Ο Γιάνης Βαρουφάκης, τότε που τον φωτογράφισα πρώτος για τη LiFO –πρoτού γίνει υπουργός–, κουβάλαγε ένα είδος αμέριμνης δυστυχίας, όπως κάθε νάρκισσος. Μια γοητευτική και αγέρωχη φιγούρα έξω από την αθηναϊκή τριλογία, όπου και πραγματοποιήθηκε η φωτογράφιση, στη χρονική συγκυρία εκείνων των πρώτων μνημονιακών χρόνων που τίποτα γοητευτικό και αγέρωχο δεν είχε επιζήσει. Σκεφτόμουν όλη την ώρα αν έπρεπε να τον αποφυλακίσω από την αντανάκλασή του, μεγεθύνοντάς τον με απανωτά close-ups (δεν υπάρχει τίποτα πιο αποκαλυπτικά ξεγυμνωτικό για έναν νάρκισσο από ένα close-up), ή αν έπρεπε να αποτυπώσω το φωτογενές moonwalking του στην αθηναϊκή τριλογία. Τα έκανα και τα δύο. Βλέποντας τις φωτογραφίες μετά, κατάλαβα γιατί λένε πως το πρόσωπό μας είναι η αυτοβιογραφία μας. Υπήρχε εκεί μπροστά μου όλο το πριν, το τώρα και το μετά. Θυμήθηκα πως κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης μου μιλούσε με πάθος και αυτό το γνώριμο βαρουφακικό mind explosion για τον πολιτικό ως ένα είδος μαραμένου φαρισαίου και για την οικονομία ως μια ξεβρασμένη Μαγδαληνή. Τα επόμενα χρόνια είδα πώς πούλησε την εξουσία και πώς τον πούλησε κι αυτή. Κοιτάζω ξανά τα close-ups που του είχα τραβήξει. Μπα σε καλό του...
• Ένα πορτρέτο για να ξεχωρίζει, κατά τη δική μου άποψη, πρέπει να μην είναι μια στείρα αναπαραγωγή της δημόσιας περσόνας του φωτογραφιζόμενου. Δεν είναι εύκολο, ούτε πάντα εφικτό. Χρόνος, χημεία μεταξύ φωτογράφου και φωτογραφιζόμενου, στρεβλή αντίληψη των ελληνικών media για το τι σημαίνει φωτογραφία, που με τη σειρά της έχει επηρεάσει και όσους φωτογραφίζονται. Ανάμεσα στην παλιακή αισθητική του «Φαντάζιο» και τον κακοχωνεμένο glossy κωστοπουλικό μιμητισμό υπάρχει αυτό που με συνέπεια καλλιεργούν αισθητικά η LiFO και ο Τσαγκαρουσιάνος εδώ και πολύ καιρό και που επέτρεψε σε πολλούς από μας να φωτογραφίζουμε τον εσωτερικό πυρετό με κρυφή ένταση και ακαριαία αθωότητα.
Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που με δυσκόλεψαν, κυρίως όμως στην ενασχόλησή μου με τη θεατρική φωτογραφία. Οι «Αθηναίοι» υπήρξαν όλοι τους βελούδινα ειλικρινείς φωτογραφικά. Ακόμα και όσοι είχαν κατατρομάξει στην αρχή.
• Τι κάνει για μένα τη φωτογραφία πορτρέτου να είναι πρόκληση; Όταν καταφέρνω, από τα υλικά της εσωτερικής κατεδάφισης όπου κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως κλίμακας, τσαλαβουτάει, να του αποδείξω πως η φωτογραφία αγαπάει τους δύσκολους «λεκέδες», που τόσο πολλοί φοβούνται, ειδικά αυτήν τη μεταβατική εποχή της αυτοφιλτραρισμένης ψευδοευφορίας, και όταν ο φωτογράφος αγαπάει και πραγματικά επικοινωνεί με την υπόγεια κατάσταση της ανθρώπινης φύσης, οπότε οι «λεκέδες» αναδεικνύουν το μεγαλείο που ο καθένας μας κουβαλάει.
• Ένα από τα πιο αγαπημένα μου πορτρέτα των «Αθηναίων» είναι του Σπύρου Στάβερη. Είναι της ηθοποιού Αμαλίας Μουτούση. Σχεδόν παγανιστικά φωτογραφημένη και με την αγαπημένη μου on location εξωστουντιακή λογική που χαρακτηρίζει σχεδόν όλο το έργο του Σπύρου, ποζάρει δίνοντας στη σάρκα της καλοσύνη, εξυπνάδα και το βασικότερο: εικασία και μυστηριακή χαρμολύπη που σε πείθει πως ο ρόχθος κάθε φωτογραφικού ιλίγγου είναι το απαραίτητο απόβαρο αυτής της τελικά βαθιά αγαπητικής διαδικασίας που είναι η φωτογραφία. Όσον αφορά το δικό μου τερέν, αγαπώ ελάχιστα πιο πολύ από τα υπόλοιπα το session με την ηθοποιό και σύζυγο του Γιώργου Λάνθιμου, Aριάν Λαμπέντ, και εκείνο με την ποιήτρια και μεταφράστρια Τζένη Μαστοράκη. Η Aριάν Λαμπέντ διαθέτει μια έμφυτη κομψότητα αλλά και ένα πρωτοφανές ένστικτο που της επιτρέπει να κυλάει ανάμεσα στην ψευδαίσθηση, στη φαντασία και στο αίσθημα της λήψης αταξικά αλλά και θωπευτικά, βίαια αλλά και πρόσφορα. Μαζί της το αόρατο έγινε οικείο. Στην περίπτωση της Τζένης Μαστοράκη καταδυθήκαμε και οι δύο συνωμοτικά, ο καθένας από το δικό του μετερίζι, σε μια επιθετικά αγαπητική ανταλλαγή παραδοξοτήτων. Οι συγγραφείς γράφουν για να αγαπηθούν. Οι φωτογράφοι φωτογραφίζουν γιατί δεν ξέρουν ν' αγαπούν αλλιώς. Σ' εκείνο το υπόγειο γκαράζ στην Κλαυθμώνος όπου έγινε η φωτογράφιση καταλάβαμε και οι δύο πως οι λέξεις και ο φακός είναι αδέρφια. Ενίοτε κρύβουν μέσα τους την πιο άγρια μοναξιά του κόσμου. Όταν όμως συμφιλιώνονται, ζωγραφίζουν μαζί όνειρα, ίσκιους και αινίγματα.
• Είναι κοινό μυστικό πως η κάμερα φοβίζει. Ο χρόνος πριν από τη φωτογράφιση για μικρή επαφή, έστω ελάχιστος, πάντα βοηθάει. Τρικ δεν έχω για να κάνω αυτόν που φωτογραφίζεται να νιώσει άνετα, αλλά μια κοινή διαδικασία που ακολουθώ είναι η χορογραφημένη συνενοχή. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο ακούγεται. Συνήθως περιγράφω μια συνθήκη που πιστεύω πως θα βοηθήσει τη διαδικασία. Αν δω κατά τη διάρκειά της πως δεν δουλεύει, αλλάζω τη χορογραφία ανεπαίσθητα, μ' ένα βλέμμα κι ένα ειλικρινές χαμόγελο. Δεν είναι δύσκολο να σπας τον πάγο. Αρκεί να θυμάσαι πως είναι μεγάλο δώρο να χορεύεις φωτογραφικά με τον άλλο. Ακόμα και στον πάγο.
• Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που με δυσκόλεψαν, κυρίως όμως στην ενασχόλησή μου με τη θεατρική φωτογραφία. Οι «Αθηναίοι» υπήρξαν όλοι τους βελούδινα ειλικρινείς φωτογραφικά. Ακόμα και όσοι είχαν κατατρομάξει στην αρχή.
• Η επιλογή των φωτογραφιών που θα δώσω είναι ένας συγκερασμός αυτού που θέλει εκείνος που σου έχει αναθέσει τη φωτογράφιση, αυτού που αρχικά ο φωτογραφιζόμενος πιστεύει και αυτού του φευγαλέου που, αν είμαι τυχερός, θα το «αιχμαλωτίσω». Εδώ να σημειώσω πως ο φωτογράφος δεν πρέπει να φοβάται τα λάθη. Καμιά φορά, καλλιτεχνικά είναι ανώτερα από τα «σωστά».
• Τα ελληνικά media δεν είχαν ποτέ ουσιώδη γνώση και νοιάξιμο, πέραν της ειδησεογραφικής χρήσης, για την καλλιτεχνική φωτογραφία και τη συναρμογή της μαζί τους – εκτός των εξαιρέσεων που προανέφερα. Το κωστοπουλικό σύμπαν αναπόφευκτα αντικατέστησε το παλιακό μοντέλο που επικρατούσε με αναιμικές μιμήσεις των παγκόσμιων συνθηκών. Κατανοητό, αλλά κούφιο και θνησιγενές καλλιτεχνικά, επηρέασε δύο ολόκληρες γενιές στα διάφορα παρεμφερή industries με στρεβλό τρόπο. Ύστερα ήρθε η πρώτη δεκαετία της κρίσης και οι τελετουργικές ρουτίνες κατέρρευσαν μέσα στον ορυμαγδό. Οι κλίμακες άλλαξαν, οι υπάρχουσες δημιουργικές φωνές –όσες άντεξαν– και οι νέες που προστέθηκαν συνεχίζουν, παρά την εξουθένωση. Θέλω να παραμείνω αισιόδοξος, κι ας έχει αλλάξει προς το χειρότερο η κατάσταση.
• Ζούμε σε ενδιαφέροντες και μεταβατικούς καιρούς σε κάθε επίπεδο. Η φωτογραφία είναι αδύνατον να μην επηρεαστεί, όπως και κάθε άλλο καλλιτεχνικό μέσο. Οι selfies δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Η μαζικότητα, ο διαμοιρασμός και το κοινό μάτριξ στο οποίο συμμετέχουμε όλοι είναι αυτό που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη φάση. Που είναι μόνο η αρχή, γιατί κι αυτό θα αλλάζει φάσεις και πεδία, καθώς θα αλλάζει και η τεχνολογία. Πώς βλέπω, λοιπόν, το μέλλον; Ακόμα πιο ένδοξο ψηφιακά. Μακάρι να παραμείνει η ουσία, είτε τη διαλέξει το πλήθος είτε εμείς.
• Η ψηφιακή κάμερα δεν έχει επηρεάσει καθόλου την ποιότητα της φωτογραφίας. Αυτό που έχει επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα της φωτογραφικής τέχνης είναι το άοκνο και άνοο photoshopping.
— Είναι διαφορετικό να βγάζεις κάποιον φωτογραφία για προσωπική ευχαρίστηση και διαφορετικό για δουλειά;
Μερικές φορές, ναι. Αλλά δεν είναι τόσο διαφορετικό όσο μπορεί να νομίζουμε. Σημασία έχει να επιμένεις ν' αναζητάς τα πρωταρχικά στοιχεία που σε έκαναν ν' ασχοληθείς με την τέχνη της φωτογραφίας. Και αυτά μπορεί να είναι χαραγμένα με τον ίδιο ακριβώς ψυχικό παλμό στο χαμόγελο ενός αγοριού που περιμένει το τρένο στον σταθμό Λαρίσης και στις αυλακιές του προσώπου μιας ποιήτριας που ανάβει τσιγάρο σε ένα υπόγειο γκαράζ στην Κλαυθμώνος.
σχόλια