Πολύ συχνά και με διάφορες αφορμές ο Μάνος Χατζιδάκις (1925-1994) αναφερόταν στον «μάγο» Φεντερίκο Φελίνι (20 Ιανουαρίου 1920-31 Οκτωβρίου 1993). Ήταν από τους σκηνοθέτες που τον είχαν επηρεάσει βαθιά. Ταινίες όπως Οι Κλόουν (1970), Ρόμα (1972), Άμαρκορντ (1973), Πρόβα Ορχήστρας (1978) και άλλες φυσικά, έπαιξαν ρόλο στο έργο του, όχι απλώς γενικό, ως πηγές θαυμασμού και απόλαυσης, αλλά και πιο ειδικό ορισμένες φορές.
Δεν είμαι σίγουρος πότε συναντήθηκαν για πρώτη φορά οι Φελίνι και Χατζιδάκις. Μπορεί τούτο να συνέβη το 1970, όταν ο Έλληνας συνθέτης έγραφε τη μουσική για την ταινία του Αμερικανού John Crowther The Martlet's Tale (1970), η οποία γυριζόταν στην Τσινετσιτά (με πρωταγωνιστές την Κατίνα Παξινού, τον Τάκη Εμμανουήλ κ.ά.), με τον Φελίνι να γυρίζει τους Κλόουν σε διπλανό πλατό.
«Ο Φελλίνι μου έμαθε να βλέπω την αόρατη πλευρά, τη δική μου και των άλλων... Και μέθυσα μ' αυτό που μας συμπληρώνει χωρίς να φαίνεται. Και με το Χρόνο μέσα μας. Κατάλαβα ότι, εξουθενωμένοι, απ' την παντοδύναμη νηπιακή μας μνήμη, υπάρχουμε παντού. Εδώ, αλλά κι εκεί. Στο ύστερα και στο πριν...»
Στην Ιταλία ζούσε τότε και ο σημαντικός Τεξανός τραγουδοποιός Shawn Phillips, ο οποίος είχε γράψει αγγλικούς στίχους ως γνωστόν κι είχε τραγουδήσει την κλασική μελωδία του Χατζιδάκι, που έγινε γνωστή το 1982 ως «Μπαλάντα των αισθήσεων και παραισθήσεων». Στην ίδια ταινία βοηθός του Χατζιδάκι ήταν και ο νεαρός τότε συνθέτης Nicola Piovani, που ανέλαβε αργότερα, με μεσολάβηση του Χατζιδάκι, τα σάουντρακ των τελευταίων ταινιών του Φελίνι.
Η πιο παλαιά συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι που γνωρίζω και στην οποία γίνεται λόγος για τον Φελίνι είναι εκείνη η ιστορική στο περιοδικό Ο Ταχυδρόμος [τεύχος #1019, 19 Οκτωβρίου 1973], στον δημοσιογράφο Κώστα Ρεσβάνη, ένα μήνα πριν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Κάποια στιγμή ο Ρεσβάνης ρωτά τον Χατζιδάκι για το «Μεθυσμένο Κορίτσι», που ακόμη δεν είχε δισκογραφηθεί και που θα ακουγόταν, για πρώτη φορά, στο μουσικό θέατρο-καφενείον Το Πολύτροπον (στην Πλάκα), την 13η Δεκεμβρίου 1973. Λέει ο Χατζιδάκις:
«Ένας οδοιπόρος βρίσκει μια μέρα ένα μεθυσμένο κορίτσι. Θέλει να το προστατεύση, αλλά το κορίτσι τού επιτίθεται και του κόβει το κεφάλι. Ταυτόχρονα ανακαλύπτει πως το –ακέφαλο πλέον– σώμα είναι του Αλκιβιάδη. Δεν ξέρει τώρα τι να κρατήση. Το κεφάλι του οδοιπόρου ή το σώμα του Αλκιβιάδη; Ο μύθος είναι διδαχτικός, περιέχει πάθος, βία και νοθεία... Η επιφάνεια των τραγουδιών μου είναι τόσο απλή, όσο το σώμα του Αλκιβιάδη. Για τον οδοιπόρο επηρεάστηκα από τον Μαξιμίλιαν Σελ, που γνώρισα πρόσφατα στην Γερμανία. Για το «μεθυσμένο κορίτσι» από τον Φελλίνι της "Roma" και για τον Αλκιβιάδη από το περίπτερο που αγοράζω τσιγάρα...».
Κείμενο-στίχοι Μάνος Χατζιδάκις, αφήγηση Ελένη Μανιάτη, τραγούδι Ευτύχιος Χατζηττοφής, από το άλμπουμ «Ο Οδοιπόρος το Μεθυσμένο Κορίτσι και ο Αλκιβιάδης» [ΝΟΤΟΣ, 1974]. Ακούμε:
Ευτύχιος Χατζηττοφής - Το μεθυσμένο κορίτσι
Τον Νοέμβριο του 1979 ο Μάνος Χατζιδάκις ετοιμάζει για την πρεμιέρα της ταινίας τού Φεντερίκο Φελίνι Πρόβα Ορχήστρας ένα μεγάλο κείμενο υπό τον τίτλο «Ο Φελλίνι, ο Νίνο Ρότα και μια "Πρόβα Ορχήστρας"», το οποίο ανθολογήθηκε το 1988 στο βιβλίο του Ο Καθρέφτης και το Μαχαίρι [Ίκαρος Εκδοτική Εταιρεία]. Μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Αγαπώ τον Φελλίνι, σαν άνθρωπο που με διδάσκει ανεξάντλητα και εξαντλητικά, σαν φίλο που γνωρίζει βαθιά τα μυστικά μου και τα νομιμοποιεί, σαν σύντροφο που κουβεντιάζει μαζί μου ώρες ατελείωτες για μυστικιστικές καταβολές και για μια σύγχρονη ερμηνεία τους, τέλος, σαν αποκλειστικό προσωπικό μου Μάγο, που κάθε φορά μού αποκαλύπτει και μιαν αθέατη πλευρά του εαυτού μου, με συμπληρώνει πότε σαν άστρο και πότε σαν πουλί, έτσι που να γίνομαι αγνώριστος, αθέατος και, τελικά, διαφεύγων.
Συνεχώς παραθέτει αόρατα τμήματα πάνω στην φυσιογνωμία μου και αναθεωρεί την τελική έκφραση, έτσι που να μη μ' αναγνωρίζει πια κανείς. Γίνομαι τέρας, με την έννοια του μη παραδεκτού, του μη ολόκληρου, αλλά γι' αυτό και με την έννοια του εντελώς αληθινού. Αυτές οι αθέατες πλευρές, που μας προσθέτει με τα οράματά του ο Φελλίνι, είναι διατηρητέες πράξεις και στιγμές του παρελθόντος χρόνου, επιλεγμένες από τον παρόντα, ιεραρχημένες απ' τις ήττες κι από τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες, εντατικές και καθοριστικές, για τις μελλοντικές αποδοχές και απορρίψεις νέων τμημάτων, τόσο ώστε πια το πρόσωπο που οι άλλοι αναγνωρίζουνε σε μας, να 'ναι κομμάτι μη πραγματικό, μισό και φευγαλέο, ρευστό, χωρίς την σιγουριά για μια μελλοντική διάσωση.(...)
Τα φελλινικά οράματα γύρω απ' το θέμα του Έρωτα και του Θανάτου κατασκευάζονται πάντα με γοητεία αφάνταστη, οπτική, για την οποία υπεύθυνος είναι ο δημιουργός τους ο ίδιος, και με αντίστοιχη ακουστική, που υπεύθυνος υπήρξε ως την "Πρόβα Ορχήστρας", ο Νίνο Ρότα. Και λέω "ως την Πρόβα Ορχήστρας", γιατί αυτή η ταινία υπήρξε και η τελευταία στην οποία εργάστηκε ο Ρότα. Πέθανε τον Απρίλιο που πέρασε (σ.σ. 1979), ξαφνικά, χωρίς κανείς να το προσμένει».
Στο ίδιο βιβλίο, στο Ο Καθρέφτης και το Μαχαίρι, ο Μ. Χατζιδάκις έχει και μια σημείωση, που αφορά σε μια φωτογραφία του με τον Φεντερίκο Φελίνι. Διαβάζουμε:
«Ο Φελλίνι μου έμαθε να βλέπω την αόρατη πλευρά, τη δική μου και των άλλων... Και μέθυσα μ' αυτό που μας συμπληρώνει χωρίς να φαίνεται. Και με το Χρόνο μέσα μας. Κατάλαβα ότι, εξουθενωμένοι, απ' την παντοδύναμη νηπιακή μας μνήμη, υπάρχουμε παντού. Εδώ, αλλά κι εκεί. Στο ύστερα και στο πριν... Τον γνώρισα, αλλά τον ήξερα περισσότερο απ' ό,τι πρόφτασα να δω και να φωτογραφίσω. Μου είναι οικείος, συγγενής και φίλος κι αδελφός! Μα πάνω απ' όλα: Ιταλός. Ένα ναπολιτάνικο τραγούδι, πολύχρωμο και διανοητικό – αν είναι δυνατόν! Κι όμως ο Φεντερίκο ζωγραφίζει, τραγουδά και σιγοψιθυρίζει σ' όλους: Καλησπέρα».
Στις 10 Απριλίου 1979 πεθαίνει ο Nino Rota στα 68 χρόνια του. Σ' ένα τηλεοπτικό Παρασκήνιο (ΕΡΤ) εκείνης της χρονιάς ο Μάνος Χατζιδάκις μιλάει για τον Rota και τον Φελίνι.
Elective Affinities: Manos Hadjidakis for Nino Rota
Στα μέσα της δεκαετίας του '80 (Μάιος 1985) ο Μάνος Χατζιδάκις εκδίδει το περιοδικό Το Τέταρτο. Στα πρώτα τεύχη, σ' εκείνα που είχε τη διεύθυνσή του (γιατί μετά αποχώρησε), δεν παραλείπει να δημοσιεύσει συνεντεύξεις τόσο του Nicola Piovani (τεύχος #7, Νοέμβριος 1985), όσο και του Φεντερίκο Φελίνι (τεύχος #8, Δεκέμβριος 1985). Η συνέντευξη του Φελίνι είχε δοθεί στον Giovanni Grazzini και είχε αναδημοσιευθεί στο Τέταρτο από το γερμανικό περιοδικό Theater Heute (Σεπτέμβριος 1984). Σ' αυτή τη συνέντευξη ο Φελίνι είχε αναφερθεί με ειλικρίνεια και χιούμορ σε όλα όσα του άρεσαν και σε όλα όσα τον δυσαρεστούσαν. Αξίζει να τα δούμε:
«Τι δεν μου αρέσει: πάρτι, γλέντια, εντόσθια, συνεντεύξεις, στρογγυλά τραπέζια, αυτόγραφα, σαλιγκάρια, ταξίδια, να στέκεσαι στην ουρά, βουνά, βάρκες, ανοιχτά ραδιόφωνα, μουσική στα εστιατόρια, μουσική γενικά (όταν είσαι υποχρεωμένος να την ακούς), ανέκδοτα, οπαδοί ποδοσφαίρου, μπαλέτο, η χριστουγεννιάτικη φάτνη, γκοργκοντζόλα (σ.σ. ιταλικό τυρί), απονομές βραβείων, μύδια, συζητήσεις για τον Μπρεχτ και ο ίδιος ο Μπρεχτ, επίσημα γεύματα, προπόσεις, ομιλίες, προσκλήσεις για εγκαίνια εκθέσεων και για θεατρικές πρεμιέρες, γραπτά της γραφομηχανής, τσάι, χαμομήλι, χαβιάρι, παρουσιάσεις κάθε είδους, Τεάτρο ντε λα Μανταλένα, τσιτάτα, ο αληθινός άνθρωπος, παιδικές ταινίες, θεατρινισμοί, ταμπεραμέντο, ερωτήσεις, Πιραντέλο, κρεπ σουζέτ, όμορφες τοποθεσίες, συλλογές υπογραφών, πολιτικές ταινίες, ψυχολογικές ταινίες, ιστορικές ταινίες, παράθυρα χωρίς παντζούρια, δεσμεύσεις και αποδεσμεύσεις, κέτσαπ.
Μου αρέσουν: σταθμοί, Ματίς, αεροδρόμια, ριζότο, βαλανιδιές, Ροσίνι, τριαντάφυλλα, οι αδελφοί Μαρξ, τίγρεις, αναμονή σε ραντεβού με την ελπίδα πως ο άλλος δεν πρόκειται να 'ρθει (έστω κι αν πρόκειται για μια πανέμορφη γυναίκα), Τοτό, το να μην έχεις ξαναπάει εκεί, Πιέρο ντε λα Φραντσέσκα (σ.σ. ιταλός ζωγράφος της πρώιμης Αναγέννησης), ό,τι είναι όμορφο σε μιαν όμορφη γυναίκα, Τζόαν Μπλοντέλ (σ.σ. αμερικανίδα ηθοποιός), ο Σεπτέμβριος, παγωτό Τοροντσίνο, δαμάσκηνα, Μπρουνέλο ντι Μονταλτσίνο (σ.σ. εκλεκτό ιταλικό κρασί), χοντροί πισινοί πάνω σε ποδήλατο, τρένα, πικ νικ σε τρένο, Αριόστο (σ.σ. ιταλός ποιητής και κωμωδιογράφος της Αναγέννησης), σκυλιά γενικά, η μυρωδιά της φρέσκιας γης, το άρωμα του σανού και της τριμμένης δάφνης, η θάλασσα τον χειμώνα, άνθρωποι που δεν μιλούν πολύ, Τζέιμς Μποντ, άδεια μπαρ, εγκαταλειμμένα ρεστοράν, ερημιές και σκοτεινιές, άδειες εκκλησίες, ησυχία, όστια (σ.σ. ο άρτος της καθολικής μετάληψης ή η παραλιακή γειτονιά της Ρώμης; - δεν διευκρινίζεται), ο ήχος της καμπάνας, Κυριακή απόγευμα μόνος στο Ούρμπινο (σ.σ. πόλη στην κεντρική Ιταλία), Μπολόνια, Βενετία, όλη η Ιταλία, Τσάντλερ, θυρωρίνες, Σιμενόν, Ντίκενς, Κάφκα, Λόντον, ψημένα κάστανα, το μετρό, βόλτες με το λεωφορείο, ψηλά κρεβάτια, Βιέννη (κι ας μην έχω πάει ποτέ), το ξύπνημα, ο ύπνος, χαρτοπωλεία, μολύβια Φάμπερ Νο 2, επίκαιρα, πικρές σοκολάτες, μυστικά, το χάραμα, η νύχτα, φαντάσματα, Γουίμπι (σ.σ. ο Γουίμπι ή Πόλντο, όπως τον ξέρουμε στην Ελλάδα, από τον Ποπάυ, που έτρωγε χάμπουργκερ ή τα φαστφουντάδικα Γουίμπι;), Σταν και Όλι (σ.σ. Χοντρός-Λιγνός), Τάρνερ (σ.σ. Λάνα Τάρνερ), Λέντα Γκλόρια (και η Γκρέτα Γκλόρια μου άρεσε πολύ) (σ.σ. ιταλίδα ηθοποιός), σουμπρέτες και μπαλαρίνες».
Σ' αυτά τα «μου αρέσει – δεν μου αρέσει» τού Φεντερίκο Φελίνι μπορεί να κολλήσει ο καθένας μας σε διάφορα. Να τα συλλογιστεί, να τα αναλύσει, να τα εξηγήσει, να τα συνδέσει με τις ταινίες του ενδεχομένως κ.λπ. Εγώ λέω να μείνω στα της «μουσικής».
Όπως διαβάσαμε, πιο πάνω, του Φελίνι δεν του άρεσαν τα «ανοιχτά ραδιόφωνα», η «μουσική στα εστιατόρια», όπως και «η μουσική γενικά (όταν είσαι υποχρεωμένος να την ακούς)». Είχε κάποια ειδική σχέση με τη μουσική ο Φελίνι, ή και κάποια απέχθεια, που κρυβόταν ίσως κάτω απ' αυτές τις κουβέντες;
Είχε μιλήσει περί μουσικής ο Φελίνι και είχε ξεκαθαρίσει το πώς σκεφτόταν γι' αυτήν. Από συνεντεύξεις του, λοιπόν, στο περιοδικό La Revue du Cinéma, στα τεύχη 390 και 413, έτσι όπως μεταφέρθηκαν στο βιβλίο Φεντερίκο Φελίνι (1986) των εκδόσεων Αιγόκερως διαβάζουμε:
«Η μουσική είναι ζωτική έκφραση. Αποτελεί αδιάσπαστο τμήμα της αφήγησης, όπως και το φως, οι προοπτικές του ντεκόρ, τα κοστούμια, ο διάλογος, τα πρόσωπα των ερμηνευτών. Πολλά μουσικά κομμάτια έχουν γραφτεί πριν από το γύρισμα, γιατί αισθάνομαι την ανάγκη να γυρίσω μερικές σεκάνς πάνω στο ρυθμό και τα συναισθήματα που προκαλεί η μουσική. Κατά τη γνώμη μου το αποτέλεσμα είναι πάντα θετικό. Η ατμόσφαιρα, οι κινήσεις της κάμερας, οι χειρονομίες και το παίξιμο των ηθοποιών, όλα γίνονται με την μεγαλύτερη ακρίβεια, όταν βασίζονται σε πιο αρμονικούς ρυθμούς και συχνότητες.(...)
Έξω από τη δουλειά μου, όμως, προτιμώ να μην ακούω μουσική. Γιατί μ' επηρεάζει, με ξεσηκώνει, με κατέχει. Αμύνομαι, λοιπόν, με την άρνηση και τη φυγή σ' όλες τις ευκαιρίες που μου δίνονται να την ακούσω. Δεν ξέρω για ποιο λόγο, ίσως είναι για μια ακόμη φορά μια καθολική επίδραση πάνω μου – γεγονός είναι πάντως ότι η μουσική με μελαγχολεί και με γεμίζει τύψεις. Είναι σαν μια φωνή που προειδοποιεί και καταστρέφει, γιατί μιλάει και θυμίζει μια διάσταση αρμονίας, ειρήνης και πληρότητας από την οποία έχουμε αποκλεισθεί κι εξορισθεί. Η μουσική είναι αδυσώπητη. Μας πλημμυρίζει με νοσταλγία και λύπη και, όταν τελειώνει, δεν ξέρουμε πια πού πηγαίνουμε. Γνωρίζουμε μόνο ότι είναι απρόσιτη. Κι από αυτό πηγάζει η θλίψη μας».
Υπάρχει μια συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι, που είχε δοθεί στη Χριστίνα Τσεκούρα και τον Θάνο Φουργιώτη, για λογαριασμό του περιοδικού Ήχος & Hi-Fi (τεύχος 197, Αύγουστος 1989) και η οποία είχε τίτλο «Ο Νίνο Ρότα, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο». Ας δούμε μια πρώτη ερώτηση και την απάντηση του Χατζιδάκι:
— Νομίζω ότι είστε από τους πρώτους Έλληνες συνθέτες που εντοπίσατε το ιδιαίτερο κλίμα της μουσικής του Νίνο Ρότα...
Ως θαυμαστής των ταινιών του Φελίνι. Από κει τον εγνώρισα και μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, πώς άρχισε να σφραγίζει την εποχή μας με ένα υλικό που θύμιζε κάπως το «παλαιό». Δηλαδή είχα πει κάποια φορά ότι ο Ρότα με το υλικό της μητέρας του κατάφερε να σφραγίζει τον καιρό μας.(...)
Πάντως, αναμφισβήτητα, έχει μεγάλη αξία και κατάφερε να συνδεθεί με τα φελινικά οράματα. Γιατί και ο Φελίνι ξεκινά από το παρελθόν – για να ερμηνεύσει βέβαια τον παρόντα χρόνο. Και του ήταν απαραίτητη αυτή η χρήση του παρελθόντος και ηχητικά. Πράγμα που του πρόσφερε ο Νίνο Ρότα. Άρα μπορούμε να ρωτήσουμε: χωρίς τον Φελίνι ο Ρότα θα μπορούσε να σφραγίζει τον καιρό; Θα 'ταν λιγάκι δύσκολο.(...)
Νομίζω ότι τη δύναμή της (η μουσική του Ρότα) την έχει πλέον πάρει και από τις εικόνες. Εάν τυχόν ακούγατε ξαφνικά το Αμαρκόρντ, χωρίς το καταπληκτικό φιλμ του Φελίνι, θα σας δημιουργούσε την ίδια ένταση που σας δημιούργησε εκ των υστέρων, μετά τη λειτουργία που σας έδωσε η ταινία του Φελίνι; Όχι...
Έχει τύχει πολλές φορές να ακούσω μια μουσική του Ρότα πριν να δω την ταινία. Αφού είδα την ταινία ήτανε τρομακτική η ένταση της συγκινήσεως. Πριν δεν θα μπορούσα να σας πω ότι μου δημιούργησε την ίδια ένταση...
Στη συνέχεια ο Χατζιδάκις αναφέρεται στη γνωριμία του με τον Nino Rota, αλλά και στο γεγονός πως συνέστησε τον Piovani, ως αντικαταστάτη του Rota, για τα σάουντρακ των ταινιών του Φελίνι. Ο ίδιος είχε τους λόγους του φυσικά, βάσει των οποίων δεν θα μπορούσε ποτέ να συνεργαστεί με τον Φελίνι...
«Αλήθεια, πώς γνώρισα τον Ρότα; Δε θυμάμαι... Μου τον γνώρισε ο Φελίνι; Θυμάμαι ότι όταν με είχε καλέσει να πάω στο Σπολέτο, για να ακούσω τη Νάπολι-Μιλονάρια, ήμασταν φίλοι. Αλλά πώς τον γνώρισα δεν το θυμάμαι.(...)
Έχω συστήσει την περίπτωση Πιοβάνι-Ρότα. Είχα συστήσει την περίπτωση Πιοβάνι στον Φελίνι, διότι ο Φελίνι ήταν αδύνατο να λειτουργήσει με άνθρωπο που δεν είχε τις ίδιες καταβολές. Θυμάμαι τότε ότι του είχα πει ότι ο Πιοβάνι είναι κάποιος που μπορούσε να αντικαταστήσει τον Ρότα».
Και όντως συνέβη, αφού ο Piovani έγραψε τα σάουντρακ για τις τρεις τελευταίες ταινίες του Φεντερίκο Φελίνι, τις Ginger e Fred (1986), Intervista (1987) και La Voce della Luna (1990).
Στις 3 Αυγούστου 1992, στο Θέατρο Ηρώδου του Αττικού, οργανώνεται ένα αφιέρωμα στον Nino Rota, από την Ορχήστρα των Χρωμάτων, υπό την διεύθυνση του Μάνου Χατζιδάκι. Η παράσταση είχε ονομαστεί Felliniana. Μάλιστα για το promotion είχε κυκλοφορήσει κι ένα LP(!), σε πολύ λίγα αντίτυπα, που όδευσαν προς συγκεκριμένους «καλλιτεχνικούς» δημοσιογράφους μέσων ενημέρωσης.
Στο LP ακούγονταν συνθέσεις του Nino Rota από ταινίες του Φελίνι ("Casanova", "La strada", "La dolce vita", "Boccaccio 70", "Amarcord", "8 e 1/2", "Il circo"), ερμηνευμένες από την New Japan Philharmonic, υπό την διεύθυνση του ίδιου του Rota. Οι εγγραφές αυτές είχαν κυκλοφορήσει για πρώτη φορά, ως δεύτερη πλευρά, κάτω από τον τίτλο "Felliniana" στο ιταλικό LP του Nino Rota "Concerto Di Musiche Da Film" [CAM], το 1977.
Στο ελληνικό άλμπουμ υπάρχει κι ένα κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι για τον Nino Rota, γραμμένο τον Ιούνιο του 1992. Είναι αυτό:
«Ο Nino Rota σφράγισε με τη μουσική του τον καιρό μας μες απ' τις ταινίες του Fellini, μεταχειριζόμενος μνήμες αλλοτινών καιρών. Μόνο το μεγάλο ταλέντο του μπορούσε να πετύχει αυτό το πάντρεμα αναμνήσεων και παρόντος χρόνου. Το αποτέλεσμά του υπήρξε μοναδικό. Είμασταν φίλοι τα τελευταία χρόνια πριν πεθάνει. Νοιώθω την ανάγκη να του αφιερώσω μια συναυλία μου στο Ηρώδειο με την Ορχήστρα των Χρωμάτων στην ώριμη περίοδό της. Του το οφείλω και σαν φίλος και σαν ευαίσθητος σύγχρονος δέκτης της Μουσικής του».
Όπως διαβάζουμε στο blog Ιδιωτική Οδός (23η Οκτωβρίου 2019):
Στο Α μέρος της συναυλίας ακούστηκε το εξαίσιο «Κοντσέρτο για Έγχορδα», στη συνέχεια η "Rabelaisiana", δηλαδή τρία τραγούδια για φωνή και ορχήστρα σε στίχους François Rabelais, όπως και η «Φαντασία για τον Casanova», μια μικρή καντάτα για ορχήστρα, χορωδία και σολίστ υψίφωνο, εμπνευσμένη από τραγούδια της ταινίας Casanova του Φεντερίκο Φελίνι. Η μεταγραφή εδώ ήταν του Νίκου Πλατύραχου, με συντελεστές την Μαρίνα Κρίλοβιτς (υψίφωνος) και την Χορωδία Φίλων της Μουσικής Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνση του Αντώνη Κοντογεωργίου.
Στο Β μέρος παρουσιάστηκε η Felliniana, δηλαδή τα κύρια μουσικά θέματα του Nino Rota από τις ταινίες του Φελίνι, σε μεταγραφή για πιάνο και ορχήστρα από τους Νίκο Μαμαγκάκη και Βασίλη Τσαμπρόπουλο, ο οποίος ήταν και ο σολίστ στο πιάνο, ενώ το φινάλε της βραδιάς είχαν αποτελέσει επτά τραγούδια από τον κινηματογράφο, σε μεταγραφή για φωνή και ορχήστρα του Νίκου Πλατύραχου, με σολίστ την μεσόφωνο Κική Μορφωνιού.
Amarcord theme - Nino Rota