ΚΟΥΡΣΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ, για να προλάβουν να πειστούν οι ανεμβολίαστοι πριν να είναι αργά, ξεκίνησε η κυβέρνηση την εβδομάδα που πέρασε. Στην πραγματικότητα, τώρα μπαίνει μπροστά μια πιο συντονισμένη καμπάνια εμβολιασμού, αφού μέχρι πρότινος η κυβέρνηση δεν έδειχνε μεγάλη ανησυχία, παρά τις προειδοποιήσεις επιστημόνων όπως οι κ.κ. Παυλάκης, Σύψας και Τσιόδρας, που μιλούσαν εδώ και μέρες για έντονα αυξητική τάση της πανδημίας λόγω του στελέχους Δέλτα.
Άλλωστε, μέχρι πρόσφατα οι πρόθυμοι συνωστίζονταν στις ουρές για εμβολιασμό και όταν αυτοί εμβολιάστηκαν, τότε συνειδητοποίησε το πρόβλημα η κυβέρνηση, καθώς οι επιφυλακτικοί και οι αρνητές συνιστούν εν τέλει μια κρίσιμη μάζα στην Ελλάδα, η οποία καθυστερεί το χτίσιμο της ανοσίας του πληθυσμού.
Στην πολύπαθη χώρα μας δεν αρκεί να έρθουν χρήματα, έχει σημασία και πού θα πάνε. Κυρίως αν θα φτάσουν στην πραγματική οικονομία, αν θα μπουν βάσεις για πραγματική ανάπτυξη και αν θα ωφεληθεί εν τέλει ο λαός.
Υπουργοί σε ειδικές αποστολές
Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας ανέλαβε «ειδική αποστολή», ξεκινώντας περιοδεία στην ελληνική επαρχία, προκειμένου να ζητήσει τη βοήθεια αιρετών και τοπικών παραγόντων, ώστε να συμβάλουν στην αύξηση των εμβολιασμών στις περιοχές τους. Ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας, μαζί με τον καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα, επιφορτίστηκε με τον συντονισμό κυβέρνησης και Εκκλησίας, προκειμένου η τελευταία να παίξει πιο ενεργό ρόλο, επηρεάζοντας ιερείς και πιστούς που είναι επιφυλακτικοί ή αρνητές. Η Εκκλησία και ο ρόλος της στην πανδημία ήταν άλλος ένας παράγοντας που η κυβέρνηση είχε υποτιμήσει και τώρα τρέχει.
Στο Μαξίμου, όταν είδαν ότι τα κρούσματα διπλασιάζονται και θα διπλασιάζονται κάθε εβδομάδα, κατάλαβαν ότι η χώρα είναι πάλι αντιμέτωπη με ένα νέο κύμα μολύνσεων που θα φτάσει σε τεράστια νούμερα, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε ληφθεί κανένα μέτρο, αντιθέτως το «άνοιγμα» εξελισσόταν πανηγυρικά. Έτσι, αποφασίστηκε να προβεί ο πρωθυπουργός σε νέο διάγγελμα, το οποίο ήταν περισσότερο επικοινωνιακού παρά ουσιαστικού χαρακτήρα, καθώς δεν ανακοίνωσε νέα μέτρα που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την κατάσταση.
«Σε 2-4 εβδομάδες θα δούμε τι ποσοστό από το τσουνάμι μολύνσεων θα μεταφραστεί σε τσουνάμι εισαγωγών σε νοσοκομεία, διασωληνώσεων και θανάτων» επισήμανε ο Γιώργος Παυλάκης, αφήνοντας αιχμές για πολιτική αδράνεια, η οποία επέτρεψε την άφιξη του τέταρτου κύματος την ώρα που κορυφωνόταν το τρίτο, και υποστηρίζοντας ότι «κάθε μέρα που περνάει είναι μια μέρα χαμένη για τη μάχη κατά του στελέχους Δέλτα».
Η κυβέρνηση, ωστόσο, εξακολουθεί να αποφεύγει τα σκληρά περιοριστικά μέτρα επειδή, σύμφωνα με την εικόνα που έχει, η κοινωνία είναι κουρασμένη και δεν τα θέλει αλλά και γιατί θεωρεί ότι η οικονομική ζημιά από δω και πέρα δεν θα είναι αντιμετωπίσιμη αν ληφθούν νέα μέτρα. Επιπλέον, στελέχη της κυβέρνησης θεωρούν ότι τα όποια μέτρα περιορισμού ή υποχρεωτικότητας «προσκρούουν στον φιλελευθερισμό τους», οπότε η κατάληξη είναι ξανά η «ατομική ευθύνη».
Εμβόλια στο «ράφι»
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτήν τη στιγμή η χώρα διαθέτει 7,6 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων στα ψυγεία και τα στελέχη της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων προβλέπουν ότι οι ΜΕΘ θα αρχίσουν να γεμίζουν πάλι από ανεμβολίαστους, αν δεν διατεθούν άμεσα.
Στο Ισραήλ, όπου ο εμβολιασμός έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα, η νέα κυβέρνηση εξακολουθεί να καλεί όσους δεν έχουν εμβολιαστεί ήδη να το κάνουν άμεσα, προειδοποιώντας ότι πολλά από τα εμβόλια που διαθέτει θα λήξουν σύντομα.
Η ημερομηνία λήξης των εμβολίων στην Ελλάδα είναι μια πληροφορία που δεν έχουμε ακόμα, αλλά, όπως και το Ισραήλ, αργά ή γρήγορα είναι πιθανό να αντιμετωπίσουμε το ίδιο πρόβλημα.
Πονοκέφαλος οι φοιτητές και οι μαθητές
Έντονος προβληματισμός υπάρχει και για την έξαρση κρουσμάτων που παρουσιάστηκε σε πολλές παιδικές κατασκηνώσεις, η οποία αποτελεί σαφή προειδοποίηση, σύμφωνα με τους ειδικούς, για το τι θα συμβεί το φθινόπωρο στα σχολεία και τα πανεπιστήμια με το στέλεχος Δέλτα, που τα δεδομένα δείχνουν ότι σαρώνει στους νέους.
Στις ΗΠΑ, το παράδειγμα των οποίων επικαλούνται αρκετοί ειδικοί, το 28% των παιδιών ηλικίας 12-17 ετών έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον με μία δόση και περισσότερες από πενήντα χώρες έχουν ξεκινήσει ήδη τον εμβολιασμό των παιδιών, για τα οποία υπάρχουν πλέον αρκετά δεδομένα. Στο υπουργείο Παιδείας, για την ώρα, δεν έχουν ληφθεί αποφάσεις για το αν θα γίνουν υποχρεωτικοί οι εμβολιασμοί, ούτε καν για τα πανεπιστήμια (όπου υπάρχει συνωστισμός στα αμφιθέατρα), προκειμένου να ανοίξουν.
Οι αλλαγές στα πανεπιστήμια και οι αντιδράσεις
Σχετικά με πανεπιστήμια, η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα έχει να διαχειριστεί και το αποτέλεσμα της πολιτικής της για την ελάχιστη βάση εισαγωγής που εφαρμόζεται πρώτη φορά φέτος και θεωρείται βέβαιο ότι θα αφήσει εκτός τριτοβάθμιας αρκετές χιλιάδες φοιτητές που δεν κατάφεραν να την πιάσουν. Σύμφωνα με τα στατιστικά που δημοσιεύτηκαν, η χαμηλότερη βάση εισαγωγής θα είναι 8,3 και θα φτάνει έως 14,3 (ανάλογα με τον συντελεστή της σχολής), που σημαίνει ότι κανένας μαθητής που έγραψε κάτω από αυτόν τον βαθμό δεν θα μπορεί να εισαχθεί, όπως είχε τη δυνατότητα τα προηγούμενα χρόνια.
Η αλλαγή αυτή, για την οποία το υπουργείο Παιδείας έχει δεχτεί πολεμική από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενδέχεται να προκαλέσει αντιδράσεις, παρότι είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση γνώριζε πως θα υπήρχαν αποκλεισμοί, όταν νομοθετούσε. Άλλωστε γι’ αυτό νομοθέτησε την ελάχιστη βάση, για να μην εισάγονται όσοι έχουν χαμηλές βαθμολογίες.
Το φετινό φθινόπωρο θα είναι ένα κρίσιμο τεστ συνολικά για την κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας όσον αφορά στα πανεπιστήμια, καθώς θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά και το ν+2, με το οποίο ένας φοιτητής τετραετούς σχολής δεν θα μπορεί να φοιτά σε αυτήν περισσότερο από έξι χρόνια ‒ όλοι ξέρουν τι σημαίνει αυτό για σχολές των οποίων ο μέσος όρος αποφοίτησης είναι τα 7-8 χρόνια, όχι με αποκλειστική ευθύνη των φοιτητών, καθώς πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα.
Επίσης, φέτος θα είναι η χρονιά που θα εφαρμοστεί η απόφαση για πανεπιστημιακή αστυνομία και κανείς δεν γνωρίζει αν θα υπάρξουν αντιδράσεις και με ποιες συνέπειες.
Τα χρήματα έρχονται, αλλά πού θα πάνε;
Η είδηση της εβδομάδας, για την οποία πανηγυρίζει η κυβέρνηση, είναι η επίσημη έγκριση του ελληνικού προγράμματος από το Ecofin και τα πρώτα 4 δισεκατομμύρια που θα εκταμιευτούν από το Ταμείο Ανάκαμψης μέσα στον Ιούλιο, ενώ αναμένονται άλλα 3,5 δισεκατομμύρια μέχρι το τέλος του χρόνου. Στην πολύπαθη χώρα μας, όμως, δεν αρκεί να έρθουν χρήματα, έχει σημασία και πού θα πάνε. Κυρίως αν θα φτάσουν στην πραγματική οικονομία, αν θα μπουν βάσεις για πραγματική ανάπτυξη και αν θα ωφεληθεί εν τέλει ο λαός.
Η αντιπολίτευση κατηγορεί ήδη την κυβέρνηση ότι τα χρήματα αυτά θα κατευθυνθούν στις τράπεζες και σε ελάχιστες μεγάλες επιχειρήσεις. Μέχρι τώρα κανένας δεν γνωρίζει με ποια κριτήρια θα εγκρίνουν οι τράπεζες ‒που έχουν αναλάβει‒ τις χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων.
Πολλοί περιμένουν τα χρήματα αυτά στην Ελλάδα σαν το «μάννα». Η κυβέρνηση οφείλει να θέσει προϋποθέσεις πλήρους διαφάνειας, ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν λεπτομερώς πού θα πάνε και να μην επαναληφθούν οι κακές πρακτικές του παρελθόντος.