ΕΧΟΥΝ ΣΥΧΝΑ ΚΑΤΙ το υπηρεσιακό, το αμήχανο, το στεγνό, τα τραγούδια με δεδηλωμένο στόχο και μήνυμα, ασχέτως από τις αγαθές προθέσεις των δημιουργών τους. Το νέο τραγούδι της Μαρίνας Σάττι «Αχ θάλασσα» λειτουργεί περισσότερο ως αξιέπαινη και ορθή αισθητικά χειρονομία –που έπρεπε κάποια στιγμή να γίνει– παρά ως τραγούδι που στέκεται μόνο του θριαμβευτικά, ανοιχτό στις ερμηνείες και τις αποδόσεις, πέρα από οποιοδήποτε συγκείμενο. Δεν είναι κακό, ίσα-ίσα, και η ελεγειακή χροιά τού ταιριάζει, παρότι μοιάζει λίγο σα να περιμένει ένα ρεφρέν ή μια λύτρωση που δεν έρχεται ποτέ.
Μας υπενθυμίζει πάντως κάτι που επιλέγουμε να ξεχνάμε: ότι η τόσο πολύτιμη και ζωογόνος και έμφυτη σχεδόν σ’ εμάς εμπειρία της παραλίας, της ακροθαλασσιάς, των γαλάζιων νερών, των λευκών κυμάτων, περιέχει εδώ και χρόνια, εκτός των άλλων δεινών που κάθε χρόνο διογκώνονται, και μια πληγή, ένα τραύμα, μια ντροπή. Όταν βρεθεί κανείς όμως σε μια οποιαδήποτε σχεδόν ήσυχη παραλία κατά το σούρουπο, τα ξεχνάει όλα, όχι επειδή γίνονται καπνός οι ευαισθησίες του, αλλά γιατί αυτό είναι ένα από τα ελάχιστα μέρη όπου μπορεί να το κάνει.
Άλλο η αισθητική τραγωδία και η «χρυσή θλίψη», θα αντιτείνει κανείς, και άλλο η πραγματική και απερίγραπτα ζοφερή τραγωδία των χιλιάδων πνιγμένων μεταναστών και προσφύγων στα σκοτεινά βάθη της Μεσογείου, κάποιες φορές όχι πολύ μακριά από τους μικρούς, καλοκαιρινούς μας παραδείσους.
«Η Μεσόγειος έχει την ηλιόλουστη τραγωδία της», έγραφε ο Καμί στην «Εξορία της Ελένης», ένα από τα μικρά λυρικά δοκίμια που απαρτίζουν την ανθολογία «Καλοκαίρι», την οποία έχω σε μια έκδοση μινιατούρα της Penguin και την κρατάω πάντα κοντά σαν τάλισμαν κάθε καλοκαίρι. «Κάποια βράδια, στα πόδια των βουνών, η νύχτα πέφτει πάνω στη θάλασσα, στην τέλεια καμπύλη ενός μικρού κόλπου, και μια αγωνιώδης πληρότητα αναδύεται από τα σιωπηλά νερά. Σε τέτοια μέρη συνειδητοποιούμε ότι αν οι Έλληνες βίωναν την απελπισία, ήταν πάντα μέσω της ομορφιάς και της καταπιεστικής της ιδιότητας. Η τραγωδία, μέσα σ’ αυτήν τη χρυσή θλίψη, αγγίζει το πιο υψηλό της σημείο».
Άλλο η αισθητική τραγωδία και η «χρυσή θλίψη», θα αντιτείνει κανείς, και άλλο η πραγματική και απερίγραπτα ζοφερή τραγωδία των χιλιάδων πνιγμένων μεταναστών και προσφύγων στα σκοτεινά βάθη της Μεσογείου, κάποιες φορές όχι πολύ μακριά από τους μικρούς, καλοκαιρινούς μας παραδείσους. Το ξεχνάμε όμως, αναγκαστικά, επειδή αυτοί οι παράδεισοι γίνονται όλο και πιο βραχύβιοι και περιορισμένοι, και επειδή αν χάσουμε και τη θάλασσα, χαθήκαμε.
«Μεγάλωσα μέσα στη θάλασσα και υπήρχε ένα μεγαλείο στη φτώχια μου. Έπειτα έχασα τη θάλασσα, κι όλα τα πλούτη μού φάνηκαν γκριζωπά», γράφει σε άλλο κομμάτι του «Καλοκαιριού» ο Καμύ, η ζωή του οποίου, τουλάχιστον στην Αλγερία, υπήρξε πλημμυρισμένη από τους «στεναγμούς της θάλασσας» και από το «ξεψύχισμα των κυμάτων».
Και στο τελευταίο δοκίμιο του «Καλοκαιριού», που έχει τίτλο «Η θάλασσα κοντά», καταλήγει: «Απέραντη θάλασσα, πάντα παρθένα και πάντα οργωμένη… Μας πλένει και μας τρέφει στα στείρα αυλάκια της, μας ελευθερώνει και μας κρατά όρθιους. Σε κάθε κύμα μια υπόσχεση, πάντα η ίδια. Και τι λέει το κύμα; Αν ήταν να πεθάνω περιστοιχισμένος από παγωμένα βουνά, αγνοημένος από τον κόσμο, εξορισμένος από τους δικούς μου… την ύστατη ώρα θα ερχόταν η θάλασσα να πλημμυρίσει το κελί μου, να με ανυψώσει πάνω από το είναι μου, να με βοηθήσει να πεθάνω χωρίς μίσος».
Marina Satti - Ah THALASSA (Official Music Video)