ΚI OMΩΣ, παρά τα διαρκή φρικιαστικά περιστατικά που στοιχειώνουν την επικαιρότητα και αφυπνίζουν (θέλει να πιστεύει κανείς) με τον πιο ανατριχιαστικό τρόπο το κοινό αίσθημα, είναι πολλοί –η σιωπηρή «ηθική πλειοψηφία» ίσως– αυτοί που εξακολουθούν να αμφισβητούν την ίδια την υπόσταση και το κύρος του όρου γυναικοκτονία. Σα να πρόκειται για κάποια αδόκιμη έκφραση του συρμού ή για τυπικό δείγμα ενός υπερβάλλοντος και μονοδιάστατου δικαιωματισμού που δεν ανταποκρίνεται στη σύνθετη υφή της πραγματικότητας.
Φαίνεται ότι τους καλύπτει, παρ’ όλα αυτά, η βολική αοριστία και ο νοσηρός και φτηνιάρικος ρομαντισμός που αναδύει ο όρος «έγκλημα πάθους». Τη σκότωσε γιατί την αγαπούσε. Η κακιά η ώρα. Αυτό είναι που μας μένει από την υπόθεση του έργου, καθώς ακούγεται ένα δραματικό μουσικό κρεσέντο και πέφτουν οι τίτλοι τέλους.
Υπάρχει στη χώρα μας ένα είδος εγγενούς, ασυμμάζευτης, ανεξέλεγκτης και αγρίως νοσηρής ματσίλας και επιθετικότητας εις βάρος των γυναικών (από τον ίδιο τον «άνθρωπό» τους μάλιστα), που πρέπει να χαλιναγωγηθεί και να παταχθεί, πάση θυσία, πολιτισμικά και θεσμικά, πριν εξελιχθεί σε ειδησιογραφία ρουτίνας στο κεντρικό δελτίο και σε μόνιμο περιεχόμενο στα μεσημεριανάδικα.
«Ανδροκτονία δηλαδή δεν υπάρχει;» ερωτούν μορφάζοντας. Υπάρχει, αν το ζητάς σώνει και καλά, και μάλιστα είναι ακόμα πιο παραδοσιακής και συστηματικής μορφής ίσως από τη γυναικοκτονία. Είναι ο πόλεμος ή και ο στρατός ακόμα, που οδηγεί στην αυτοχειρία «αδύναμους» και «υπερευαίσθητους» νεαρούς άνδρες που δεν μπορούν να διαχειριστούν το έμφυλο υπόδειγμα και τον ρόλο που τους κληροδότησε η πατριαρχία.
Ιδού άλλη μια λέξη που κάνει πολλούς να ξινίζουν, παρότι, όπως και το ξεπάστρεμα γυναικών με συνοπτικές διαδικασίες και συχνά χωρίς συνέπειες, συμβαίνει από το ξεκίνημα του είδους μας στον ταλαίπωρο αυτό πλανήτη.
Το γεγονός ότι παραδοσιακά η πατριαρχία δεν υπονομεύει και δεν δηλητηριάζει την ύπαρξη μόνο των γυναικών, αλλά και των ανδρών, θα έπρεπε να είναι πασιφανές το 2021, δεν είναι όμως, όπως και πολλές άλλες κατοχυρωμένες μάστιγες της ανθρωπότητας.
Ακόμα και η αυτοκτονία είναι μια μορφή έμμεσης έστω ανδροκτονίας, από τη στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία των αυτοχείρων είναι άνδρες, οι οποίοι είναι επίσης πιο επιρρεπείς από τις γυναίκες στους πάσης φύσεως εθισμούς, στην οργή, στη χολή, στο δηλητήριο, επειδή δεν παλεύεται αλλιώς, ρε φίλε, η πουτάνα (ρουφιάνα, καργιόλα, σκρόφα κ.λπ.) η κοινωνία / η δουλειά / η ζωή. Άνδρες που αρνούνται να διαχειριστούν ή να εξημερώσουν τον θυμό τους, αλλά και ακόμα πιο σοβαρές διαταραχές και παθογένειες, επειδή έτσι τους έμαθαν.
Μας αρέσει να λέμε ότι στην Ελλάδα δεν συναντάς το είδος της αγελαίας βίαιης συμπεριφοράς που συμβαίνει κατά την άγρια εκτόνωση του Σαββατοκύριακου σε άλλες πιο βόρειες και πιο «πολιτισμένες» χώρες, και εν μέρει ίσως ισχύει κάτι τέτοιο (όποιος έχει θητεύσει στη Βρετανία ή και αλλού και δεν καθόταν μέσα τις νύχτες, μπορεί να το επιβεβαιώσει).
Προφανώς όμως, υπάρχει στη χώρα μας ένα είδος εγγενούς, ασυμμάζευτης, ανεξέλεγκτης και αγρίως νοσηρής ματσίλας και επιθετικότητας εις βάρος των γυναικών (από τον ίδιο τον «άνθρωπό» τους μάλιστα), που πρέπει να χαλιναγωγηθεί και να παταχθεί, πάση θυσία, πολιτισμικά και θεσμικά, πριν εξελιχθεί σε ειδησιογραφία ρουτίνας στο κεντρικό δελτίο και σε μόνιμο περιεχόμενο στα μεσημεριανάδικα.