Δύο είναι οι αγαπημένες μου ώρες στα μαγαζιά. Η ώρα που ανοίγουν και τρέχουν όλοι να κάνουν τις προετοιμασίες και η ώρα που κλείνουν, τα τραπέζια αδειάζουν, το προσωπικό μαζεύει σιγά-σιγά και όλοι έχουν στο πρόσωπο την ικανοποίηση μιας μέρας που τελείωσε.
Στο Manouka έφτασα την ώρα του ανοίγματος. Μόνο που αυτή η στιγμή δεν αφορούσε μια οποιαδήποτε μέρα αλλά την πρώτη μέρα λειτουργίας του wine bar, λίγο πριν έρθουν οι πρώτοι καλεσμένοι, όταν όλοι έτρεχαν πάνω-κάτω με αγωνία, τσεκάροντας ξανά και ξανά κάθε λεπτομέρεια, έτσι ώστε να είναι σίγουροι πως όλα έχουν πάει σωστά και όλα είναι έτοιμα. Αυτό και μόνο στάθηκε μια καλή ευκαιρία για να περιπλανηθώ με την ησυχία μου στον χώρο και να τον ανακαλύψω αρχικά μόνη μου.
Το πρώτο πράγμα που με εντυπωσίασε στο Manouka ήταν η θέα του και το λέω αυτό παρόλο που ανήκω σ’ εκείνους που έχουν κουραστεί να διαβάζουν για roof gardens που βλέπουν στην Ακρόπολη. Αυτήν τη φορά δεν θα μπορούσα να μην παραδεχτώ πως πρόκειται για ένα εκπληκτικό location με σχεδόν 360° θέα εκπληκτικού αστικού τοπίου, στο οποίο εναλλάσσονται ο Παρθενώνας, ο λόφος του Λυκαβηττού, το Αστεροσκοπείο, ο Υμηττός και η Βουλή. Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλο σημείο στην Αθήνα που να προσφέρει τόσο γενναιόδωρα ομορφιά και να έχει το μεγάλο πλεονέκτημα να εντυπωσιάζει τον επισκέπτη, χωρίς καν να το προσπαθήσει.
«Εννοείται πως το σημείο έχει τουριστικό ενδιαφέρον, αλλά εμείς θέλουμε, πάνω απ’ όλα, να προσεγγίσουμε και να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των Αθηναίων. Θέλουμε να τους ξεναγήσουμε στον ελληνικό αμπελώνα, να του μάθουμε ποικιλίες που πιθανότατα δεν έχει ακούσει ποτέ ή δεν τις έχει γευτεί και να του μεταδώσουμε την αγάπη μας για το ελληνικό κρασί».
Η διακόσμηση της σκηνογράφου Μαριλένας Καλιτζαντωνάκη, εξαιρετικά απλή και ευχάριστη. Λιτά έπιπλα με επιρροές από τα ’60s και τα ’70s, μεγάλα κασπό με πράσινα φυτά και μικρός εσωτερικός χώρος που φιλοξενεί το μπαρ, ο οποίος διαχωρίζεται με μια απλή, περιμετρική τζαμαρία, για να μπορεί κανείς να απολαμβάνει από κάθε σημείο τη θέα. Έμεινα εκεί για λίγο, ζηλεύοντας το μεγάλο ύψος του ξενοδοχείου Utopia που φιλοξενεί το Manouka, ενώ προσπαθούσα να καταλάβω πώς γίνεται να μην έχει ανακαλυφθεί πιο νωρίς αυτό το διαμαντάκι, στο οποίο πολλοί θα ήθελαν να δημιουργήσουν την επιχείρησή τους.
Τις σκέψεις μου διέκοψε ο Μάνος Στρατάκης, που είναι ο επιχειρηματίας πίσω από το Manouka και ο τυχερός που βρήκε στη στιγμή τον χώρο που ονειρευόταν για να ανοίξει το νέο του μαγαζί. «Πρώτη φορά επισκέφτηκα αυτόν τον χώρο πριν από έναν χρόνο και από την πρώτη στιγμή κατάλαβα πως είναι ιδανικός για να δραστηριοποιηθώ. Κάπως έτσι βρισκόμαστε εδώ. Μέχρι σήμερα και για όσο λειτούργησε το ξενοδοχείο ενδιάμεσα των lockdowns εξυπηρετούνταν αποκλειστικά όσοι διέμεναν σε αυτό. Από σήμερα τα πράγματα αλλάζουν και θα μπορούν όλοι να επισκεφτούν αυτή την υπέροχη ταράτσα» μου λέει ο Μάνος, ενώ στην παρέα μας έρχεται ο sommelier Βασίλης Παπαδόπουλος, που έχει αναλάβει το project management.
«Θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι απλό. Πολλοί είναι αυτοί που προσπαθούν με κάθε τρόπο να διαφοροποιηθούν, αλλά εμείς δεν έχουμε ανάλογη ανάγκη. Επιθυμία μας είναι να κάνουμε καλά αυτό που ξέρουμε να κάνουμε και τίποτε άλλο» μου εξηγεί ο Βασίλης, περιγράφοντας με απλά λόγια τη φιλοσοφία του Manouka, που θέλει όχι μόνο να προσεγγίσει αυτούς που αγαπούν το κρασί αλλά και να γνωρίσει σε όλους τους υπόλοιπους, που δεν έχουν γνώσεις επί του αντικειμένου και θέλουν να μυηθούν στον κόσμο του, τη γοητεία του οίνου.
«Έχουμε συνηθίσει ο sommelier να είναι λίγο απρόσιτος. Πολλοί φοβούνται να του κάνουν ερωτήσεις ή να του ζητήσουν να τους βοηθήσει στην επιλογή μιας ποικιλίας που θα ταίριαζε στα γούστα τους. Εγώ θα ήθελα να συμβαίνει το αντίθετο και θα το καταφέρω. Μου αρέσει να πλησιάζω τους ανθρώπους και μέσα από διάφορες ερωτήσεις, τεχνικές ή μη, να καταλαβαίνω τα γούστα τους και την προσωπικότητα του ουρανίσκου του. Συχνά περιγράφω τα κρασιά ως ανθρώπους και τους ανθρώπους ως κρασιά. Οι καλεσμένοι τρελαίνονται όταν το κάνω αυτό. Είναι σαν να αποκαλύπτω μαγικά στοιχεία του χαρακτήρα τους και το διασκεδάζουν» συνεχίζει ο Βασίλης, φανερά ενθουσιασμένος με το νέο εγχείρημα και την ελευθερία που του προσφέρεται.
Μιλάμε για την κάβα του μαγαζιού και μαθαίνω πως υπάρχουν ήδη εκατό και μία ελληνικές ετικέτες. Για την ακρίβεια, στο Manouka δεν θα υπάρχουν επιλογές από τον υπόλοιπο κόσμο, παρόλο που ο Βασίλης Παπαδόπουλος έχει μεγάλη εμπειρία στην παγκόσμια οινοποιία. Δεν μου φάνηκε καθόλου περίεργο. Το Manouka βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας και σίγουρα θα προσελκύσει πολλούς τουρίστες που θα θέλουν να ξεναγηθούν στα αμπέλια της Ελλάδας.
Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό που παρακίνησε την ομάδα του Manouka να επικεντρωθεί στο ελληνικό κρασί. «Εννοείται πως το σημείο έχει τουριστικό ενδιαφέρον, αλλά εμείς θέλουμε, πάνω απ’ όλα, να προσεγγίσουμε και να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των Αθηναίων. Θέλουμε να τους ξεναγήσουμε στον ελληνικό αμπελώνα, να του μάθουμε ποικιλίες που πιθανότατα δεν έχει ακούσει ποτέ ή δεν τις έχει γευτεί και να του μεταδώσουμε την αγάπη μας για το ελληνικό κρασί. Γι’ αυτό έχουμε αποκλειστικά ελληνικές ετικέτες που προσφέρονται όλες σε ποτήρι. Έτσι, μπορεί κάποιος να δοκιμάσει περισσότερες ποικιλίες και να κάνει μεγαλύτερη οινική περιήγηση».
Στη συνέχεια, ο Βασίλης με ενημερώνει για όλες εκείνες τις τεχνικές λεπτομέρειες αλλά και για τον εξοπλισμό που απαιτείται ώστε να μπορεί ένα wine bar να προσφέρει όλες τις ετικέτες σε ποτήρι, χωρίς να «καταστρέφει» τη φιάλη. Κάτι εντελώς πρακτικό, που όμως είναι πολύ σημαντικό για τη λειτουργία του wine bar αλλά και ενδεικτικό της διάθεσής του να γίνει αγαπημένο spot όλων όσοι αγαπούν το κρασί, ανεξαρτήτως των οικονομικών τους δυνατοτήτων.
«Θέλουμε το Manouka να είναι ένα μαγαζί που θα δίνει χαρά σε όλους τους επισκέπτες και θα τους βοηθάει να χαλαρώσουν και να περάσουν όμορφα. Πιστεύουμε ότι τα μαγαζιά αποκτούν τον χαρακτήρα των ανθρώπων που τα δουλεύουν κι εμείς, εδώ, είμαστε μια παρέα. Δεν θέλαμε κάτι επιτηδευμένο αλλά κάτι απλό και οικείο. Ανάλογα κινηθήκαμε και στην κουζίνα» συνεχίζει ο Βασίλης και αμέσως μετά έρχεται στο τραπέζι μας ο σεφ Παναγιώτης Βασιλάτος, ο οποίος δέχτηκε το challenge να δημιουργήσει ένα μενού αφιερωμένο στα ΠΟΠ προϊόντα της Ελλάδας.
«Οι συνταγές είναι μεσογειακές και σε όλες συμμετέχει τουλάχιστον ένα ΠΟΠ προϊόν. Προς το παρόν, έχουμε μαζί μας τα φιστίκια Αιγίνης, τον κρόκο Κοζάνης, τα ντοματίνια Σαντορίνης, τη σταφίδα Κορινθίας, τις πιπεριές Φλωρίνης, την πατάτα Νάξου, τη μαστίχα Χίου και τη γραβιέρα Κρήτης. Επιπλέον, συνεργαζόμαστε με μικρούς Έλληνες παραγωγούς γιατί θέλουμε να υποστηρίξουμε και να αναδείξουμε με κάθε τρόπο τη δουλειά και την αφοσίωσή τους στην ελληνική γη» μου εξηγεί ο Παναγιώτης, ενώ συμπληρώνει πως στο Manouka θα μπορεί κάποιος να απολαύσει πρωινό, brunch και μεσημεριανό ή δείπνο, όλα δημιουργημένα στο ίδιο πνεύμα και όλα δουλεμένα έτσι ώστε να ταιριάζουν απόλυτα με τις ελληνικές ποικιλίες κρασιού και να δημιουργούν μαζί μια ολοκληρωμένη γευστική εμπειρία και ένα γρήγορο ταξίδι σε όλη τη χώρα.
Γευστικά και όμορφα, τα πιάτα του Παναγιώτη Βασιλάτου καταφέρνουν όντως να αναδείξουν τα ελληνικά κρασιά που δοκίμασα, όπως ο Πετρουλιανός, η Κυδωνίτσα και η Μαλαγουζιά. Πολύ καλό το ταρτάρ μοσχαρίσιου φιλέτου με μαγιονέζα τρούφας και τραγανά στικ πατάτας Νάξου, που δεν χορταίνονται εύκολα, χορταστικά και εμφανίσιμα τα παντζάρια με τα φιστίκια Αιγίνης, την κρέμα μπλε τυριού Ευβοίας, τη μαρμελάδα αχλαδιού και το σιρόπι από ζωμό παντζαριών με πετιμέζι, δροσερό, καλοκαιρινό και τέλειο για όλα τα λευκά κρασιά του καταλόγου το καρπάτσιο από φρέσκο φαγκρί με ζελεδάκια πιπεριάς Φλωρίνης και ζωμό αγγουριού, αρωματισμένο με τζίντζερ και λάδι μέντας. Εξαιρετικό και το μυλοκόπι, καπνισμένο με ξύλο κερασιάς και συνοδευμένο με κρέμα αρακά και beurre blanc με κρόκο Κοζάνης, ελαφρύ και απόλυτα ισορροπημένο, όπως και το cremeux μαύρης σοκολάτας με crumble κακάο, φιστίκι Αιγίνης και μακαρόν, με το οποίο ολοκληρώθηκε η επίσκεψή μου.
Έφυγα λίγο πριν φτάσουν οι πρώτοι καλεσμένοι, με τη διάθεση να γυρίσω γρήγορα πίσω και να δοκιμάσω ακόμα περισσότερα ελληνικά κρασιά και πιάτα με αυθεντικά, παραδοσιακά προϊόντα. Μπορεί οι άνθρωποι του Manouka να μην ένιωθαν καμιά ανάγκη να διαφοροποιηθούν, αλλά μάλλον το έχουν καταφέρει ευχάριστα, χωρίς καν να το καταλάβουν.
Wine Bar Manouka, Ερμού 46, 7ος όροφος ξενοδοχείο Utopia, 210 3241814, Facebook, Instagram