Τι είναι το Hip Hop χωρίς τα ρούχα του;
Δεκαετίες πριν την μάλλον κακόγουστη εμμονή του Kayne West (αλλά και των περισσότερων ράπερ) στο στυλ και στο bigger than life "κατάλληλο" outfit, ο Dapper Dan -κατά κόσμον Daniel Day- ξεκίνησε να γράφει την ιστορία της μόδας του hip hop όπως την ξέρουμε σήμερα, στην μικρή του μπουτίκ στην 125street, στο Harlem – φυσικά.
Χωρίς ίχνος υπερβολής, ο Dapper Dan ήταν o άνθρωπος που ξεκίνησε όλη αυτή την τρέλα της λογοτυπο-λαγνείας πανάκριβων fashion brands στον χώρο του hip hop, και μάλιστα – όπως θα δούμε παρακάτω- το κατάφερε εν αγνοία των πρωτοκλασάτων αυτών οίκων μόδας!
Κι αν ρωτάτε εμένα, θεωρώ πως παρά το παράτυπο του όλου θέματος, η ενδυματολογική αυτή πλαστογραφία δεν λειτούργησε τελικά εις βάρος τους.
Logo τυπωμένα εκατοντάδες φορές πάνω σε ένα garment, εξωφρενικά σχέδια πανωφοριών, γούνες, αλυσίδες, πολυτελείς φόρμες, tracksuits, γυαλιστερά κολάν, υπερβολή, κιτς, "αρχοντιά": Η ανατομία του πρώιμου ενδυματολογικού κώδικα του Hip Hop χρίζει αισθητικής και κοινωνικής ανάλυσης ...ακαδημαϊκού επιπέδου.
Ας πάρουμε τα πράγματα από τη αρχή.
Ο Daniel Day ξεκίνησε την εφηβική και μετεφηβική του "καριέρα" στους δρόμους του Harlem ως άλλος ένας μικροαπατεώνας (hustler), "ιδιότητα" που ήταν η μοναδική πάνω κάτω επιλογή που είχε κάποιος στην ηλικία του εκείνα τα χρόνια.
Έζησε από (πολύ) κοντά και την πρωτοφανή έκρηξη του κρακ που είχε ήδη ξεκινήσει στην περιοχή από τα μέσα των 60s, και κάποια στιγμή ήταν αρκετά τυχερός ώστε να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο ταξίδι πίσω στην πατρίδα των γονιών του, στην Αφρική. Ταξίδι που έμελλε να του αλλάξει ολόκληρη τη ζωή.
Γυρνώντας από την Αφρική ο Day αποφάσισε ότι "κάτι έπρεπε να κάνει με τη ζωή του, μακριά από τους δρόμους". Κι έτσι αποφάσισε να αναλάβει την... ενδυματολογική επιμέλεια όσων βρίσκονταν ακόμα σ' αυτούς, ανοίγοντας τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '80 την μπουτίκ "Dapper Dan".
Το μέρος που λειτούργησε για δέκα περίπου χρόνια σαν στέκι όλης της γκανστερικής και hip hop κοινότητας της Ανατολικής ακτής.
Ο ίδιος, σε μία σπάνια πρόσφατη συνέντευξή του (την μοναδική εδώ και είκοσι χρόνια) δίνει την δική του εξήγηση για το εξτράβαγκαντ πληθωρικό και πολυτελές στυλ που 'σφράγισε' μία ολόκληρη μουσική κουλτούρα:
Μεγάλωσα με τρύπια παπούτσια. Δεν ήμουν ο μόνος. Εδώ τριγύρω μεγαλώσαμε όλοι με τρύπια παπούτσια. Όλη αυτή η κατάσταση δημιουργεί μία επιθυμία για ρούχα, ίσως και για πολυτέλεια, ακόρεστη.
Ο Daniel κατάλαβε από νωρίς ότι δεν υπήρχε μαγαζί στο Harlem που να δίνει σε όσους είχαν "πιάσει την καλή" αυτό που ζητούσαν. Το χρήμα που έβγαινε από τους δρόμους, και αυτοί που το κουβαλούσαν στις τσέπες τους, δεν ήταν (ακόμα) ευπρόσδεκτοι στις μπουτίκ του Μανχάταν, αλλά -διάολε!- το κύρος των brand αυτών ήταν κάτι που επιθυμούσαν διακαώς.
Έτσι, ο πρωτοπόρος έμπορος απευθύνθηκε στους μεγάλους οίκους για να αγοράσει εμπόρευμα. Όμως φευ! Κανένα πρωτοκλασάτο όνομα δεν του πουλούσε, και ο ίδιος πιστεύει ακόμα ότι δεν τον εμπιστεύονταν επειδή ήταν μαύρος. Από την άλλη, πιθανόν τα brands να μην ενδιαφέρονταν να ρίξουν το επίπεδο του ονόματός τους, στέλνοντας εμπορεύματα στο υποβαθμισμένο Harlem.
Εμπορεύματα που απευθύνονταν ανέκαθεν στην προνομιούχο λευκή white collar τάξη. Το μοναδικό χρώμα για το οποίο ανησυχούσαν ήταν μάλλον το χρώμα του χρήματος.
Μετά την απόρριψη η πλαστογραφία έμοιαζε μονόδρομος.Ο Dapper Dan "είχε τάξει" logo μεγάλων εταιρειών, και αυτά θα έφερνε!
"Ψάξαμε πολύ, χίλιες δυο τεχνικές, για να μπορέσουμε να τυπώσουμε μελάνι πάνω σε δέρμα, χωρίς αυτό να ξεφτίζει – ακριβώς όπως έκαναν στου Louis Vuitton. Τα καταφέραμε. Κοίταξε αυτό εδώ το σακάκι. Είναι τριάντα ετών και δεν έχει ξεθωριάσει ούτε γράμμα", συνεχίζει στην ίδια συνέντευξη.
Γρήγορα ο Dapper Dan εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο επαναστατικούς ράφτες ολόκληρης της Αμερικής:
Προσέξτε, δεν έραβε απλές απομιμήσεις των ρούχων Fendi, Gucci, κτλ.. "Δανείζονταν" απλά το λογότυπο τους, το οποίο χρησιμοποιούσε έπειτα σε ρούχα ΕΝΤΕΛΩΣ διαφορετικού σχεδιασμού.
Ρούχα αλλόκοτα όσο και μοναδικά. Ρούχα που κανένας από τους προαναφερθέντες οίκους δεν θα λάνσαρε ποτέ.
Ήταν το απόλυτο ενδυματολογικό inception, μιας που και οι δημιουργίες του Daniel ήταν όλες φτιαγμένες στο χέρι, με άριστες πρώτες ύλες, και κόστιζαν στους περήφανους ιδιοκτήτες τους αρκετές χιλιάδες δολάρια η μία. Επρόκειτο κυριολεκτικά για χειροποίητα αριστουργήματα που χτυπούν σήμερα αστρονομικά ποσά σε δημοπρασίες κεκλεισμένων των θυρών.
Οι ράπερς ήθελαν όλοι να ντύνονται όπως οι γκάνγκστερ. Αράζανε έξω από το μαγαζί, και όταν εκείνοι έφευγαν έμπαιναν μέσα και με ρωτούσαν 'Τι αγόρασε ο τάδε; Αυτό θέλω κι εγώ'.
Κάποια στιγμή ερχόταν τόσοι πολλοί γκάνγκστερ στην μπουτίκ, που undercover ομοσπονδιακοί πάρκαραν απ' έξω σε μόνιμη βάση. Μετά από καμιά δεκαριά μέρες παρακολούθησης πήγα μόνος μου στο αυτοκίνητο και τους είπα, "Κοιτάξτε παιδιά, όλοι ξέρουν ότι είστε εδώ, δεν κοροϊδεύετε κανέναν" . Δεν ξαναφάνηκαν."
Κάποια στιγμή, όπως ήταν αναμενόμενο, η πελατεία του Daniel έγινε πιο mainstream. Γρήγορα έγινε κάτι σαν ο προσωπικός ράφτης μεγάλων ονομάτων της μουσικής όπως οι Rakim, Big Daddy Kane, Salt n Pepa, LL Cool J, Run DMC, Bobby Brown, Fat Boys, και Public Enemy, αλλά και θρύλων του μποξ όπως ο Myke Tyson.
Όλοι έπρεπε να ραφτούν "στου Dan", και οι εταιρείες παραγωγής έφτασαν να κόβουν ένα Dapper Dan κονδύλι για κάθε βίντεο κλιπ που γυριζόταν εκείνη την εποχή. Κάθε νέα δημιουργία έπρεπε να ξεπερνάει σε εντυπώσεις την προηγούμενη – εκείνη του ανταγωνιστή ράπερ.
Άλλο ένα στοιχείο που ενισχύει τον μύθο του ράφτη του Harlem είναι το γεγονός πως το μαγαζί ήταν 24ωρο.
Ακριβώς! Ανοιχτό όλη μέρα και όλη νύχτα, όλες τις ημέρες της εβδομάδας. Οι πελάτες περνούσαν στην μπουτίκ ώρες ατελείωτες λέγοντας αστεία και ιστορίες (που πολύ θα θέλαμε να έχουμε ακούσει και εμείς), και οι περισσότεροι έκαναν τα ψώνια τους τις πρώτες πρωινές ώρες. Κάτι σαν μπαρ δηλαδή.
Μία τέτοια μεταμεσονύχτια συνάντηση που πήγε πολύ στραβά, αποτέλεσε και την αρχή του τέλους για τον Dapper Dan.
Ένα πρωινό του 1988, στις 5 τα χαράματα για την ακρίβεια, ο Mike Tyson συναντήθηκε στην είσοδο του Dapper Dan με τον αντίπαλο μποξέρ Mitch Green. Αφού λογομάχησαν έντονα, ο πάντα οξύθυμος Tyson χτύπησε σοβαρά τον Green, μαυρίζοντας του το μάτι.
Το σκηνικό πήρε τεράστιες διαστάσεις στον τύπο της εποχής, και έστρεψε το βλέμμα των μεγάλων οίκων στην μπουτίκ της 125 street.
Ακολούθησαν μηνύσεις από τον οίκο Fendi, την MCM, την Louis Vuitton, και πολλούς άλλους, και σιγά σιγά ο ράφτης -μπλεγμένος σε μια τεράστια δικαστική δίνη, αποχώρησε από την ενεργό δράση, και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του '90 δημιουργώντας underground.
Πριν μερικά χρόνια ο Dapper Dan άρχισε να παίρνει την αναγνώριση που του άξιζε, δεχόμενος προτάσεις για συνεργασία από την New Balance, την Nike, και άλλες εταιρείες, ενώ φαίνεται ότι βρήκε και τον δρόμο της τεχνολογίας, ψηφιοποιώντας – ευτυχώς για εμάς- αργά αλλά σταθερά το φανταστικό του αρχείο.
Παρακολουθήστε και την πιο πρόσφατη συνένετυξη του θρυλικού ράφτη
σχόλια