Ο «Επιτάφιος Θρήνος» του Γιώργου Ιωάννου σε ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής στην Ομόνοια

0

Περιφορά του Επιταφίου στα στενά της Ομόνοιας με την πένα του Γιώργου Ιωάννου (1927-1985), ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς της μεταπολεμικής και της μεταπολιτευτικής περιόδου, που δεν διστάζει στο διήγημά του «Ο Επιτάφιος θρήνος» να ανακινήσει τις ερωτικές ανάγκες του σώματος και της καρδιάς κάτω από το ρούχο του πένθους για τον θάνατο του Χριστού, χωρίς εκ παραλλήλου να χάνει το παραμικρό από την ευσέβειά του: αντίθετα, ο συγχρωτισμός σωμάτων και ψυχών κατά την πορεία του Επιταφίου (στη φετινή Ελλάδα ο οποιοσδήποτε συγχρωτισμός παραπέμπει μόνο σε θανάσιμο κίνδυνο) προαναγγέλλει την επαύριον της ανάστασης κι ενός καινούργιου και φωτεινού μέλλοντος - μέλλοντος που από τώρα ετοιμαζόμαστε να ατενίσουμε ελεύθεροι του χρόνου τέτοια εποχή. Το κείμενο, απόσπασμα του οποίου δημοσιεύουμε σήμερα, συμπεριλαμβάνεται στην ομώνυμη συλλογή διηγημάτων του Ιωάννου, που κυκλοφόρησε το 1989, σηματοδοτώντας τα χρόνια της συγγραφικής του ωριμότητας (είναι τότε ο ίδιος 53 ετών). Ο συγγραφέας, που έχει βιντεοσκοπηθεί να διαβάζει ολόκληρο τον «Επιτάφιο θρήνο», μοιάζει να ανακαλεί το ήθος του πρωτογενούς χριστιανισμού, εισάγοντας στην αφήγησή του κι ένα έντονα παγανιστικό και εορταστικό στοιχείο.


Επιτάφιος θρήνος

[...] Βγαίνοντας από την εκκλησιά ο Επιτάφιος, τράβηξε πρώτα πλάγια, χώθηκε μες στις γειτονιές με τα κλειστά, όπως είπαμε, ισόγεια, με τα χαμαιτυπεία του λιβανιού, και δεν τον είδαμε σχεδόν καθόλου, άλλωστε στην αρχή είναι μπουλούκι πάντοτε, ώσπου να συνταχθεί, να βρει τον ήχο του και το ρυθμό του, να πάρει ν' αναδίνει μυρωμένο θάνατο, φτάνοντας στο κορύφωμα στο τελευταίο ιδίως στάσιμο, όπου όλοι έχουνε πιάσει πια το ρόλο τους, τον εκτελούνε στην εντέλεια, τόσο που θέλει χρόνο ολόκληρο για να εξατμισθεί αργότερα. Πάντως, ακούσαμε τις πρώτες νότες του ν' απομακρύνονται και ήταν η μοναδική ίσως στιγμή που νιώσαμε ένα σφίξιμο, που μέναμε έτσι μακριά από το πλήθος και το συρφετό, ενώ εκεί ανήκαμε, μπορούσαμε να είμαστε κι εμείς κατόπι του, σηκώνοντας σκόνη τεφρή με τα ποδάρια μας, μα ώσπου να διαλογιστούμε αυτά, πιάσαμε θέσεις στο παράθυρο να δούμε τον λαμπρό του γυρισμό στο λαξευτό μνημείο του. Και όταν πήρε η κυκλοφορία να παραλύει, να προηγούνται τα μικρά παιδιά, ν' ανάβουνε κεριά στα υψηλά πατώματα, ετοιμαστήκαμε κι εμείς να απολαύσουμε το μέγα θέαμα, στο σκότος μέσα της κρεβατοκάμαρας.

Από μπροστά μας όταν διάβαιναν, έψελνε η χορωδία τα εγκώμια, μαθήτριες με επιπόλαιες φωνές, παρόμοιες με τον γραφικό τους χαρακτήρα, βαδίζοντας στο ψευτοκουρασμένο βήμα των στρατιωτών, εκείνο με το λύγισμα το αδιόρατο, που με εφ' όπλου λόγχη, ωραίοι και σκοτεινοί, τραβούσαν φορτωμένοι νιάτα και έξαψη, θαρρείς από το πρόσφατο μαστίγωμά τους, κοιτάζοντας λοξά τα πεζοδρόμια [...] δίπλα τους κατά στοίχο οι μαθήτριες, μαύρη ποδιά ατλαζένια τσιτωτή, άσπρο γιακά, κι ένα πανέρι ροδοπέταλα στο στήθος, θαρρείς για ν' ακουμπάνε τα λαχταριστά βυζιά, που τα πήγαιναν προσφορά σ' αυτόν που είχε πεθάνει «τετρωμένος ώσπερ πελεκάν», με την τεράστια μύτη, και παραμέσα οι παπάδες, όλο στόλισμα, κρατώντας αδιόρατες μαβιές γιρλάντες, σε ανταπόκριση με τους πρασινοσκούφιδες, όπου αποκάτω ψέλναν αφηρημένα οι μαθήτριες -αυτά, βέβαια, οι βολεμένοι της αγάπης δεν τα βλέπουνε- και ύστερα το ρεύμα με τα πλήθη, με ανάμενα τα κεριά, κι όλοι οι γνωστοί κι οι συγγενείς, κι οι δάσκαλοι που είχαμε κατά καιρούς, μετάρσιοι, ωραιότατοι, με το κεφάλι τους που έχει σβήσει πια, γερμένο προς τα πίσω κάπως, παραδομένοι στα εγκώμια, παρόλο που 'ναι έξω απ' τα εγκόσμια, να ρέουν σαν βουβό ποτάμι, και μυρωδιές ανάμικτες, αρβύλες και χακί -χειμερινό ακόμα, παστωμένο με οσμές- με μοσχολίβανα λεπταίσθητα, φερμένα από πολιτείες της μοναξιάς, αρώματα των γυναικών, βιολέτες και ακακίες της πλατείας ολάνθιστες, τσαμπιά-τσαμπιά, και να 'χεις και τον υπαξιωματικό να σου φυσάει το σβέρκο με την καυτή ανάσα του, που μόνη της μιλούσε για την ψυχική αγνότητα, να καίει ολόκληρος και να μοσχοβολά, χωρίς ωστόσο να 'χει αίσθηση της λάμψης του, και ευτυχώς, γιατί αν τα 'νοιωθε αυτά, θα ήταν προπολλού ανάρπαστος, στον Επιτάφιο να λάμπει μοναχός, πίσω από το Χριστό και τις μαθήτριες, κι εκείνες σαν τον έβλεπαν μοναχικό και μάθαιναν την ιστορία του, πολύ θα θέλαν να προσφέρανε σ' αυτόν τα δώρα που στηρίζανε μες στα πανέρια με τα ροδοπέταλα, να τρίψει απάνω τους το ορφανεμένο μάγουλο, να τα βυζάξει, μα ευτυχώς ετούτα τα παιδιά, έχουνε ταπεινή ψυχή, θέλουν πολλές φορές, να κλείνονται, όπως κλεινόντουσαν στο αχυρώνα του χωριού και παίζαν με τις ώρες ή χώνονταν στο δάσος μέσα στα κλαριά. Και λάτρευαν εκεί όλοι οι συνομήλικοι μαζί τον Πάνα με τη συνοδεία των σατύρων του. Η φύση είναι όσο κι η νύχτα ερωτική. Κι ακόμα, κατά τον Θεολόγο τον Γρηγόριο: «Γλυκείς οι ήλοι, και ει λίαν οδυνηροί». [...]

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο Γιώργος Ιωάννου μιλά στο ραδιόφωνο για «Το τρίτο στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή

Μια άγνωστη συνέντευξη / Ο Γιώργος Ιωάννου μιλά στο ραδιόφωνο για «Το τρίτο στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή

Μια σπάνια ραδιοφωνική συνομιλία του Γιώργου Ιωάννου για τον Κώστα Ταχτσή και το Τρίτο στεφάνι, έτσι όπως διασώθηκε και απομαγνητοφωνήθηκε από τον Θανάση Νιάρχο.
ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΝΙΑΡΧΟΥ*

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Η διαμάχη ανάμεσα στην Τζόαν Ντίντιον και την Ιβ Μπάμπιτζ συνεχίζεται και μετά θάνατον σε μια «διπλή» βιογραφία

Βιβλίο / Τζόαν Ντίντιον vs. Iβ Μπάμπιτζ: Μια διαμάχη που συνεχίζεται και μετά θάνατον

Η Ντίντιον και η Μπάμπιτζ πέθαναν με διαφορά έξι ημερών τον Δεκέμβριο του 2021: «Θέλω να πιστεύω ότι η Τζόαν Ντίντιον έζησε μια επιπλέον εβδομάδα από κακία», είχε γράψει τότε μια δημοσιογράφος σε ένα tweet που έγινε viral.
THE LIFO TEAM