ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του 19ου Ετήσιου Πανελλήνιου Συνεδρίου του Ελληνικού Διαδημοτικού Δικτύου Υγιών Πόλεων (ΕΔΔΥΠΠΥ). Ένα από τα ζητήματα που συζητήθηκαν ήταν και η σημασία της ενημέρωσης και πρόληψης όσον αφορά τη γυναικεία γονιμότητα.
Ιδιαίτερα σχολιάστηκε και έκανε εντύπωση η δήλωση του προέδρου του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών και του ΕΔΔΥΠΠΥ Γιώργου Πατούλη πως «πολλές γυναίκες δεν γνωρίζουν ότι μέχρι την ηλικία των 35 ετών έχει χαθεί ήδη το 95% του ωοθηκικού αποθέματός τους».
Ο κ. Πατούλης τόνισε, μεταξύ άλλων, τη σημασία της ενημέρωσης των γυναικών, καθώς η σωστή πληροφόρηση για τη γονιμότητα μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της υπογεννητικότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση, εξάλλου, κινείται και το νέο πρόγραμμα του ΕΔΔΥΠΠΥ «Ευαισθητοποίηση του πληθυσμού για τη σημαντικότητα στην προληπτική μέτρησης του δείκτη γονιμότητας» που υλοποιείται στα ΚΕΠ Υγείας και αναδεικνύει τη σημασία της μέτρησης της αντιμυλλέριου ορμόνης (AMH) που αποτελεί έναν σημαντικό δείκτη γονιμότητας, καθώς παρέχει πληροφορίες για την ποσότητα των ωαρίων που διαθέτει μια γυναίκα τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου, ένα 83% που συνειδητοποιεί τη μείωση των επιπέδων της AMΗ αλλάζει το αναπαραγωγικό του πλάνο, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό εξετάζει ακόμη και την κρυοσυντήρηση ωαρίων.
Μία άλλη μεγάλη αλήθεια που επίσης η πολιτεία παριστάνει πως δεν βλέπει στο ζήτημα της υπογεννητικότητας είναι πως οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, οι εξωσωματικές –που συχνά απαιτούν αρκετές προσπάθειες– και η κρυοσυντήρηση ωαρίων είναι ένα προνόμιο για λίγες, καθώς το κόστος τους ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες ευρώ και απαιτούν μια σχετική οικονομική άνεση.
Δεν έχουμε κανέναν λόγο να αμφισβητήσουμε τα συμπεράσματα των επιστημονικών μελετών που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο ούτε φυσικά την ανάγκη ύπαρξης τέτοιων δράσεων και δωρεάν εξετάσεων γονιμότητας, ωστόσο αναρωτιόμαστε: ο λόγος που τα ποσοστά γεννήσεων στη χώρα μας είναι από τα πιο χαμηλά παγκοσμίως είναι απλώς το έλλειμμα ενημέρωσης;
Αν όλες οι γυναίκες γνώριζαν με μια εξέταση και με κάθε λεπτομέρεια σε τι κατάσταση βρίσκεται ανά πάσα στιγμή το ωοθηκικό τους απόθεμα και πόσα ωάρια έχουν, θα φρόντιζαν να κάνουν παιδί το συντομότερο ή να προχωρήσουν σε συντήρηση ωαρίων; Ή μήπως έχουν ήδη τις πληροφορίες που χρειάζονται;
Είναι λίγο δύσκολο μια ενήλικη γυναίκα να μη γνωρίζει πως η αναπαραγωγική της ικανότητα φθίνει με τα χρόνια και να μην έχει υποπέσει στην αντίληψή της πως υπάρχουν ειδικές εξετάσεις, σε περίπτωση που θελήσει να την ελέγξει. Άρα μάλλον ο κ. Πατούλης δεν μας λέει κάτι που αγνοούμε εντελώς. Η κοινωνία φροντίζει με πολλούς τρόπους να γνωστοποιήσει σε κάθε γυναίκα πως η γονιμότητά της έχει ημερομηνία λήξης. Αλλά ακόμα και στην περίπτωση που εσφαλμένα νομίζει πως έχει αρκετό χρόνο μπροστά της, αν πάρει μια μέτρηση της ΑΜΗ της θα επιδιώξει άραγε να μείνει έγκυος την επόμενη μέρα, ενώ δεν ήθελε να κάνει παιδί ή το ανέβαλλε μέχρι τότε στη λογική του «κάνουμε ένα παιδί να μας βρίσκεται», πράγμα εξαιρετικά ανεύθυνο;
Δηλώσεις όπως αυτές που ακούστηκαν στο συνέδριο είναι πιο ήπιων τόνων, είναι ενδεδυμένες με επιστημονικό μανδύα και σίγουρα δεν θυμίζουν το αναχρονιστικό συνέδριο γονιμότητας που είχε ανακοινωθεί το 2021 αλλά τελικά ακυρώθηκε, με το σκοταδιστικό διαφημιστικό ποστ που είχε προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις. Ωστόσο, και πάλι δεν κρύβεται η τεράστια ευθύνη που αποδίδεται στις γυναίκες για το ζήτημα της υπογεννητικότητας, η ανάγκη να βιαστούν γιατί ο χρόνος τους λήγει και η σπουδή να μας ενημερώσουν πως οι ωοθήκες μας ατροφούν, με το πέρασμα του χρόνου, λες και δεν το γνωρίζαμε κι αυτός ήταν ο λόγος που είχαμε άλλο προγραμματισμό.
Κανείς δεν μιλά για τον ελέφαντα στο δωμάτιο όσον αφορά θέμα της υπογεννητικότητας. Η πολιτεία και όσοι φροντίζουν κάθε τρεις και λίγο να μας πληροφορούν με διαφόρους τρόπους πως πρέπει να βιαστούμε γιατί το αναπαραγωγικό ρολόι μας μετρά αντίστροφα στρουθοκαμηλίζουν μπροστά στο κόστος ανατροφής ενός παιδιού που έχει εκτοξευτεί τις τελευταίες δεκαετίες και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για κάθε νέο ζευγάρι. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, μια μέση ελληνική οικογένεια θα διαθέσει περίπου 13.000 ευρώ τον χρόνο για την ανατροφή ενός παιδιού. Συνολικά, η ανατροφή του κοστίζει περίπου 233.000 ευρώ μέχρι να κλείσει τα 18 του χρόνια, ίσως και παραπάνω. Κι αυτοί οι υπολογισμοί πρέπει να είναι αρκετά συντηρητικοί όταν γράφονται αυτές οι γραμμές.
Ειδικά αν η οικογένεια νοικιάζει και δεν έχει ιδιόκτητο σπίτι, η ανατροφή του παιδιού είναι ακόμα πιο δυσβάστακτη από οικονομική άποψη. Όταν ένας μέσος μισθός δεν ανταποκρίνεται ούτε κατά διάνοια στις τιμές των ενοικίων και στο πραγματικό κόστος της ζωής, τα νέα ζευγάρια αλλά και οι γυναίκες που θα ήθελαν να μεγαλώσουν μόνες τους ένα παιδί θα δυσκολευτούν πολύ να πάρουν την απόφαση, καθώς γνωρίζουν πως πρακτικά θα είναι αδύνατο να τα καταφέρουν.
Τα παιδιά δεν θέλουν μόνο αγάπη, έχουν και πολλά έξοδα, δυστυχώς, και ο οικογενειακός προϋπολογισμός στενάζει. Θα είναι μάλλον κάτι που διέφυγε απ’ όλους αυτούς που κατά καιρούς μάς πληροφορούν για θέματα υπογονιμότητας και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Αν, μάλιστα, η Ελλάδα δεν ήταν μία από τις χώρες όπου η στήριξη στα παιδιά παραδοσιακά γίνεται διά βίου και αρκετοί νέοι γονείς βασίζονται και σ’ αυτό για τον οικογενειακό προγραμματισμό τους, μάλλον θα βλέπαμε ακόμα πιο χαμηλά ποσοστά γεννήσεων.
Μία άλλη μεγάλη αλήθεια που επίσης η πολιτεία παριστάνει πως δεν βλέπει στο ζήτημα της υπογεννητικότητας είναι πως οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, οι εξωσωματικές –που συχνά απαιτούν αρκετές προσπάθειες– και η κρυοσυντήρηση ωαρίων είναι ένα προνόμιο για λίγες, καθώς το κόστος τους ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες ευρώ και απαιτούν μια σχετική οικονομική άνεση.
Μια τρίτη αλήθεια που επιμένουμε να μην αντιμετωπίζουμε είναι πως αν υπήρχαν σοβαρά κίνητρα, πραγματική οικονομική στήριξη αλλά και λύσεις για τη φύλαξη για τις μητέρες που αποφασίζουν να μεγαλώσουν ένα παιδί μόνες και όχι στο πλαίσιο μιας πυρηνικής οικογένειας, και αν, επιπλέον, εξέλιπε το ακόμα υπαρκτό κοινωνικό στίγμα που συνοδεύει αυτή την επιλογή, τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά.
Η ηλικία τεκνοποίησης της γυναίκας, για κοινωνικούς και επαγγελματικούς λόγους, αναγκαστικά καθυστερεί πλέον όλο και περισσότερο και είναι μη αναστρέψιμο γεγονός. Αυτό που επείγει είναι να αναζητηθούν πραγματικές λύσεις στήριξης για τα νέα ζευγάρια και τις γυναίκες που επιθυμούν να κάνουν παιδιά μόνες με δότη σπέρματος. Τα πενιχρά επιδόματα που δίνονται καλύπτουν ελάχιστα και δεν επαρκούν. Αλλά στην Ελλάδα, όπου η οπισθοδρόμηση του αναχρονιστικού «πατρίς - θρησκεία - οικογένεια» ακόμα καλά κρατεί και όλοι, μέχρι και οι γυναικολόγοι, φροντίζουν να ασκούν πίεση και να γεμίζουν τύψεις τις γυναίκες, υπενθυμίζοντάς τους διαρκώς πως είναι μηχανές αναπαραγωγής χωρίς αυτοδιάθεση, θα συνεχίζουμε να αποστρέφουμε το βλέμμα από το πραγματικό πρόβλημα και να ψάχνουμε τη λύση σε λάθος μέρος.