Έφτασα στην Κυψέλη περίπου πριν από έναν χρόνο. Δεν ήξερα πολλά στην περιοχή, αλλά ήξερα να βρω εύκολα το σπίτι όπου θα έμενα και ήξερα να εξηγώ στους οδηγούς των ταξί πώς θα το βρουν. «Στην οδό Κυψέλης, στην κάβα του Γρηγόρη», έλεγα και ήξερα ότι θα με πάνε αμέσως στην πόρτα μου.
Όλοι ξέρουν τον Γρηγόρη. Έχει αναλάβει το μαγαζί εδώ και 35 χρόνια και πριν δούλευε σε αυτό. Από τη δεκαετία του '60 βρίσκεται σε αυτό το σημείο το ξηροκαρπάδικο και έχει περάσει από την πόρτα του όλη η Κυψέλη.
Είναι μεγάλη μορφή ο Γρηγόρης και το καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή που τον βλέπεις. Γεννημένος στην Πόλη, έφτασε τεσσάρων χρονών με την οικογένειά του στην Ελλάδα, μετά την απομάκρυνσή του ελληνισμού από την Τουρκία, για να εγκατασταθούν στη Νέα Φιλαδέλφεια. Στα εφτά του πουλούσε πασατέμπο στο γήπεδο της ΑΕΚ για να βοηθάει το σπίτι. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή με το αντικείμενο με το οποίο θα ασχολούνταν όλη του τη ζωή. Μετά από ένα πέρασμα στις γραφικές τέχνες, ο Γρηγόρης σπούδασε μπουφετζής σε ένα κεντρικό ζαχαροπλαστείο και αποφάσισε να πάρει την κάβα, στην οποία έκανε μεροκάματα, και να την κάνει δικό του μαγαζί.
Στο κατάστημα μπαίνουν γείτονες για να τον καλημερίσουν και να ψωνίσουν. Μιλάνε εγκάρδια μεταξύ τους, σαν γνώριμοι από πάντα, και η ατμόσφαιρα είναι αυτή της παλιάς Αθήνας. «Αν είναι κάποιος σε προχωρημένη ηλικία, θα του πάω τα ψώνια στο σπίτι. Αλλά delivery δεν κάνω».
«Τίποτα δεν έχει αλλάξει εδώ μέσα από τότε. Δεν έχω αλλάξει τίποτα. Ούτε από τη διακόσμηση, ούτε από τους συνεργάτες» μου λέει και καταλαβαίνω πως ανήκει σε εκείνους τους ανθρώπους που πιστεύουν περισσότερο στη συνέπεια αυτού που προσφέρουν και λιγότερο στην αλλαγή. Και η αλήθεια είναι ότι και εγώ δεν θα ήθελα να αλλάξει κάτι στο μαγαζί του ο Γρηγόρης. Μου αρέσει να βλέπω πίσω από την τζαμαρία τους ξηρούς καρπούς, κάτω από τις κίτρινες λάμπες, τα stands με τις καραμέλες και τα λίγα άλλα εκλεκτά στο βάθος. Δεν βρίσκω κανέναν λόγο να γίνει ο Γρηγόρης μια σύγχρονη κάβα.
«Τριγύρω στην Κυψέλη υπήρχαν πολλά σινεμά και θέατρα. Θυμάμαι το σινεμά Κυψελάκι, το Κυψέλη, το Αττικόν και άλλα πολλά. Δίπλα μου είναι το θέατρο Ριάλτο του Αλεξανδράκη. Ο κόσμος της Κυψέλης ανέκαθεν ήταν καλλιτεχνικός. Ο Σακελλάριος, ο Γιαννακόπουλος και ο Πλέσσας έμεναν εδώ στη γειτονιά. Όλοι περνούσαν και ψώνιζαν από την κάβα. Και όσοι πήγαιναν θέατρο ή σινεμά έπαιρναν από μένα τους ξηρούς καρπούς για το διάλειμμα» μου λέει αναπολώντας και προσπαθώ να φανταστώ εκείνη την εποχή που η Κυψέλη ήταν μια από τις πλούσιες, αστικές γειτονιές και τα ζαχαροπλαστεία τους σημεία συνάντησης των ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων.
Φυσικά το ίδιο συμβαίνει μέχρι σήμερα. Είναι πολλοί αυτοί που πηγαίνοντας στα γύρω θέατρα ή σινεμά, περνάνε πρώτα από την κάβα του Γρήγορη για να προμηθευτούν τα χάρτινα σακουλάκια με τους ζεστούς, φρέσκους και τραγανούς καρπούς.
Δεν έχει, όμως, μόνο ξηρούς καρπούς ο Γρηγόρης. Εκτός από αποξηραμένους χουρμάδες, ανανάδες, δαμάσκηνα, βερίκοκα, θα βρεις στα καλάθια του ξερά σύκα από την Εύβοια, λουκούμια μεγάλα και λουκούμια μπουκίτσες από τον Λειβαδάρα της Σύρου, μαρόν τυλιχτά σε ασημένιο χαρτάκι μέσα στο σιρόπι τους και κεράσματα σοκολατένια για τις φοντανιέρες και τις δύσκολες βραδιές του χειμώνα μας.
Από τον Γρηγόρη, επίσης, παίρνω φρεσκοαλεσμένο ελληνικό καφέ. ο οποίος έχει τέλειο άρωμα, από την εταιρία Star, που τη θυμάμαι από τότε που γεννήθηκα και είναι καταχωρημένη στη συνείδησή μου σαν τον καλό καφέ που μπορώ να έχω στο σπίτι μου. Εννοείται ότι στα ράφια του βρίσκω σοκολάτες, σοκολατάκια και σοκολατάκια ελίτσες με ολόκληρο αμύγδαλο μέσα και εννοείται ότι από τον Γρηγόρη θα πάρω και το σνακ μου, πριν φύγω για το γραφείο, είτε αυτό είναι παστέλι με αληθινό μέλι, είτε μαντολάτο, είτε καρύδα.
Μένουμε στην κάβα αρκετή ώρα. Στο κατάστημα μπαίνουν γείτονες για να τον καλημερίσουν και να ψωνίσουν. Μιλάνε εγκάρδια μεταξύ τους, σαν γνώριμοι από πάντα, και η ατμόσφαιρα είναι αυτή της παλιάς Αθήνας. «Αν είναι κάποιος σε προχωρημένη ηλικία, θα του πάω τα ψώνια στο σπίτι. Αλλά delivery δεν κάνω» μου εξηγεί και καταλαβαίνω. Δεν θα ήταν εύκολο να κάνει delivery ένα μαγαζί που ζει με την απλότητά του και με κέρδος το μικρότερο δυνατό.
Πηγαίνω στα ράφια με τις καραμέλες. Ό,τι θυμάμαι και δεν θυμάμαι από παιδί βρίσκεται εκεί. Καραμέλες βουτύρου σε χρυσαφένιο περιτύλιγμα και ροζ καραμέλες Τσάρλεστον σε λευκό, διάφανο χαρτάκι. Καραμέλες Αστακός με μπλε και κόκκινα γράμματα και γλειφιτζούρια κοκοράκια και πεταλούδες που βρίσκουμε στα πανηγύρια. Παστίλιες πράσινες και κόκκινες, πολύχρωμα, σοκολατένια κουφέτα και χύμα τρούφα από σοκολάτα bitter.
Ο Γιώργος φωτογραφίζει και ο Γρηγόρης Βαζλαματζής ποζάρει χαρίζοντάς μας το μεγαλύτερό του χαμόγελο. «Μπαζλάμ είναι το μπρούτζινο σκεύος στο οποίο κάνουν στην Πόλη μια πίτα σαν την κρέπα. Από εκεί είναι το όνομά μου» μου λέει ο Γρηγόρης και σπεύδει να φτιάξει ένα καλάθι με κρασιά και καλούδια για να το φωτογραφήσουμε.
Λίγο πριν φύγουμε και αφού έχουμε ζήσει ένα πρωινό Σαββάτου, όπως το έχουν ζήσει οι μητέρες και οι γιαγιάδες μας, ζητάω από τον Γρηγόρη ένα tip για να διατηρώ τους ξηρούς καρπούς μου. Εκείνος με κοιτάει με τα γελαστά του μάτια και μου λέει: «Ξηρούς καρπούς πρέπει να παίρνεις μόνο όσους πρόκειται να καταναλώσεις. Έτσι, θα τους τρως πάντα φρέσκους και θα περνάς από το μαγαζί πιο συχνά». Είναι να του χαλάσεις χατίρι; Εννοείται ότι έχουμε πολλούς λόγους να περνάμε τακτικά από το μαγαζί του.
Ο Γρηγόρης, Κυψέλης 54, Κυψέλη, 210 8227966