ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΗΣ δεν είχε χάσει τη μοναδική ζωντάνια, τη μαγνητική λάμψη και το ασεβές πνεύμα που είχαν συντελέσει σημαντικά –μαζί με πλήθος από εξόχως ιδιοσυγκρασιακά τραγούδια που διαπερνούσαν πέντε δεκαετίες– στον τίτλο «βασίλισσα του ροκ» που της είχαν αποδώσει στη Βραζιλία, παρότι, όπως είχε δηλώσει η ίδια, προτιμούσε να τη θυμούνται ως «προστάτιδα αγία της ελευθερίας». Η φοβερή Rita Lee πέθανε χθες στα 75 της, θύμα του καρκίνου του πνεύμονα με τον οποίο είχε διαγνωστεί πριν από δύο χρόνια, και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της στάσης ζωής της το γεγονός ότι είχε δώσει στον κακοήθη όγκο που την κατέτρωγε το παρατσούκλι «Ζαΐρ», από το μικρό όνομα του τότε Προέδρου της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρο.
Πέντε χρόνια πριν από τη μοιραία διάγνωση η ίδια είχε φροντίσει να βρει την ιδανική επιτύμβια επιγραφή για την περίπτωσή της, όπως αναφέρει σε ένα σημείο της αυτοβιογραφίας της που κυκλοφόρησε το 2016 με τίτλο Rita Lee: Uma Autobiografia και έγινε τεράστιο μπεστ-σέλερ στη Βραζιλία: «Δεν υπήρξε ποτέ της καλό παράδειγμα, υπήρξε όμως καλό άτομο».
Πέντε χρόνια πριν από τη μοιραία διάγνωση η ίδια είχε φροντίσει να βρει την ιδανική επιτύμβια επιγραφή για την περίπτωσή της: «Δεν υπήρξε ποτέ της καλό παράδειγμα, υπήρξε όμως καλό άτομο».
Υπήρξε σίγουρα επίσης εξωτικό φρούτο και ελεύθερο πνεύμα, από γεννησιμιού της σχεδόν. Ο πατέρας της ήταν αμερικανικής καταγωγής (απόγονος των Confederados που είχαν πολεμήσει υπό τη σημαία του Νότου στον αμερικανικό Εμφύλιο και όταν αυτός έληξε με την ήττα της Συνομοσπονδίας αναζήτησαν καταφύγιο και καινούργια ζωή στη Βραζιλία), οδοντίατρος και με έντονο ενδιαφέρον για τον αποκρυφισμό και τους εξωγήινους, και η πιανίστρια μητέρα της («πιο Καθολική κι απ’ τον Πάπα»), ιταλικής. Και πριν κλείσει τα είκοσι, το 1966, ξεκίνησε τη μακρά και συναρπαστική της περιπέτεια στο μουσικό στερέωμα ως μέλος των Os Mutantes, ενός από τα πιο συναρπαστικά «ποπ» σχήματα στην (παγκόσμια) ιστορία, το εκλεκτικό χαρμάνι των οποίων (tropicalismo, ψυχεδέλεια, bossa, πρωτοποριακές ενορχηστρώσεις, μεταμοντέρνες εμπνεύσεις, λοξές αλλά αλάνθαστα εθιστικές μελωδίες) ακόμα και σήμερα προκαλεί δέος και κεραυνοβόλο έρωτα σε όποιον συστηθεί μαζί του.
Os Mutantes - Le Premier Bonheur Du Jour
Το σλόγκαν του γκρουπ ήταν «É proibido proibir» («Απαγορεύεται το απαγορεύειν») και, όπως και άλλα εξέχοντα μέλη του κινήματος της Tropicalia, οι Mutantes βρέθηκαν στο στόχαστρο της βραζιλιάνικης χούντας και του συντηρητικού κατεστημένου, αντιμετωπίστηκαν όμως με έντονη καχυποψία από σημαντική μερίδα των αριστερών φοιτητών που αντιμετώπιζαν το ροκ (και δη το «ψυχεδελικό», μετα-καρναβαλικό υβρίδιο των Mutantes) ως εκ προοιμίου δυτικόδουλο, παρακμιακό αντιδραστικό, ιμπεριαλιστικό. Η Rita Lee εγκατέλειψε το γκρουπ το 1972 για να ξεκινήσει μια σόλο καριέρα που θα την καθιστούσε μία από τις πιο δημοφιλείς ερμηνεύτριες αλλά και προσωπικότητες στη χώρα της.
«Πριν από το ίντερνετ, υπήρχε μια μυστικιστική σχεδόν αύρα γύρω από τους καλλιτέχνες», έλεγε σε μία από τις συνεντεύξεις που έδωσε με την αφορμή της κυκλοφορίας της αυτοβιογραφίας της, η οποία ήταν «ένας εξορκισμός των κακών και μια γιορτή των καλών πραγμάτων» που της συνέβησαν. «Σήμερα το ανθρώπινο είδος μού φαίνεται κάπως υστερικό και ξεμωραμένο».
Lanca Perfume