Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ Ε.Ε. - ΔΥΤΙΚΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ την Τρίτη στα Τίρανα πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά σε μία πρωτεύουσα των χωρών αυτών, ως ένδειξη ενδιαφέροντος για την περιοχή, αν και στην πράξη τα αποτελέσματα ήταν φτωχά.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ε.Ε. έχει αποφασίσει να ασχοληθεί λίγο περισσότερο με τις χώρες στις οποίες η ρωσική επιρροή έχει ρίζες, καλύπτοντας σε έναν βαθμό και το δικό της κενό στην περιοχή τα τελευταία χρόνια. Ένα κενό που, εκτός από τον Βλαντίμιρ Πούτιν, έχει φροντίσει πολύ ενεργά τα τελευταία χρόνια να καλύψει και ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος εμμέσως, και παρότι απών, φρόντισε να κάνει επίδειξη της επιρροής που ασκεί ειδικά στην Αλβανία, μέσω του στενού του φίλου Έντι Ράμα.
Η ελληνική επιρροή πάντως, και αυτό ήταν ένα από τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης, έχει υποχωρήσει πάρα πολύ εδώ και δέκα χρόνια, παρότι τη δεκαετία του ‘90 η Ελλάδα είχε αποκτήσει σημαντική οικονομική ισχύ και διείσδυση στα Βαλκάνια.
Όσον αφορά την ελληνική ατζέντα του πρωθυπουργού, μετά και τις προσβλητικές δηλώσεις του Έντι Ράμα είναι προφανές ότι το ταξίδι αυτό δεν πήγε καλά.
Οι περισσότερες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων σήμερα είναι υποψήφιες για ένταξη, αλλά στις Βρυξέλλες κανείς δεν πιστεύει ότι αυτές θα ενταχθούν στην Ε.Ε. στο άμεσο μέλλον. Τόσο η οικονομία των χωρών αυτών όσο και τα θεσμικά ζητήματα που αφορούν στο κράτος δικαίου δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε αισιοδοξία ότι αυτό μπορεί να συμβεί σύντομα.
Πιο κοντά, από την άποψη των αντικειμενικών κριτηρίων, φαίνεται να είναι η Σερβία, η οποία όμως κουβαλάει την πληγή του Κοσσυφοπεδίου, ένα πρόβλημα που δεν θα λυθεί εύκολα, παρά τις πιέσεις που ασκούνται.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήγε στα Τίρανα έχοντας στην ατζέντα του και την προώθηση της συμφωνημένης παραπομπής στη Χάγη για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία, η οποία έχει κολλήσει ανεξήγητα, και όχι με ευθύνη της ελληνικής πλευράς. Η εκκρεμότητα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών διαρκεί εδώ και πολλά χρόνια, καθώς κάθε φορά που πλησίαζαν κοντά σε μια λύση η παρασκηνιακή παρέμβαση της Τουρκίας δρούσε καταλυτικά, ακυρώνοντας την.
Το πρώτο «ναυάγιο» ήταν το 2009 μετά από τη συμφωνία που είχε πετύχει η κυβέρνηση Καραμανλή. Τότε η Αλβανία υποχώρησε μετά από προσφυγή του κόμματος του Έντι Ράμα στο Συνταγματικό Δικαστήριο, πίσω από την οποία η ελληνική διπλωματία δεν είχε αμφιβολίες ότι βρισκόταν η Τουρκία (κάτι που είχε αποκαλύψει και ο Σαλί Μπερίσα τότε με δηλώσεις του).
Διπλωματικές πληροφορίες ανέφεραν το προηγούμενο διάστημα ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε ζητήσει τη μεσολάβηση τόσο των ΗΠΑ όσο και της Γερμανίας, ώστε η κυβέρνηση Ράμα να σταματήσει να κωλυσιεργεί, αλλά δεν φαίνεται πως κατάφεραν να πετύχουν κάτι. Ο Έντι Ράμα έχει επιλέξει την τακτική να συμφωνεί στα λόγια αλλά στην πράξη να μην προχωράει τίποτα, επικαλούμενος διάφορες δικαιολογίες.
Αυτήν τη φορά, λίγο πριν συναντηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οικοδεσπότης Έντι Ράμα τού επιφύλασσε μία έκπληξη. Ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός κατά την άφιξή του στα Τίρανα δήλωνε ότι θα συζητούσε «με τον φίλο Αλβανό πρωθυπουργό και το θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών» και μιλούσε για πρόοδο, ο Ράμα έλεγε σε συνέντευξή του στο Euractiv ότι η Αλβανία θα εκπληρώσει τους όρους ένταξης στην Ε.Ε. και δεν θα κλέψει, όπως η Ελλάδα.
Είπε ότι είναι σημαντικό για τη χώρα του να διαθέτει θεσμούς που να λειτουργούν και «να μην εξαπατήσει, όπως έκαναν στο παρελθόν κάποιες γειτονικές χώρες». Και όταν του ζητήθηκε να κατονομάσει τη χώρα που εννοεί, απάντησε ότι εννοεί την Ελλάδα.
Για τον Έντι Ράμα η σύνοδος αυτή ήταν κυρίως ένα επικοινωνιακό γεγονός και δεν το έκρυψε κιόλας. «Η Σύνοδος Κορυφής μπορεί να κάνει πολλά καλά πράγματα, αλλά κανένα από αυτά δεν θα είναι τόσο σημαντικό όσο το ότι γίνεται στα Τίρανα», είπε με τον χαρακτηριστικό του τρόπο και από την πλευρά του σε αυτό δεν είχε κι άδικο. Όσα είπε όμως για την Ελλάδα, όπως αναμενόταν, αναστάτωσαν και ενόχλησαν την ελληνική αντιπροσωπεία, που αναζητούσε τρόπο να κάνει damage control χωρίς να πάρει έκταση το θέμα.
Σε ενημερωτικό σημείωμα που έστειλε αργότερα στα ελληνικά ΜΜΕ το Μαξίμου αναφερόταν ότι κατά τη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο Έντι Ράμα του είπε: «Λυπάμαι για κάτι που άκουσα, ότι εγώ είπα κάποια περίεργα πράγματα για την Ελλάδα, για το πώς πέτυχε κάποια πράγματα –θα πάμε πίσω στην εποχή της Τροίας ίσως– αλλά δεν είναι κάτι που αφορά το παρόν και δεν αφορούσε σε καμιά περίπτωση τη σημερινή Ελλάδα. Ξέρετε ότι είμαι σοσιαλιστής, αλλά δεν κρύβω ότι για μένα είστε ο καλύτερος Έλληνας πρωθυπουργός. Δεν είμαστε στην ίδια πολιτική ομάδα. Ο Αλέξης (Τσίπρας) είναι πολύ καλός φίλος, αλλά τι να πω; Έτσι είναι τα πράγματα. Και δεν είστε σε προεκλογική εκστρατεία, επομένως δεν είναι κάποιου είδους παρέμβαση».
Η δήλωση αυτή, που έγινε μετά την εκδήλωση της ενόχλησης του Έλληνα πρωθυπουργού, παρουσιάστηκε από αρκετά ελληνικά ΜΜΕ ως συγγνώμη, παρότι ο Αλβανός πρωθυπουργός ούτε ζήτησε συγγνώμη ούτε έδειξε να μετάνιωσε για όσα είπε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πάντως, δήλωσε την ισχυρή στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, χωρίς να τη συνδέσει με τα διμερή θέματα.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εξαγγείλει επίσης περιοδεία στις μειονοτικές περιοχές, η οποία αναμένονταν με μεγάλες προσδοκίες από τον ελληνικό πληθυσμό εκεί, που νιώθει παραμελημένος και από την Αλβανία και από την Ελλάδα. Καχυποψία υπήρξε και για την αιτία ματαίωσης της περιοδείας στα χωριά της ελληνικής μειονότητας, καθώς είναι γνωστό ότι ήταν κάτι που ο Αλβανός πρωθυπουργός δεν επιθυμούσε, παρά το βίντεο στο οποίο εμφανίστηκαν οι δυο τους επιχειρώντας να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ο λόγος της ματαίωσης ήταν η πρωινή ομίχλη που έκανε απαγορευτική την επίσκεψη με το ελικόπτερο, όπως είχε προγραμματιστεί, και επιμένει ότι θα επαναπρογραμματιστεί πολύ σύντομα.
Όσον αφορά την ελληνική ατζέντα του πρωθυπουργού, μετά και τις προσβλητικές δηλώσεις του Έντι Ράμα είναι προφανές ότι το ταξίδι αυτό δεν πήγε καλά. Ο πρωθυπουργός επέστρεψε με άδεια χέρια από τα Τίρανα, παρά την επίθεση φιλίας που επιχειρεί εδώ και καιρό προς τον Έντι Ράμα, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι δεσμοί του με τον Ταγίπ Ερντογάν είναι ισχυροί. Ο Αλβανός πρωθυπουργός, προκειμένου να μη φανεί δυσάρεστος και ενοχλητικός στην Ε.Ε. και στις ΗΠΑ, δηλώνει ότι συμφωνεί να λύσει το θέμα των διαφορών με την Ελλάδα στη Χάγη, αλλά στην πράξη το υπονομεύει.
Η Ελλάδα, από την άλλη, επιδιώκει την επίλυση του ζητήματος των θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία για να καταδείξει ότι η Τουρκία είναι το πρόβλημα και όλες οι άλλες χώρες δέχονται τη διευθέτηση των διμερών ζητημάτων βάσει όσων ορίζει το διεθνές δίκαιο. Να, όμως, που η Τουρκία μέσω της ισχύος της επηρεάζει και τη Λιβύη και την Αλβανία, προσπαθώντας να βάλει εμπόδια στην Ελλάδα με κάθε τρόπο.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.