Σίδερο, ύφασμα, κάρβουνα, σακάκια, χρώματα σκούρα, υλικά φτωχά. Πνεύμα ουμανιστικό, εγκαταστάσεις εμβληματικές. Μεταφυσικές διαστάσεις, βαρύτητα. Ποίηση, νοσταλγία, λύπη, θαυμασμός, μουσικές. Έργα που έχουν μυρωδιά από καφέ και χώμα. Γλυπτά που συνδέονται με μεγάλες στιγμές της ευρωπαϊκής τέχνης. Δημιουργίες που θυμίζουν πόσα πράγματα βρήκε στην arte povera η εικαστική αναζήτηση.
Μέχρι τον ερχόμενο Νοέμβριο, το Fondazione Prada στη Βενετία τιμά μια κορυφαία μορφή της ευρωπαϊκής τέχνης και μια γέφυρα που ενώνει την Ελλάδα με την Ιταλία στήνεται πάνω από έργα που σημάδεψαν τη σύγχρονη τέχνη. Εξήντα μικρής και μεγάλης κλίμακας έργα διερευνούν το καλλιτεχνικό εκτόπισμα του Γιάννη Κουνέλλη, στήνοντας ένα σπάνιο ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο, καθώς τα έργα συνδιαλέγονται με την ιστορία του κτιρίου και τα αριστουργήματα που ανήκουν στη συλλογή του.
O Κουνέλλης συνέδεσε την τέχνη με τη ζωή με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο, έκανε άλογα και πουλιά «ζωντανά» κομμάτια των έργων του. Έδωσε μεταφυσικές διαστάσεις στα πιο ταπεινά υλικά. Έφτιαξε μια νέα εικαστική γλώσσα και μας δίδαξε να την μιλάμε. Δημιούργησε έργα για να σχολιάσει τη νοσταλγία και την ποιητική δύναμη.
Δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, η πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση που διοργανώνεται προς τιμήν του συγκεντρώνει περισσότερα από 60 έργα που δημιουργήθηκαν μεταξύ 1959 και 2015. Κάποια ανήκουν σε ιταλικά μουσεία, κάποια έφτασαν στη Βενετία από μεγάλους οργανισμούς του εξωτερικού και μερικά ανήκουν σε σημαντικές ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο.
O Κουνέλλης συνέδεσε την τέχνη με τη ζωή με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο, έκανε άλογα και πουλιά «ζωντανά» κομμάτια των έργων του. Έδωσε μεταφυσικές διαστάσεις στα πιο ταπεινά υλικά. Έφτιαξε μια νέα εικαστική γλώσσα και μας δίδαξε να την μιλάμε. Δημιούργησε έργα για να σχολιάσει τη νοσταλγία και την ποιητική δύναμη. Κρέμασε τα έργα του στις πιο ετερόκλητες τοποθεσίες. Αντικατέστησε τον καμβά με πόρτες, ντουλάπια, σκελετούς κρεβατιών, παράθυρα, καμπάνες, γύψινες μάσκες, ρούχα.
«Δεν σκότωσα ποτέ, αλλά είμαι έτοιμος να το κάνω, αν μου ποδοπατήσουν το δικαίωμα στην ελευθερία. Δεν δανείστηκα γλωσσικά αποσπάσματα, παρά μόνο από ανάγκη. Δεν αναζήτησα παρά μόνο όμορφα πράγματα. Μέτρησα την απόσταση μέσα από την αντικειμενικότητα. Είδα το ιερό στα αντικείμενα της καθημερινής χρήσης. Πίστεψα στο βάρος ως σωστό μέτρο. Αγάπησα τις φράσεις που δείχνουν την παρθενία ως υπέρτατη κατάσταση. Διέσχισα μονοπάτια δύσκολα, μέσα στο δάσος, ανηφορίζοντας προς το βουνό. Το μολύβι, τα μαλλιά, τα σύννεφα, η Μικρή Άρκτος που δείχνει τον Βορρά, ο Άνεμος. Δεν ξέρω να ζω έξω από τον λαβύρινθο της γλώσσας. Αγαπώ την ελιά, τ' αμπέλι και το στάρι. Θέλω την επιστροφή της ποίησης με όλα τα μέσα: με την άσκηση, την Παρατήρηση, τη μοναξιά, τον λόγο, την εικόνα, την εξέγερση. Ανικανοποίητος μέχρι το διηνεκές» έγραφε ο Γιάννης Κουνέλλης στον κατάλογο της έκθεσής του «From the Europe of Old» (Ολλανδία 1987), περιγράφοντας το σύμπαν του.
Στο σύνολό τους τα έργα στο Fondazione Prada προσφέρουν μια λεπτομερή εικόνα του έργου του καλλιτέχνη. Συγχρόνως, αναδεικνύουν τη σημασία της ιταλικής τέχνης στο ευρύτερο διεθνές κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο και θυμίζουν πως οι Ιταλοί ένιωθαν πάντα τον Έλληνα εικαστικό δικό τους. «Έφτασα στη Ρώμη την Πρωτοχρονιά του 1956. Αυτή την πόλη την αγαπώ, η Ρώμη είναι ο εαυτός της και δεν χρειάζεται τίποτε άλλο» δήλωνε πάντα εκείνος για την πόλη όπου έζησε ως το τέλος και την οποία είχε ως ορμητήριο για το μεγάλο ταξίδι του στην τέχνη.
Επίσης, την επιμέλεια του στησίματος υπογράφει, σε συνεργασία με το Αρχείο Κουνέλλη, μια μεγάλη προσωπικότητα των τεχνών, ο 79χρονος σήμερα Τζερμάνο Τσέλαντ, που διευθύνει το Fondazione Prada Milan από το 1995. Ο διάσημος ιστορικός τέχνης, κριτικός, θεωρητικός, επιμελητής εκατοντάδων εκθέσεων και εκδόσεων παγκοσμίως είναι εκείνος στον οποίο χρωστάμε τον όρο arte povera.
Σε ό,τι αφορά το στήσιμο στη Βενετία, τα πρώτα έργα του Κουνέλλη (φιλοτεχνημένα μεταξύ 1960 και 1966) έχουν πάρει ήδη θέση σε δύο διαφορετικούς χώρους του πρώτου ορόφου. Είναι αυτοί οι πίνακες –οι μόνοι που ζωγράφιζε τότε, με ένα πολύ προσωπικό και ιδιότυπο πλαστικό λεξιλόγιο–, στον καμβά των οποίων συναντιόντουσαν αριθμοί, γράμματα, λέξεις, απίθανα σημάδια, συχνά θραύσματα από διαφημίσεις και πινακίδες που έβρισκε στους δρόμους της Ρώμης. Με αυτές τις απόπειρες ο Κουνέλλης εξέφρασε την πρώιμη επιθυμία του (που αργότερα μεταλλάχθηκε σε ταυτότητα) να αποδομήσει λέξεις και έννοιες. Άλλωστε, ήδη από το 1961 είχε αρχίσει να ζωγραφίζει πάνω σε εφημερίδες ως αντίδραση στις κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες της εποχής.
Πρόλογος ήταν όλα για να φτάσουμε στο 1967, τη χρονιά που συνδέθηκε με την arte povera, μια ακόμα καθαρά «πολιτική» πράξη, καθώς το κίνημα αδιαφορούσε για τα συμβατικά, συνήθη υλικά και την ελιτίστικη και έγκυρη γλώσσα του κόσμου της τέχνης και αναζητούσε τη δημιουργική έξαρση στα ασήμαντα αντικείμενα ή στο βαθύ συναίσθημα. Κάπως έτσι, υπολογίζοντας στην ολοκληρωμένη εμπειρία, ετοίμασε περφόρμανς, συμπεριέλαβε στα έργα του –γύρω στο 1970– μουσικούς και χορευτές, πειραματίστηκε με την όσφρηση χρησιμοποιώντας καφέ, και αργότερα μέχρι και γκράπα.
Η αφήγηση στη Βενετία ολοκληρώνεται με εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας (εντός και εκτός του κτιρίου) που δημιούργησε ο Κουνέλλης από τα τέλη της δεκαετίας του '80. Μεταλλικές, κατά κύριο λόγο, κατασκευές σε συνδυασμό με αντικείμενα ποικίλης προέλευσης: από μουσικά όργανα έως σάκους, από γύψο σε πέτρες, παλτά σε γυαλιά και μηχανικά εργαλεία μέχρι θραύσματα επίπλων.
«Σε κάθε στιγμή της καλλιτεχνικής του αναζήτησης ο Γιάννης Κουνέλλης ανέπτυξε μια πολύ προσωπική σχέση με τον πολιτισμό και την ιστορία, αποφεύγοντας τόσο τη σοφιστικέ όσο και την ευλαβική προσέγγιση» αναφέρει ο επιμελητής της εντυπωσιακής έκθεσης.
Κακά τα ψέματα, στην πόλη όπου χτυπά αυτό το διάστημα η καρδιά της εικαστικής δημιουργίας και που φέτος όλα περιστρέφονται γύρω από τον τίτλο «May you live in interesting times», μια άλλη έκθεση υπενθυμίζει στους επισκέπτες ότι περίπου επί πέντε δεκαετίες μια σπάνια προσωπικότητα του μοντερνισμού συνέβαλε καθοριστικά στο να ζούμε σήμερα σε ενδιαφέρουσες εικαστικά εποχές...