Είμαστε όλοι Βερολινέζοι

Είμαστε όλοι Βερολινέζοι Facebook Twitter
0

Πολλές φορές συζητάς για το Βερολίνο και είσαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει Έλληνας που να μην έχει πάει, ότι είναι εδώ δίπλα και ότι υπάρχει μια γραμμή του μετρό στην Αθήνα που σε κατεβάζει κατευθείαν εκεί. Επίσης το πιθανότερο είναι ότι δεν υπάρχει Έλληνας από εκείνους που πήραν αυτήν τη γραμμή του μετρό που να μην έχει σκεφτεί είτε κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί είτε μετά την επιστροφή του, την ώρα που χαζεύει φωτογραφίες με φόντο τις πρασινάδες και τα κτίρια, ότι «ναι, θα μπορούσα να μείνω εκεί μόνιμα» και να το εννοεί. Στην αρχή αυτό που σε ελκύει είναι ο καιρός που είναι μουντός και βροχερός, σαν μόνιμο φθινόπωρο, γιατί βαρέθηκες στην Ελλάδα που έχουμε εννιά μήνες ντάλα καλοκαίρι και βάζεις κοντομάνικα από το Μάρτη και σκας και ξεφυσάς και ιδρώνεις παρακαλώντας για λίγη βροχή, μετά βλέπεις τι ωραία και τακτοποιημένα με δωρική αυστηρότηταπου είναι όλα στο Βερολίνο, τους κόκκινους ποδηλατόδρομους στα πεζοδρόμια, τα λεωφορεία που φτάνουν παράλογα πάντα στην ώρα τους, το αχανές δίκτυο των τρένων, όπου στην αρχή χάνεσαι αλλά μετά συνηθίζεις, τις καθαρές πινακίδες, τις ακριβείς οδηγίες παντού, τα αυτοκίνητα που σταματάνε να περάσεις, τα δέντρα και το ποτάμι, την απουσία ίχνουςαφύτευτου σημείου μέσα στην πόλη, τα κτίρια χωρίς παντζούρια και την ενστικτώδη κίνηση να τα φωτογραφίσεις, τους κάδους ανακύκλωσης που βρίσκονται παντού.

Μετά νιώθεις τον αέρα της ευρωπαϊκής μητρόπολης με τη βεβαιότητα ότι κάτι γίνεται πάντα σε αυτήν την πόλη, κάτι ζωντανό υπάρχει παντού που δεν μυρίζει την εμμηνόπαυση της Αθήνας, χάρη στα τακτοποιημένα σπιτάκια και τις δεκάδες μαμάδες με παιδικά καροτσάκια της Prenslauer Berg και τα «τρεντομάγαζα» της Kastanienallee (και τη σχεδόν επίσημη μετονομασία της σε Casting-allee), το τουριστικό ντελίριο του κέντρου με την αποπνικτική μυρωδιά από το κάρι και το λουκάνικο, τους gay και τους Τούρκους του Shoeneberg με τις απλωμένες σημαίες τους από τα παράθυρα και την αστική βρόμα τουKreuzberg με τις καταλήψεις και τα παιδιά να παίζουν στο δρόμο ανάμεσα στα graffiti και στις γκαλερί.

Και μετά έρχεσαι και τα βλέπεις όλα με το μάτι του συνταξιούχου τουρίστα όταν συγκρίνεις τιμές στα σούπερ μάρκετ που πήγες να πάρεις ένα σαμπουάν και σου «έπεσαν τα μαλλιά» όταν έδωσες 6 ευρώ για ζαμπόν, τυρί, ρύζι και χαρτιά υγείας ή όταν έφαγες μέχρι που έσκασες και μετά πλήρωσες μόνο 3ευρώ, για την μπίρα που κουβάλανε όλοι πάνω τους και που χρησιμοποιείται αντί για οξυγόνο και μόνο που δεν τρέχει από τη βρύση του νεροχύτη. Ταυτόχρονα φωτογραφίζεις μνημεία και αγάλματα και κομμάτια του τείχους και μπαίνεις στον πειρασμό να ανέβεις σε τουριστικό λεωφορείο, αλλά συγκρατείσαι γιατί είναι προτιμότερο να την περπατήσεις αυτή την πόλη που δεν έχει ούτε μία λακκούβα. Όσο είσαι εκεί δυσκολεύεσαι να βρεις κάτι που να μη σου αρέσει. Και όταν επιστρέφεις το ίδιο σκέφτεσαι βέβαια και ψάχνεις τη στάση του μετρό για να ξαναφύγεις.

TIPS

Βόλτες, γεύσεις, ψώνια, απαγορευμένα

Το καλύτερο ντονέρ θα το φας στον Mουσταφά (U Mehringdamm), ψωμί φρεσκοψημένο, ντομάτα, φέτα, πατάτες, γύρο, μελιτζάνες, πιπεριές, κρεμμύδι και μια επιλογή από 3 σάλτσες. Και από πάνω φρεσκοστιμμένο λεμόνι. Να πας νωρίς γιατί μετά τις 3 του τελειώνει ο γύρος.

Να τρως currywurst στα μαγαζιά που βλέπεις ουρές άνω των 6 ατόμων, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή νύχτας. Το Curry 36 έχει ουρά 10 ατόμων πάντα, ακόμα και όταν είναι κλειστό.

Στο κυριακάτικο παζάρι στο Mauerpark να πας νωρίς για να μπορέσεις να το ψάξεις όλο και απαραιτήτως πάρε ομπρέλα. Είναι γεμάτο νεαρόκοσμο που έρχεται και πουλάει αυτά που φτιάχνει. Ρούχα, κοσμήματα, είδη για το σπίτι, πίνακες. Επίσης θα βρεις απίστευτα έπιπλα.

Στο κυριακάτικο παζάρι του Tiergarten να πας μόνο αν σε ενδιαφέρουν τα ασημένια μαχαιροπήρουνα και σου έλειψε πολύ το Μοναστηράκι.

Νοίκιασε ποδήλατοκαι μην αφήσεις την ευκολία του μετρό να σου στερήσει την απόλαυση να τραγουδάς στο δρόμο, προσέχοντας μη βγεις έξω από τα όρια του κόκκινου ποδηλατόδρομου.

Όταν οδηγείς ποδήλατο έχεις πάντα προτεραιότητα.

Οι ώρες κοινής ησυχίας τα Σάββατα διαρκούν έως τις 5 το απόγευμα της Κυριακής. Οι Βερολινέζοι φρόντισαν να έχεις πολύ χρόνο για κυριακάτικο ύπνο.

Γύμνασε καλά τα πόδια σου, οι κυλιόμενες σκάλες είναι σπάνιες όπως και τα ασανσέρ στις παλιές πολυκατοικίες. Αν υπολογίσεις ότι τα περισσότερα είναι ψηλοτάβανα, ότι θα χρησιμοποιείς συχνά το μετρό και το ποδήλατο, ετοιμάσου για γάμπες από πέτρα.

Αν δεν γνωρίζεις γερμανικά, μην επισκεφτείς το Markisches Museum, δεν υπάρχει ίχνος αγγλικών, ακόμα και οι υπάλληλοι σου μιλάνε γερμανικά.

Πάρε τσιγάρα από Ελλάδα, εκεί κάνουν 4 ευρώ και το πακέτο έχει 17 τσιγάρα.

Αν μπορείς πάρε και νερό από την Ελλάδα. Εκεί θα το αντικαταστήσεις αναγκαστικά με μπίρα.

Την καλύτερη κοτόσουπα θα τη βρεις σε ένα από τα πολλά Amrit. Βάλσαμο!

Ένας από τους καλύτερους τρόπους να δεις την πόλη είναι να χρησιμοποιήσεις τα λεωφορεία. Βρες μια κεντρική πλατεία, μπες μέσα σε ένα οποιοδήποτε λεωφορείο, φτάσε ως το τέρμα της διαδρομής και μετά με το ίδιο εισιτήριο γύρισε πίσω.

Στο Luzia (Oranienstrasse 34) υπάρχουν συγκεντρωμένες οι ομορφότερες σερβιτόρες που έχεις δει. Χαζεύεις το μαγαζί, αλλά πιο πολύ χαζεύεις αυτές.

H Rosa-Luxembrurg strasse είναι ο δρόμος που ξέρεις ότι δεν θα σε απογοητεύσει: vintage ρούχα, καινούργια καπέλα, στριπ σόου, hostels, ρώσικες μάρκες, πορνό, οργανικό φαγητό, όλα σε ένα δρόμο.

Όλα τα Η&Μ της πόλης είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Καταναλωτικός οργασμός. Συγκρατήσου!

Το κάπνισμα απαγορεύεταισε όλους τους κλειστούς χώρους. Η αυστηρότητά τους φτάνει στην παράνοια στα εστιατόρια, που σου κάνουν παρατήρηση ακόμα και αν βγάλεις να στρίψεις χωρίς να το ανάψεις. Στα μπαρ αν κάνεις την αρχή, μετά θα το ανάψουν όλοι. Και μετά όλοι θα κατηγορούν τους Έλληνες για το ντουμάνι. Χα!

Δύο ποτήρια strawberry daquiri στο The Green Door (Winterfeldstrasse 50) είναι αρκετά να σε βγάλουν νοκ-άουτ. Αλλά θα έχεις δοκιμάσει το καλύτερο daquiri της ζωής σου.

Αν θέλεις να συνεχίσεις να δοκιμάσεις και τα υπόλοιπα cocktail, βγες έξω, περπάτησε 20 μέτρα ως το Habibi, χτύπα 2 φαλάφελ με καυτερή σάλτσα και μια ολόκληρη πιπεριά, θαύμασε τα αεροπλανικά κόλπα του τύπου την ώρα που στο φτιάχνει και συνέχισε να πίνεις.

Τα πάντα είναιself-service. Παντού.

Ίσως στην αρχή κολλήσεις λίγο, αλλά μπορείς να αγοράσεις δερμάτινα εσώρουχα και αξεσουάρ, δαχτυλίδια, στολές εργασίας, κούνιες και πολλά αξεσουάρ στο Shoeneberg. Μπορείς να τα δοκιμάσεις πριν τα αγοράσεις. Δεν συνιστάται ωστόσο.

Παρόλο που το φαγητό έξω είναι φτηνό, αν σε πιάσει καμιά λιγούρα για τοστάκι, προτίμησε να αγοράσεις αλλαντικά από παντοπωλεία-φούρνους-ζαχαροπλαστεία και όχι από το σούπερ μάρκετ.

Τα ταξί είναι πανάκριβα, προτίμησε νυχτερινά λεωφορεία.

Οι οδηγοί της πόλης υποστηρίζουν ότι στο Bar 25 τα καλοκαίρια (Holzmarkt str. 25) βρίσκεις το καλύτερο χόρτο.

Μάζευε τα άδεια γυάλινα και πλαστικά μπουκάλια και πήγαινέ τα στα σούπερ μάρκετ για ανακύκλωση. Σε πληρώνουν γι' αυτό.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Έπειτα από μια ανάβαση στο φαράγγι του Ανθοχωρίου, ο Χρήστος Αθανασιάδης ανακάλυψε το ησυχαστήριό του, ένα πετρόχτιστο κονάκι χωρίς ρεύμα, και άφησε πίσω του την Αθήνα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να μάθουμε το χωριό σου μέσα από την τέχνη σου, για να έρθουμε κιόλας»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να το μάθουμε μέσα από την τέχνη σου»

Δύο 26χρονοι επέστρεψαν στον τόπο καταγωγής τους, το Φανάρι Καρδίτσας, και του έδωσαν νέα ζωή μέσα από το καλλιτεχνικό φεστιβάλ Nowstalgism.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο Νικόλας και η Ευσεβία ευχήθηκαν πριν από 11 χρόνια να αφήσουν την Αθήνα για τη Δημητσάνα και η μοίρα τούς έκανε το χατίρι

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στη Δημητσάνα βρήκαμε μια οικογένεια που πραγματικά νοιάζεται»

Η επαγγελματική υποβάθμιση του Νικόλα έγινε η αρχή για μια νέα, καλύτερη ζωή με την Ευσεβία. Αφήνοντας πίσω τα ακατόρθωτα deadlines, τώρα ανοίγουν το παράθυρό τους κάθε πρωί και βλέπουν ένα ελατόδασος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Αργυρό Πηγάδι

Γειτονιές της Ελλάδας / «Καθημερινά χαιρετώ τον ήλιο που ξεπροβάλλει μέσα από τις κορυφές των βουνών»

Ο Βασίλης Κωνσταντινίδης επέστρεψε στο Αργυρό Πηγάδι Αιτωλοακαρνανίας έπειτα από είκοσι επτά χρόνια στην Αθήνα και πλέον ηγείται του καφενείου και του ξενώνα του χωριού.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Τι πιο ωραίο από τα ξενοδοχεία;

Αύριο φεύγω / Τι πιο ωραίο από τα ξενοδοχεία;

Ακούω τον χτύπο στην πόρτα. Μυρίζω το oud και το σανταλόξυλο πριν καν ανοίξω. Δεν είναι ένα νέο κορίτσι, ούτε μια κουρασμένη γυναίκα. Είναι ο Ahmed. Μοσχοβολιστός, χαμογελαστός με μια βαλίτσα λες και ήρθε να περάσουμε μαζί το διήμερο.
ΚΛΕΛΙΑ ΛΟΝΤΟΥ
Στις Ροβιές κάθε μέρα τελειώνει με ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα

Γειτονιές της Ελλάδας / Στις Ροβιές κάθε μέρα τελειώνει με ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα

Ο Άκης Φράγκος κατάφερε να κάνει το πάθος του επάγγελμα και να ζει από τις καταδύσεις, έχοντας γεννηθεί, μεγαλώσει και συνεχίζοντας να μένει στο ίδιο χωριό της Βόρειας Εύβοιας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η Ρούλα Αντωνίου άφησε τις πόλεις για την Καλλονή, ένα μικρό χωριό στα Τζουμέρκα, εκεί που η ψυχή ανασαίνει ελεύθερα.

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στα Τζουμέρκα η ψυχή ανασαίνει ελεύθερα»

Μέλος μιας κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται στη φιλοξενία, την εστίαση, τη μελισσοκομία και την αγροτική παραγωγή, η Ρούλα Αντωνίου υποστηρίζει πως η ζωή στο χωριό μπορεί να είναι εξίσου γεμάτη, όπως και στην πόλη, αλλά με περισσότερο νόημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Στο Μπουράνο μασουλώντας μπουσολάι

Nothing Days / Δαντέλες, μπισκότα, ανεξέλεγκτος τουρισμός: Μια βόλτα στο πολύχρωμο Μπουράνο

Το νησί της Βενετίας, που κάποτε ήταν ένα ψαροχώρι και κέντρο της τοπικής δαντελοποιίας, βρίσκεται στο έλεος του υπερτουρισμού, κινδυνεύοντας να χάσει τον χαρακτήρα και τους κατοίκους του.  
M. HULOT
Χίβα: Αναζητώντας τους Δρόμους του Μεταξιού

Ταξίδια / Ένα ταξίδι στο Ουζμπεκιστάν των παλατιών και των ερειπωμένων προμαχώνων

Οι έμποροι τρώνε γίδα βραστή για πρωινό, οι γυναίκες μοιάζουν με μικρά ουράνια τόξα, ενώ τιρκουάζ τρούλοι υψώνονται προς τον ουρανό. Εκεί, απ' όπου κάποτε περνούσε ο Δρόμος του Μεταξιού, η ζωή κυλάει ήσυχα.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΣ