ΑΣ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ. Δεν είναι εύκολη συνθήκη η ζωντανή τηλεόραση και όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν έχει βρεθεί ποτέ καλωδιωμένος σε ένα τηλεοπτικό πλατό. Είναι πολλά που πρέπει να έχουν κατά νου και απολύτως ταξινομημένα στο μυαλό τους παρουσιάστριες και παρουσιαστές και άλλα τόσα που μπορούν να πάνε στραβά κατά τη διάρκεια ενός live.
Ειδικά για τις παρουσιάστριες, που ακόμη ο τηλεοπτικός κανόνας τις θέλει να υποτάσσονται σε συγκεκριμένα πρωτόκολλα –ας μην εξετάσουμε τώρα αν αυτό είναι σωστό ή όχι– η συγκεκριμένη συνθήκη καθίσταται ακόμη πιο εξοντωτική. Μέσα στην τρέλα του ζωντανού, ο ιδρώτας, το τηλεοπτικό μακιγιάζ, τα μαλλιά που πρέπει να είναι πάντα κάπως, τα τακούνια (έλεος!) για τις όρθιες παρουσιάσεις μπορούν να φρικάρουν ακόμη και την πιο ζεν του τηλεοπτικού στερεώματος.
Όπως και να ‘χει, εκεί, στο πλατό, δεν είσαι ποτέ μόνος, πάντα κάποιος υπάρχει στο πάνελ, στο κοντρόλ, στο αυτί σου, να αποσυντονίζει τις σκέψεις και τη ροή που θες να ακολουθήσεις. Και τώρα σκέψου να μην υπάρχει ροή, να μην είσαι ακριβώς συντονισμένος, να μην είσαι προετοιμασμένος για το τι θα πεις, να μην ξέρεις καν τι θέση θα κρατούσες, αν αυτό που σε βάζουν να πεις, το έβλεπες ως τηλεθεατής. Καλωσήρθες, χάος!
Σε καθημερινή βάση, σε εκπομπές ανάλαφρες –φύσει και θέσει- μπερδεύεται σοβαρή ειδησεογραφία, βαριά γεγονότα που απλώς δεν έχουν καμία θέση εκεί. Κυρίως, γιατί δεν υπάρχει μηχανισμός να τα υποστηρίξει και να μην προκύψουν 100 λάθη που να προσβάλλουν τη νοημοσύνη και την ανθρωπιά του τηλεθεατή.
«Πώς γίνεται αυτό;», θα αναρωτηθεί κανείς. Γίνεται, κυρίως, όταν η ψυχαγωγία μπερδεύεται με την ειδησεογραφία. Το infotainment ήταν ένα πείραμα, που τουλάχιστον στην ελληνική τηλεόραση δεν πέτυχε ποτέ, «σήκωσε» πολλή σκόνη και είναι να απορείς ποιος αποφάσισε να τα μπλέξει αυτά τα δυο και κυρίως να τα αναθέσει σε ανθρώπους ελάχιστης ή μηδενικής εμπειρίας, προετοιμασίας και εκπαίδευσης.
Μερικά πρόσφατα περιστατικά που εξηγούν γιατί αυτό είναι ένα λάθος. Η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου να παίζει μπάλα υπέρ του Πέτρου Φιλιππίδη σε ένα στούντιο, όπου κανείς δεν ξέρει πώς να την αντιμετωπίσει. Η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη να παραχωρεί συνέντευξη και να διακόπτεται από την άσχετη παρουσιάστρια, επειδή είπε στον «άερα» τα ονόματα των δημίων της κόρης της. Το αλησμόνητο περιστατικό «αναπαράστασης» παρενόχλησης φοιτήτριας του ΑΠΘ κατά τη διάρκεια ψυχαγωγικής εκπομπής...
Κι αυτά είναι τα τρανταχτά. Σε καθημερινή βάση, σε εκπομπές ανάλαφρες –φύσει και θέσει– μπερδεύεται σοβαρή ειδησεογραφία, βαριά γεγονότα που απλώς δεν έχουν καμία θέση εκεί. Κυρίως, γιατί δεν υπάρχει μηχανισμός να τα υποστηρίξει και να μην προκύψουν 100 λάθη που να προσβάλλουν τη νοημοσύνη και την ανθρωπιά του τηλεθεατή. Και κυρίως που να μην τον εξοργίζουν με ανθρώπους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν άλλον λόγο να τρεντάρουν στο Twitter και να υφίστανται σκληρές κριτικές για πράγματα που απλώς αγνοούν.
Φυσικά, όσοι εργάζονται στα media γνωρίζουν ότι η σκαλέτα –η θεματολογία, δηλαδή, μιας εκπομπής– δεν είναι της αποκλειστικής ευθύνης των παρουσιαστών (ναι, μοιάζει τρελό, αλλά δεν είναι). Δημοσιογράφοι, αρχισυντάκτες, παραγωγοί έχουν λόγο και ρόλο στο τι θα «παίξει» στην εκπομπή. Είναι, όμως, σίγουροι ότι οι παρουσιάστριες και οι παρουσιαστές τους θα τα καταφέρουν να σηκώσουν το βάρος; Όχι, και το έλλειμμα αυτής της σιγουριάς το παρακολουθούμε καθημερινά, κάποτε με οργή, κυρίως, με απογοήτευση.
Γιατί, δυστυχώς, εκείνο που λείπει περισσότερο από την ελληνική τηλεόραση αυτή τη στιγμή είναι η (εν)συναίσθηση και τα αντανακλαστικά. Κι αυτά τα δύο, χωρίς απολύτως καμία σεξιστική διάθεση, ποτέ δεν πήγαιναν χέρι-χέρι με τον ναρκισσισμό και τις κλεφτές ματιές στο μόνιτορ για το αν πετάει το μαλλί ή αν «πάτησε» καλά το κραγιόν. Ακόμη κι αυτά θα ήταν χαριτωμένα, αν το περιεχόμενο των εκπομπών ήταν άλλο.
Για λίγο, λοιπόν, ας πάρει πόδι το infotainment από τη ζωή μας. Ας μείνουμε ή στην ενημέρωση ή στην ψυχαγωγία, αν δύο καρπούζια είναι βαριά για μία μασχάλη. Λογικά, κανείς δεν χαίρεται με αυτό που συμβαίνει μετά στα social media, με εξοργισμένους τηλεθεατές να ζητούν ευθέως τα ρέστα από τους ίδιους τους παρουσιαστές, πολλές φορές κατακρεουργώντας τους για την αμήχανη, απροετοίμαστη, δυσκίνητη αντίδρασή τους.
Και φυσικά, στο μυαλό πολλών τηλεορασανθρώπων πίσω από τις κάμερες, αυτή η μείξη βαριάς θεματολογίας με μόδα και ομορφιά (ναι, ναι αυτή η παράκρουση που τη μία στιγμή παρακολουθείς ρεπορτάζ από ένα έγκλημα και την άλλη την παρουσιάστρια να χαϊδεύει ψυγειάκι για καλλυντικά) εξυπηρετεί τα ποσοστά τηλεθέασης. Κι όμως, τα νούμερα δεν τους δικαιώνουν. Οπότε;
Οπότε, ίσως ήρθε η ώρα για μία διαφορετική εκπαίδευση των ανθρώπων που σώνει και ντε θέλουν να κάνουν αυτή τη δουλειά. Φυσικότητα και ενσυναίσθηση, νορμάλ ροή λόγου και αντανακλαστικά, αντανακλαστικά, αντανακλαστικά. Ίσως τα νέα, σούπερ απαραίτητα μαθήματα για τους «καινούριους» της τηλεόρασης θα πρέπει να είναι αυτά και μετά όλα τ’ άλλα. Και ναι, η ενσυναίσθηση δεν διδάσκεται, αλλά με τα reflex γίνονται θαύματα.
Για να μην αναφέρουμε καν το ότι και οι ίδιοι οι παρουσιαστές θα αισθάνονται λιγότερο ακάλυπτοι, περισσότερο ασφαλείς και τελοσπάντων με μία χειροπιαστή απόδειξη ότι σέβονται τον κόσμο στον οποίο απευθύνονται.
Λογικά, μετά όλα θα πάνε, αν όχι καλά, σίγουρα καλύτερα. Όταν ο καθένας γνωρίζει για ποιον λόγο είναι μπροστά στο «γυαλί», δύσκολα μπερδεύεται.