Εν αναμονή της ολοκλήρωσης της επέκτασής της μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο, η Εθνική Πινακοθήκη, η οποία παραμένει κλειστή από τον Μάρτιο του 2013, παρουσιάζει σε συνεργασία με το Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη την έκθεση «Η Ανθρώπινη Μορφή στην Ελληνική Ζωγραφική στον 20ό αιώνα».
Εβδομήντα τρεις μοναδικοί πίνακες της νεοελληνικής ζωγραφικής παρουσιάζονται στην έκθεση, με σκοπό να προβάλουν την περιπέτεια της ανθρώπινης μορφής στην ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής του 20ού αιώνα, ενός θέματος προσφιλούς στους Έλληνες καλλιτέχνες, καθ' όλη τη διάρκειά του περασμένου αιώνα.
Η έκθεση μάς επιτρέπει, επίσης, να παρακολουθήσουμε τη σταδιακή αποδέσμευση της ανθρώπινης μορφής από τον ακαδημαϊκό νατουραλισμό και την εκφραστική της αυτονόμηση, καθώς και την επίδραση που άσκησαν τα πρωτοποριακά κινήματα των αρχών του 20ού αιώνα στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική.
Η ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής του 20ού αιώνα ξεκινά με δυο παράλληλα ρεύματα: στο πρώτο ανήκουν οι τελευταίοι εκπρόσωποι της Σχολής του Μονάχου, που έχουν ωστόσο εμπλουτίσει την ακαδημαϊκή παράδοση των προκατόχων τους με έναν ετεροχρονισμένο ιμπρεσιονισμό, ανοίγοντας την χρωματική παλέτα τους και απλοποιώντας την γραφή τους. Ανάμεσά τους συναντάμε τον Γεώργιο Γουναρόπουλο, τον Συμεών Σαββίδη, τη Θάλεια Φλωρά Καραβία και τον Σπύρο Παπαλουκά.
Από τη δεκαετία του '70 και μετά, οι αναπαραστατικές τάσεις και οι κώδικες της Ποπ-αρτ κατέχουν περίοπτη θέση και συνοδεύονται από προτάσεις για κοινωνική κριτική, αμφισβήτηση και αναθεώρηση των στόχων της τέχνης.
Στο άλλο ρεύμα ανήκουν οι καλλιτέχνες που φιλοδόξησαν να ανανεώσουν την όραση και την τεχνική τους, αντλώντας διδάγματα από τις πιο καινοτόμες μεταϊμπρεσιονιστικές αναζητήσεις. Οι ζωγράφοι αυτής της ανανεωτικής τάσης, με πρωτοβουλία του Νικόλαου Λύτρα, θα συγκροτήσουν το 1917 την «Ομάδα Τέχνη», που θα στεγάσει τους πρώτους Έλληνες μοντερνιστές. Η ομάδα συγκέντρωνε καλλιτέχνες που είχαν γεννηθεί τη δεκαετία του 1880, εκτός από τον πρεσβύτερο Οδυσσέα Φωκά και τον νεότερο Περικλή Βυζάντιο. Ανάμεσά τους συναντάμε τον Κωνσταντίνο Παρθένη, τον Κωνσταντίνο Μαλέα, τον Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη, τον Παύλο Μαθιόπουλο, τον Όθωνα Περβολαράκη.
Στη δεκαετία 1920-1930, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, κορυφώνεται το επιτακτικό αίτημα για επιστροφή στις ρίζες και συνέχιση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι καλλιτέχνες επανεκτιμούν και αντλούν διδάγματα από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο, αλλά και από περιφρονημένες έως τότε εκφράσεις, όπως η λαϊκή τέχνη, η ζωγραφική του Θεόφιλου ή του Ζωγράφου του Μακρυγιάννη.
Ο Κόντογλου μελετά και αναβιώνει την παράδοση του Βυζαντίου, ενώ ο Παπαλουκάς δημιουργεί έναν ελληνικό υπαιθρισμό με σχηματοποιήσεις και χρώματα που μαρτυρούν την βυζαντινή του μαθητεία. Ο Γιάννης Τσαρούχης παντρεύει το δίδαγμα του Ματίς με την χρωματική απλοποίηση της λαϊκής τέχνης, ενώ στα ώριμα έργα του ανανεώνει την αναγεννησιακή παράδοση μέσα από τις αυθεντικές πηγές της, την ελληνιστική τέχνη και το Φαγιούμ. Αρχαίο άρωμα αναδίδουν και τα ποιητικά ακρογιάλια με τις αφαιρετικές μορφές του Γεράσιμου Στέρη.
Ο Γιάννης Μόραλης εμπνέεται στα κλασικά πρώιμα πορτρέτα του από τα νεκρικά προσωπεία του Φαγιούμ και από την ελληνιστική ζωγραφική της Πομπηίας. Ο Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας, ο πιο «Ευρωπαίος» από τους καλλιτέχνες της Γενιάς του Τριάντα, θα επιλέξει να εκφράσει τον δικό του ελληνότροπο μοντερνισμό με ένα μετακυβιστικό ιδίωμα γεμάτο χρώμα, φως και ρυθμό.
Η ιδεολογία της «ελληνικότητας», κάπως εκλαϊκευμένη, θα επιβιώσει και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σε καλλιτέχνες όπως οι Γιώργος Σικελιώτης, Γιώργος Μανουσάκης κ.ά. Ο Αλέκος Φασιανός θα δημιουργήσει μια προσωπική έκφραση με τις απλοποιημένες φιγούρες του, που συναιρούν επιδράσεις από πολλές πηγές: από την αρχαία αγγειογραφία, από τις φιγούρες του Καραγκιόζη, από την άμορφη και την ακατέργαστη τέχνη (Art brut).
Εξαίρεση στο ρεύμα της «ελληνικότητας» αποτελούν οι εξπρεσιονιστές που συμπίπτουν χρονικά με τους ζωγράφους της Γενιάς του Τριάντα: ο ώριμος Τριανταφυλλίδης, ο Μίμης Βιτσώρης και κυρίως ο Γιώργος Μπουζιάνης, ο αυθεντικότερος Έλληνας εξπρεσιονιστής.
Στην Ελλάδα οι ανεικονικές και αφαιρετικές τάσεις αποτελούν σύντομα διαλείμματα, που έλαβαν χώρα κυρίως τη δεκαετία του '50, ενώ τη δεκαετία του '60 και μετά παρατηρείται μια πολυσημία εικαστικών στόχων και μορφών. Η ανθρώπινη μορφή αποτελεί αγαπημένο θέμα των καλλιτεχνών, στο πλαίσιο της πολυμορφίας της σύγχρονης δημιουργίας.
Ο Πάρις Πρέκας, ο Χρίστος Καράς και ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος στη δεκαετία του '60 οδήγησαν την ανθρώπινη μορφή σε εκφράσεις με μικρότερη ή μεγαλύτερη αφαίρεση. Η ανθρώπινη μορφή είναι παρούσα και στο έργα του Δημοσθένη Κοκκινίδη.
Από τη δεκαετία του '70 και μετά, οι αναπαραστατικές τάσεις και οι κώδικες της Ποπ-αρτ κατέχουν περίοπτη θέση και συνοδεύονται από προτάσεις για κοινωνική κριτική, αμφισβήτηση και αναθεώρηση των στόχων της τέχνης.
«Η ανθρώπινη μορφή θα προσαρμοστεί για να υπηρετήσει κάθε στυλιστική υποτροπή: θα τη συναντήσουμε στην Ποπ-αρτ, στα πολλαπλά ανθρωπάκια του Γιάννη Γαΐτη, σύμβολο της μαζικής καταναλωτικής κοινωνίας, θα την ξαναβρούμε απαστράπτουσα στις υπερρεαλιστικές συνθέσεις του Αχιλλέα Δρούγκα, στις ευφυείς κατασκευές του Παύλου, έργα που ανήκουν στο παρισινό κίνημα του Νέου Ρεαλισμού. Στο τελευταίο αυτό κίνημα πρωταγωνίστησαν, εκτός από τον Παύλο, και πολλοί άλλοι Έλληνες πρωτοποριακοί καλλιτέχνες, όπως οι Κώστας Τσόκλης, Νίκος Κεσσανλής, Βλάσσης Κανιάρης κ.ά.», γράφει στον κατάλογο της έκθεσης η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα.
Οι παραστατικοί καλλιτέχνες που είχαν εκφράσει την διαμαρτυρία τους κατά της δικτατορίας θα στραφούν μετά την μεταπολίτευση σε προσωπικά υπαρξιακά ιδιώματα, δημιουργώντας έργα με μεγάλη ωριμότητα, στοχαστική πυκνότητα, συγκίνηση και πρωτοτυπία: σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα ώριμα έργα του Δημήτρη Μυταρά, του Δημοσθένη Κοκκινίδη, του Χρόνη Μπότσογλου, του Γιάννη Ψυχοπαίδη κ.ά. Σε μια ιδιαίτερη κατηγορία ανήκει η παραστατική ζωγραφική του Παναγιώτη Τέτση.
Οι καλλιτέχνες αυτοί, καθηγητές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, διαμόρφωσαν και τους νεότερους ζωγράφους της έκθεσης, τους τελευταίους οπαδούς της εικόνας, που στεγάζονται κάτω από τον συμβατικό τίτλο «Γενιά του '80».
«Μέσα από αυτή την εικαστική περιήγηση είναι αυταπόδεικτο ότι η εικόνα του ανθρώπου αποτελεί το κύριο θέμα των Ελλήνων ζωγράφων σ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Οι πολύτροπες απεικονίσεις της ανθρώπινης μορφής μαρτυρούν τον διάλογο με τη ζωή, τη βαθιά διερεύνηση της φόρμας της, τα βιώματα των καλλιτεχνών και τις ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκαν. Διακρίνονται άλλοτε από την έντονη σχηματοποίηση, άλλοτε από το καθοριστικό ρόλο του φωτός και του χρώματος και άλλοτε από την υπέρβαση μιας κλασικής ζωγραφικής για την κατάκτηση της νέας εικόνας του σύγχρονου ανθρώπου, διεισδύοντας στο σώμα της κοινωνικής πραγματικότητας, μέσα από διάφορα παραστατικά ιδιώματα. Το σύνολο της εικαστικής δημιουργίας, με θέμα την ανθρώπινη μορφή, απευθύνεται τόσο στο βλέμμα όσο και στη ψυχή μας, επιτρέποντάς μας μια ανοικτή προσωπική ερμηνεία της ανθρώπινης υπόστασης», σημειώνει η επιμελήτρια της έκθεσης Λαμπρινή Καρακούρτη-Ορφανοπούλου.
«Η Ανθρώπινη Μορφή στην Ελληνική Ζωγραφική στον 20ό αιώνα»
Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη
Βασιλίσσης Σοφίας 9 & Μέρλιν 1. Τηλέφωνο: 210 3611206
Διάρκεια έκθεσης: 22 Ιανουαρίου - 26 Απριλίου 2020
Ημέρες και ώρες λειτουργίας: Δευτέρα-Τετάρτη & Παρασκευή-Κυριακή: 10:00 – 18:00
Πέμπτη: 10:00 – 20:00