχω δίκιο, είμαι παραπάνω υπερήφανος, γιατί δεν ζήτησα να δανειστώ μια ξένη ζωή.
Τώρα, το τι πετυχαίνει και τι όχι στο σινεμά είναι μια μεγάλη ιστορία και όλα είναι πιθανά, από το σίγουρο hit που δεν πάει καλά μέχρι το απίστευτο outsider που δεν θέλει κανείς, παρά μόνο εκείνοι που το φτιάχνουν, και σκίζει παγκοσμίως.
Διαβάζοντας το σενάριο, αμέσως είπα στον εαυτό μου ότι, από όλους του Γάλλους, αυτόν εδώ τον πρωταγωνιστή θέλω να τον υποδυθώ και να του δώσω τη δική μου φωνή. Κάτι έχω να πω γι' αυτό το θέμα.
— Πώς θα περιγράφατε τον Λοράν Αμεντεό που ενσαρκώνετε;
Δεν θα ήθελα να το κάνω αυτό, το μισώ. Οι δημοσιογράφοι μπορείτε να γράφετε ό,τι νομίζετε κάνοντας κριτική, αλλά πώς είναι δυνατόν, μετά από 8 μήνες έντονης σκέψης πάνω στον χαρακτήρα, δύο μήνες προετοιμασίας και έναν γυρισμάτων να χωρέσω την εμπειρία μου σε 5 λεπτά;
Γι' αυτό, τα επόμενα 2, 5, 10 χρόνια της καριέρας μου −δεν ξέρω πόσα θα είναι− θα σταματήσω τις συνεντεύξεις. Συγχωρήστε μου τη σύγκριση, αλλά αν συναντούσατε τον Βικτόρ Ουγκό και τον ρωτούσατε τι εννοείτε με τους «Αθλίους», μάλλον θα σας παρέπεμπε ευγενικά και βαριεστημένα στο μυθιστόρημά του.
Το σινεμά είναι η μοναδική τέχνη που όλοι θέτουν τη συγκεκριμένη ερώτηση. Στους ζωγράφους, στους γλύπτες, στους λογοτέχνες, όχι. Ίσως λίγο στους μουσικούς.
— Οk, αλλά το θέμα είναι ποιος είναι ο Αμεντεό για σας...
Είναι ο άνθρωπος που θα ήθελα να είμαι, αν δεν είχα γίνει ηθοποιός. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο δίδυμος αδελφός μου. Εγώ ο ηθοποιός κι εκείνος ο συνδικαλιστής. Κάνει αυτό που ονειρεύομαι και εύχομαι ολόψυχα και καθημερινά: να παλεύει καθένας για έναν καλύτερο κόσμο.
Αν ο καθένας έδινε περισσότερες μάχες, αν ο καθένας αρνιόταν τους συμβιβασμούς και έσβηνε από μέσα του τον φόβο μήπως τον επιπλήξουν ή τον απολύσουν, θα ήμουν πολύ χαρούμενος.
Έχετε δει τους εργαζόμενους πώς συμπεριφέρονται: τρέμουν σύγκορμοι, μπας και το αφεντικό τους τούς πάρει χαμπάρι. Στο μεταξύ, δεν κάνουν τη δουλειά τους, επειδή φοβούνται τις συνέπειες.
Τα γκαρσόνια δεν σερβίρουν αυτό που επιθυμώ, γιατί ο υπεύθυνος θα τους διώξει. Ο εικονολήπτης αρνείται να μετακινήσει την κάμερα για να βγει σωστό το πλάνο γιατί ο διευθυντής τού έχει δώσει οδηγία για ένα συγκεκριμένο φορμά, αν και λανθασμένο − και το πλάνο θα βγει χάλια. Άρα, γράψ' τον τον διευθυντή σου, αφού η δουλειά δεν είναι αυτή που θα 'πρέπε.
Στο μεταξύ, έχουμε γίνει όλοι ίδιοι. Βλέπω τις προάλλες έναν στο δρόμο, μου μιλάει στον ενικό, ενώ δεν με ξέρει, και μου λέει φωνάζοντας από απέναντι πως είναι πολύ φίλος με την κόρη μου. Αυτός 60άρης, η κόρη μου ανήλικη. Από πού κι ως πού; Κάτι έχει χαθεί τελείως από φόβο και από μια έννοια εξομοίωσης πλασματικής.
Υπάρχει ένα ζήτημα με τα δικαιώματα και από πού τα αντλεί ο καθένας. Χα, τα δικαιώματα, το χειρότερο όλων. Έχουμε το δικαίωμα να οδηγούμε, αλλά κοστίζει τόσο πολύ που τελικά δεν αξίζει τον κόπο.
Είναι σαν να σου λένε: «Μπορείς να το κάνεις, αλλά δεν σ' το συνιστώ». Όλα έχεις το δικαίωμα να τα κάνεις, αλλά είναι τόσο πιεστικά και κοστοβόρα που... η συμβουλή μου είναι «όχι». Κάν' το και θα δεις τι θα πάθεις.
Αυτό παθαίνει ο Αμεντεό στην ταινία. Στα 55 του χρόνια αποφασίζει να ασχοληθεί σοβαρά με τους παθόντες, τους συναδέλφους του. Και μάλιστα χωρίς να έχει το προσωπικό άγχος.
Του λέει κάποιος: «Τι σε νοιάζει εσένα, η κόρη σου είναι ενήλικη, το σπίτι σου ξεχρεωμένο από τα δάνεια, άρα μπορείς, αν θέλεις, να την κάνεις για ψάρεμα». Μα, αυτό έχει σημασία, να θυσιαστείς για πράγματα πέρα από τον μικρό σου κόσμο.
Το τρέιλερ της ταινίας «Σε πόλεμο»
— Βρισκόμαστε σε πόλεμο;
Στον κόσμο εννοείτε; Ναι, σε μια εμπόλεμη κατάσταση που μοιάζει με κύμα που έρχεται με δύναμη να μας πνίξει. Η σκληρότητα, η βία, η ανέχεια! Γνωρίζω πολύ καλά ανθρώπους που με θεωρούν έναν προνομιούχο τύπο που δεν έχει καμία δουλειά να ανακατεύεται με υποθέσεις μη προνομιούχων.
Τι σημαίνει, αλήθεια, αυτό; Πως η ευγένεια, η γενναιοδωρία, η καλή χειρονομία, η πολιτική ευαισθησία, δεν αφορούν όλο τον κόσμο; Πως ο ουμανισμός και η ανθρωπιά εκπορεύονται από τους μη έχοντες;
Δηλαδή, όποιος έχει ένα ωραίο αυτοκίνητο δεν μπορεί να βοηθήσει έναν άλλο που έχει πάθει βλάβη ή να προσκαλέσει κάποιον που δεν έχει καθόλου. Κι εγώ που το κάνω είμαι ένας μαλάκας που δεν ξέρει τι του γίνεται και δεν έχει δικαίωμα να μιλάει;
Υπάρχουν πολλά γαμημένα και στενά μυαλά εκεί έξω που δεν ξέρουν τι θέλουν. Τι προτιμούν, ένας πλούσιος να σώσει όποιον μπορεί ή να παραμένει πλούσιος χωρίς να βοηθά κανέναν; Δηλαδή, ο Μπιλ Γκέιτς να μη σώσει την Αφρική από τη χολέρα; Οι άνθρωποι ζητούν συνέχεια και βρίζουν επειδή τίποτα δεν είναι αρκετό.
Γύρισα αυτή την ταινία γιατί μου άρεσε ιδιαίτερα αυτό που ήθελε να πει ο Στεφάν Μπριζέ και κυρίως αυτό που επιδίωξε να δείξει: ότι πριν φτάσουμε στους έξαλλους, εξαθλιωμένους εργαζόμενους που βλέπουμε στις ειδήσεις να ουρλιάζουν υπάρχουν κάποια στάδια πολύ σημαντικά.
Δεν μπορείς να δεις ένα οικογενειακό δράμα που ξεκινά από το διαζύγιο. Δεν θα καταλάβεις γιατί χώρισαν οι δύο άνθρωποι. Αυτό αρχίζει από την κρεβατοκάμαρα και την κουζίνα, από τη σχέση και τους τσακωμούς τους.
Το ίδιο συμβαίνει και με το «Σε πόλεμο». Πώς κατέληξαν στο αδιέξοδο οι εργαζόμενοι; Όχι ξαφνικά. Και αυτή είναι η διαφορά του σινεμά από τη δημοσιογραφία. Οι ρεπόρτερ φτάνουν στο σημείο του εγκλήματος ή του ατυχήματος, όπως και οι πυροσβέστες στο σημείο της πυρκαγιάς, την ώρα που εκτυλίσσεται το δράμα.
Ένας σκηνοθέτης έχει την πολυτέλεια του χρόνου, γι' αυτό και μπορεί να δείξει τι συνέβη πριν, τι γίνεται τώρα και ποιες είναι οι συνέπειες.
Πιστεύω πως ένας καλλιτέχνης, εκτός από τις κωμωδίες και την ψυχαγωγία, που μου αρέσει επίσης πολύ, οφείλει να αφιερωθεί και σε πολιτικά δράματα για να γίνει κοινωνός της εποχής του. Είναι υποχρέωσή του. Αν μη τι άλλο, σε αυτό χρησιμεύουν οι τέχνες.
Info
Η ταινία «Σε πόλεμο» του Στεφάν Μπριζέ θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 21 Μαρτίου.
σχόλια