Ακριβώς σχεδόν τη στιγμή που πατούσα το πόδι μου στο λιμάνι της Ύδρας, ανακουφισμένος για την επιτυχή απόδραση από την κάψα, τη σκόνη και την μπίχλα που στάζει στα πεζοδρόμια της Αθήνας, μου ήρθε το μήνυμα στο κινητό: «πάει κι ο Παπαντίνας». Για ώρες μετά στοίχειωνε τις βόλτες μου στο νησί η σκέψη (η ιδέα μάλλον) αυτού του Ζέλιγκ της ελληνικής ροκ σκηνής που έφυγε «πλήρης ημερών» στα 65 του (τα χρόνια μετράνε διπλά στο παράλληλο σύμπαν διεγέρσεων και καταχρήσεων που ζουν τέτοιοι αμετανόητοι ρέκτες της γκλάμορους παρακμής). Λίγοι εκπρόσωποι της μποέμ μυθολογίας του νησιού έχουν απομείνει να περιφέρονται σαν φαντάσματα στο αγαπημένο, διατηρημένο και επίμονα πανάκριβο μαυσωλείο του Αργοσαρωνικού, κι ανάμεσά τους θα ταίριαζε κι ο εκλεκτός αυτός outsider που αγαπούσε την κιθάρα και τη γλυκιά ζωή και μπορούσε να χαθεί ανά πάσα στιγμή «στον κόσμο του έρωτα και της αταξίας», όπως οι πρωταγωνιστές του Υπνοβάτη της Μαργαρίτας Καραπάνου στην παλιά Ύδρα των καμένων συγγραφέων και καλλιτεχνών.
Όπως και πολλοί άλλοι, τον γνώρισα μέσα από το ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Αθυρίδη T for Trouble: The life and music of Terry Papadinas που προβλήθηκε (και κατόπιν γυρνούσε σαν μπάφος από σπίτι σε σπίτι γνωστών υπό τη μορφή αντιγραμμένου DVD) για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης πριν από οκτώ χρόνια περίπου. Είχα γράψει τότε, από αυτές εδώ τις σελίδες, γι' αυτό τον εξαιρετικό κατά κοινή ομολογία κιθαρίστα, ροκ σταρ κλειστού κυκλώματος, δυνάμει σπουδαίο ροκ τραγουδοποιό και μαγνήτη μπελάδων πάσης φύσεως: «Η ταινία αποτυπώνει με νηφαλιότητα, συναίσθημα και χιούμορ (ιδανικός συνδυασμός, αν σου κάτσει) το κλονισμένο μεγαλείο –ή, έστω, την ψευδαίσθηση μεγαλείου–, τον αθεράπευτο ναρκισσισμό αλλά και την παθολογία του εστέτ ροκ outsider που φορά την αυτοκαταστροφή ως κορώνα ή ακάνθινο στεφάνι (εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς) και είναι, μεταξύ άλλων, ένα εξαιρετικό "case study" ενός ξεχωριστού εκπροσώπου μιας χαρακτηριστικής για την Ελλάδα "fucked up minority" (ο όρος από τα χείλη του ίδιου του Παπαντίνα, που χοροπηδά απολαυστικά με τη συριστική εκφορά του από τα ελληνικά στα αγγλικά, σ' έναν πρότυπο greeklish λόγο). Ο Θοδωρής "Terry" Παπαντίνας ξεκίνησε ένδοξα την εφηβεία του στη Νέα Υόρκη (οι γονείς του είχαν μεταναστεύσει από την Καστοριά), όπου κόλλησε εφάπαξ το rock&roll μικρόβιο, και την ολοκλήρωσε τραυματικά στην Ελλάδα των συνταγματαρχών (η οικογένεια επέστρεψε σ' ένα ατυχέστατο timing, λίγους μήνες πριν από τη χούντα). Ως αυθεντικό "κωλόπαιδο", όμως, δεν το έβαλε κάτω, βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και από τότε αποτελεί σημείο αναφοράς για τη ροκ σκηνή της πόλης, είτε από τον πυρήνα είτε από την περιφέρεια ενός glamorous/decadent μικροσυστήματος. Έκανε και τα διαλείμματά του (μικρότερα και μεγαλύτερα) στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, και μάλιστα με τους δικούς του "ψωνισμένους" όρους –και πάντα με τη συντροφιά ωραίων γυναικών που, όπως λέει και κάποιος στην ταινία, έκαναν την επανάστασή τους μέσω του ωραίου Θοδωρή που είχε πάντα άψογο στυλ και ντυνόταν με τις πιο κομψές και ακριβές εκδοχές της επιμελούς ατημέλητης rock στολής–, αλλά, τελικά, επέστρεφε πάντα πίσω. "Οk, δεν λέω, είμαι loser, αλλά όχι κι ο μεγαλύτερος loser όλων των εποχών" λέει σ' ένα σημείο, για να προσθέσει αργότερα με τον χαρακτηριστικό, μοιρολατρικό αυτοσαρκασμό του: "Ακόμα κι αν ήμουν, όμως, όντως ο μεγαλύτερος loser όλων των εποχών, δεν θα έπρεπε να πάρω βραβείο γι' αυτό;».
I fuckin' helped to build this city, man! Στη μουσική εννοώ, δεν είμαι αρχιτέκτονας. I helped so many people fuck each other and have a good time...
... Περιβόλι οι ατάκες του, ακόμα κι αν δεν κάνει τον κόπο να κρύψει τη θλίψη, την οργή και τη δυσοίωνη και γεμάτη βαθιές ρωγμές αντίληψή του για τους πάντες και τα πάντα σχεδόν: «Δεν θα γίνουμε και κουμπάροι», «Νομίζεις ότι με ξέρεις, αλλά δεν με ξέρεις», «Δεν χρειάζεται να υπάρχουν άνθρωποι σαν κι εμένα», «Όλοι με λένε να πάμε κάπου, αλλά κανείς δεν με προσκαλεί», «I 'm a bad motherfucker», «I fuck intellectual women because intellectual women just wanna be fucked», «Όλοι θέλουν να κάνουν παρέα πού και πού με misfits, αλλά όχι και πολλή παρέα». Σε κάποιο άλλο σημείο, μονολογώντας, εκφράζει τον φόβο ότι έχουν αρχίσει να του ξεγλιστράνε πια οι δοκιμασμένες μέχρι τώρα τεχνικές επιβίωσής του, αναθαρρεύει όμως αργότερα για να βρει έναν ρόλο, μια ταυτότητα στη ζωή του τόσα χρόνια στη Σαλονίκη: «I fuckin' helped to build this city, man! Στη μουσική εννοώ, δεν είμαι αρχιτέκτονας. I helped so many people fuck each other and have a good time...».
Αυτό το τελευταίο δεν είναι και λίγο, θα μπορούσε να αποτελέσει μάλιστα και μια πρώτης τάξεως επιτύμβια επιγραφή. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αντεστραμμένο ένα από τα πιο γνωστά σλόγκαν της εικαστικού Jenny Holzer. Όχι «Lack of charisma can be fatal» αλλά «Charisma can be fatal» σκέτο: Το χάρισμα μπορεί να αποβεί μοιραίο.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη LIFO.
σχόλια