H ωραιότερη περιγραφή των σκυλάδικων σε 5 σελίδες

H ωραιότερη περιγραφή των σκυλάδικων σε 5 σελίδες Facebook Twitter
Ο πιο ισχυρός νόμος του σκυλάδικου είναι ότι δεν μετράς σαν ιδιότητα αλλά σαν πρόσωπο.
0

Στη Μεταπολίτευση φούντωσαν τα σκυλάδικα.

Ενώ στην επιφάνεια κυριαρχούσε το πολιτικό τραγούδι, σαν να είχε δοθεί κάποιο υπόγειο σύνθημα αργά τις νύχτες άλλαζαν τα κόζια. Ένα εντελώς καινούργιο κοινό πλημμύριζε τα σκυλάδικα, να πάρει τζούρα από νταλγκά με αστερόσκονη. Να γνωρίσει την «κάτω νύχτα», όπως έγραψε ένας ποιητής.

 

Μάλιστα, αρκετοί πήγαιναν κατευθείαν μετά τις μεγάλες πολιτικές συναυλίες· κάποιος είχε εκστομίσει το βέβηλο: «Πάμε τώρα να πλένουμε τ’ αυτιά μας». Οι ναοί της καψούρας γέμιζαν με φοιτητές, ηθοποιούς, ποιητές, συγγραφείς, σκηνοθέτες, διανοούμενους, που γοητεύτηκαν ξαφνικά από το λούμπεν· την αντεργκράουντ κουλτούρα.

 

Έβλεπες πασίγνωστα ονόματα ανάμεσα στους τακτικούς θαμώνες της πιάτσας. Ακόμα και διάφοροι κοσμικοί, μετά τη διασκέδαση στα λουξ μαγαζιά «Αυτοκίνηση», «9 Μούσες», «On the Rocks», «Σαν Λορέντζο», κλπ., μετακόμιζαν στα σκυλάδικα. Διασκέδαζαν πλάι πλάι με τύπους που αν τους έβλεπαν σταματημένους σε πάρκινγκ στην εθνική οδό να κατουράνε, θα είχαν πάρει δρόμο.

 

Τα μαγαζιά πολλαπλασιάστηκαν.

 

Μόνο στην αθηναϊκή περιφέρεια μεσουρανούσαν από την εθνική οδό («Παγκόσμιο», «Κουίν Αν», «Ονειρο», «Πρόσωπο», «Λουζιτάνια», «Ξημερώματα») ως τη Συγγρού («Κανόνι», «Σεραφίνο»), στο Μοσχάτο («Ρεγγίνα», «Ιφιγένεια», «Τούνελ», Λα Σιτέ», «Φαληρικό»), στην Αχαρνών («Αννέτα», «Λατρεία», «Αμπάρες», «Μονσινιόρ»), στην Πλατεία Αμερικής («Βιπς»), στην Ηπείρου («Λίντο»), στη Ζωοδόχου Πηγής («Σκόρπιός»), στη Δροσοπούλου («Νεράιδα της Αθήνας»), στην Ιερά Οδό («Στοπ», «Καν Καν», «Τεν Τεν», «Σου Μου», «Μωρό»), στην Αλεξάνδρας («Σταλαχτίτες»), στις Τρεις Γέφυρες («Αχίλλειο», «Στορκ»), «14», «Αραπάκια» στο Ποτάμι, και δεκάδες άλλα ακόμα πιο σκληρά χωρίς καν ταμπέλες, απλώς του Σάκη, του Τόλη, κ.ά., χωμένα σε τρύπες απλησίαστες.

Πολλοί «κατέβηκαν στον λαό», λίγοι φωτίστηκαν.

 

Αλλά και μια δυο φορές να πήγαν κάτι γιαλαντζί ντερβίσια, μετά το είχαν σαν εύσημο μαγκιάς: «Εγώ γύρναγα στα σκυλάδικα».

 

Κάθε μαγαζί με την ιστορία του.

 

Αυτό που τα ενώνει και τα ομαδοποιεί, εκτός από τα λαϊκά κορίτσια που πρωταγωνιστούν, είναι ο εκκωφαντικός λαϊκο-δημοτικός ήχος. Σωρηδόν παραγωγή τραγουδιών που έκαναν θραύση: «Ο διαβολάκος», «Είσαι νινί ακόμα», «Να πέθαινες να γλίτωνα», «Γέλα, κυρία μου», «Το μωρό», «Παντρεμένοι κι οι δυο», «Πάρε με αγκαλιά να μην πατήσω τα γυαλιά», «Όχι θα κάτσω να σκάσω», «Το Μελαχρινάκι», «Έλα και δε θα χάσεις», κ.ά. Είχαν ανασυρθεί και παλιά λαϊκά σουξέ: «Δεν έχω να σου δώσω παλάτια και λεφτά», «Γλυκέ μου τύραννε», κ.ά., σε σκυλοβερσιόν.

 

Και βέβαια η μακράν καλύτερη μουσική υπόκρουση για να εμφανιστεί ο σταρ του μαγαζιού στην πίστα, η μουσική εισαγωγή, διάρκειας ενός λεπτού, του ύμνου «Τα μαύρα μάτια σου». Το τραγούδησε ο Αγγελόπουλος και έκτοτε η εισαγωγή του έγινε σήμα κατατεθέν και ακούγεται σε όλα τα σκυλομάγαζα της χώρας. Είναι η πιο ξεσηκωτική αναγγελία για την είσοδο της φίρμας- η μεγάλη στιγμή της απογείωσης.

 

Στο σκυλάδικο την μπόμπα θα την πιεις.

 

Δεν τη γλιτώνεις. Μπορεί να παριστάνεις τον περπατημένο. Να ζητάς απ’ τον σερβιτόρο ν’ ανοίξει μπροστά σου το μπουκάλι· αλλά σ’ έχουν προλάβει. Σφραγίζουν με μια ελαφριά κόλλα το καπάκι που δυσκολεύει το άνοιγμα και κάνει το χαρακτηριστικό κρικ κρικ του παρθένου ανοίγματος.

 

Ο πιο ισχυρός νόμος του σκυλάδικου είναι ότι δεν μετράς σαν ιδιότητα αλλά σαν πρόσωπο.

 

Αρχή απαράβατη.

 

Οι φίρμες που κάνουν αποδώ τις περατζάδες τους, μάλλον αγνοούν πως εδώ δεν έχουν πέραση.

 

Μόνο τα αφεντικά και τα γκαρσόνια τούς γλείφουν για να τους τα πάρουν χοντρά. Για τους μόρτες στο μαγαζί, απλώς δεν υπάρχουν. Ο σκύλος μία δεν δίνει. Στα παπάρια του για τον γιατρό, τον ηθοποιό, τον λεφτά, τον αστυνομικό, τον πολιτικό. Δεν τον ενδιαφέρει. Εδώ κάνει ό,τι γουστάρει αυτός, παίζει στην έδρα του κι αδιαφορεί για τους μουράτους.

Εδώ δεν υπάρχουν διακρίσεις.

 

Ετσι την πάτησαν τα κακόμοιρα μπατσόνια με τον Κοεμτζή. Νόμισαν πως η ιδιότητά τους θα τρομάζει το βλαχαδερό και Θα κάνει τουμπεκί. Θα χόρευαν αυτοί στην παραγγελιά του. Ο ένας σφάχτηκε με την ταυτότητα αστυνομικού στο χέρι.

 

Τα σκυλάδικα είναι παλιά υπόθεση.

 

Όταν το 1960-1961 ο Μίκης ηχογράφησε τα πρώτα τραγούδια του με τον Μπιθικώτση, θέλησε ένα βράδυ να τ’ ακούσει ζωντανά. Να χαρεί την απήχηση στον κόσμο. Πήρε την παρέα του και πήγαν στο καταγώγιο που τραγουδούσε ακόμα ο Γρηγόρης. Εκείνος δεν είχε διανοηθεί ποτέ να τα τραγουδήσει εκεί, μα όταν είδε τον Μίκη ήρθε στο φιλότιμο.

 

Πιάνει σε λίγο το μικρόφωνο και λέει:

― Τώρα θα σας πω ένα τραγουδάκι ενός νέου μας συνθέτη, του κύριου Μίκη Θεοδωράκη.

Ένας μόρτης από κάτω είχε αντίρρηση:

― Όχι, να μην το πεις.

 

Και δεν το είπε. Πού να τολμήσει.

 

Κι ο Μίκης δεν το άκουσε. Τα τραγούδια του δεν είχαν πέραση εκεί. Γι’ αυτό όταν ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Μπιθικώτση τους λόγους του εγκλήματος Κοεμτζή, αυτός ο παλιός μύστης και πρωθιερέας των σκυλάδικων τον ξαπόστειλε λέγοντας: «Πού να σου εξηγώ;»

 

Παραμύθι ότι δήθεν στα σκυλάδικα ξοδεύονται περιουσίες και γίνονται εγκλήματα. Πού να τη βρει την περιουσία ο μαγκίτης. Τρέλες γίνονται και τίποτα συμβατικό ως συμπεριφορά. Η ζωή πραγματική, σπαρταριστή και ωμή χωρίς φιοριτούρες. Σχεδόν αθώα. Και βέβαια ασύγκριτα πιο συναρπαστική και αληθινή από τα λουξ μπουζουκάδικα των υπουργών και των εφοπλιστών που επιδεικνύονται με κουρσάρες και γκομενάρες.

 

Στο σκυλάδικο ο θαμώνας ζει μες στην τρέλα που κουβαλάει στο κεφάλι του. Τίποτα δεν έχει αξία. Μόνο η στιγμή. Γίνεσαι θεός ή διαγράφεσαι. Μπουκάρισε ο άλλος στο μαγαζί με ένα κλαρκ τί- γκα κιβώτια σαμπάνιες. Πήγε στην πίστα, σήκωσε τα κιβώτια ψηλά και τα άδειασε να σπάσουν. Μπήκε και βγήκε τρεις φορές γεμάτος και τα έκανε όλα λίμπα· πλημμύρισε ο τόπος σαμπάνια, λίμναζε κάτω από τραπέζια και καρέκλες.

 

Το σκυλάδικο στάζει λαγνεία.

 

Αν δεν είσαι ξώφαλτσος κι έχεις τον τρόπο σου, οι πόθοι που σου ανάβουν τα κορίτσια του μαγαζιού είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν. Πίσω από κάποιο παραβάν, σε πλαϊνό καμαράκι, στην κουζίνα, έξω στο σκοτάδι του περίβολου.

 

Είναι και μαγαζιά σκέτοι γαμηστρώνες.

 

Εκεί οι τραγουδίστριες κι οι σερβιτόρες προσφέρονται στον πελάτη σε ειδικούς χώρους. Ένα είχε πλάι στον κυρίως χώρο στενόμακρα δωματιάκια καμπίνες, πλάτος όσο ένα ντιβάνι, σαν πεσμένοι τηλεφωνικοί θάλαμοι.Ίσα να ξαπλώσει ο πελάτης με την κοπέλα. Το καλοκαίρι έβγαζε σειρά στρώματα στο οικόπεδο πάνω στο χώμα και πήδαγες πλάι σε άλλους με μόνη κάλυψη το σκοτάδι.

 

Πάντως την πιο διάσημη τραγουδίστρια της δυτικής όχθης την κουτούπωνε τακτικά ένας εργολάβος οικοδομών. Δεν πήγαιναν μακριά. Στην καρότσα του φορτηγού του έξω απ’ το μαγαζί, πότε γεμάτη άμμο, πότε χαλίκι.

 

H ωραιότερη περιγραφή των σκυλάδικων σε 5 σελίδες Facebook Twitter

 

______________

Διονύσης Χαριτόπουλος, 'Ερωτες στη μεταπολίτευση. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά

Οθόνες / Η βίβλος του cult ελληνικού σινεμά μόλις κυκλοφόρησε

Τα κείμενα του Φώντα Τρούσα για τις «βαθιά υποτιμημένες ταινίες που απελευθέρωσαν τη ματιά του θεατή από την οικογενειακή τηλεοπτική εικόνα, απενοχοποιώντας περαιτέρω το γυμνό» και για τον underground και τον πειραματικό ελληνικό κινηματογράφο κυκλοφορούν σε ένα μοναδικό, κυριολεκτικά, βιβλίο, από τα LiFO Books.
M. HULOT
Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Βιβλίο / Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Υπεύθυνη για τα πιο πολύτιμα αποκτήματα της ιδιωτικής συλλογής του διάσημου τραπεζίτη, η απέριττα κομψή βιβλιοθηκάριος Μπελ ντα Κόστα Γκριν ήταν μαύρη αλλά εμφανιζόταν ως λευκή στον αφρό της υψηλής κοινωνίας μέχρι και τον θάνατό της το 1950.
THE LIFO TEAM
Leslie Absher: «Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι» 

Βιβλίο / Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι, συγγραφέας

Η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Leslie Absher μάς ξεναγεί στο «Σπίτι με τα μυστικά», εκθέτοντας ταυτόχρονα την προσωπική της πορεία προς την απελευθέρωση, την «ελληνική» της εμπειρία και τις εντυπώσεις της από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Πολυτεχνείο - Ένα παραμύθι που δεν λέει παραμύθια»

Βιβλίο / Το Πολυτεχνείο έγινε κόμικ: Μια νέα έκδοση για μια μονίμως επίκαιρη εξέγερση

Παραμονές της φετινής επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι εκδόσεις Red ‘n’ Noir κυκλοφόρησαν ένα έξοχο κόμικ αφιερωμένο σε αυτή, που το υπογράφουν ο συγγραφέας Γιώργος Κτενάς και ο σκιτσογράφος John Antono.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Μάλκολμ Λόουρι και το «Κάτω από το ηφαίστειο»

Βιβλίο / Το μεγαλόπνοο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, μια προφητεία για την αποσύνθεση του κόσμου

Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Βιβλίο / Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Στο νέο του βιβλίο, «Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Νικόλας Σμυρνάκης καταρρίπτει 23 μύθους που μας καταπιέζουν, βοηθώντας μας να ζήσουμε ουσιαστικότερα.
ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ