Μερικές ώρες μετά τη δημόσια συζήτηση του Βέρνερ Χέρτζογκ με τον Πολ Χολντενμπρέγκερ ‒ιδρυτικό εκτελεστικό διευθυντή του Onassis Los Angeles, δημιουργό της πολιτιστικής σειράς «Live from the NYPL» της δημόσιας βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης και περίφημο για τις συνεντεύξεις του με σημαντικούς καλλιτέχνες και λογοτέχνες‒ στο κυριολεκτικά κατάμεστο θέατρο της Κεντρικής Σκηνής της Στέγης, μια ομάδα συντακτών, βρεθήκαμε, μετά από πρόσκληση, με τους δύο αυτούς εξαιρετικούς κυρίους στη στρογγυλή τράπεζα της Βιβλιοθήκης του Ιδρύματος Ωνάση.
Ο 76χρονος σήμερα κινηματογραφιστής, ποιητής, συγγραφέας, ταξιδευτής (πάνω απ' όλα) και σκηνοθέτης όπερας Βέρνερ Χέρτζογκ, ο οποίος έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα, πιθανόν λόγω του αρχαιολόγου παππού του που δραστηριοποιήθηκε αρχές του 20ού αι. στην Κω, και δεν έχει πάψει να την επισκέπτεται από πολύ νέος, βρισκόταν ανάμεσά μας για να απαντήσει σε μια σειρά από ερωτήσεις.
Στην πραγματικότητα, είχαμε απέναντί μας έναν θρύλο του παγκόσμιου κινηματογράφου που στη μακρά πορεία του έχει συναντήσει και κινηματογραφήσει μερικούς άλλους θρύλους της σύγχρονης ιστορίας και του πολιτισμού.
Η κινηματογραφική του παραγωγή σήμερα περιλαμβάνει, πάνω-κάτω, εκατό ταινίες. Οι περισσότερες είναι ντοκιμαντέρ, αρκετές μυθοπλασίας, οι πιο διάσημες και εμβληματικές με πρωταγωνιστή τον Κλάους Κίνσκι ‒ όλες, πάντως, είναι φτιαγμένες με βαθύτατα ουμανιστικά κίνητρα, σαν «Φορτία Ονείρων» («Burden of dreams»), για να θυμηθούμε το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ που γύρισαν για τον ίδιο όταν έκανε το φοβερό «Φιτζκαράλντο» στα βουνά του Περού.
Νομίζω ότι σήμερα ζούμε κάτι που δεν έχει ξαναγίνει, αν και, φυσικά, όλα ξεκίνησαν πολύ παλιότερα. Δεν υπάρχουν καθόλου ομοιότητες με το παρελθόν και είναι πολύ γοητευτικό το ότι η γνώση διαδίδεται τόσο γρήγορα, ότι ο άνθρωπος εξελίσσεται με αλματώδη βήματα.
Προσωπικά, πάντα μου κινούσε το ενδιαφέρον η πληροφορία ότι ο Χέρτζογκ είναι περιπατητής. Μάλιστα, δεν περπατάει απλώς στην πόλη αλλά διανύει χιλιόμετρα ανάμεσα σε βουνά και λαγκάδια, π.χ. στα νιάτα του ταξίδεψε περπατώντας από το Μόναχο μέχρι το Παρίσι, για να επισκεφθεί μια φίλη του που είχε καρκίνο.
Ήταν, λοιπόν, κάτι που έκανε ανέκαθεν, από νέος, και ο ίδιος του δίνει τον εξής ορισμό: «ταξιδεύοντας με τα πόδια». Ήταν και ο ένας λόγος (ο άλλος είναι ο σεβασμός και των δύο για τη νομαδική ζωή) που συνδέθηκε με τον άλλο σπουδαίο «ποδαράτο ταξιδευτή», τον Μπρους Τσάτουιν.
Μόλις ολοκλήρωσε μια ταινία στη μνήμη του, απόσπασμα της οποίας είχαμε τη μεγάλη τύχη και τιμή να δούμε στη Στέγη κατά τη διάρκεια της ανοιχτής συζήτησης.
Στη δική μας συζήτηση πρόσθεσε μερικές ακόμα λεπτομέρειες για τη μεταξύ τους σχέση: «Λίγο καιρό αφότου γνωριστήκαμε, ο Μπρους Τσάτουιν έγραψε τα "Mονοπάτια των τραγουδιών" για τους Αβορίγινες. Μετά από αυτό ένιωσα υποχρεωμένος να κάνω μια ταινία στην Αυστραλία.
Το ίδιο έγινε και όταν έγραψε το βιβλίο του για την Παταγονία – πήγα και γύρισα ταινία εκεί. Αργότερα, όταν έγραψε το μυθιστόρημα "Στον μαύρο λόφο", γύρισα ταινία στην Ουαλία, όπου και διαδραματιζόταν η υπόθεσή του».
Λόγω της αγάπης του για το περπάτημα αποφάσισε και έκανε τελικά το πρόσφατο ντοκιμαντέρ για τον Γκορμπατσόφ (δεν το ξεκίνησε ο ίδιος αλλά ένας πρώην βοηθός του, όμως κλήθηκε να το ολοκληρώσει ίδιος), καθώς ο Ρώσος ηγέτης, σε νεαρότερη ηλικία, διένυε αποστάσεις μεταξύ πόλεων. Όπως, βέβαια, και λόγω του καθοριστικού ρόλου που έπαιξε στην επανένωση των δύο Γερμανιών.
Συνέχισε λέγοντας:«Στην εποχή μας κανένας δεν ταξιδεύει με τα πόδια. Κι όμως, διασχίζοντας τη φύση και διανύοντας αποστάσεις ανακαλύπτεις τον κόσμο και την πραγματικότητα. Δεν μπορώ να πω από πού έχω επηρεαστεί, αλλά ήμουν ανέκαθεν πάρα πολύ περίεργος για όλα όσα με περιέβαλλαν. Μεγάλωσα σε ένα αποκομμένο χωριό, μέσα σε ένα μικρό λιβάδι, επάνω στα βουνά, και είχα δύο αδέλφια που δεν είχαν την ίδια περιέργεια μ' εμένα.
Νιώθω ότι είναι κάτι ιδιαίτερα διαφωτιστικό και ότι οφείλω να μεταδώσω στον καθένα αυτή μου την περιέργεια. Μπορώ να δω τι κρύβεται πίσω από τον ορίζοντα και να περιγράψω όσα δεν μπορούμε να αποκωδικοποιήσουμε ακόμα. Γι' αυτό, ο κινηματογράφος είναι το εργαλείο μου. Αυτή η ανάγκη με κάνει να ταξιδεύω.
Δεν ξέρω γιατί δεν έκανα ταινίες όπως ο Φελίνι. Ποτέ του δεν εγκατέλειψε τη Ρώμη, δεν τόλμησε, παρ' όλα αυτά, η δουλειά του είναι πολύ ενδιαφέρουσα.
Πάντως, όποτε βρίσκομαι στην Αθήνα, νιώθω χαρούμενος. Γενικώς διαβάζω, είμαι ήρεμος και περνάω υπέροχα. Έτσι λειτουργώ, ακόμα και αν φαίνεται ότι είμαι εργασιομανής».
Εδώ ήταν που ο κ. Χολντενγκρέμπερ, ο οποίος γνωρίζει πολλά χρόνια τον Χέρτζογκ και τον συναντάει οπωσδήποτε μία φορά τον χρόνο για μια εφ' όλης της ύλης συζήτηση, πρόσθεσε: «Ναι, ναι, είσαι ένας ήρεμος άνθρωπος. Δεν σε έχω δει ποτέ να εκρήγνυσαι. Ο Βέρνερ έχει μια απίστευτη όρεξη, μια τεράστια περιέργεια που πρέπει να ικανοποιήσει».
«Δεν μπορώ να εξηγήσω με σιγουριά τι μου δίνει κίνητρο για να γυρίσω μια ταινία. Δεν κάθομαι να γράψω ένα σενάριο έχοντας στο μυαλό μου συγκεκριμένους στόχους. Προτού αρχίσω να γράφω, έχω δει ήδη ολόκληρη την ταινία στο μυαλό μου. Απλώς έρχεται με σφοδρότητα και μου επιβάλλεται. Δεν σκέφτομαι "α, να βάλω κι αυτό, να βάλω κι εκείνο". Οι λόγοι που με οδηγούν επιτακτικά προς αυτή την κατεύθυνση συνήθως αποκαλύπτονται πολλά χρόνια αργότερα».
Έχοντας επισκεφθεί κάθε γωνιά του πλανήτη, εξακολουθεί να πιστεύει στους ανθρώπους ή τον έχουν απογοητεύσει;
«Είναι περίπλοκο το αν και κατά πόσο εξακολουθώ να έχω πίστη στην ανθρωπότητα. Αποφεύγω αυτή την κουβέντα, καθώς βρισκόμαστε στη διαδικασία καταστροφής των βασικών μέσων επιβίωσής μας. Κι αυτό συνέβη λόγω της απομάκρυνσής μας από τη νομαδική ζωή, βάσει της οποίας οι άνθρωποι ήταν κάποτε οργανωμένοι.
Από τη στιγμή που αρχίσαμε να χτίζουμε πόλεις και μπήκε η τεχνολογία στη ζωή μας, καθώς ο πληθυσμός άρχισε να εκρήγνυται, ο άνθρωπος δημιούργησε μια μη αναστρέψιμη, προβληματική κατάσταση. Δεν πολυεμπιστεύομαι το ανθρώπινο είδος.
Παρ' όλα αυτά, έχω εμπιστοσύνη στην ίδια τη ζωή. Πιστεύω ότι κάνω κάτι που έχει σημασία. Όλοι πιστεύουν ότι είμαι καλλιτέχνης, μάλιστα το Μουσείο Whitney μού ζήτησε να κάνω κάτι για μια μπιενάλε. Όταν τους είπα ότι δεν είμαι καλλιτέχνης, ότι δεν πιστεύω στην τέχνη, με ρώτησαν: "Αν δεν είστε καλλιτέχνης, τι είστε;".
Απάντησα ότι είμαι ένας στρατιώτης, εννοώντας ότι είμαι απ' αυτούς που κρατάνε σκοπιά σε μέρη που όλοι οι υπόλοιποι έχουν εγκαταλείψει.
Αυτό έχει να κάνει με το σθένος, με την πίστη αλλά και με τη βεβαιότητα πως όταν κάνεις πράγματα που θα στραφούν εναντίον σου, οι καταστάσεις έχουν απογοητευτική εξέλιξη. Αλλά δεν ανησυχώ, αντιμετωπίζω ό,τι έρχεται».
Σε αυτό το σημείο ο κ. Χολντενγκρέμπερ σχολίασε: «Δεν συμφωνώ με την αντίληψη που ορίζει τι είναι αισιόδοξο και τι απαισιόδοξο. Επιβιώνουμε ακόμα και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Όταν όλα δείχνουν ότι ο κόσμος οδεύει προς την καταστροφή, υπάρχει πάντα κάτι που πρέπει να γίνει.Έχουμε δουλειά.».
Και ο Χέρτζογκ συμπλήρωσε: «Υπάρχει η εκπληκτική ατάκα του Μάρτιν Λούθερ όταν ρωτήθηκε τι θα έκανε αν η επόμενη μέρα ήταν η τελευταία του κόσμου και απάντησε: "Θα φύτευα ένα δέντρο". Εγώ θα ξεκινούσα μια ταινία, κι ας έκανα γυρίσματα μόνο μία μέρα, κι ας μην την έβλεπε ποτέ κανείς».
Πράγματι, όπως μας υπενθυμίζει ο κ. Χολντενγκρέμπερ, η ταινία του «La Soufrière», γυρισμένη στην Καραϊβική, για ένα ηφαίστειο λίγο πριν εκραγεί, ήταν μια παρακινδυνευμένη απόπειρα που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για όσους εμπλέκονταν, και για τον ίδιο τον Χέρτζογκ. Ποια ταινία του όμως θεωρεί την πιο προσωπική;
«Το "In Herz aus Glas" ("Καρδιά από γυαλί"), αλλά ίσως βρίσκομαι πιο κοντά στο "Little Dieter needs to fly" που αφορά τον Γερμανο-αμερικανό πιλότο Dieter Dengler, έναν από τους πρώτους που αιχμαλωτίστηκαν στο Βιετνάμ και βρέθηκαν σε μια φυλακή στο Λάος, απ' όπου όμως ο ίδιος κατάφερε να αποδράσει. Μου θυμίζει πολύ τα παιδικά μου χρόνια κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Αλλά, αν θέλετε να μάθετε για μένα, θα σας έλεγα να ανατρέξετε στα βιβλία μου. Ένα που πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα στα ελληνικά, το "Of walking on ice" ("Περπατώντας στον πάγο"), εξιστορεί τη διαδρομή μου από το Μόναχο μέχρι το Παρίσι και ένα άλλο, το "Conquest of the useless" ("Κατακτώντας το περιττό"), περιλαμβάνει τις σημειώσεις μου απ' όταν γύριζα το "Φιτζκαράλντο".
Τα βιβλία είναι πάντα πιο "ακέραια", δεν παρεμβάλλονται όλα εκείνα που χρειάζεται ο κινηματογράφος, η κάμερα, οι ηθοποιοί, οι χρηματοδότες, ο μοντέρ, και επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα. Όπως και να 'χει, τα βιβλία έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής σε σχέση με τις ταινίες, αλλά και την αρχιτεκτονική, όπως φάνηκε μετά απ' ό,τι που συνέβη με τη Notre Dame».
Εδώ να προσθέσουμε την πληροφορία ότι υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο στα αγγλικά με συνομιλίες του Χέρτζογκ με τον Χολντενγκρέμπερ με τίτλο «Was twentieth century a mistake?» («Ήταν ο εικοστός αιώνας ένα λάθος;»), που εκδόθηκε πριν από δέκα χρόνια.
Ιδρυτής μια ιδιότυπης σχολής κινηματογράφου που εμφανίζεται κατά περιόδους σε διάφορες πόλεις, όπως το Λονδίνο ή το Λος Άντζελες, και παρέχει περισσότερο συμβουλές σε ό,τι αφορά το ντοκιμαντέρ και την παρατήρηση του κόσμου, ο Χέρτζογκ μας εξήγησε ποια είναι η άποψή του για τους νέους κινηματογραφιστές: «Μόλις γύρισα μια ταινία μυθοπλασίας στην Ιαπωνία χωρίς καν να γνωρίζω τη γλώσσα με μια μικρή ψηφιακή κάμερα 4Κ, με σωστό ήχο και τα πάντα.
Είναι διακριτική, την παίρνεις μαζί σου παντού και κανένας δεν καταλαβαίνει ότι γυρίζεις ταινία. Ταινία μπορείς να γυρίσεις και με ένα κινητό και να την προβάλεις σε αίθουσα κανονικά. Το έχω δει. Οπότε δεν δέχομαι καμία δικαιολογία από τους νέους κινηματογραφιστές ότι δεν έχουν τον τρόπο να κάνουν μια ταινία. Είναι πανεύκολο πια και χρειάζονται ελάχιστα χρήματα.
Με εξοργίζει η γκρίνια. Ανασκουμπωθείτε και πιάστε δουλειά. Ο κινηματογράφος δεν έχει πάψει να με εκπλήσσει. Εκεί που λες ότι τίποτα καινούργιο δεν συμβαίνει, εμφανίζονται πέντε νέες ταινίες από το πουθενά».
«Δεν μου αρέσει η καρτ ποστάλ αισθητική, τα κλισέ, οπότε συχνά επεμβαίνω στο τοπίο, περισσότερο για να φωτίσω κάποιες κρυφές του πλευρές. Φυσικά, υπάρχουν και τοπία που έχουν έντονη παρουσία, όπως η ζούγκλα στο "Αγκίρε". Σε αυτή την περίπτωση δεν έχεις να κάνεις πολλά πράγματα. Σε άλλες, πάντως, επεμβαίνω και το διασκεδάζω. Ακόμα και στα ντοκιμαντέρ, όπου οι χαρακτήρες γίνονται ηθοποιοί. Είναι σαν ένα καλό κάστινγκ».
Στη συζήτηση στη Στέγη, όταν η κουβέντα έφτασε στην ψυχανάλυση, τη χαρακτήρισε τη «μεγαλύτερη απάτη του 20ού αιώνα». Επιμένει σε αυτό; Πώς πλησιάζει ψυχολογικά τους χαρακτήρες του; Η απάντηση που μας έδωσε ήταν η εξής:
«Ίσως υπάρχει κάποιου είδους ψυχολογική προσέγγιση στους χαρακτήρες μου, αλλά θα έλεγα ότι δεν έχει να κάνει τόσο με την ψυχολογία όσο με την ανθρωπολογία. Αναζητώ περισσότερο τα βασικά ένστικτα, τις σκοτεινές μας πλευρές, τα πιο μύχια μυστικά μας, που θα ήταν καλύτερα να μην τα φωτίσουμε μέσω της ψυχανάλυσης. Θα ήταν αφόρητο, όπως αν φωτίζαμε κάθε σκοτεινή γωνιά ενός σπιτιού». Την ίδια απορριπτική διάθεση έχει και για οτιδήποτε «πνευματιστικό».
«Πάρα πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι είναι πνευματιστές και αρχίζουν τον διαλογισμό και άλλα παρόμοια δραματοποιημένα που δεν μου αρέσουν καθόλου. Δεν μου αρέσει ούτε η γιόγκα. Κάτι δεν μου κολλάει, όπως αυτή η πιασάρικη λέξη, η "πνευματικότητα".
Πολλά καταλήγουν σε αυτό το ψευδοφιλοσοφικο ρεύμα του new age, στο πλαίσιο του οποίου διάφοροι λένε ότι με την πνευματικότητα και τις δονήσεις θα σώσουν τον κόσμο. Όπως και ο συνάδελφός μου, ο Ντέιβιντ Λιντς, του οποίου οι ταινίες μου αρέσουν, ο οποίος πιστεύει ότι μέσω του διαλογισμού θα επιτευχθεί η παγκόσμια ειρήνη. Δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ!».
Θα συνέκρινε την εποχή μας με άλλη ιστορική περίοδο;
«Νομίζω ότι σήμερα ζούμε κάτι πρωτοφανές, αν και, φυσικά, όλα ξεκίνησαν πολύ παλιότερα. Αλλά δεν υπάρχουν καθόλου ομοιότητες με το παρελθόν και είναι πολύ γοητευτικό το ότι η γνώση διαδίδεται τόσο γρήγορα, ότι ο άνθρωπος εξελίσσεται με αλματώδη βήματα».
Ποια είναι η γνώμη του για την Ενωμένη Ευρώπη; «Η αναφορά μου χθες στον Θουκυδίδη ήταν μια ευθεία κριτική στον άκομψο τρόπο που η Γερμανία αντιμετώπισε την Ελλάδα της κρίσης. Στο ότι οι νόμοι επιβλήθηκαν όπως οι Αθηναίοι τους επέβαλαν κάποτε στους κατοίκους της Μύλου.
Παρεμπιπτόντως, είναι καταπληκτική η αφήγηση αυτού του περιστατικού. Τώρα, όσον αφορά την Ευρώπη, είναι απογοητευτικό που η Μεγάλη Βρετανία αποχωρεί, αλλά η αλήθεια είναι ότι η αναζήτηση μια κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας ήταν μια αυταπάτη.
Θεωρώ λάθος το ότι η Ε.Ε. διευρύνθηκε τόσο γρήγορα. Η ένωση όλων αυτών των κρατών έγινε υπερβολικά γρήγορα. Αλλά θα πω το εξής: αν και δεν λειτουργούν όλα όπως θα επιθυμούσαμε και σωστά κάποιοι ασκούν κριτική, ποτέ πριν στην Ιστορία δεν συνέβη ένα τέτοιου μεγέθους ειρηνικό πρότζεκτ που να λειτούργησε τόσο αποτελεσματικά.
Με μερικές μικρές εξαιρέσεις, δεν έχουμε ξαναδεί κάτι ανάλογο στην παγκόσμια ιστορία και αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό που δεν θα έπρεπε να παραβλέψουμε. Τόσο στην Ιστορία του 20ού αιώνα όσο και τους προηγούμενους δεν είχαμε αντίστοιχη εμπειρία και αυτό με καθησυχάζει σε σχέση με την Ε.Ε.».
Αναφέρθηκε και στη Ρωσία, λέγοντας ότι είναι μεγάλο λάθος της Δύσης που τη δαιμονοποιεί και ότι η επιστροφή της Κριμαίας στη «μητέρα Ρωσία» ήταν επιθυμία του λαού. Όσον αφορά την περίπτωση του Κοσόβου, θεωρεί ότι πρέπει να είναι ανεξάρτητο.
Η κουβέντα συνεχίστηκε με μεγαλύτερη χαλαρότητα και άγγιξε προσωπικά θέματα. Καθώς ο περισσότερος κόσμος πιστεύει ότι ζει στο Χόλιγουντ, διευκρίνισε ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο έχει ως βάση του το Λος Άντζελες είναι γιατί εκεί ζει η σύζυγός του, με την οποία μοιράζεται τα τελευταία 25 χρόνια – μετά από διάφορες αποτυχημένες σχέσεις, αυτή αποδείχτηκε η πλέον σταθερή.
Όπως χαρακτηριστικά μας είπε, έχει επενδύσει σε αυτήν τη σχέση, φροντίζοντάς την καθημερινά σαν να ήταν ένα ευαίσθητο άνθος, μια ορχιδέα π.χ.
Όσον αφορά την παγκόσμια πρωτεύουσα της βιομηχανίας του κινηματογράφου: «Το Λος Άντζελες είναι η πιο σημαντική πόλη των ΗΠΑ, αν όχι όλου του κόσμου. Από κει ξεκίνησαν οι περισσότερες σύγχρονες σημαντικές εξελίξεις των τελευταίων 50 ετών, όπως το Ίντερνετ ή τα "όνειρα" που παράγει το Χόλιγουντ, κι ας μην είναι το είδος ταινιών που με αφορά».
Στο τέλος, απαντώντας στην ερώτηση ποιους θεωρεί ήρωες, μας εκμυστηρεύτηκε κάτι που, δίχως άλλο, ερμηνεύει τη στάση μιας ολόκληρης ζωής και πορείας:
«Ηρωική μορφή είναι κάποιος που πεθαίνει, που θυσιάζεται για κάτι. Όταν χαρακτήρισαν τον Dieter Dengler ήρωα, εκείνος το αρνήθηκε, είπε ''απλώς είχα το σθένος να αντιμετωπίσω όσα έζησα''. Ήρωας είναι κάποιος που πληρώνει με τη ζωή του ένα συλλογικό καλό, όπως έκανε ο Λεωνίδας και οι 300 Σπαρτιάτες.
Πριν από λίγα χρόνια με πήραν από το ΤΙΜΕ και μου είπαν ότι έχω συμπεριληφθεί στους εκατό πιο επιδραστικούς ανθρώπους στον πλανήτη. Τους είπα ότι ήθελα να εξαιρεθώ, ότι δεν συμφωνούσα, αλλά η απάντησή τους ήταν ότι δεν ήταν στο χέρι μου να αλλάξω την απόφασή τους.
Επέμεινα ότι δεν ήθελα να είμαι μέρος αυτής της λίστας. Τότε με ρώτησαν σε ποια ομάδα θα ήθελα να ανήκω και τους απάντησα, "στους 300 του Λεωνίδα"».
σχόλια