Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!»

Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!» Facebook Twitter
Δεν θέλω να με θυμάται ο κόσμος μόνο σαν καλό μάγειρα, αλλά σαν κάποιον που δεν γύρισε την πλάτη, όταν ο άλλος είχε ανάγκη. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Καταλαβαίνω ότι έφτασε, πριν ακόμη τον δω, γιατί βλέπω τα παιδιά που σερβίρουν καφέ στην μπάρα, να χαμογελάνε. Μπαίνει στο «Σχεδία Home» φουριόζος, αλλά ευδιάθετος, ακριβώς όπως τον έχουμε στο μυαλό μας από την τηλεόραση. Λευτέρης Λαζάρου, 58 χρόνια μάγειρας, Βαρούλκο, διακρίσεις, αστέρι Michelin, τηλεόραση, συνεργασίες, αλλά η πατρική αύρα να σκεπάζει τα υπόλοιπα.

Όταν αποφάσισε να εμπλακεί ενεργά στο project του «Σχεδία Home» όλοι ήξεραν ότι το κάνει ολόψυχα, λίγοι φαντάστηκαν πόσο μακριά είχε σκοπό να φτάσει για να το στηρίξει. Αυτές τις μέρες ξεκινάει μια καμπάνια σε συνεργασία με την «Άλτις», προσπαθώντας να πείσει τους πάντες να στηρίξουν τη φιλοσοφία και τον στόχο του «Σχεδία Home» που υποστηρίζεται με την αγορά του νέου κωδικού «Άλτις Εξαιρετικό Παρθένο ΠΟΠ Καλαμάτας των 4 λίτρων*».

Στο LIFO.gr ο Λευτέρης Λαζάρου μίλησε και γι' αυτό, αλλά και για πολλά άλλα, που στις παράξενες, δύσκολες μέρες που ζούμε αφορούν μία ενοχλητική αντίφαση: από τη μία τη βιομηχανία πολυτέλειας του φαγητού και από την άλλη τη δυσκολία πρόσβασης κοινωνικών ομάδων σε αυτό.

— Λοιπόν, σχεδόν ένας χρόνος «Σχεδία Home» τι σας άφησε;

Είμαι παθιασμένος και γοητευμένος μ' αυτό που συμβαίνει εδώ. Λειτουργούμε περίπου τόσο, και σίγουρα δεν θα πω ότι είμαστε το καλύτερο μπιστρουδάκι, έχουμε δρόμο ακόμη, όμως, εκείνο που σίγουρα μπορώ να πω είναι ότι έχουμε ψυχή.

Εγώ πήρα αγάπη και αναγνώριση από τον κόσμο μέσω της μαγειρικής μου. Τώρα αυτή την αγάπη κάπου πρέπει να την επιστρέψω, να τη διοχετεύσω, γιατί με πλημμυρίζει.

— Μου λύνετε λίγο μια απορία για το ντεκόρ με τα σπιτάκια - πορτατίφ που είναι κρεμασμένα στην είσοδο του εστιατορίου; Θέλω να πω, είναι πολλά, για να είναι διακοσμητικά...

Χαίρομαι που το είδατε! Τα σπιτάκια συμβολίζουν όσους έφυγαν από εδώ, κερδίζοντας κάποια χρήματα με τα οποία ξεκίνησαν το δικό τους σπίτι. Κάθε φορά που φεύγει από εδώ ένας άνεργος, ένας άστεγος, έχοντας στην τσέπη του λίγα χρήματα και στο μυαλό και την καρδιά του εδραιωμένη την ιδέα ότι μπορεί να κερδίσει τη ζωή του, ό,τι κι αν συμβεί, βάζουμε το «σπίτι» του στο ταβάνι. Και όταν αυτό το ταβάνι το βλέπεις σιγά-σιγά να γεμίζει σπιτάκια, ενθουσιάζεσαι.

— Γενικώς, ο χώρος μοιάζει χειροποίητος.

Γενικώς, εδώ τίποτα δεν πάει χαμένο. Φτιάχνονται πράγματα από τα έντυπα της «Σχεδίας» που περισσεύουν. Αυτά τα έντυπα δεν ξαναγίνονται πολτός, αλλά μετατρέπονται σε χρηστικά αντικείμενα. Από το πεπιεσμένο χαρτί που προκύπτει βλέπετε πολλά από αυτά που υπάρχουν στον χώρο και πολλά από τα είδη δώρων στις προθήκες. Είναι μια θέση για τους ανέργους που δημιουργούν τα δώρα της «Σχεδίας» και ο κόσμος τα τιμά, δείχνοντας την εκτίμηση και την αγάπη του γι' αυτό που συμβαίνει εδώ. Με μία πολύ μικρή κίνηση εξασφαλίζεται μία θέση εργασίας, ένα εισόδημα, η αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου.

Θα μου επιτρέψετε να ευχαριστήσω και τον κ. Μπακογιάννη που μας επέτρεψε να βγάλουμε δύο τραπέζια έξω, ξέρω ότι πρέπει να κάνω μια επαφή μαζί του, αλλά ήθελα να γνωρίζει ότι δίνοντας λίγο χώρο –για άλλα δύο τραπέζια, μιλάμε– κρατά μια θέση εργασίας στη «Σχεδία» που κάποιος την έχει ανάγκη. Ας το σκεφτεί, πολύ θα το 'θελα! Επίσης, τα πάντα εδώ είναι φτιαγμένα για να είναι λειτουργικά. Αν προσέξετε, θα δείτε ότι κάποια τραπέζια είναι ανυψωμένα για να μπορεί να χωράει αναπηρικό αμαξίδιο. Σε άλλο σημείο ο πάγκος είναι χαμηλωμένος, για τον ίδιο λόγο, για να δει ο υπάλληλος τον άνθρωπο στο αμαξίδιο και να μπορέσει να εξυπηρετηθεί όπως όλοι οι άλλοι πελάτες.

Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!» Facebook Twitter
Είναι αχαρτογράφητο αυτό που ζούμε. Και τον χειμώνα θα δυσκολέψει κι άλλο. Μας λείπει η συναναστροφή. Δεν είμαστε ένας βόρειος λαός που μπορούμε να κρατήσουμε αποστάσεις. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Εξηγήστε μου κάτι: γιατί κάποιος σαν τον Λαζάρου να εμπλακεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα, πέρα από την πώληση της «Σχεδίας» στους δρόμους. Εδώ μιλάμε για σχεδόν fulltime δεύτερη δουλειά, που απαιτεί συγκέντρωση, χρόνο και ενέργεια...

Κατ΄αρχάς θέλω να σας πω ότι ο Λαζάρου είναι άνθρωπος που προέρχεται από μια εργατική οικογένεια, που στα 16 του ξεκίνησε μόνος του, που ό,τι έφτιαξε το δημιούργησε μόνος του, που τελείωσε νυχτερινό σχολείο για να μπορέσει να εργαστεί. Είμαι τρεις γενιές Πειραιώτης, γεννήθηκα σε μια γειτονιά του Πειραιά που όσοι ήταν ενεργοί και μάχιμοι, εκτός από το δικό τους σπίτι, ζούσαν και τις οικογένειες των ανθρώπων που βρίσκονταν στην εξορία. Πάντα ήξερα ποιος είναι ο γείτονας μου. Εκεί που μεγάλωσα δεν υπήρχε η «κυρία Σοφία» και ο «κύριος Μάρκος», υπήρχε η «θεία Σοφία» και ο «θείος Μάρκος». Οι πόρτες ήταν ανοιχτές, δεν υπήρχαν κλειδιά. Όλη αυτή η ανθρωπιά σημαδεύει τη ζωή σου.

Στη «Σχεδία» δεν ήρθα για να πάρω, λοιπόν, αλλά για να δώσω. Δεν θέλω να με θυμάται ο κόσμος μόνο σαν καλό μάγειρα, αλλά σαν κάποιον που δεν γύρισε την πλάτη, όταν ο άλλος είχε ανάγκη. Να το πω διαφορετικά: εγώ πήρα αγάπη και αναγνώριση από τον κόσμο μέσω της μαγειρικής μου. Τώρα αυτή την αγάπη κάπου πρέπει να την επιστρέψω, να τη διοχετεύσω, γιατί με πλημμυρίζει. Όταν είχα έρθει εδώ για να δείξω κάποια πράγματα σ' αυτούς τους ανθρώπους και έβλεπα τα χέρια τους να τρέμουν από την ταραχή, ότι ο Λαζάρου τους μαθαίνει πώς να κόβουν τη ντομάτα, πώς να καθαρίζουν το σκόρδο, ήθελα να τους πω να μη φοβούνται και να αφήσουν ελεύθερο τον εαυτό τους να μάθει. Δεν τρέχει και τίποτα που είναι ο Λαζάρου δίπλα σου, η τηλεόραση τα μεγεθύνει όλα, ένας άνθρωπος είναι κι αυτός και κάτι σου δείχνει. Δες το, κάντο χωρίς φόβο και πάρε ό,τι μπορείς να κρατήσεις για 'σένα.

Κι ύστερα... στόχος μας είναι από εδώ οι άνθρωποι να συγκεντρώνουν ένα κεφάλαιο που να μπορούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Άνθρωποι που βρέθηκαν στο περιθώριο με τις οικονομικές δυσκολίες της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και με την κρίση που περνάμε τώρα, πάνω που είπαμε ότι πάμε να βγάλουμε το κεφάλι μας από το νερό. Κάποιος που έχει μια... υγεία στην τσέπη του και στην οικονομία της οικογένειάς του, κάπως θα τα βγάλει πέρα. Κάποιος που ήδη ζούσε με δυσχέρεια, με πόνο και δυστυχία δεν έχει πολλές ελπίδες.

Η «Σχεδία» δεν είναι δεκανίκι. Αφήνει αυτούς τους ανθρώπους να κερδίσουν ξανά το στήριγμά τους στη ζωή. Εμείς εδώ δεν απευθυνόμαστε σε «επαγγελματίες ανέργους», αλλά σε αξιοπρεπείς ανθρώπους που τους τα έφερε δύσκολα η ζωή, που τους βρήκαν αναποδιές, όπως μας βρήκαν όλους. Κάποιοι αντέξαμε, κάποιοι δεν περάσαμε καλά, κάποιοι περάσαμε χειρότερα. Είναι λεπτές οι γραμμές και τα όρια.

Σ' αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, λέμε «έλα εδώ να συγκεντρώσεις ένα μικρό κεφάλαιο, είτε πουλώντας το έντυπο είτε έλα να εργαστείς εδώ, να εκπαιδευτείς από την ομάδα του Βαρούλκου και βγες αύριο μεθαύριο να κυνηγήσεις τη ζωή σου». Εμείς εδώ δεν θέλουμε αιώνιους εργαζόμενους. Θέλουμε ανθρώπους να εκπαιδεύονται, να πατάνε στα πόδια τους και μετά από λίγο να ανοίγουν τα φτερά τους. Να έρχονται οι επόμενοι. Λειτουργούμε λίγο σαν σχολείο, δεν λειτουργούμε σαν συμβατικό εστιατόριο που εκπαιδεύει 4 ανθρώπους και θα πορευθεί μαζί τους για τα επόμενα 10 χρόνια. Και ταλέντα βγαίνουν από εδώ, γιατί η μαγειρική σε επιλέγει, δεν την επιλέγεις εσύ.

Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!» Facebook Twitter
Τα σπιτάκια συμβολίζουν όσους έφυγαν από εδώ, κερδίζοντας κάποια χρήματα με τα οποία ξεκίνησαν το δικό τους σπίτι.
Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!» Facebook Twitter
Με μία πολύ μικρή κίνηση εξασφαλίζεται μία θέση εργασίας, ένα εισόδημα, η αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου.

— Εδώ και χρόνια έχει ξεκινήσει μια αντιφατική κουβέντα παγκοσμίως για το φαγητό: από τη μία, σεφ απ' όλον τον κόσμο κρούουν των κώδωνα του κινδύνου για τα αποθέματα φαγητού και από την άλλη, όλο και περισσότερο διαφημίζονται τα αγνά υλικά, η πρόσβαση στα οποία, ωστόσο, απαιτεί και συγκεκριμένη οικονομική άνεση. Τι δεν «βλέπουμε» σε όλη αυτή την αντίφαση κατά την άποψή σας και που μπορούν να συναντηθούν αυτά τα δύο άκρα με ευνοϊκά αποτελέσματα για κατηγορίες του πληθυσμού που υποσιτίζονται;

Και εδώ υπάρχει μία τέτοια «τράπεζα», ώστε να μην πετιέται τίποτα. Και απ' όλη μου την εμπειρία στην εστίαση, ειδικά όταν παράγεις àlaminute γεύματα, πρέπει να φροντίζεις ώστε να μην περισσεύει τίποτα. Ειδικά σ' ένα εγχείρημα σαν τη «Σχεδία», όπου το λειτουργικό κόστος είναι ο οδηγός της βιωσιμότητάς σου. Εδώ οι άνθρωποι εκπαιδεύονται σ' αυτού του είδους την προσοχή, ότι δεν πρέπει να πετάμε –άρα πρέπει να υπάρχει ολόσωστος σχεδιασμός– και ότι αν μέσα στην ημέρα περισσέψει κάτι, πρέπει να δοθεί σε κάποιον που το έχει ανάγκη την ίδια κιόλας μέρα. Αν φτιάχνουμε 10 σάντουιτς το πρωί και πουλήσουμε τα 8, μέχρι το μεσημέρι τα δύο θα δοθούν σε κάποιον περαστικό που τα έχει ανάγκη.

Αλλά ας το πω, όπως είναι: εμείς, ποτέ δεν δώσαμε ό,τι μας περίσσευε. Φτιάχναμε φαγητό γι' αυτούς τους ανθρώπους και το διοχετεύαμε αυθημερόν σε δομές που υπήρχε ανάγκη. Σ' αυτήν την περίπτωση δεν μπορώ να μην αναφέρω ότι έβαλε πλάτη η Εκκλησία. Στις περιοχές του Κεραμεικού, του Ψυρρή και οι γειτονιές στον Πειραιά, στον Προφήτη Ηλία, στα Καμίνια. Άρα φτιάχναμε φαγητό και περίσσευμα φροντίζαμε να μην υπάρχει. Είναι κάτι άλλο αυτό.

Έχουν γίνει μια-δυο σοβαρές προσπάθειες σε ό,τι έχει να κάνει με τη διαχείριση του περισσεύματος, αλλά εγώ θα προτιμούσα να μη γίνεται, γιατί εγκυμονεί κινδύνους γι' αυτόν που θα το καταναλώσει. Σκεφτείτε ότι στην Ελλάδα έχουμε υψηλές θερμοκρασίες. Άντε και φορτώνω στο βανάκι περισσεύματα σε σκεύη μιας χρήσης. Αν το φορτηγό δεν έχει ψύξη, ρισκάρεις ζωές.

Θα σας πω το εξής: κάποτε προσφέραμε φαγητό σε μια στέγη τοξικοεξαρτημένων. Μας είχαν παραχωρήσει ένα σπίτι στην Κωνσταντινουπόλεως, τους συγκεντρώναμε εκεί και έτρωγαν φαγητό επί τόπου μαγειρεμένο. Ξέρετε γιατί; Αν ένα παιδάκι που είχε τρυπηθεί ή είχε καπνίσει πήγαινε και έβρισκε φαγητό στο ψυγείο, θα το άνοιγε, θα έτρωγε, θα το άφηνε πάνω στο τραπέζι, θα αλλοιωνόταν. Μετά θα πήγαινε από εκεί να φάει κάποιος άλλος χρήστης. Τη συνέχεια τη φαντάζεστε. Οι κίνδυνοι ήταν δύο: ο μολυσματικός που θα έτρωγε από το ίδιο κουτάλι με κάποιον υγιή και η αλλοίωση του φαγητού που μπορεί να δηλητηριάσει τον χρήστη... Άρα, εκείνη τη στιγμή μαγειρεύεις και εκείνη τη στιγμή τον ταΐζεις. Δεν το φυλάς αυτό το φαγητό!

— Η εκστρατεία που ξεκινά υπέρ της «Σχεδίας» με το «Άλτις», πρακτικά έχει την υπογραφή σας.

Ναι, γιατί σε ό,τι αφορά το μενού, έχουμε δώσει τεράστια έμφαση στην ελληνικότητα. Ό,τι καλύτερο προϊόν μπορεί να μας δώσει ο ελληνικός χώρος το έχουμε επιλέξει. Οπότε για 'μένα είναι καμάρι που μία τέτοια εταιρεία, ενός πραγματικά κορυφαίου ελληνικού προϊόντος, ανεβαίνει στη Σχεδία και αποφασίζει να βοηθήσει τόσο ενεργά. Συνηθίζω να λέω ότι μπορώ να μαγειρέψω οτιδήποτε, οπουδήποτε, αλλά όχι χωρίς ελαιόλαδο. Και το να αποφασίζει μια τέτοια εταιρεία να βοηθήσει έτσι, είναι πραγματικά σπουδαίο.

— Αν μπορούσατε να μεταφέρετε λίγη από την εμπειρία σας στους καταναλωτές γι' αυτό που συμβαίνει στο εστιατόριο της Σχεδίας, ποιες εικόνες θα τους δίνατε, προκειμένου να τους κινητοποιήσετε;

Θα τους ζητούσα να κοιτάξουν πίσω τους. Πρέπει να βλέπουμε γύρω μας και πίσω μας. Να μην προσπερνάμε, γιατί υπάρχει πολύς πόνος. Πρέπει να τελειώνουμε με τα στερεότυπα για τη φτώχεια. Όταν τον χειμώνα του 2020 έβλεπες άστεγους στο κέντρο της Αθήνας να κοιμούνται έξω από πολυκαταστήματα και στοές –το 2020!–, σίγουρα κάτι πρέπει να κάνεις κι εσύ γι' αυτό. Απορήσατε ποτέ γιατί αυτοί οι άνθρωποι πάνε και κοιμούνται κάτω από τα φώτα των καταστημάτων, εκεί που τους βλέπουν όλοι; Τους ρώτησα και η απάντηση είναι για την ασφάλειά τους. Προτιμά να κρυώνει και να μην πάει σε μία στοά ή στην είσοδο μιας πολυκατοικίας, παρά να κινδυνεύσει η ζωή και η σωματική του ασφάλεια κάπου πιο ζεστά, αλλά σκοτεινά!

Γι' αυτό σας λέω, πρέπει να κοιτάμε και δίπλα μας και μέσα μας. Περνάς από την Κολοκοτρώνη, 200 μέτρα πιο πάνω, θα βρεις πωλητές της «Σχεδίας». Πάρτην! Είναι τόσο ωραίο έντυπο, έχει τέτοια ύλη, καταξιωμένους δημοσιογράφους με φοβερά ρεπορτάζ. Αγόρασε το και γι' αυτό και γιατί τα μισά από αυτά τα χρήματα θα είναι κεφάλαιο πάνω στο οποίο στηρίζεται ένας άστεγος ή ένας άνεργος.

Λευτέρης Λαζάρου: «Όταν θέλεις να προσφέρεις φαγητό στον συνάνθρωπο, δεν δίνεις το περίσσευμα – μαγειρεύεις επί τόπου!» Facebook Twitter
Σίγουρα δεν θα πω ότι είμαστε το καλύτερο μπιστρουδάκι, έχουμε δρόμο ακόμη, όμως, εκείνο που σίγουρα μπορώ να πω είναι ότι έχουμε ψυχή. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Σας ακούω να μου περιγράφετε όλο αυτό και δεν μπορώ να μην παρατηρήσω τις δύο πραγματικότητες στις οποίες χωρίζεται η ζωή μας αναφορικά με το φαγητό: από τη μία άπειρες εκπομπές φαγητού και την κουλτούρα του finedining να τρυπώνει στην τηλεόραση και τα περιοδικά μαγειρικής με φίνες ορολογίες και δύσκολες τεχνικές κι από την άλλη παιδιά να λιποθυμούν από την πείνα μέσα σε φούρνους, περιμένοντας να αγοράσουν ψωμί. Αισθάνεστε την πρόκληση; Φοβάστε ότι όλη αυτή η αντίφαση μπορεί να εξοργίζει όσους «υποφέρουν» από αυξημένη κοινωνική συνείδηση;

Η απάντηση στην ερώτησή σας έχει δύο σκέλη και μοιραία εκπροσωπώ και τα δύο. Αρέσει ή όχι, είμαι ένας βραβευμένος μάγειρας, με αστέρι Michelin στο Βαρούλκο, με καταξιωμένους συναδέλφους. Επίσης, ας είμαστε ρεαλιστές, κι ας πούμε ότι η χώρα μας έχει τεράστια ανάγκη από το τουριστικό της προϊόν, κάτι που το συνειδητοποιούμε πικρά και τώρα με την πανδημία. Από τη μία προσβλέπουμε στον τουρισμό για τη στήριξη της οικονομίας μας κι από την άλλη το μάτι μας είναι στα κρούσματα, και λέμε «κάνε υπομονή, είναι λίγα τα κρούσματα, θα τα καταφέρουμε, τουλάχιστον, όμως, μην πεινάσουμε». Το ένα κομμάτι λοιπόν, είναι αυτό, ότι είμαστε μία κατ' εξοχήν τουριστική χώρα: χωρίς φαγητό, χωρίς τον πολιτισμό και την κουλτούρα του φαγητού, δεν προβάλλεται το ελληνικό προϊόν. Ξέρετε, το ελαιόλαδο στο ράφι, 3 ευρώ θα έχει, όσα χρόνια κι αν περάσουν.

Πριν από χρόνια ήρθε ένας παμπόνηρος Αμερικάνος από το Σαν Φρανσίσκο και μάζεψε τα καλύτερα ελαιόλαδα από τις τρεις χώρες βασικής παραγωγής τους, την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία και έβαλε λίγο από Μαρόκο, λίγο από Τυνησία και τι έκανε; Ερχόταν ο σερβιτόρος –σαν τον σομελιέ με τα κρασιά– σου έφερνε τη σαλάτα σκέτη στο τραπέζι κι από δίπλα ένα trailer με 10 λάδια και σου έλεγε «εδώ έχουμε μια πρασινάδα, μια ντομάτα, μια υγρασία κι αν θα το συνοδεύαμε με αυτό το λάδι από τα Χανιά θα το απολαμβάνετε πολύ καλύτερα». Τριάντα γραμμάρια ήταν αυτό το σφηνοπότηρο, 5 δολάρια το πλήρωνες!

Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι για να μπορέσουμε να είμαστε βιώσιμοι πρέπει να ακολουθήσουμε τάσεις που δίνουν μαγειρική υπεραξία στο προϊόν μας, που πάνε το φαγητό σε άλλα επίπεδα. Γιατί εμείς πήραμε μια γαλλική κουζίνα και την κάναμε αστική, αθηναϊκή μέσω της ψυχοκόρης –γιατί εκείνη μαγείρευε στο σπίτι!– που υπήρχε σε κάθε οικογένεια τη δεκαετία του '50 και του '60.

Στο 2020 –και μαγειρικά– η Ελλάδα πρέπει να σταθεί δίπλα στην Ευρώπη. Το ότι επιζήσαμε σε μια δεκαετία κρίσης και τώρα με έναν κορωνοϊό και καταφέρνουμε να κρατάμε 5 εστιατόρια με αστέρια Michelin κάτι λέει. Όταν το Βαρούλκο, για άλλη μια χρονιά έφερε ακόμη ένα βραβείο ως το Καλύτερο Εστιατόριο Ελληνικής Κουζίνας καμαρώνουμε γι' αυτό. Και φυσικά χαιρόμαστε για όλα τα βραβευμένα εστιατόρια με ελληνική κουζίνα σε όλη την Ελλάδα.

Πάμε τώρα στο δεύτερο σκέλος. Ξέρετε ότι η τηλεόραση πρέπει να «παρασύρει» τον καταναλωτή να δει, να μάθει, να καταναλώσει. Οι σημερινές εκπομπές μαγειρικής έχουν γίνει όπως έχουν γίνει και απευθύνονται πλέον σε νεαρές ηλικίες ανθρώπων που δεν είναι καταναλωτές, ούτε μάγειρες. Αν ρωτήσετε όλα αυτά τα παιδιά που συμμετέχουν σ' αυτές τις εκπομπές, θα δείτε ότι θέλουν να κάνουν τηλεοπτική καριέρα. Κανένας δεν θέλει να μπει στην κουζίνα. Άρα;

— Το λέτε με πολλή σιγουριά...

Φυσικά! Θα σας πω κάτι: εγώ δεν είδα κανέναν από αυτούς που συμμετείχαν σ' αυτά τα παιχνίδια, να 'ρθει και να μου ζητήσει δουλειά. Είναι ένα καταξιωμένο εστιατόριο; Είναι μια μεγάλη σχολή; Γιατί δεν έχει περάσει κανείς το κατώφλι του Βαρούλκου να πει «ρε συ μάγειρα, με παίρνεις στη δουλειά να δω και εγώ τι γίνεται εδώ μέσα;». Πώς γίνονται οι μάγειρες, δηλαδή; Θα ρωτήσω κάτι άλλο: θυμάστε ποιος κέρδισε το δεύτερο MasterChef; Όχι, αυτό που έγινε στο Mega.

—Νομίζω. Δεν παίρνω κι όρκο.

Το τρίτο;

— Φοβάμαι πώς όχι.

Τον δεύτερο νικητή του δεύτερου ή του τρίτου;

— Ούτε καν.

Ακριβώς! Αυτό θέλω να πω. Ενώ από τον πρώτο κύκλο, που ήταν αμιγώς διαγωνισμός μαγειρικής, ο νικητής –ο Άκης ο Πετρετζίκης– και καριέρα έκανε, και ωραία το πουλάει και παρά το νεαρόν της ηλικίας του πάει καλά. Και προς τιμήν του, όταν χρειάστηκε να κάνουμε τώρα, μετά το lockdown, αυτό το βίντεο για την επιστροφή των εστιατορίων, μας κάλυψε ο ίδιος. Το «Επιστρέφουμε» το κάναμε με τη δική του εταιρεία παραγωγής και δεν δέχθηκε να πάρει χρήματα. Ήθελα να τον πάρω τηλέφωνο και να τον ευχαριστήσω, αλλά μετά μας πήρε η μπάλα με τη δουλειά και δεν πρόλαβα να τον καλέσω, οπότε το κάνω από εδώ, ανοιχτά και δημόσια.

Και για να κλείσω το τηλεοπτικό κομμάτι: αυτό που έκανα στην τηλεόραση, σταμάτησα να το κάνω, όταν σταμάτησε να είναι ωραίο. Να έχει κάτι να σε μάθει. Να είναι εκπαιδευτικό. Θα κάνω μια διαφήμιση για ένα ελληνικό προϊόν, θα πω την άποψη μου, όταν κάποιος δημοσιογράφος μου τη ζητήσει, μέχρι εκεί.

— Τώρα και με όλους αυτούς τους περιορισμούς, με τους οποίους απ' ό,τι φαίνεται θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε, πώς βλέπετε το μέλλον της εστίασης;

Πολύ δύσκολο. Είναι αχαρτογράφητο αυτό που ζούμε. Και τον χειμώνα θα δυσκολέψει κι άλλο. Μας λείπει η συναναστροφή. Δεν είμαστε ένας βόρειος λαός που μπορούμε να κρατήσουμε αποστάσεις. Είμαστε της αγκαλιάς, της επικοινωνίας, της επαφής, θέλουμε τα πάντα, οπότε δεν μπορώ να ξέρω πώς θα είναι ο χειμώνας. Όχι από πλευράς πανδημίας, αλλά καθαρά οικονομικά. Βλέπω, όμως, ότι θα αντέξει όποιος προσπαθήσει να διαφοροποιηθεί. Ο κόσμος θα εξακολουθήσει να πηγαίνει εκεί όπου νιώθει ασφάλεια και εκεί όπου αυτό που πληρώνει, αυτό και απολαμβάνει από πλευράς ποιότητας. Εμείς με 75 κλείσαμε, με 75 γυρίσαμε.

— Δεν σκεφτήκατε ούτε στιγμή κάποια ανακουφιστική εναλλακτική;

Δεν γίνονται αυτά! Με αυτούς τους συνεργάτες πορεύομαι παρέα από 12 έως 5 χρόνια, κάποιοι είναι μαζί μου από την αρχή, έχουν οικογένειες, παιδιά, κερδίζουν τη ζωή τους, καταθέτοντας την ψυχή τους κάθε μέρα στο Βαρούλκο. Πώς μπορώ εγώ να του πάρω αυτό που κέρδισε; Είπα «θα πορευτούμε παρέα και βλέπουμε πού θα πάμε». Στην ανάγκη θα δανειστούμε, αλλά εδώ είμαστε όλοι μαζί, πάντα.

Σχεδία Home, Κολοκοτρώνη 56 και Νικίου 2, Αθήνα, Τηλ. 21 3023 1220

 

*Θα το βρείτε στα καταστήματα ΑΒ Βασιλόπουλος

 

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Άκης Πετρετζίκης: Ο πιο δημοφιλής σεφ της Ελλάδας αφηγείται τη ζωή του στη LiFO

Οι Αθηναίοι / Άκης Πετρετζίκης: Ο πιο δημοφιλής σεφ της Ελλάδας αφηγείται τη ζωή του στη LiFO

Τα πρώτα βήματα, η τηλεόραση, η ελληνική κουζίνα, τα βιβλία, το website που συμβουλεύεται ένας στους τρεις Έλληνες για το φαγητό της ημέρας, τα μαγαζιά, η προσαρμογή της επιτυχίας σε συνθήκες καραντίνας και τα «Μελομακάρονα του Άκη» που μετρούν 2,7 εκατομμύρια page views.
M. HULOT
Κορωνοϊός: Οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες στο «μάτι του κυκλώνα»

Ελλάδα / Κορωνοϊός: Οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες στο «μάτι του κυκλώνα»

Για κάποιους συμπολίτες μας, οι συνέπειες της πανδημίας φαντάζουν πιο απειλητικές κι από τον ίδιο τον ιό. Οι αλληλέγγυοι εθελοντές που επιμένουν δεν επαρκούν, ούτε οι δημοτικές δομές και υπηρεσίες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Osteria Mamma 

Γεύση / Ένα νέο ιταλικό σερβίρει πιάτα που περιέχουν άγνωστες στην Αθήνα λέξεις

Θέλοντας να τιμήσει μια επιθυμία της μητέρας της, έπειτα από πολλά ταξίδια και γεύματα σε διαφορετικές ιταλικές πόλεις, η Ελένη Σαράντη ετοιμάζει στο Osteria Mamma πιάτα με μπόλικη comfort νοστιμιά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τα γλυκά των φετινών Χριστουγέννων 

Γεύση / Όλα τα νέα χριστουγεννιάτικα γλυκά σε μία λίστα

Τετράγωνοι κουραμπιέδες, κρητική αλλά και γαλλική βασιλόπιτα, πολλά προζυμένια πανετόνε: Σε αυτή τη λίστα δεν θα βρείτε τα κλασικά γλυκά της Αθήνας -τα ξέρετε ήδη- αλλά όλες τις φρέσκες ιδέες των τριτοκυματικών φούρνων και των πιο δημιουργικών ζαχαροπλαστών.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Γεύση / Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Ένα τοπόσημο της πόλης αλλάζει ριζικά, επενδύει σε μια dream team και σε ό,τι κλασικό, από το φαγητό και το ποτό μέχρι την αρχιτεκτονική του, ακόμα και τη μουσική του μερικές φορές, και περιμένει τη νέα γενιά Αθηναίων, ακόμα κι εκείνους που δεν το είχαν στο ραντάρ τους μέχρι τώρα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Γεύση / Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Μπορεί ένα εστιατόριο να είναι μια ιστορία πάθους, ταλέντου, απανωτών δυσκολιών και επιμονής; Φυσικά και μπορεί. Ο restaurateur Κώστας Πισιώτης αφηγείται την πορεία του μικρού εστιατορίου του Συντάγματος, λίγο πριν αυτό ξεκινήσει το νέο του κεφάλαιο. 
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Γεύση / Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Το πιο κλασικό ελληνικό πρωινό, η τυρόπιτα, φτιάχνεται και ψήνεται μπροστά μας σε ένα μικρό μαγαζί που συνεχίζει τη θεσσαλική παράδοση στην Αθήνα. Την πρότεινε ο Σωτήρης Κοντιζάς και τη δοκιμάσαμε.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Ηχητικά Άρθρα / Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Φτιαγμένο με τα πιο απλά υλικά, αλεύρι, νερό και λάδι, συνδέθηκε, μαζί με την μπομπότα, με την Κατοχή. Ο M. Hulot περιγράφει τις αναμνήσεις που του φέρνει στο μυαλό αυτό το πολύ απλό «φαγητό των γιαγιάδων».
M. HULOT