Heartbeat
Ως συνήθως, οι επόμενες δύο εβδομάδες θα περάσουν με την αναζήτηση του καλύτερου πάρτι κάθε βραδιάς. Λίγο Αβραμιώτου, πολύ Καρύτση και φυσικά τα σπιτικά γλέντια που είναι πάντα εγγυημένη διασκέδαση (γίνονται ελάχιστα πια, ή τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται). Συναυλίες δεν θα έχουμε πολλές και αυτές που ξεχωρίζουν είναι δύο. Αρχικά οι δικοί μας Modrec παίζουν στις 29/12 στο Αν και οι εμφανίσεις τους κάθε φορά είναι και πιο εθιστικές. Εδώ και ενάμιση χρόνο είναι μια από τις καλύτερες μπάντες της χώρας και το ενδιαφέρον στην πορεία τους είναι η πρόοδός τους, που δεν είναι μόνο αποτέλεσμα δουλειάς αλλά κυρίως συνθετικής ωρίμανσης. Εκεί που στις αρχές τους ήταν φανερό πως οι τεχνικές τους αρετές καπέλωναν τα ίδια τους τα τραγούδια, που ακούγονταν σαν πιο πολύπλοκες ρέπλικες των Smashing Pumpkins, το «Mascaradiction» τους ανέβασε σκαλιά απότομα, αποδεικνύοντας γι' άλλη μια φορά πως η τεχνική θα υπολείπεται της έμπνευσης στον αιώνα τον άπαντα. Από την κυκλοφορία του και μετά, οι συναυλίες τους σε καθηλώνουν, αφού πέρα από το αδιαμφισβήτητα καλοκουρδισμένο τους παίξιμο τους υπάρχουν μερικά σχεδόν σημαντικά τραγούδια. Λιγότερο σημαντικά τραγούδια αλλά περίσσιο ταλέντο έχει ο Jose Gonzalez που έρχεται πάλι (12/1, Gagarin 205) και, όπως το 2008, αναμένεται να μαζέψει πολύ κόσμο. Η διασκευή του στο «Heartbeat» των Knife και η μετέπειτα χρήση του σε διαφημιστικό σποτ τον μετέφερε γρήγορα σε μεγαλύτερα ακροατήρια, ίσως μεγαλύτερα από όσο αρμόζει σε έναν τραγουδοποιό που ακόμα δεν έχει φτάσει στο ζενίθ του. Μπορεί το «In our nature» να περιείχε 2 μικρά αριστουργήματα (αυτό το «How low are you willing to go» θα έπρεπε ακόμα να το τραγουδάμε), αλλά με τίποτα δεν ξεχωρίζει ανάμεσα σε τόσους και τόσους που βασίζονται σε μια ακουστική κιθάρα για να γράψουν τα τραγούδια τους. Στην τότε συναυλία του, πάντως, απέδειξε πως αργά ή γρήγορα θα πρέπει να τον πάρουμε στα σοβαρά, μια και είχε καταφέρει να κλείσει το στόμα ακόμα και της γαλαρίας του Gagarin, που πάντα έχει κάτι να πει.
It takes an ocean not to break
Η καταιγιστική αρχή της χρονιάς με τον έναν εξαιρετικό δίσκο να διαδέχεται τον άλλο σχεδόν με ανάγκασε σε μια υπερβολική κατανάλωση μουσικής, μεγαλύτερη από κάθε άλλη, τουλάχιστον τα πέντε τελευταία χρόνια. Κοιτώντας πίσω, οι περισσότεροι δίσκοι που κατέληξαν στη λίστα μου κυκλοφόρησαν τους πρώτους τέσσερις μήνες, αφού στη συνέχεια κατακλυστήκαμε από άπειρες υπερεκτιμημένες δουλειές και αέναες διαφωνίες για τον χαμένο λυρισμό των Arcade Fire. Αν στη μεγαλομανία των Καναδών θυσιάστηκε η γνησιότητα των τραγουδιών τους που γράφτηκαν όχι από δική τους ανάγκη αλλά με στόχο να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των οπαδών τους, το υπέροχο «The inevitable past is the future forgotten» των Three Mile Pilot ξεχειλίζει όχι μόνο από λυρισμό αλλά κυρίως από απλότητα και ψυχή. Από τους δίσκους που ακούς μονορούφι, σε σημείο που μου τη σπάει το διπλό βινύλιο. Σημείο αναφοράς, ο δίσκος των These New Puritans που χαρακτηρίστηκε αφελώς δύστροπος και απόμακρος. Το «Hidden» μπορεί να είναι γεμάτο έπαρση (όπως σωστά διάβασα σε ένα μπλογκ) κι υπερβολικά επιθετικό, φτιάχτηκε όμως με τη μέθοδο της αφαίρεσης μέχρι να καταλήξει να βασιστεί στα ρυθμικά του μέρη και όχι στα μελωδικά. Για τους National έχουν ειπωθεί πολλά. Εκεί που νομίζαμε πως ήρθε η ώρα να τους βαρεθούμε έβγαλαν τον καλύτερο δίσκο της καριέρας τους - για το «Terrible Love» και τον στίχο στο τίτλο της παραγράφου.
Dance Yourself Clean
Από το καλοκαίρι του '09 τα ξαναβρήκαμε με τη χορευτική μουσική. Αρχικά, λόγω δισκοθετικής απόλαυσης κι έπειτα για προσωπική μουσική ικανοποίηση, η συνάντηση βρετανικής και γερμανικής χορευτικής σχολής αποτέλεσε πηγή για τους πιο ενδιαφέροντες ήχους της χρονιάς. Περισσότερο ο Shed και λιγότερο ο James Blake έδειξαν τι θα ακούμε τα επόμενα δύο χρόνια τουλάχιστον, ελπίζοντας η λαίλαπα του deep house να μας αφήσει σύντομα γιατί πιο μονότονα πεθαίνεις. Με το techno θα αγαπιόμαστε για πάντα, αρκεί να ακούσεις τα πρόσφατα ρεμίξ του Omar S στο προπέρσινο «578» του Gunnar Wendel και αμέσως μετά το «When love feels like crying» του Mathew Jonson.
σχόλια