Η Ήβη ήταν η θεά της νεότητας και της ζωντάνιας, της ορμής και της ομορφιάς και η κύρια ασχολία της ήταν να τροφοδοτεί τους υπόλοιπους θεούς με νέκταρ και αμβροσία για να παραμένουν νέοι και εύρωστοι.
Η γνώση αυτή και μόνο με κάνει να αγαπώ ιδιαίτερα το μικρό στενό της Ήβης στου Ψυρρή, που είναι αρκετά πολύβουο και πολύχρωμο. Στο Νο15, μάλιστα, υπάρχει το Κουδουνάκι με τα κορίτσια του, τις δίδυμες αδερφές Γωγώ και Σία, που κάνουν θαύματα στην κουζίνα και σερβίρουν πιάτα όλο γεύση, χρώμα και άρωμα.
Το Κουδουνάκι δεν το γνωρίζω από παλιά, αν και βρίσκεται στην ίδια θέση κοντά στα τριάντα πέντε χρόνια. Η ανακάλυψή μου είναι αρκετά πρόσφατη, δεν ξεπερνά τα δύο χρόνια. Θυμάμαι την πρώτη φορά που έφτασα στο μαγαζί και την ευχάριστη εντύπωση που μου έκαναν οι δύο δυναμικές και εξαιρετικά θεατρικές κυρίες, που τη μια στιγμή τις έπιανε το μάτι μου να βρίσκονται στην κουζίνα και την άλλη τις εντόπιζε σε κάποιο από τα τραπέζια, είτε για να σερβίρουν είτε για να σιγουρευτούν πως όλοι τρώνε ευχαριστημένοι και δεν τους λείπει τίποτα.
Από τότε ξαναγύρισα πολλές φορές στα τραπεζάκια που είναι στημένα τακτικά στο πεζοδρόμιο του στενού, απολαμβάνοντας τις περιποιήσεις τους. Και παρόλο που είναι Αθηναίες και μεγαλωμένες στου Ψυρρή, όταν τις βλέπω πάντα σκέφτομαι ότι μου θυμίζουν Γαλλίδες μαγείρισσες σε εξοχικές περιοχές και παλιές επαύλεις.
Κάνουν αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά και που αγαπούν, κι αυτό τους φτάνει. Η αλήθεια είναι, όμως, πως στο Κουδουνάκι κάθε συνταγή έχει να σου πει κάτι και κάθε πιάτο έχει το ενδιαφέρον του.
Η Γωγώ και η Σία ξεκίνησαν να μαγειρεύουν τυχαία. Μέχρι να παντρευτούν, μάλιστα, δεν ξέρανε να βράζουν ούτε αυγό, όπως λένε χαρακτηριστικά. Η μητέρα τους, βλέπεις, ήταν αρχηγός στην κουζίνα και δεν τους άφηνε περιθώρια πρωτοβουλίας.
Έτσι, τα κορίτσια προτιμούσαν τις βόλτες στην παλιά Αθήνα. Έτρεχαν παντού με τα ξύλινα πατίνια τους, μια και δεν υπήρχαν τότε ποδήλατα για όλους, έπαιζαν στις γειτονιές που ήταν άδειες από αυτοκίνητα και επισκεπτόντουσαν τακτικά τη μεγάλη, παιδική πισίνα της Κουμουνδούρου που είχε φτιαχτεί τα χρόνια του Μεσοπολέμου και γέμιζε καθημερινά με θαλασσινό νερό που μετέφεραν τα βυτία του δήμου.
Με τους γάμους τους και τις πιο τακτικές επισκέψεις στην κουζίνα άρχισαν να καταλαβαίνουν πως έχουν μια ιδιαίτερη αγάπη για τη μαγειρική. Τα τηγάνια και οι κατσαρόλες έπαψαν να αποτελούν άγνωστες λέξεις και οι πειραματισμοί τους οδηγούσαν πάντα σε ενδιαφέροντα αποτελέσματα.
Τα πρώτα χρόνια το μαγαζί που άνοιξαν δεν είχε όνομα, πρόσφερε δυο-τρία μαγειρευτά φαγητά και το κοινό του ήταν κατά κύριο λόγο όσοι δούλευαν στις γύρω βιοτεχνίες, αφού η περιοχή ήταν γεμάτη από αυτές και όλοι έψαχναν καλό, σπιτικό φαγητό. Τότε, φυσικά, κανείς δεν φανταζόταν πως του Ψυρρή θα γινόταν ένα από τα πιο πολυσύχναστα σημεία διασκέδασης.
Κάποια στιγμή οι βιοτεχνίες άρχισαν να κλείνουν η μία μετά την άλλη και τα κορίτσια αποφάσισαν να αλλάξουν το ύφος του μαγαζιού, να δημιουργήσουν μεγαλύτερο μενού και να αποκτήσουν διαφορετικό πελατολόγιο. Όνομα για το μαγαζί δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν, αφού ένας αρχοντόγατος που κυκλοφορούσε στα μέρη φορώντας ένα κουδουνάκι έγινε σήμα κατατεθέν και σημείο αναφοράς για το στέκι.
Τι είναι, όμως, το Κουδουνάκι; Σίγουρα κάτι που είναι δύσκολο να κατατάξουμε κάπου και να του κρεμάσουμε μια ταμπέλα. Δεν θα μπορούσα να πω ότι είναι μεζεδοπωλείο αλλά ούτε και ταβέρνα. Θα το χαρακτήριζα πιο εύκολα ως ένα προσιτό και με ανάλαφρο ύφος εστιατόριο που, χωρίς να το ξέρει, ασχολείται με αυτό που πολλοί αποκαλούν δημιουργική ελληνική κουζίνα. Και το λέω αυτό γιατί τα κορίτσια, μέσα στην απλότητά τους, την καθημερινή, φρενήρη ζωή τους, τα προβλήματα και τα άγχη τους δεν έχουν πραγματική εικόνα του πόσο σημαντική είναι η μαγειρική τους. Κάνουν αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά και που αγαπούν, κι αυτό τους φτάνει.
Η αλήθεια είναι, όμως, πως στο Κουδουνάκι κάθε συνταγή έχει να σου πει κάτι και κάθε πιάτο έχει το ενδιαφέρον του.
Για παράδειγμα, υπάρχουν πιάτα που θα τα αγαπήσεις για το σωστό και μελετημένο καρύκευμά τους. Τα αγαπημένα μου είναι τα σουτζουκάκια και το κοκκινιστό μοσχάρι. Μαγειρεμένα με ανατολίτικη προσέγγιση, δεν λυπούνται το κύμινο, το μπαχάρι, το γαρίφαλο, την κανέλα και τη φρέσκια ντομάτα. Σιγομαγειρεμένα και κανακεμένα, όπως πρέπει, λιώνουν στο στόμα και δεν τα χορταίνεις. Τα σουτζουκάκια προτιμώ να τα συνοδεύω με ρύζι άγριο και το κοκκινιστό με τον πουρέ πατάτας και λαχανικών, που είναι κι αυτός εξαιρετικός.
Από σαλάτες, διάσημη είναι η Τρελοσαλάτα, που περιέχει πατάτες βραστές, μαυρομάτικα, αγγούρι, ντομάτα μαρούλι, χαρουπόμελο, πλιγούρι, σουσάμι και λιναρόσπορο και θα την πάρεις σίγουρα, αν είσαι με μεγάλη παρέα και θέλεις κάτι έξτρα, χορταστικό και πλούσιο. Πολύ καλή επιλογή, όμως, είναι και τα Χόρτα Ταρτάρικα με καταγωγή από τη Θάσο, που μαγειρεύονται με πράσο, καυκαλίθρα, μαρούλι, πατάτα και μαϊντανό, αλλά και η πατατοσαλάτα με μπόλικο άνηθο, κάππαρη, μαϊντανό και κρεμμυδάκι.
Για τους vegan προτείνω ανεπιφύλακτα τη φακή με τη φάβα που είναι μαγειρεμένες με κόλιανδρο, σκορδάκι και λεμόνι και έχουν τέλεια υφή και γεύση. Και οι επιλογές καλά κρατούν, δεν φτάνουν για μία μόνο επίσκεψη. Για την ακρίβεια, μπορείς να πας πολλές φορές στο Κουδουνάκι και κάθε φορά να δοκιμάζεις και κάτι νέο.
Ένα από τα πιάτα που δεν πρέπει να χάσεις είναι τα αποξηραμένα γεμιστά σύκα με μοσχαρίσιο κιμά, κόλιανδρο, γαρίφαλο, σταφίδες, ελάχιστη ντομάτα και μήλα. Τα κορίτσια εμπνεύστηκαν τη συνταγή από μια ανάλογη με αποξηραμένα δαμάσκηνα, ισραηλινής καταγωγής, που είχαν δοκιμάσει κάποτε. Τους πήρε έξι μήνες να την τελειοποιήσουν και το αποτέλεσμα πραγματικά τις δικαιώνει, αφού κάθε μπουκιά σύκου, κιμά και μήλου είναι μια μικρή αποκάλυψη.
Για κρασοκατανύξεις θα ζητήσεις την τηγανιά με τις χοιρινές μπουκιές, τα μανιτάρια, τη μουστάρδα και την πιπεριά Φλωρίνης, τα πικάντικα κεφτεδάκια, το σπετζοφάι με τα διάφορα λουκάνικα, το σκόρδο και την πιπεριά και το φανταστικό τηγανητό συκώτι. Αν δεν είσαι για πολλά-πολλά, θα ευχαριστηθείς τα μπιφτεκάκια, απλά ή με σος από μουστάρδα.
Σε κάθε περίπτωση, μην ξεχάσεις να βάλεις στο κέντρο του τραπεζιού έναν καγιανά ή μια μερίδα σπανάκι με αυγά. Θα με θυμηθείς.
Αν, πάλι, είσαι των ψαρικών και είσαι μερακλής, δεν πρέπει να αντισταθείς στον γαύρο σαγανάκι που είναι μπλεγμένος με καρότο, πιπεριά, ντομάτα και μαϊντανό. Εκτός του ότι είναι ένα πανέμορφο πιάτο, είναι και πολύ νόστιμο. Εξαιρετικό και το καλαμάρι με το πλιγούρι, ο μπακαλιάρος σκορδαλιά, ένα αθηναϊκό πιάτο με μεγάλη ιστορία, αλλά και η ψητή σαρδέλα, που είναι άλλωστε και ο καλύτερος ουζομεζές για το καλοκαίρι και όχι μόνο.
Για το τέλος άφησα τους λαχανοντολμάδες, που είτε είναι μαγειρεμένοι με κιμά είτε με λαχανικά, κουσκούς και σταφίδες, αν τους πετύχεις, δεν πρέπει να τους αφήσεις. Η Γωγώ, που τους μαγειρεύει, είναι μετρ του είδους και είναι πραγματικό γλύκισμα. Αυτή την εποχή, πάλι, επιδίδεται στους ντολμάδες με αμπελόφυλλα, που είναι το ίδιο λαχταριστοί.
Όπως καταλαβαίνεις, το μόνο σίγουρο είναι ότι στο Κουδουνάκι θα φας καλά και θα θέλεις να ξαναπάς. Αν, μάλιστα, τύχει να ανταλλάξεις λίγες κουβέντες με τα κορίτσια, θα θέλεις να ξαναπάς για να τις δεις και πάλι. Λίγο που είναι γλυκομίλητες, λίγο που νιώθουν μαμάδες όλων και νοιάζονται αληθινά, δεν είναι δύσκολο να σε κερδίσουν και να θέλεις να περνάς έστω και για να τους πεις ένα γεια.
Το Κουδουνάκι, Ήβης 15, Αθήνα, 210 3236909