Σε νέο κεφάλαιο έχει μπει ο οίκος Azzedine Alaïa, που βρίσκεται σε τροχιά αλλαγών, πιστών όμως στο όραμα του θρυλικού Τυνήσιου couturier. Στο επίκεντρο αυτών των αλλαγών βρίσκεται ο νέος δημιουργικός διευθυντής του οίκου Pieter Mulier, ο πρώτος μετά τον θάνατο του Alaïa το 2017.
Ο Alaïa άφησε πίσω του έναν οίκο με ένα ξεκάθαρο όραμα. «Ποτέ δεν ακολούθησα τη μόδα», είπε κάποτε. «Οι γυναίκες είναι αυτές που υπαγόρευσαν τη συμπεριφορά μου». Σε μια βιομηχανία που εξυψώνει τις προσωπικότητες όσο και το έργο που παράγουν, το επίπεδο εμπλοκής του Αλαϊά μπορεί να θεωρηθεί σπάνιο. Έγινε σύμβολο της αληθινής δεξιοτεχνίας στη μόδα: σχεδιάζοντας, κόβοντας, ακόμη και κάνοντας τα πατρόν, πάντα μόνος του. Ήταν ένας από τους τελευταίους couturier που δούλεψαν με αυτόν τον τρόπο, και επομένως είναι δύσκολο να σκεφτείς τη φίρμα χωρίς να σκεφτείς την ψυχή του Alaïa.
Ως εκ τούτου, η πρώτη συλλογή του Mulier αποτίνει φόρο τιμής στα ιστορικά ατελιέ του οίκου και στο παρελθόν του, κοιτάζοντας το μέλλον.
Ο Azzedine Alaïa και ο Pieter Mulier έχουν κοινό υπόβαθρο. Και οι δύο εκπαιδεύτηκαν και πειραματίστηκαν με σχήματα εκτός μόδας, ο πρώτος στη γλυπτική, ο Mulier στην αρχιτεκτονική, και μοιράστηκαν τη γοητεία για το πώς το ύφασμα αλληλεπιδρά με το ανθρώπινο σώμα.
Το όνομα Pieter Mulier είναι οικείο στους αληθινούς φανατικούς της μόδας. Ο Βέλγος σχεδιαστής έχει συμμετάσχει σε μερικές από τις πιο σημαντικές συλλογές των τελευταίων 20 ετών, έχοντας ξεκινήσει την καριέρα του δίπλα στον Raf Simons αρχικά. Aργότερα έγινε το δεξί του χέρι, όταν ο Simons έγινε καλλιτεχνικός διευθυντής στους οίκους Jil Sander και Christian Dior. Όταν ο Simons έγινε επικεφαλής δημιουργικός διευθυντής του Calvin Klein το 2016, ο Mulier τοποθετήθηκε ως το νούμερο δύο, με τον τίτλο του δημιουργικού διευθυντή γυναικείων ενδυμάτων.
Οι άνθρωποι της μόδας λένε ότι μοιάζει πολύ με τον Alaïa και τη φιλοσοφία του οίκου που ιδρύθηκε από τον Τυνήσιο σχεδιαστή στο Παρίσι το 1980. Ο Azzedine Alaïa συνήθιζε να κάνει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο, αποφεύγοντας το ημερολόγιο της μόδας και δείχνοντας μια συλλογή μόνο όταν θεωρούσε ότι ήταν έτοιμη.
Η Βρετανίδα κριτικός μόδας και επί σειρά ετών συντάκτρια της «Vogue» Suzy Menkes, παρακολουθώντας την επίδειξη του Mulier έγραψε, με λίγη μελαγχολία είναι η αλήθεια, ότι ο κόσμος και η στάση του απέναντι στη σεξουαλικότητα έχει αλλάξει. Θα ήταν άβολο το 2022 να παρουσιάζεται μια «χαριτωμένη» όψη της γυναίκας όπως το έκανε ο Azzedine Alaïa που είχε ονομαστεί «King of Cling».
Ο Mulier, γράφει η Μένκες, είναι επικεντρωμένος στα ελαστικά μάλλινα υφάσματα όπως ο Alaïa, αλλά υπάρχει η διαφορά στο στυλ.
«Προσπάθησα να αποστασιοποιηθώ από τον μικροκαμωμένο σχεδιαστή και τα σόου του. Και να σβήσω την ιστορία του μικρού φορέματος που εφαρμόζει στις καμπύλες πάνω από το γυναικείο σώμα. Ο Mulier είχε δίκιο που το έκανε με τον δικό του τρόπο, αλλά, αναπόφευκτα, για όσους από εμάς ζήσαμε τα χρόνια του Azzedine –το δείπνο στην κουζίνα του όσο έδειχνε τα ρούχα του– κάτι στη μόδα έχει πεθάνει μαζί του».
Όμως ο Mulier δείχνει παρόμοια προσοχή στη λεπτομέρεια και τη φροντίδα του ενδύματος και του υφάσματος με τον Azzedine Alaïa. Ο γεννημένος στο Βέλγιο Mulier δεν σπούδασε επίσημα σχέδιο μόδας, αλλά αρχιτεκτονική στο Institut Saint-Luc στις Βρυξέλλες, ένα πανεπιστήμιο από το οποίο έχει αποφοιτήσει ένας εκπληκτικός αριθμός καλλιτεχνών και εικονογράφων κόμικς.
Ο Raf Simons, ο μέντοράς του, τον δίδαξε πολλά για την τέχνη και την αρχιτεκτονική. Όλοι περίμεναν πώς τον Φεβρουάριο του 2020, όταν η Miuccia Prada κάλεσε τον Raf Simons στον οίκο, θα τον ακολουθούσε και ο Mulier, κάτι που δεν έγινε, προς έκπληξη των εμπειρογνωμόνων του κλάδου. Ο Mulier ανέλαβε τελικά μια από τις πιο πολυπόθητες δουλειές στο Παρίσι, επιβεβαιώνοντας ότι στον κόσμο της μόδας πρέπει κανείς να έχει γρήγορα αντανακλαστικά, να προσαρμόζεται εύκολα στις εξελίξεις και να γεννά συνεχώς νέες και φρέσκιες ιδέες. Έτσι και οι οίκοι μόδας, δημιουργούν ανακατατάξεις, συστήνουν νέα πρόσωπα και μας γεμίζουν εκπλήξεις. Mια από αυτές ήταν η πρόσληψη του νέου δημιουργικού διευθυντή του θρυλικού γαλλικού οίκου Maison Alaïa.
Ο Azzedine Alaïa και ο Pieter Mulier έχουν κοινό υπόβαθρο. Και οι δύο εκπαιδεύτηκαν και πειραματίστηκαν με σχήματα εκτός μόδας, ο πρώτος στη γλυπτική, ο Mulier στην αρχιτεκτονική, και μοιράστηκαν τη γοητεία για το πώς το ύφασμα αλληλεπιδρά με το ανθρώπινο σώμα. Η δουλειά τους επικεντρώνεται στην ανακάλυψη των δυνατοτήτων της θηλυκότητας. «Δεν είναι θέμα μόδας», λέει ο Mulier. «Πρόκειται για την κατασκευή, για να κάνουμε τις γυναίκες πιο όμορφες. Είναι τόσο απλό».
Ο Mulier έχει μια πλούσια βιβλιοθήκη αναφορών για να αντλήσει για τις νέες συλλογές του και η συλλογή του θυμίζει την τυνησιακή κληρονομιά του ιδρυτή αλλά και τις επιρροές της καταγωγής του Mullier από τις Κάτω Χώρες.
Στους καλεσμένους του σόου δόθηκε ένα γράμμα από τον Mulier στον Alaïa. Σε αυτό ευχαριστεί τον ιδιοφυή τεχνικό νου του ιδρυτή, αποκαλώντας τον «μια ιδιοφυΐα του χειροποίητου». Η συλλογή ήταν βαριά, με ακριβή κοψίματα και ραφές που έμοιαζαν ρευστές, με τις καθαρές γραμμές να κρύβουν πόσες ώρες χρειάζονταν για να τελειοποιηθούν. Οι κουκούλες εμπνευσμένες από τη Βόρεια Αφρική και φόρος τιμής στον Alaïa, αλλά και μια κομψή αναφορά σε αυτό το casual κλασικό, το hoodie. Ενώθηκαν σε πουκάμισα και κάπες με τρόπο που απηχούσε το ντραπέ και τη σύνδεσή του σε κάθε είδος υφάσματος, από ατσαλάκωτη ποπλίνα μέχρι εύπλαστο μαλλί.
Ο αισθησιασμός ήταν ένας άλλος παράγοντας –αυτό που ο Mulier αποκαλεί «απαράμιλλη λατρεία της γυναικείας φιγούρας»– με τα φορέματα να ακουμπούν στο σώμα και να διαγράφουν τη σπονδυλική στήλη. Με τη νέα προσέγγιση στο σώμα ο Mulier συσκοτίζει όσο και αποκαλύπτει τη σιλουέτα. Η έξυπνη αντιπαράθεση εφιστά την προσοχή στη χρονικότητα της συλλογής και στην ευκολία με την οποία τα αρχιτεκτονικά σχήματα προσαρμόζονται στο σώμα.
Ο Mulier πήγε πίσω στη δεκαετία του '80 με γραμμές που δημιουργούν ένα σώμα-κλεψύδρα, με υλικά και τεχνικές που αποτελούν τον πυρήνα του ήθους της μάρκας. Αυτήν τη φορά ο οίκος χρησιμοποιεί και τζιν, με την άκαμπτη μορφή του να δημιουργεί γλυπτικές φιγούρες. Ο Mulier γράφει στις σημειώσεις της κολεξιόν ότι προσπάθησε να μπει στο μυαλό του Alaïa αλλά αυτό είναι αδύνατον.
Στο Παρίσι, την τέχνη του Alaïa μας τη θυμίζει μια πρωτότυπη έκθεση που οργανώθηκε από το ίδρυμα του σχεδιαστή, το οποίο ίδρυσε λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του. «Alaïa Afore Alaïa» είναι ο τίτλος της και μέσα από αρχειακά έγγραφα, φωτογραφίες και σχέδια η έκθεση αναλύει τα χρόνια της δεκαετίας του '50, λίγο πριν ο εκκολαπτόμενος couturier εγκαταλείψει την Τύνιδα και μετακομίσει στο Παρίσι.
Μέσα από την έκθεση και το πορτρέτο του, σκιαγραφείται ο τρόπος με τον οποίο χτίστηκε η καριέρα του. Για μια εικοσαετή περίοδο ο κόσμος ήταν το σχολείο του και οι γυναίκες οι δασκάλες του. Ενώ άλλοι της γενιάς του ανέπτυξαν τις σχεδιαστικές τους δεξιότητες μέσα στους τοίχους μιας σχολής ή σε αίθουσες και ατελιέ υπαρχόντων οίκων μόδας, ο Alaïa τελειοποιούσε την τεχνική του, μια τεχνική που θα γινόταν απαράμιλλη, κατά τη διάρκεια των συναντήσεών του με τον αυξανόμενο κύκλο των γυναικών που τον περιτριγύριζαν. Ήταν αυτές που τον προστάτευαν, τον υποστήριζαν, αποτέλεσαν την εκλεκτή πελατεία του και έγιναν τα μονοπάτια έμπνευσης για ολόκληρο το έργο του.
Η έκθεση αποκαλύπτει στο κοινό το μοναδικό στυλ του Alaïa με μια αυστηρή επιλογή κομματιών από την αρχή της καριέρας του, που αποκάλυψαν στο κοινό κάτι πολύ πέρα από ένα μοναδικό στυλ, ένα σημαντικό έργο, έναν διάλογο με διαχρονικά ρούχα, και έναν χάρτη που δείχνει τις αιώνιες πηγές έμπνευσης στις οποίες ανέτρεχε.
Στη διάρκεια της καριέρας του συνάντησε πολλές σημαντικές προσωπικότητες που θα παρέμεναν πιστοί σε εκείνον για το υπόλοιπο της ζωής του, όπως η αδερφή του Hafida, η διά βίου φίλη του Latifa, και η Leïla Menchari, με την οποία συναντήθηκαν στην Τυνησία, σπούδασαν τέχνη και μετακόμισαν στο Παρίσι. Και οι δύο δούλεψαν για ένα διάστημα στον Guy Laroche, η Leïla ως μοντέλο και ο Alaïa στα εργαστήρια. Η Leïla επρόκειτο να γίνει η βασίλισσα των χρωμάτων και των συνδυασμών, αναδεικνύοντας τη βιτρίνα σε μορφή τέχνης.
Για την Γκρέτα Γκάρμπο έφτιαξε υπερμεγέθη ανδρικά παλτό με τα οποία μπορούσε να τυλιχτεί στην ανωνυμία που επιζητούσε. Μια μέρα, μπήκε στο στούντιο του ινκόγκνιτο και ο Alaïa σχεδίασε για εκείνη παντελόνια και ανδρικά ρούχα που επρόκειτο να ασκήσουν διαρκή επιρροή στη δουλειά του. Αργότερα, το 2012, όταν τα ρούχα της Γκάρμπο βγήκαν σε δημοπρασία, ο couturier είχε την ευκαιρία να αγοράσει μερικά από τα ρούχα που είχε δημιουργήσει για εκείνη.
Η Arletty, η οποία στην αρχή της καριέρας της εργάστηκε ως μοντέλο για τον Paul Poiret και την Elsa Schiaparelli ήταν μια αφοσιωμένη και άνευ όρων θαυμάστριά του. Τη θαύμαζε στο Hôtel du Nord και στο Les Enfants du Paradis και μερικά από τα κοστούμια της ενέπνευσαν ολόκληρες συλλογές.
Η ποιήτρια και δημοσιογράφος Louise de Vilmorin τον έβαλε στους καλλιτεχνικούς κύκλους και τον καθοδήγησε στους δρόμους της υψηλής κοινωνίας. Εκτός από την πελατεία στη rue de Bellechasse, ο Alaïa πειραματιζόταν συνεχώς, δεν κοιμόταν σχεδόν καθόλου και πάντα δούλευε. Δουλεύοντας με τους μεγάλους γουναράδες, τελειοποίησε την τεχνική του. Μια συλλογή δέρματα που απορρίφθηκε από τον Charles Jourdan ήταν ο σπόρος για να αναπτυχθεί και να ανθίσει στο φαινόμενο Alaïa. Οι πρωτοπόροι του κόσμου της μόδας, και ανάμεσά τους ο Thierry Mugler, τον ενθάρρυναν ακόμα περισσότερο. Ο Mugler ήταν κάτι παραπάνω από φίλος του. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 τον ενθάρρυνε να αναπτύξει το δικό του εκφραστικό στυλ και ήταν ταυτόχρονα υποστηρικτής και αρχιτέκτονας της επιτυχίας του Alaïa. Χάρη στον Mugler, ο Alaïa έφτασε σε ένα νέο επίπεδο φήμης.
Η Bettina, που ήταν το πρώτο μοντέλο με φήμη που ξεπέρασε τα όρια της μόδας στη δεκαετία του 1950, φίλη και μούσα σπουδαίων μόδιστρων όπως ο Jacques Fath και ο Givenchy και αγαπημένο μοντέλο των πιο ταλαντούχων φωτογράφων της εποχής, από τις πιο πιστές του φίλες, με καθοριστική επιρροή πάνω του, του δώρισε για το ίδρυμά του τη συλλογή φωτογραφιών της.
Ο Alaïa φρόντισε ως συλλέκτης και συγκέντρωσε για το ίδρυμά του τη δουλειά του Jacques Heim, ενός couturier των δεκαετιών του 1940 και του 1950, μιας άδικα παραμελημένης φιγούρας στην ιστορία της μόδας που υπήρξε πρόεδρος του Chambre Syndicale de la Haute Couture, υποστήριξε γυναίκες καλλιτέχνιδες και έκανε πολλά κοστούμια για ταινίες.
Ο Alaïa ξεχώριζε για τη δεξιοτεχνία του στη ραφή, που ήταν αγαπημένη στην πιστή του πελατεία, και το όνομά του κυκλοφόρησε σε οίκους μόδας, οι οποίοι κατά καιρούς τον καλούσαν να βοηθήσει στη λεπτή άσκηση του σχεδιασμού φορεμάτων. Μια μέρα, ο οίκος μόδας Yves Saint Laurent του ζήτησε να σχεδιάσει κομμάτια για τη διάσημη συλλογή Μοντριάν.
Ο Alaïa ήταν ο μεγαλύτερος ιδιωτικός συλλέκτης αρχείων μόδας. Από τις εκατοντάδες δημιουργίες που συγκέντρωσε, τα σχέδια της Elsa Schiaparelli ξεχωρίζουν για τη μοναδική τους ποιότητα. Ο Alaïa λάτρευε την υπερβολή των σχεδίων της, αλλά αναγνώρισε επίσης την τεχνική της μαεστρία και το ελεύθερο πνεύμα της. Τη γνώρισε ως νεαρός άνδρας και συχνά αναφερόταν στην προσκόλλησή του στη σουρεαλιστική ραπτική της δεκαετίας του 1930 και μέσα στο δικό του έργο.
Κάτω από τη μεγάλη γυάλινη οροφή, στην καρδιά του ιδρύματός του, εκεί όπου ήλπιζε ότι οι εκθέσεις θα έφεραν κοντά όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους από όλα τα κοινωνικά στρώματα, ο Alaïa ξαναζεί μέσα από φορέματα και σπάνιες ιστορίες, δημιουργίες εμπνευσμένες από τα αιώνια θέματά του και κομμάτια από τις συλλογές του, και μας θυμίζει το μεγάλο και μοναδικό του ταλέντο και την ανάπτυξη της τέχνης του.