ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΤΗΣ 8ης Δεκεμβρίου 1980 και ο Τζον Λένον ακούγεται να μιλά με ενθουσιασμό για το μέλλον σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη που έδωσε εκείνη τη μέρα σε σταθμό της Νέας Υόρκης. «Η δουλειά μου δεν θα τελειώσει μέχρι να πεθάνω», λέει, «και ελπίζω ότι αυτό το διάστημα θα κρατήσει πολύ, πολύ καιρό».
Δεν μπορούσε φυσικά να φανταστεί ότι το διάστημα που θα βρισκόταν στη ζωή θα βαστούσε μόνο μερικές ώρες ακόμα. Ούτε και κανείς άλλος στον κόσμο θα μπορούσε να το φανταστεί εκτός από τον παρανοϊκό δολοφόνο του, τον Μαρκ Τσάπμαν, που το ίδιο βράδυ πυροβόλησε και σκότωσε τον διάσημο μουσικό και επιφανή αγγελιοφόρο της ειρήνης έξω από το σπίτι του στη Νέα Υόρκη.
Σ’ εκείνη την αποφράδα ημέρα επιστρέφει ξανά και ξανά το τριών επεισοδίων ντοκιμαντέρ με τίτλο John Lennon: Murder Without a Trial με ελεγειακό αφηγητή τον Κίφερ Σάδερλαντ, επιχειρώντας «ένα ταξίδι στο μυαλό ενός δολοφόνου». Μόνο που το μυαλό του εν λόγω φονιά παραμένει μέχρι σήμερα ένα αδιαπέραστο μέρος όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαγνώσει κανείς προθέσεις και κίνητρα ανάμεσα στις αλλεπάλληλες στρώσεις ψυχικής διαταραχής.
Όπως δηλώνει και ο τίτλος του ντοκιμαντέρ η υπόθεση Λένον είναι μια «δολοφονία χωρίς δίκη», επειδή την τελευταία στιγμή, ο κατηγορούμενος άλλαξε την αρχική ομολογία του και δήλωσε ένοχος, ισχυριζόμενος ότι αυτό του είχε πει ο Θεός να κάνει το προηγούμενο βράδυ.
Το πρώτο επεισόδιο επικεντρώνεται σε συνεντεύξεις με αυτόπτες μάρτυρες, κάποιοι εκ των οποίων μιλούν για πρώτη φορά δημόσια για την τραυματική εμπειρία που βίωσαν το μοιραίο βράδυ.
Μέρος της διερεύνησης αναπόφευκτα τσαλαβουτάει σε θολά νερά, εκεί όπου επιπλέουν οι διάφορες θεωρίες συνωμοσίας για τη δολοφονία του Λένον, που ενισχύθηκαν από το γεγονός ότι δεν έγινε ποτέ δίκη, αναμοχλεύοντας το έντονο ενδιαφέρον που είχαν δείξει οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες για τις αντιπολεμικές δραστηριότητες του πρώην Beatle (υπόθεση που αναλύεται πολύ πιο ενδελεχώς σ’ ένα άλλο ντοκιμαντέρ, το The U.S. vs. John Lennon του 2008).
Ούτε ένα στοιχείο δεν προκύπτει που θα μπορούσε να προσφέρει κάποια υπόσταση σε τέτοιες θεωρίες, και το μόνο που μένει τελικά είναι η δήλωση του Τσάπμαν (ένας από δημόσιους κατήγορους της υπόθεσης αρνείται μέχρι και σήμερα να πει το όνομά του, αναφέροντάς τον απλώς ως «ο κατηγορούμενος», για να μην του χαρίσει ούτε ένα δράμι επιπλέον δημοσιότητας) που είχε πει τότε: «Σκέφτηκα ότι θα γινόμουν κι εγώ κάποιος αν σκότωνα κάποιον».
Εξήντα οκτώ χρονών σήμερα, ο Τσάπμαν (που κάθε αίτηση του για αναστολή σκοντάφτει πάνω στη σθεναρή αντίδραση της Γιόκο Όνο, η οποία δεν εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ), έζησε μια περιπλανώμενη ύπαρξη, ξεκινώντας από μια δύσκολη παιδική ηλικία στην Τζόρτζια, η οποία σημαδεύτηκε από κακοποίηση, πειραματισμούς με ναρκωτικά και εμμονή με τη θρησκεία και τη μουσική.
Η ενηλικίωσή του τον βρήκε να κάνει μια σειρά από περιστασιακές δουλειές που τον οδήγησαν σε ένα ταξίδι ανά τον κόσμο και, τελικά, σε γάμο το 1979 με μια Γιαπωνέζα, την Gloria Abe (με την οποία είναι ακόμα παντρεμένος) και σε μια δουλειά στην υπηρεσία ασφαλείας ενός νοσοκομείου στη Χαβάη. Κάποτε είχε προσπαθήσει να αυτοκτονήσει.
Το πρώτο επεισόδιο επικεντρώνεται σε συνεντεύξεις με αυτόπτες μάρτυρες, κάποιοι εκ των οποίων μιλούν για πρώτη φορά δημόσια για την τραυματική εμπειρία που βίωσαν το μοιραίο βράδυ. Όπως ο ταξιτζής που σταμάτησε ακριβώς πίσω από τη λιμουζίνα που μετέφερε τον Τζον και τη Γιόκο στο σπίτι τους και παρακολούθησε με τρόμο τον Τσάπμαν να δολοφονεί εν ψυχρώ τον Λένον: «Νόμισα προς στιγμή ότι γύριζαν ταινία... αλλά δεν υπήρχαν φώτα ή κάμερες. Αυτός ο τύπος στεκόταν ακόμα εκεί με το όπλο στο χέρι».
Το δεύτερο και το τρίτο επεισόδιο μετατοπίζουν το ενδιαφέρον στα επακόλουθα της δολοφονίας που συγκλόνισε τον κόσμο, με ερευνητές, δικηγόρους και ειδικούς ψυχικής υγείας να αναφέρουν τις εμπειρίες και τα πορίσματά τους από την υπόθεση. Ακούμε ηχογραφήσεις του Τσάπμαν να κάνει παραληρηματικές δηλώσεις όπως «Αυτοκτόνησα, τώρα είμαι εγώ ο Τζον Λένον», και να εκφράζει την πεποίθηση του ότι η δολοφονία θα τον μετέτρεπε κυριολεκτικά στον Χόλντεν Κόλφιλντ, τον έφηβο αφηγητή και πρωταγωνιστή της διάσημης νουβέλας του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, «Ο φύλακας στη σίκαλη» – μια λογοτεχνική εμμονή που κατά σατανική σύμπτωση (;) μοιράζεται με έναν άλλον επίδοξο δολοφόνο διασημότητας, τον Τζον Χίνκλεϊ Τζούνιορ, επίσης λάτρη του ίδιου βιβλίου, ο οποίος λόγους μήνες αργότερα, στις 30 Μαρτίου 1981, επιχείρησε να δολοφονήσει τον Πρόεδρο Ρέιγκαν.
John Lennon: Murder Without a Trial — Official Trailer | Apple TV+