ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ ΜΕ ΤΑ 80ά γενέθλια του Βέρνερ Χέρτζογκ, που γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1942 στο Μόναχο, κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στην πατρίδα του η αυτοβιογραφία του μεγάλου Γερμανού (Βαυαρού για την ακρίβεια, όπως θα έσπευδε κι ο ίδιος να διορθώσει) με τίτλο «Καθένας για τον εαυτό του κι ο Θεός εναντίον όλων».
Το βιβλίο μοιράζεται τον πρωτότυπο τίτλο της φοβερής ταινίας που γύρισε ο Χέρτζογκ το 1974, στον υπόλοιπο κόσμο όμως –και στην Ελλάδα– είναι γνωστή ως «Το αίνιγμα του Κάσπαρ Χάουζερ», ένα από τα πιο επιφανή αριστουργήματα του ακατάβλητου δημιουργού που ο αριθμός των ταινιών που έχει υπογράψει μέχρι σήμερα είναι σχεδόν ίδιος με τα χρόνια του στον πλανήτη.
Τεχνικά, το έργο του θα μπορούσε να διαχωριστεί σε μυθοπλασία και σε ντοκιμαντέρ, ο ίδιος όμως συνέβαλε όσο κανείς άλλος ίσως στην άμβλυνση τέτοιων διαχωρισμών (κάποτε είχε χαρακτηρίσει την πιο διάσημη ταινία του, το μυθικό σε κάθε επίπεδο «Φιτζκαράλντο» ως «το καλύτερο μου ντοκιμαντέρ»), αναζητώντας πάντα αυτό που αποκαλεί «εκστατική αλήθεια».
Εδώ και πολλά χρόνια ζει μόνιμα στο Λος Άντζελες, παρά τη μεγάλη και απροσδόκητη δημοτικότητά που απολαμβάνει στις ΗΠΑ όμως (ως δημιουργός, ως περσόνα, ως αφηγητής, ως ειδήμων, ως σπέσιαλ γκεστ σταρ των talk shows, ως σταρ του ευρύτερου Star Wars σύμπαντος), δεν επιθυμεί να αποκτήσει αμερικανική υπηκοότητα καθώς, όπως έχει δηλώσει, δεν μπορεί να γίνει πολίτης μιας χώρας όπου εφαρμόζεται ακόμα η θανατική ποινή.
«Πιστεύω ότι σε κάποιο βαθμό όλοι μας ζούμε μια μυθοπλασία που έχουμε σχηματίσει και αποδεχτεί οι ίδιοι για τον εαυτό μας», έλεγε σε μια συνέντευξή του στους New York Times τον περασμένο Ιούνιο. «Διαρκώς πραγματοποιούμε κάποιο είδος performance».
«Πιστεύω ότι σε κάποιο βαθμό όλοι μας ζούμε μια μυθοπλασία που έχουμε σχηματίσει και αποδεχτεί οι ίδιοι για τον εαυτό μας», έλεγε σε μια συνέντευξή του στους New York Times τον περασμένο Ιούνιο. «Διαρκώς πραγματοποιούμε κάποιο είδος performance».
Και όταν η κουβέντα στράφηκε στα επικείμενα 80ά του γενέθλια, αρκέστηκε απλά να δηλώσει: «Σαν στατιστική μου ακούγεται. Δεν μου λέει κάτι στην πραγματικότητα. Φυσικά, αντιλαμβάνομαι ότι γερνάω, αλλά θα κάνω αυτό που κάνω μέχρι να με πάνε σηκωτό».
Τα απομνημονεύματα του Χέρτζογκ δεν θα κυκλοφορήσουν στα αγγλικά πριν από την επόμενη χρονιά, έχουν δημοσιευτεί όμως κάποια ζουμερά αποσπάσματα σε γερμανικά μέσα. Σ’ αυτά κάνει λόγο για ένα διαρκές όραμα που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, αλλά και «για μια αίσθηση του καθήκοντος επίσης, σαν καλός στρατιώτης: πίστη και κουράγιο. Πάντα ήθελα να μένω τελευταίος και να υπερασπίζομαι εκείνα τα φυλάκια που όλοι οι άλλοι τα είχαν εγκαταλείψει τρέχοντας».
Μια από τις πρώτες αναμνήσεις που καταγράφει στο βιβλίο είναι το θέαμα της μικρής βαυαρικής πόλης του Ρόζενχαϊμ να φλέγεται κατά τους ανελέητους Συμμαχικούς βομβαρδισμούς στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Χέρτζογκ περιγράφει γλαφυρά πώς ο νυχτερινός ουρανός «έμοιαζε να πάλλεται από τις εκτυφλωτικές κίτρινες λάμψεις» και στη συνέχεια σημειώνει:
«Από εκείνη τη στιγμή ήξερα πως, έξω από τον μικρό μας κόσμο, έξω από τη στενή μας κοιλάδα, υπήρχε ένας άλλος κόσμος, επικίνδυνος και στοιχειωμένος. Όχι ότι μου προκαλούσε φόβο αυτός ο κόσμος, μόνο περιέργεια».
Γράφει επίσης για την καθοριστική επιφοίτηση που είχε μια νύχτα σε μια ψαρόβαρκα στην Κρήτη (υποθέτει κανείς ότι αναφέρεται στο 1967 που είχε βρεθεί στο νησί για το γύρισμα της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του, «Σημεία ζωής», ενώ είχε επίσης γυρίσει στη Σπιναλόγκα και το εξαίσιο μικρού μήκους φιλμ «Τελευταία λόγια»):
«Πάνω από μένα βρισκόταν ο θόλος του σύμπαντος, μπορούσες να αγγίξεις τα αστέρια, και ένιωθα σα να λικνίζομαι στην αιωνιότητα σε μια κούνια. Κι από κάτω, μαγικά φωτισμένα από την λάμπα καρβιδίου, τα βάθη της θάλασσας, έμοιαζαν να έχουν ενωθεί με τον ουράνιο θόλο για να σχηματίσουν μια σφαίρα… Αντί γι’ αστέρια, υπήρχαν παντού στο νερό μικρά ασημένια ψάρια που έλαμπαν. Επιβιβασμένος σ’ ένα μοναδικό σύμπαν, πάνω, κάτω, παντού, ένα σύμπαν όπου ο κάθε ήχος μου έκοβε την ανάσα, βρέθηκα ξαφνικά σε μια κατάσταση ασύλληπτης έκστασης. Ήμουν σίγουρος ότι ήξερα τα πάντα, εδώ και τώρα. Το πεπρωμένο μου εμφανίστηκε εμπρός μου πεντακάθαρο…».